Αρχείο κατηγορίας Εκκλησία, Πολιτεία ή και οι δυό;

Εκκλησία, Πολιτεία ή και οι δυό;

ΠΕΡΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ: Προς Μητρ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ Ι

ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΠΕΙΡΑΙΩΣ κ. ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΠΕΡΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ  – Μέρος Ι

 

Του Μανώλη Καλομοίρη*

 

Ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ (Μεντζελόπουλος) συχνά βρίσκει τον τρόπο να βρίσκεται στην επικαιρότητα με τις πολυσυζητημένες δηλώσεις που κάνει ή την αρθρογραφία του.

Τελευταίο κρούσμα, είναι προεκλογικό άρθρο του ενάντια στα κόμματα της Αριστεράς (http://romfea.gr/epikairotita/12774-labros-o-mitropolits-kata-tis-aristeras). Ο Μητροπολίτης κ. Σεραφείμ επιτίθεται στην Αριστερά για τον χωρισμό κράτους – εκκλησίας που περιλαμβάνουν στις θέσεις τους.

Τι υποστηρίζει;

Ότι ο χωρισμός Κράτους- Εκκλησίας σημαίνει χωρισμός Έθνους- Εκκλησίας!

Λέει: «Μιλον γιά χωρισμό κκλησίας καί Κράτους διάβαζε θνους πικαλούμενοι δθεν προοδευτικά συνθήματα. Ο ντιλήψεις μως περί χωρισμο εναι το περασμένου αώνα πού γεννήθηκαν κάτω πό μισαλόδοξο ντιθρησκευτικό πνεμα πού δεν συμβιβάζεται μέ τίς σημερινές κοινωνικές, πολιτειακές καί θρησκευτικές ντιλήψεις καί πού ναπτύχθηκε σέ προτεσταντικές καί παπικές χρες πού δέν χουν καμμία σχέση μέ τόν πολιτισμό καί τήν χριστιανική πίστη το λληνικο θνους». Κι ότι « λληνική κοινωνία εναι μιά μόδοξη κοινωνία ζυμωμένη μέ τό χριστιανικό πνεμα. Τυχόν λλαγή τν δομν τς κοινωνίας μας, διότι περί ατο πρόκειται, θά χει λέθριες συνέπειες γιά τό θνος μας καί τήν πιβίωσή του». Ο κ. Σεραφείμ έχει την αυταπάτη ότι δήθεν η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της είναι μια χριστιανική ορθόδοξη κοινωνία, όταν – σύμφωνα με τις στατιστικές και την εμπειρία των τεράστιων ενοριών και των ελάχιστων συμμετεχόντων κάθε Κυριακή στην λειτουργία – στενή σχέση με την Εκκλησία έχει μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό του πληθυσμού. Αν το αίτημα για χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας γεννήθηκε σε προηγούμενους αιώνες σε μια εποχή που η θρησκεία είχε πολύ ισχυρότερη επιρροή και ρόλο στους ανθρώπους και στη κοινωνία, σήμερα είναι επιβεβλημένο που πλέον η θρησκεία και ειδικά η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει σαφώς πολύ μικρότερη επιρροή στους ανθρώπους και στη κοινωνία. Όπως έγραφα στο παλαιότερο άρθρο μου ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ: ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΑΛΗΘΕΙΕΣ (http://www.diakrisis.gr/articles.php?lng=gr&pg=315) :

«..η … πλειοψηφία τάσσεται υπέρ του χωρισμού Κράτους και Εκκλησίας! (Γκάλοπ της V-PRC, εφημερίδα "Αυγή" 5-4-98). Υπέρ του χωρισμού ήταν το 47,6%, και κατά το 39%. Το 14% δήλωσαν άθεοι ή αγνωστικιστές, το 56% εκκλησιάζονται μόνο στις μεγάλες γιορτές 2-3 φορές τον χρόνο, το 15% δεν εκκλησιάζεται ποτέ, ενώ μόνο το 30% δήλωσε ότι είναι ικανοποιημένο από την θεία λειτουργία της επίσημης Εκκλησίας.

Σε άλλο γκάλοπ της εφημερίδας "ΤΑ ΝΕΑ" 25-5-98 για το πόσοι συμπαθούν ή αντιπαθούν την Ορθόδοξη Εκκλησία, βρέθηκαν τα εξής ποσοστά: Το 56% δήλωσε ότι την συμπαθεί, το 18,3% ότι την αντιπαθεί και το 25,3% ότι είναι ουδέτεροι. Δηλαδή το 43,6% του πληθυσμού δεν θρησκεύεται ενεργά με το Ορθόδοξο Δόγμα ή δεν θρησκεύεται καθόλου. Άρα δεν μπορούμε να μιλάμε για "συντριπτική πλειοψηφία". Το βιβλίο "ΝΟΜΙΚΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗΣ ΕΤΕΡΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ" των Εκδόσεων ΚΡΙΤΙΚΗ κάνει την εξής πρόταση: "Αν σε καθεστώς πλήρους χωρισμού εισαχθεί ένας υψηλός φόρος Ορθοδόξων για τη χρηματοδότηση κληρικών, εκκλησιαστικών και θεολογικών σχολών και κοινωνικών δραστηριότήτων της Ορθόδοξης Ελλαδικής Εκκλησίας, θα πραγματοποιηθεί μια απογραφή των πιστών της πολύ πιο αξιόπιστη από τη στατιστική του νηπιοβαπτισμού και αναμφίβολα θα καταρρεύσουν οι διαγνώσεις περί ‘συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού'" (σελ. 147-148, οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας). 

Έλληνες μόνον οι Ορθόδοξοι;

Ένας άλλος ισχυρισμός που γίνεται εναντίον της θρησκευτικής ελευθερίας των μειονοτήτων είναι πως "Έλληνας=Ορθόδοξος" και ότι "Πας μη Ορθόδοξος, δεν είναι Έλληνας"! Ενώ σίγουρα ένα μεγάλο μέρος της Ελληνικής Ιστορίας συνδέεται με την Ορθόδοξη Εκκλησία, δεν είναι αληθές ότι Ελληνισμός=Ορθοδοξία. Διότι έτσι παραλείπεται ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός, ο οποίος ήταν προχριστιανικός και που συνεισέφερε πολλά στην ανθρωπότητα, ίσως περισσότερα από τον βυζαντινό πολιτισμό. Επίσης αυτή η διάκριση στέλνει στην αγκαλιά της Τουρκίας τους 150.000 Έλληνες Μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης. Μια ταύτιση Ελληνισμού και Ορθοδοξίας στην πραγματικότητα συρρικνώνει τον Ελληνισμό, αφού αγνοεί τους δεκάδες χιλιάδες συμπατριώτες μας που είναι Καθολικοί, Eυαγγελικοί, Πεντηκοστιανοί, Μάρτυρες του Ιεχωβά κλπ. Και με αυτό τον τρόπο μικρή υπηρεσία προσφέρουν στο έθνος όσοι υποστηρίζουν τέτοιες ιδέες, για να μην πούμε ότι κάνουν ζημιά σε αυτό!»

Και είναι το λιγότερο γελοία η σύνδεση των κρατικών προνομίων της εκκλησιαστικής ηγεσίας (Μητροπολιτών) με την… επιβίωση του Έθνους.

Θα φέρει ο χωρισμός κράτους-Εκκλησίας ανηθικότητα και εγκληματικότητα;

Ότι ο χωρισμός κράτους – εκκλησίας «παράγει μόνο διαλυτικά κοινωνικά φαινόμενα καί πιτρέπει τήν λωση τν κοινωνιν πό τήν παραθρησκεία, τήν εδωλολατρεία, τόν σατανισμό καί τά γκληματικά φαινόμενα». Κι ότι ο χωρισμός εκκλησίας- κράτους θα φέρει εκφυλισμό και ανηθικότητα στη κοινωνία! «μεσες συνέπειες τς τακτικς ατς εναι προοδευτικός κφυλισμός τς προσωπικς καί κοινωνικς θικς, σχετικοποίηση τς θνικς παραδόσεως καί εσβολή ξένων δεολογιν μέ πικίνδυνο γιά τήν θνική πιβίωση περιεχόμενο».

Δηλαδή περιμένει τον χωρισμό κράτους εκκλησίας ο «φιλόχριστος» ελληνικός λαός για να εκφυλιστεί η ηθική του ή να υιοθετήσει μη χριστιανικές ιδεολογίες; Τότε γιατί ενώ είναι ενωμένο νομικά το κράτος και η Εκκλησία, ήδη έχει αποχριστιανοποιηθεί η ηθική του λαού και ήδη πολλοί «ορθόδοξοι» ακολουθούν μη χριστιανικές ιδεολογίες στην χώρα μας; Και τι θα κάνει η ενωμένη με το κράτος Εκκλησία; Διωγμό ή απαγόρευση των ιδεολογιών και των συμπεριφορών που δεν συμφωνεί; Και αν γίνει αυτό, που πάει η ελευθερία του προσώπου που πιστεύει η Ορθόδοξη Εκκλησία; Επίσης δεν εξηγεί τότε, πώς τα διαλυτικά κοινωνικά φαινόμενα, οι παραθρησκείες, η ειδωλολατρεία, ο σατανισμός, εγκληματικές ενέργειες και η ανηθικότητα υπάρχουν στην Ελλάδα, αφού ΔΕΝ έχει γίνει ακόμη χωρισμός κράτους εκκλησίας! Συνεπώς το επιχείρημά του είναι έωλο και αβάσιμο, ότι δήθεν η νομική ένωση κράτους-Εκκλησίας προστατεύει την κοινωνία από αυτά τα φαινόμενα! Μάλιστα μπορούμε να πούμε το αντίθετο, ότι λόγω της νομικής ένωσης κράτους-Εκκλησίας έχουν υπάρξει πολλά και σημαντικά σκάνδαλα εξαιτίας της διαπλοκής, όπως αυτό με τις εικονικές δωρεές επιχειρηματιών στην Εκκλησία που έκανε ζημιά εκατομμυρίων ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο (http://www.imerisia.gr/article.asp?catid=26516&subid=2&pubid=112850295), το σκάνδαλο της Μονής Βατοπεδίου, το σκάνδαλο του παραδικαστικού κυκλώματος κλπ. 

Ότι ο χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας είναι ασύμβατος με τη χριστιανική πίστη και τα ελληνικά ιδεώδη!

Ισχυρίζεται: «Ο ντιλήψεις περί χωρισμο δέν συμβιβάζονται μέ τά λληνικά δεώδη καί τήν χριστιανική πίστη πού πότισε τίς ρίζες το θνους μας. Ο ντί-θετοι, ο ξω το χριστιανισμο, ο ντί-χριστοι, πιστία γενικς ντιπαρέρχονται μία παγκόσμια πραγματικότητα, τήν πραγματικότητα τς λλαγς το κόσμου πό τόν χριστιανισμό. … Ὁ Χριστιανισμός συνεπς κρινόμενος μόνο μέ κοσμικά κριτήρια εναι μιά παγκόσμια θρησκεία πού δέν μπορε νά τεθε στό κοινωνικό περιθώριο οτε νά γνοηθε καί σφαλς δέν εναι δυνατό νά καταπολεμηθε γιατί εναι θεοσύστατος ργανισμός πως πέδειξαν τά δύο χιλιάδες χρόνια τς πί γς παρουσίας του».

Ο Μητροπολίτης Πειραιώς μπερδεύει την ιδεολογική επιρροή του Χριστιανισμού με την νομική σχέση κράτους- Εκκλησίας, κάτι εντελώς διαφορετικό. Δηλαδή χωρίς το δεκανίκι του κράτους, ο Χριστιανισμός θα πάψει να είναι θεοσύστατος οργανισμός και θα τεθεί στο περιθώριο; Δηλαδή η ζωογόνος πνοή και η δύναμη του «θεοσύστατου οργανισμού» δεν είναι ο Χριστός και η χριστιανική διδασκαλία, αλλά ο Καίσαρας, το κράτος; (!!!!). Αν πιστεύει ότι επιβίωσε ο Χριστιανισμός λόγω της κρατικής υποστήριξης, τότε έχει χαμηλή γνώμη για την χριστιανική πίστη και την Εκκλησία που επιβίωσε παρά τους διωγμούς και την εχθρότητα του Ρωμαϊκού κράτους! Και ασφαλώς ο χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας είναι σύμφωνος με την σχετική ανεξιθρησκεία της αρχαίας Ελλάδας καθώς και το ελεύθερο πνεύμα του αρχικού Χριστιανισμού στο «όποιος θέλει ας με ακολουθήσει» που είπε ο Χριστός. Δεν πρέπει να ξεχνάει ο Επίσκοπος Πειραιώς ότι στο όχι μακρινό παρελθόν η σύνδεση Κράτους-Εκκλησίας είχε ως αποτέλεσμα την καταπίεση και διωγμό της θρησκευτικής ελευθερίας ετεροδόξων και αλλόδοξων κι ότι μέχρι σήμερα ισχύει ο μεταξικός νόμος περί προσηλυτισμού με τον οποίο οι ετερόδοξοι είναι υπό διαρκή απειλή δίωξης και τον οποίο έχει χρησιμοποιήσει ο κ. Σεραφείμ για να μηνύσει τους καθολικούς (Εφημερίδα Παρασκευή και 13-1-1-2012: http://www.paraskevi13.com/?p=26742).

Ο χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας θα φέρει θρησκευτικό αποχρωματισμό των Ελλήνων;

Ότι η αιτία που θέλουν τα αριστερά κόμματα τον χωρισμό Κράτους – Εκκλησίας δεν είναι τα ιδεώδη του ανθρωπισμού, της ισονομίας και της ισοπολιτείας όλων των Ελλήνων ανεξάρτητα θρησκείας, αλλά διότι σατανικά επιδιώκουν τον θρησκευτικό αποχρωματισμό της ελληνικής κοινωνίας! Με τα ίδια του τα λόγια:

«Τά παραπάνω κόμματα πού μιλνε γιά χωρισμό στήν οσία στοχεύουν στόν θρησκευτικό ποχρωματισμό τν λλήνων, θέλουν νά πάψουν ο πολίτες νά εναι θρησκεύοντα μέλη το σώματος τς ρθοδόξου κκλησίας διότι εναι ντίθετοι πρός τήν χριστιανική πίστη. Τήν πουσία μως το θρησκευτικο στοιχείου πό τόν πολίτη θά τήν ποκαταστήσει να λλο στοιχεο τό ποο χει καί ατό θρησκευτικό χαρακτρα γιατί δέν μπορε νά γίνει λλις καί ατό τό στοιχεο νομάζεται ντιχριστιανός ντιθρησκευτικός πολίτης θεος πού στρατεύτεται στήν «θρησκεία» τς θεΐας. Ατό εναι τό πρότυπο το πολίτου ατν πού θέλουν τόν λεγόμενο χωρισμό. Μέ ατόν τόν τρόπο λένε τι τό κράτος θά εναι νεξίθρησκο οδέτερο πρός τήν θρησκεία καί ατό θά εναι δθεν καλύτερο γιά τήν κοινωνία. Τεχνητός μως χωρισμός τς νθρώπινης προσωπικότητας στήν κοινωνική της διάσταση καί λειτουργία μπορε νά εναι πό νομοθετικς πλευρς δυνατός, θά ποτελε μως κατ' οσίαν κατασκευή νός νθρωπίνου τέρατος, νός κοινωνικο θηρίου».

Αν πιστεύει ο Μητροπολίτης κ. Σεραφείμ ότι ο νομικός χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας θα οδηγήσει σε ραγδαία μείωση των πολιτών που εκκλησιάζονται και θα μετατραπούν σε άθεοι οι περισσότεροι θρησκευόμενοι, τότε έχει πολύ μικρή εμπιστοσύνη στην ποιμαντική της Εκκλησίας στην οποία είναι Ποιμένας και στην αξία της χριστιανικής πίστης! Λες και όσοι είναι ενεργά μέλη της Εκκλησίας, το κάνουν επειδή η Εκκλησία είναι Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), κι ότι αν αλλάξει η νομική μορφή της Εκκλησίας και ανεξαρτητοποιηθεί από τα διοικητικά και νομικά δεσμά του Κράτους, θα κλονιστεί η πίστη τους που οι αξιωματούχοι της Εκκλησίας θα χάσουν τα κρατικά προνόμια, και θα πέσουν στην απιστία και θα φύγουν από την μη κρατική πλέον Εκκλησία!!!

Παρασκευή, 15 Ιουνίου 2012

* Μανώλης Καλομοίρης – http://xristianospolitiki.blogspot.gr/2012/06/blog-post_15.html

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

 

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΟΥΣΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΟΥΣΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

 

Σύμφωνα με το καθεστώς της νόμω κρατούσης Πολιτείας, η Εκκλησία είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Ο υποβιβασμός της από τον «καίσαρα» επήλθε τότε που οι Βαυαροί στην επιχείρηση εκδυτικισμού της χώρας υποκίνησαν το πραξικόπημα της απόσχισης της ελλαδικής Εκκλησίας από το Οικουμενικό πατριαρχείο. Η ελλαδική Εκκλησία πορεύτηκε έκτοτε ως υποτελής της ελληνικής κοσμικής εξουσίας, η οποία, μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια ήταν δοτή από τις «προστάτιδες» Δυνάμεις.

Την επιχείρηση εκδυτικισμού ανέλαβαν οι πρόθυμοι να υπηρετήσουν τα ξένα συμφέροντα στον τόπο μας δια «μιάν δολεράν καλημέραν των πρέσβεγων», κατά τον Μακρυγιάννη, για τιμές, αξιώματα και πλούτο. Υπηρέτησαν αυτοί το σχέδιο από θέσεις πολιτικές, διοικητικές, οικονομικές, εμπορικές και διανόησης. Καθ' όλο τον 19ο αιώνα και κατά το πρώτο μισό του 20ου ο λαός υφίστατο ανελέητη την επίθεση, προκειμένου να εγκαταλείψει τις παραδόσεις του και αυτή την πατροπαράδοτη θρησκευτική του πίστη. Δυνάμεις αντίστασης διέθετε αρκετές, καθώς είχε δοκιμαστεί δια πυρός και σιδήρου κατά την πολύχρονη δουλεία, της έλλειπαν όμως οι φωτισμένοι καθοδηγητές.

Η Διοικούσα Εκκλησία συμβιβάστηκε εν πολλοίς με τη διαμορφωθείσα κατάσταση και αποδέχθηκε τον άχαρο ρόλο του ακολούθου της Πολιτείας. Αυτή εκδήλωνε στάση εχθρική προς την Εκκλησία, αλλά η διανόηση περνούσε στον λαό την άποψη ότι η Εκκλησία είναι κύριος μοχλός στήριξης της εξουσίας αδυνατώντας ή μη θέλοντας να κάνει διάκριση μεταξύ θεσμού (Εκκλησίας) και προσώπων (Διοικούσας Εκκλησίας). Είναι θλιβερό το πόσο λίγοι αντέδρασαν στο σχέδιο εκδυτικισμού της χώρας μας! Ο Παπουλάκος, ο αγράμματος μοναχός και πλανόδιος ιεροκήρυκας θεωρήθηκε εχθρός της βασιλικής εξουσίας, πλην όμως αυτή δεν τόλμησε να τον οδηγήσει σε δίκη. Τον παρέδωσε στην Ιεραρχία, η οποία χωρίς διατυπώσεις τον ένέκλεισε σε μονή της Άνδρου ως το τέλος του βίου του. Υπό ύποπτες συνθήκες πέθανε στη φυλακή του Ρίου και ο αγωνιστής κατά του εκφραγκισμού της χώρας Κοσμάς Φλαμιάτος.

Στα πλαίσια του αναδυομένου εθνικισμού στα Βαλκάνια οι εθνικές πλέον Εκκλησίες ανέλαβαν και τον άχαρο ρόλο να ευλογούν τα εθνικά όπλα, προκειμένου αυτά να στραφούν στη συνέχεια κατά ομοδόξων «εχθρών» με την υποκίνηση ισχυρών «προστατών», των οποίων τα άνομα συμφέροντα διακυβεύονταν στην περιοχή. Κατά τον 20ο αιώνα η Ιεραρχία ενεπλάκη στη δίνη του εθνικού διχασμού και αντί να αγωνιστεί για την επίτευξη ομονοίας χωρίστηκε σε βασιλικούς και βενιζελικούς. Λίγα ήταν τα ηρωικά παραδείγματα κατά τη διάρκεια της τριπλής κατοχής στη χώρα μας. Ουδεμία κίνηση επιχειρήθηκε από μέρους της Ιεραρχίας προς αποσόβηση του εμφυλίου πολέμου. Μάλιστα υπήρξε άκρως μεροληπτική με την καθαίρεση των δύο μητροπολιτών, οι οποίοι εγκατέλειψαν (λίαν κακώς) τις μητροπόλεις τους, για να εξέλθουν στο βουνό με τον ΕΛΑΣ, καθώς παρεβλέφθη ότι αρκετοί περισσότεροι εγκατέλειψαν τις μητροπόλεις τους αρνούμενοι (κάκιστα και προδοτικά) να δώσουν αγώνα υπέρ του πάσχοντος ποιμνίου τους. Η θλιβερή συμπαράσταση προς το καθεστώς της επτάχρονης δικτατορίας παγίωσε κατά την μεταπολίτευση την πολεμική κατά της Εκκλησίας (και όχι μόνο κατά της Ιεραρχίας) με βάση το μαρξιστικό ιδεολόγημα ότι «οι θρησκείες είναι το όπιο των λαών». Τώρα βέβαια οι ιδεολογίες έχουν καταρρεύσει, η θριαμβεύσασα όμως νέα τάξη με τον μανδύα της παγκοσμιοποίησης δεν έχει λόγους να θέλει στο πλάι της την μισητή της Εκκλησία, αφού εξέλιπε το αντίπαλο δέος του αθέου κομμουνισμού (η θρησκευτικότητα των νεοεποχιτών είναι ξέχυλη!), κατά του οποίου είχε συνάψει στο παρελθόν συμμαχία με τη δυτική χριστιανοσύνη, η οποία ενέχεται για τη σε βάθος παραχάραξη του ευαγγελικού μηνύματος.

Η ελλαδική Εκκλησία έχει να επιδείξει και λαμπρές μορφές. Πέρα από τους ήρωες και θυσιασθέντες κατά τους απελευθερωτικούς αγώνες τονίζουμε ως άκρως επίκαιρες τις λαμπρές φυσιογνωμίες των αρχιεπισκόπων Χρυσάνθου και Δαμασκηνού. Ο πρώτος αρνήθηκε να παραστεί στη δοξολογία επί τη εισόδω των γερμανικών στρατευμάτων στην Αθήνα και στη συνέχεια να ορκίσει την πρώτη κατοχική κυβέρνηση. Οι Γερμανοί τον απομάκρυναν από τον θρόνο του, πλην όμως ως το τέλος της κατοχής στο μικρό διαμέρισμά του διέθετε πομποδέκτη για επικοινωνία με το Κέντρο της Μέσης Ανατολής. Ο διάδοχός του Δαμασκηνός παρουσιάστηκε στον Γερμανό στρατιωτικό διοικητή της Αθήνας και του δήλωσε κατηγορηματικά ότι θα σημάνουν οι καμπάνες όλων των ναών, αν η Γερμανία επέμενε στην πολιτική επιστράτευση Ελλήνων. Επιστράτευση δεν έγινε!

Η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος είχε ήδη από τον Οκτώβριο του 2010 θαυμάσια εισήγηση μέλους της, του σεβ. μητροπολίτου Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλου, για τα αίτια της κρίσης. Μεταφέρω εδώ μικρό απόσπασμα: «Μια ματιά στον τρόπο, με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα στον τόπο μας, δημιουργεί τη βεβαιότητα, ότι εφαρμόστηκε ένα οργανωμένο σχέδιο με τη συμμετοχή πολιτικών δυνάμεων του τόπου μας, το οποίο μας οδήγησε στη σημερινή αιχμαλωσία της πατρίδος μας σε αλλότριες δυνάμεις, οι οποίες επιβάλλουν τον δικό τους τρόπο διακυβέρνησης και με τα εδώ όργανά τους, επιχειρούν να αλλοιώσουν την πολιτιστική ταυτότητα του τόπου μας». Η εισήγηση έγινε δεκτή από τη σύνοδο της Ιεραρχίας, έκτοτε όμως αυτή δεν έδωσε δείγματα αντίστασης, κατά το πρότυπο των Χρυσάνθου και Δαμασκηνού.

Ο αρχιεπίσκοπος όρκισε τον δοτό πρωθυπουργό μας, αν και μη ορθοδόξου δόγματος. Πόσες μάχες έδωσαν οι πρόγονοί μας στο παρελθόν, ώστε ο ανώτατος άρχων να είναι χριστιανός Ορθόδοξος! Σήμερα ουδόλως μας ενδιαφέρει, αν θα προκύψει ετερόδοξος ή άθεος. Στη συνέχεια έκανε κοινή εμφάνιση με τον πρωθυπουργό διαβεβαιώνοντας τους Αθηναίους ότι Εκκλησία και Πολιτεία, που προκάλεσε την κρίση, θα συνεργαστούν προς ανακούφιση των δοκιμαζομένων! Γιατί αυτή η συμπόρευση; Δεν όφειλε να καταγγείλει τον κ. Παπαδήμο ως κύριο μοχλό εφαρμογής του σχεδίου για την ένταξή μας στη ζώνη του ευρώ, που υπήρξε αρχή των οδυνών μας; Δεν όφειλε να προειδοποιήσει τους κρατούντες, αν είχε πεισθεί ότι τελούμε υπό κατοχή, ότι θα αναγκασθεί να δώσει εντολή να χτυπούν οι καμπάνες όλων των ναών της χώρας κάθε φορά που αγανακτησμένοι πολίτες συγκεντρώνονται έξω από τη Βουλή; Δεν όφειλε να το πράξει όταν τα «όργανα της τάξεως» εξαντλούσαν τα αποθέματα τους σε τοξικά αέρια κατά του ειρηνικά διαμαρτυρομένου λαού, ενώ οι κουκουλοφόροι ανενόχλητοι κατέστρεφαν το κέντρο της Αθήνας; Δεν όφειλε να μεταφέρει την οργή του λαού στους κρατούντες ή στον Θεό με παρακλήσεις; Ήταν φρόνιμο να δεχθεί τη σύμπραξη ιδιωτικού τηλεοπτικού σταθμού πλουτοκρατών, προκειμένου να συγκεντρωθούν είδη πρώτης ανάγκης για τους απόκληρους της πρωτεύουσας; Δεν γνώριζε ότι αυτός προέβαλε την άθλια σειρά εκπομπών αλλοίωσης της ιστορίας του 1821 και τη Μεγάλη Παρασκευή μυθοπλασία (βαπτισμένη ντοκουμαντέρ) βλάσφημη για τον Κύριό μας Ιησού Χριστό; Δεν θα ήταν ορθότερο αντί να εξωθηθούν οι Αθηναίοι να επαυξήσουν τις αγορές τους από πολυκαταστήματα, συμφερόντων κυρίως των κατακτητών μας, να προσφερθούν οι αύλειοι χώροι των ναών για την ανάπτυξη του «κινήματος της πατάτας»;

Ο αρχιεπίσκοπος ζήτησε λίγες ημέρες προ των εκλογών οι πολίτες να ψηφίσουν χωρίς θυμό! Δεν εισακούστηκε, επειδή η Ιεραρχία δεν έδειξε στο ελάχιστο τον «θυμό» της κατά των κρατούντων, που μας οδήγησαν στην κρίση. Μετά τις εκλογές ο οικουμενικός πατριάρχης ευχήθηκε να σχηματιστεί βιώσιμη κυβέρνηση. Αλλά τί τη θέλουμε τη βιώσιμη κυβέρνηση, αν αυτή δεν εγγυάται τη βιωσιμότητα του Γένους μας; Και το Γένος περνά βαθειά παρακμή. Η κρίση, τονίζεται στην εισήγηση του σεβ. Παύλου, είναι κρίση πνευματική. Μπορεί η Ιεραρχία να κάνει κάτι, ώστε να την αισθανθεί ο δοκιμαζόμενος λαός στο πλάι του; Καλά τα συσσίτια, αλλά όχι αρκετά. Η κατάθλιψη πέφτει βαρειά επάνω από τον απελπισμένο λαό. Οι αυτοκτονίες αυξάνουν με γοργό ρυθμό. Μάλιστα εκείνη στην πλατεία Συντάγματος ενός αθέου λειτούργησε ως προβολή ηρωικού προτύπου! Πώς αντέδρασε τα τριάντα έτη της καταναλωτικής μας παθογένειας η Ιεραρχία της Εκκλησίας;

Είναι ώρα να καλέσει τον λαό σε μετάνοια. Αυτός είναι ο πρωταρχικός της σκοπός. Αλλά του κηρύγματος πρέπει να προηγηθεί από καρδίας συγγνώμη, ώστε να κερδίσει εκ νέου την εμπιστοσύνη του λαού.

 

                                                            «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 14-5-2012 

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΡΙΣΗ

 

 Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Η οικονομική κρίση επιδεινώνεται διαρκώς. Δεν προέρχεται αυτή από συγκυρίες μη ελεγχόμενες από την ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά απεναντίας, όπως είναι πλέον πασιφανές, προκαλείται ακριβώς από την δραστηριότητα των απλήστων για κέρδη οικονομικά ισχυρών του πλανήτη. Συνεπώς η αποσόβηση της κρίσης δεν πρέπει να αναμένεται από τη μεταβολή των συγκυριών αλλά από τη μεταβολή των αισθημάτων των σκληροκαρδίων της οικονομικής ολιγαρχίας. Καθώς όμως αυτό δεν θεωρείται στο ελάχιστο πιθανόν, αναμένεται η κρίση να βαθαίνει με την πάροδο του χρόνου και να οδηγεί στην εξαθλίωση μεγαλύτερα στρώματα του λαού σε κάθε χώρα.

Στις κρίσιμες αυτές στιγμές για τη χώρα μας, η οποία επελέγη ως πρώτο «πειραματόζωο» για την εφαρμογή στον ευρωπαϊκό χώρο πολιτικής όχι μόνο οικονομικής εξαθλίωσης, αλλά και αφανισμού της ιδιοπροσωπείας του λαού της, η διοικούσα Εκκλησία καλείται να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να ορθοτομήσει τον λόγο της αληθείας προς πάσαν κατεύθυνσιν. Μέλος της ιεραρχίας από έτους και πλέον με εμπεριστατωμένη εισήγηση προς τη σύνοδο αυτής παρουσίασε όλες τις πλευρές της κρίσης, η οποία πρωτίστως είναι πνευματική με τη σημασία που δίνει στον όρο αυτό η ορθόδοξη θεολογία. Η εισήγηση αυτή προκάλεσε ανακούφιση στους πιστούς, αλλά και έντονες αντιδράσεις από τους πολιτικό και δημοσιογραφικό χώρο. Δυστυχώς τελικά καταχωρίστηκε σε κάποιο φάκελο και λησμονήθηκε.

Κύλισαν οι μήνες και τα προβλήματα από την εξάπλωση της ανέχειας οξύνθηκαν. Οι δανειστές μας, που στην ουσία διαχειρίζονται την εξουσία στη χώρα μας, απαιτούν ολοένα και μεγαλύτερες αφαιμάξεις των εισοδημάτων μας, τα κόμματα εξουσίας συνεχίζουν το παιχνίδι των εντυπώσεων και ο λαός στη μεγάλη του πλειονοψηφία παρακολουθεί αμήχανος, ανήμπορος να αντιδράσει, γεγονός που κάποιοι ερμηνεύουν, με κείμενα ανηρτημένα στο διαδίκτυο, ως αποτέλεσμα του δόγματος της καταπληξίας (shock doctrine).

Η διοικούσα Εκκλησία δραστηριοποιείται στη φάση αυτή προς την κατεύθυνση ανακούφισης της φτώχειας μέσω συσσιτίων ή διανομής βρωσίμων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης. Ασφαλώς και είναι χρέος των πιστών η συνδρομή προς τους πάσχοντες συνανθρώπους μας και η διοικούσα Εκκλησία είναι εκείνη που έχει τα μέσα και την οργάνωση (ενορίες, φιλόπτωχα ταμεία και οργανισμούς), ώστε να αναλάβει την παροχή φροντίδων κοινωνικής πρόνοιας τώρα που το κοινωνικό κράτος υποχωρεί κατά κράτος υπό τα πλήγματα των αναλγήτων της οικονομικής ολιγαρχίας.

Η οικονομική ολιγαρχία υπήρξε η θριαμβεύτρια κατά τη γαλλική επανάσταση, η οποία ανέτρεψε την εκφυλισμένη τάξη των ευγενών, με την οποία συμπορευόταν στη Δύση η τάξη του ανώτερου κλήρου. Η μεγαλοαστική τάξη, μετά τον κλυδωνισμό αποκατέστησε «διπλωματικές» σχέσεις με τη δυτική χριστιανοσύνη χωρίς να αποκρύπτει τις προθέσεις της έναντι της Εκκλησίας, καθώς δεν έπαψε να πρεσβεύει το δόγμα του υλισμού που ανέπτυξε ο δυτικός «διαφωτισμός». Η συμπόρευση της χριστιανοσύνης με τους ισχυρούς στη νέα τότε τάξη πραγμάτων οδήγησε σε νέα πολεμική κατά της Εκκλησίας, η οποία έλαβε ακραία μορφή στην κομμουνιστική ιδεολογία. Το θλιβερό είναι ότι τις συνέπειες υπέστη πρωτίστως ο ορθόδοξος ρωσικός λαός, ο προδομένος από τη δυτικόφρονα κυρίαρχη τάξη της χώρας του, πολιτική και διανόησης, και από την εκφυλισμένη σε μεγάλο βαθμό διοικούσα Εκκλησία του.

Στη χώρα μας μετά τη δολοφονία του κυβερνήτη Καποδίστρια η διοικούσα Εκκλησία υπετάγη χωρίς σοβαρή αντίσταση στο βαυαρικό καθεστώς και υποταγμένη παραμένει ως σήμερα σε καθεστώς της νόμω κρατούσης Πολιτείας. Η Πολιτεία με την πάροδο του χρόνου προχώρησε στον εκδυτικισμό του λαού μας με την απεμπόληση και περιφρόνηση της παράδοσής του, της ορθόδοξης παράδοσης, και την εισαγωγή δια ποικίλων νομοθετημάτων αρμοδιότητας των υπουργείων Εθνικής παιδείας άλλοτε και σήμερα ενός άνευ νοήματος μακροσκελούς υποκαταστάτου και Δικαιοσύνης. Στην κατάρρευση των πολιτιστικών και πνευματικών αξιών του λαού πρωτοστάτησαν με το αζημίωτο οι ιδιοκτήτες τηλεοπτικών σταθμών, οι διαπλεκόμενοι με την πολιτική εξουσία και συντελέσαντες από κοινού στην οικονομική καταβαράθρωση της χώρας.

Η εχθρική στάση του συστήματος έναντι της Εκκλησίας του Χριστού είναι πασιφανής, καθώς η εν πολλοίς υποταγμένη διοικούσα Εκκλησία δεν εκφέρει, πλην εξαιρέσεων, στιβαρό ευαγγελικό λόγο, τον λόγο που ανέδειξε σε αγίους της Εκκλησίας πλείστους όσους ιεράρχες και ιερείς σε καιρούς που οι κοσμικοί άρχοντες ολίσθαιναν σε αντιευαγγελικές θέσεις. Το σύστημα ενισχύεται στον κατά της Εκκλησίας διωγμό από τους πολεμίους του, οι οποίοι θεωρούν αυτήν ως κοσμικό οργανισμό άρρηκτα συνδεδεμένο διαχρονικά με τους ασκούντες την εξουσία. Συνεπώς αδυνατούν ή δεν θέλουν, για ιδεολογικούς λόγους, να κάνουν διάκριση μεταξύ Εκκλησίας ως θείου καθιδρύματος και διοικούσας Εκκλησίας, δηλαδή προσώπων με ατέλειες, αδυναμίες, πάθη. Ούτε όμως και οι πιστοί πρέπει να έχουμε την απαίτηση να κάνουν οι εχθρευόμενοι την Εκκλησία τη διάκριση αυτή.

Οι εκτοξευόμενες κατά καιρούς απειλές κατά της Εκκλησίας για δήμευση περιουσίας, για παύση πληρωμής των μισθών των κληρικών, για έλεγχο του αριθμού των χειροτονιών και άλλες, ασφαλώς κάποτε θα πραγματοποιηθούν. Γι’ αυτό η διοικούσα Εκκλησία οφείλει να λάβει από τώρα τα μέτρα της. Σε πρόσφατη εγκύκλιό της η Ιεραρχία ανακοίνωσε στον πιστό λαό ότι θα προβεί εν καιρώ στην αξιοποίηση της περιουσίας της. Άραγε γνωρίζει πόσο καιρό ακόμη έχει στη διάθεσή της, ποιόν δηλαδή χρόνο αναμονής έχουν θέσει οι επιβουλευόμενοι την Εκκλησία; Σήμερα οι προσερχόμενοι στη διοικούσα Εκκλησία για πάσης φύσεως βοήθεια ανέρχονται σε μερικές δεκάδες χιλιάδες. Τι θα πράξει αυτή όταν, με την προϊούσα φτώχεια, ανέλθουν αυτοί σε εκατοντάδες χιλιάδες ή εκατομμύρια, ενώ θα έχουν υποχωρήσει αριθμητικά κατά πολύ οι έχοντες τη δυνατότητα αλλά και τη διάθεση να προσφέρουν βοήθεια; Τότε που πέρα από την οικονομική κρίση θα πρέπει να διαχειριστεί και άλλων μορφών κρίσεις; Αναφέρουμε την αγανάκτηση και τη βίαια αντίδραση της προδομένης νέας γενιάς, την απογοήτευση και την απελπισία των ανέργων, των χαμηλού εισοδήματος πολιτών, που θα χάνουν την όποια μικροπεριουσία τους, την οποία οι κρατούντες θα αρπάζουν για να προσφέρουν στους δανειστές μας, προς τους οποίους με μαθηματική ακρίβεια οι υποχρεώσεις μας θα αυξάνουν συν τω χρόνω. Είναι πρέπον αυτή η κρίση, όταν ξεσπάσει σε μεγάλο βαθμό (το προοίμιό της βιώνουν οι κάτοικοι των λαϊκών συνοικιών της πρωτεύουσας), να βρει τη διοικούσα Εκκλησία στο πλευρό των κρατούντων; Γιατί αυτό θα συμβεί, αν συνεχίσει η Ιεραρχία τη σημερινή της τακτική. Ο αρχιεπίσκοπος συνεργάζεται με τον εκλεκτό της διεθνούς απληστίας δοτό πρωθυπουργό μας (εμφανίζονται μαζί), για να διαχειριστούν από κοινού την κρίση φτώχειας του αθηναϊκού λαού. Η αρχιεπισκοπή συμβάλλει στην αύξηση των πωλήσεων των πολυκαταστημάτων, ξένων συμφερόντων στην πλειονότητά τους, σε συνέργεια με τηλεοπτικό σταθμό, που επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό την ελληνική κοινή γνώμη.

Πριν η Πολιτεία κάνει το αποφασιστικό βήμα του χωρισμού της από την Εκκλησία, ας έχουν τη φρόνηση οι ιεράρχες να μεταδώσουν το μήνυμα, το κρυμμένο στην εισήγηση του μητροπολίτου, που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου. Ας διαχωρίσουν τη θέση τους από την Πολιτεία, που διαχέει το σύνθημα «όλοι μαζί τα φάγαμε». Ας καταγγείλουν την άνομη πλουτοκρατία, διεθνή και εγχώρια, μιμούμενοι κατά το πνεύμα τους κοινωνικούς Πατέρες της Εκκλησίας. Ας σπεύσουν να αξιοποιήσουν την εναπομείνασα, μετά την κατά καιρούς διάθεση τμημάτων αυτής στην Πολιτεία, περιουσία, η οποία μόνο υπέρ του λαού δεν αξιοποιήθηκε. Ας ανοίξουν τις θύρες του πνευματικού νοσοκομείου, ώστε να εισέλθουν οι πληγωμένοι από τα όνειρα της ευημερίας, στα οποία πολλοί πίστεψαν σαγηνευμένοι από τον δημαγωγικό λόγο των πολιτικών. Και ας μη διστάσουν να επισημάνουν στον λαό τα κρίματά του και να τον καλέσουν σε μετάνοια. Αν δεν συμβούν αυτά, τότε στην κορύφωση της κρίσης η Εκκλησία (και όχι μόνο τα πρόσωπα της διοικούσας Εκκλησίας) θα βρεθεί εκ νέου στο στόχαστρο. Ο Χριστός θα σταυρωθεί για μία ακόμη φορά.

                                                            «ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 9-1-2012

Η εκκλησία και η παγκοσμιοποίηση – ΙΙ

Η εκκλησία και η παγκοσμιοποίηση – Μέρος ΙΙ

 

Του Κωνσταντίνου Δεληκωσταντή*


 

Συνέχεια από το Μέρος Ι

Ορθοδοξία και παγκοσμιοποίηση

Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν μπορεί να αγνοήσει αυτά τα δεδομένα. Καλείται και αυτή να αναπτύξει τις δικές της πρωτοβουλίες απέναντι στην πρόκληση της παγκοσμιοποίησης, με τις οποίες έχει μοναδική ευκαιρία να εκφράσει δυναμικά την ανεκτίμητη πνευματική της κληρονομιά, να την υπενθυμίσει στη λοιπή χριστιανοσύνη, στις άλλες θρησκείες και στην παγκόσμια κοινωνία, και μέσα από όλα αυτά, να συνειδητοποιήσει, να κατανοήσει και να προβάλει βαθύτερα την οικουμενική της διάσταση.

Η Εκκλησία δεν μπορεί να αδιαφορεί για τον κόσμο, να αγνοεί τις απαιτήσεις των καιρών, τις επιρροές του πολιτισμού και των πολιτισμών, τα προβλήματα, τις αντιφάσεις αλλά και τις προοπτικές κάθε ιστορικής εποχής, στην οποία καλείται να ζήσει. Δεν επιτρέπεται η Εκκλησία να κλείνεται στον εαυτό της, απορρίπτοντας και δαιμονοποιώντας τον κόσμο, να δραπετεύει από την ιστορία και το πολιτισμικό γίγνεσθαι και να μετατρέπεται σε ένα λατρευτικό γκέτο. Η εσχατολογική φύση της Εκκλησίας δεν είναι δυνατόν να οδηγεί σε ένα αντικοινωνικό και αντιιστορικό εσχατολογισμό, η άλλη όψη του οποίου είναι συχνά η άνευ αντιστάσεως παράδοση της Εκκλησίας στην υπηρεσία της εκάστοτε κοσμικής εξουσίας.

Φυσικά η Εκκλησία δεν επιτρέπεται, στην εγκόσμια μαρτυρία και δράση της, να ταυτίζεται με τον κόσμο και να εκκοσμικεύεται. Η αποστολή της Εκκλησίας δεν είναι να αναλύει και να προγραμματίζει, να συνεδριάζει και να αποφασίζει, να οργανώνεται κατά τα πρότυπα των σύγχρονων οργανισμών, να προσαρμόζεται στο πνεύμα των καιρών, να "εκσυγχρονίζεται". Πώς να εκσυγχρονίσει κανείς τον σταυρό, την ευλογημένη άσκηση, το ευχαριστιακό ήθος, την αναστάσιμη ελπίδα;

Συνεπώς το μέλλον της Ορθοδοξίας δεν είναι ο ορθοδοξισμός, το στένεμα και η αντιοικουμενικότητα, η μονοφυσιτίζουσα άρνηση του κόσμου, η αδυσώπητη κριτική ή η δαιμονοποίηση του κόσμου. Δεν είναι όμως ούτε η νεστοριανίζουσα ταύτιση με τον κόσμο, με τον πολιτισμό και την ιστορία. "Ο ρόλος της Εκκλησίας" είναι, όπως γράφει ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς "να συνεχίζει μέσα στους αιώνες την χαλκηδόνεια δυναμική της πρόσληψης και της μεταμόρφωσης".

Η απάντηση της Εκκλησίας στον σύγχρονο κόσμο είναι η πιστότητα της Εκκλησίας στην ίδια την αλήθειά της, η συνεπής ανάπτυξη και ανάδειξη του ευχαριστιακού και εσχατολογικού χαρακτήρα της. Ο κόσμος ελευθερώνεται, αν η Εκκλησία παραμένει πιστή στην αποστολή της, συνεχίζοντας το έργο του Χριστού, προσλαμβάνοντας, μεταμορφώνοντας, καινοποιώντας τον κόσμο, απελευθερώνοντας τη ζωή και την ιστορία από την ειδωλολατρική αυτοερμηνεία και αυτονοηματοδότησή της, μεταμορφώνοντας ολόκληρη τη δημιουργία σε μια "κοσμική λειτουργία". "λευθέρα μέν κτίσις γνωρίζεται, υοί δέ φωτός ο πρίν σκοτισμένοι" (Ειρμός του κανόνος των Θεοφανείων, Η΄ ωδή).

Όλα αυτά ισχύουν και για τη στάση της Ορθόδοξης Εκκλησίας απέναντι στην παγκοσμιοποίηση. Ως ευχαριστιακή και εσχατολογική κοινότητα η Εκκλησία καλείται να διακονήσει σήμερα τον άνθρωπο, καλείται να μεταδώσει στον "παντοπόρο άπορο" (Σοφοκλής) σύγχρονο άνθρωπο το ευαγγέλιο της θεοπόρου χριστιανικής ύπαρξης, να αρθρώσει τη δική της πρόταση ζωής και ελευθερίας, τη δική της ιεράρχηση αξιών, στην κορυφή της οποίας βρίσκεται η ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου. Ο "πολιτισμός του προσώπου" είναι η πρόταση πολιτισμού της Ορθοδοξίας. Είναι ο πολιτισμός που εκφράστηκε ανυπέρβλητα στο φωτεινό μεγαλείο της Αγιά-Σοφιάς, που βιώνεται καθημερινά μέσα στην ολόφωτη εκκλησιαστική λατρεία. Είναι το φως της Λαμπρής, το αναμμένο καντήλι και η εικόνα που προσκυνείται στο εικονοστάσι του σπιτιού, είναι οι γιορτές που ομορφαίνουν τον χρόνο της ζωής μας, είναι η εν Χριστώ ζωή ως ευχαριστία, κοινωνία και σχέση. Είναι η βαθιά απορία της ευλογημένης εκείνης μητέρας στην πατρίδα μου την Ίμβρο, η οποία όταν το καθένα από τα πέντε παιδιά της ζητούσε να έχει δικό του πιάτο στο τραπέζι, αναφώνησε: "Θα μας χαλάσει ο Θεός. Διχογνώμησαν οι άνθρωποι και τώρα θέτει ο καθένας το δικό του πιάτο". Πολιτισμός του προσώπου είναι το "φυλάττειν τον τόπον και τον τρόπον", το ασκητικό όχι στο ακόρεστο κυνηγητό της ευτυχίας, στο σύγχρονο πανδαιμόνιο του ευδαιμονισμού και των συνεχώς διογκούμενων αναγκών. "Οι άνθρωποι του τόπου σου, είπε ο μικρός πρίγκηπας, καλλιεργούν πέντε χιλιάδες τριαντάφυλλα μέσα στον ίδιο κήπο και δεν βρίσκουν αυτού μέσα, εκείνο που γυρεύουνε… Κι όμως εκείνο που γυρεύουν μπορούσε να βρεθεί σ’ ένα μόνο τριαντάφυλλο ή μέσα σε λίγο νερό… Αλλά τα μάτια είναι τυφλά. Πρέπει να γυρεύεις με την καρδιά σου".

Ο "πολιτισμός του προσώπου" είναι η ελευθερία ως αγάπη και η αγάπη ως ελευθερία. Η ελευθερία του προσώπου, που είναι η ίδια η δυναμική της εν Χριστώ ζωής, εκφράζεται ως το "συν της αγάπης", ως αληθεύειν εν αγάπη, ως μετέχειν και κοινωνείν, ως τρόπος του βίου "ενωδύνως αγαπητικός". Δεν υπάρχει ελευθερία στο Έχειν και στην κτητική στάση. Ο ορθόδοξος άνθρωπος – κοινωνός αντιστέκεται τόσο στον ατομοκεντρικό ευδαιμονισμό και στον αυτάρεσκο δικαιωματισμό της αυτονομίας, που ανοίγουν αβύσσους μεταξύ των ανθρώπων, όσο και στην καταρράκωση του ανθρώπινου προσώπου μέσα στις σύγχρονες απρόσωπες, γιγαντιαίες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές δομές, μέσα στον λαβύρινθο του διαδικτύου και την ηλεκτρονική οργάνωση της «κοινωνίας της πληροφορίας».

Αυτόν τον "πολιτισμό του προσώπου" καλείται η Εκκλησία μας να προβάλλει αυθεντικά στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, αυτού του εκρηκτικού μίγματος δυτικού ατομοκεντρισμού, οικονομικού φονταμενταλισμού, τεχνοκρατίας, αποθέωσης της αποτελεσματικότητας, της χρηστικότητας και της πληροφορίας, του ακόρεστου ευδαιμονισμού και της καταναλωτικής υστερίας των ατόμων και των μαζών. Είναι προφανές ότι το μόρφωμα αυτό δημιουργεί μια δυναμική απανθρωπισμού του ανθρώπου, απώλειας ανεκτίμητων παραδόσεων του χριστιανικού προσωποκεντρισμού, απαξίωσης των πνευματικών αξιών και του πολιτισμού της αλληλεγγύης, απώλειας της ευχαριστιακής σχέσης με την κτίση και καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος κ.ά. "Ο λόγος του Ευαγγελίου "Οκ π΄ ρτ μόν ζήσεται νθρωπος" (Ματθ. 4,4), έλεγε ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στο Παγκόσμιο Οικονομικό φόρουμ του Davos στις 2-2-1999, "πρέπει να κατανοηθεί ευρύτερα. Δεν είναι δυνατόν να ζήσουμε αποκλειστικά μόνον από την οικονομική ανάπτυξη, αλλά οφείλουμε να ζητούμε το "ρμα τό κπορευόμενον κ σώματος θεο" (Ματθ. 4,4), τουτέστιν τις αξίες και τις αρχές που υπερβαίνουν τα οικονομικά ζητήματα.

Άπαξ και το αποδεχθούμε αυτό, η οικονομία γίνεται διάκονος της ανθρωπότητας, όχι κύριός της. Ούτως ή άλλως είναι ουτοπικό να πιστεύουμε ότι η προτεραιότητα της οικονομίας της αγοράς ή η μετατροπή της παγκόσμιας κοινωνίας σε ενιαία γιγαντιαία αγορά θα οδηγήσει σε έναν ειρηνικό κόσμο. Οι σύγχρονες πολιτισμικές συγκρούσεις και οι αγώνες για τη διάσωση των πολιτιστικών ταυτοτήτων, άλλα αποκαλύπτουν.

Η Εκκλησία, ως "ο κατ΄ εξοχήν χώρος του προσώπου", οφείλει να διαποτίζει τον σύγχρονο πολιτισμό με το πνεύμα της «αλήθειας ως κοινωνίας», να ενσαρκώνει τη φωτεινή χριστιανική οικουμενικότητα, που είναι ένας πολιτισμός κοινωνίας και ετερότητας. "Η Ορθοδοξία", όπως τονίζει ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας, "με άξονα την έννοια του προσώπου μπορεί να δείξει προς μια παγκοσμιότητα που θα σέβεται τη διαφορά και την ετερότητα, που δεν φοβάται τον άλλο, όσο διαφορετικός και αν είναι αυτός, ακόμα και στη θρησκεία του, αλλά θα τον αγκαλιάζει ως αδελφό". Μόνον άνθρωποι που έχουν ταυτότητα, είναι σε θέση να σεβαστούν τη διαφορετικότητα, την ταυτότητα του άλλου. Γι’ αυτό και η διατήρηση της ιδιαίτερης ταυτότητας των ανθρώπων είναι προϋπόθεση της επικοινωνίας και της παγκοσμιότητας. Όπως τονίζει ο καθηγητής Γεώργιος Μαντζαρίδης "η παγκόσμια κοινωνία δεν οικοδομείται με την ομογενοποίηση των ανθρώπων, αλλά με την ανύψωσή τους ως προσώπων".

Επίλογος

Το καίριο ερώτημα για μας τους Ορθόδοξους σήμερα είναι: Τι σημαίνει να είσαι Ορθόδοξος χριστιανός κάτω από τις συνθήκες και τα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης, να είσαι έμπρακτα Ορθόδοξος, όχι ιδεολογικά, χωρίς αντίκρισμα στον τρόπο του βίου σου; Πραγματικά, όπως λέγει και ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς αυτό το οποίο ζούμε εμείς οι χριστιανοί ως Εκκλησία, ως ευχαριστιακή και εσχατολογική "κοινωνία των σχέσεων", δεν μπορεί να διαχωριστεί από τη ζωή μας μέσα στον κόσμο σε όλες τις διαστάσεις της, δεν μπορεί αυτοί που έχουν κοινωνήσει τη Ζωή μέσα στην Ευχαριστία να μην ζουν ευχαριστιακά, να μην βιώνουν τη δράση τους στον κόσμο ως "λειτουργία μετά τη λειτουργία", φυσικά όχι χωρίς την ένταση της διαλεκτικής του «ήδη» και «όχι ακόμη» της Βασιλείας του Θεού.

Ο Ορθόδοξος πιστός, ως εκκλησιαστική ύπαρξη που αντλεί την πληρότητα της ταυτότητά της από τα Έσχατα, δεν μπορεί να παραμένει κλεισμένος στην αυτάρκεια μιας ατομικής πίστης και βεβαιότητας, να είναι εσωστρεφής, αδιάφορος και υποτονικός, αλλά είναι φλεγόμενος άνθρωπος, δημιουργικός και αγαπητικός, ανοικτός, άνθρωπος με νεανική πνοή, όλος φως. "μες στε τό φς το κόσμου. Ο δύναται πόλις κρυβναι πάνω ρους κειμένη. Οδέ πτουσι λύχνον και τιθέασιν ατόν πό τόν μόδιον, λλ΄ πί τήν λυχνίαν καί λάμπει πσι τος ν τ οκί" (Ματθ. 5, 14-15). Μόνον ό,τι είναι φως είναι Ορθοδοξία.

Σημειώσεις

Α. Γκίντενς, Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών. Πώς επιδρά η παγκοσμιοποίηση στη ζωή μας, μτφρ. Κ.Δ. Γεώργα, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2001, σ. 36.

Ό. π.

Ό. π. 39.

Ό. π. 44.

Ό. π. 55.

Ό. π.

Βλ. H. Küng, Weltethos für Weltpolitik und Weltwirtschaft, Piper, München/Zürich 1997, σ 219.

Βλ. N. Postman, Τεχνοπώλιο. Η υποταγή του πολιτισμού στην τεχνολογία, μτφρ. Κ. Μεταξά, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1999.

Ι. Ζηζιούλας, «Πολιτιστικές ταυτότητες και παγκοσμιοποίηση», στο έργο: Πολιτιστικές ταυτότητες και παγκοσμιοποίηση, έκδ. Εταιρείας Παιδείας και Πολιτισμού «Εντελέχεια» – Εκπαιδευτήρια Γείτονα και Κωστέα Γείτονα, Αθήνα 2003, σ. 25-33, εδώ σ. 32-33.

Ό.π. 28.

Μ. Μπέγζος, «Ορθόδοξη αγωγή και παγκοσμιοποίηση», στο έργο: Τα Θρησκευτικά ως μάθημα ταυτότητας και πολιτισμού (Βόλος, 15-17 Μαϊου 2004). Εισηγήσεις Σεμιναρίου, Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα 2005, σ.145-148, εδώ σ. 146.

Α. Γιαννουλάτος, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία.  Μελετήματα Ορθοδόξου προβληματισμού, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2000, σ. 267.

Γ. Ι. Μαντζαρίδης, Παγκοσμιοποίηση και παγκοσμιότητα. Χίμαιρα και αλήθεια, εκδ. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 25.

Βλ. Ι. Γεωργακόπουλου (Μητροπολίτου Δημητριάδος), «Ισλάμ και φονταμενταλισμός. Ορθοδοξία και παγκοσμιοποίηση», στο έργο:Ισλάμ και φονταμενταλισμός. Ορθοδοξία και παγκοσμιοποίηση, Ιερά Μητρόπολις Δημητριάδος. Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών, εκδ. Ίνδικτος, Αθήνα 2004, σ. 31-41, εδώ σ. 37.

G. Steiner/Α. Spire, Η βαρβαρότητα της άγνοιας, μτφρ. Σ. Βελέντζα, εκδ. Scripta, Αθήνα 2001, σ. 65.

Α. Γκίντενς, Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών, σ. 47.
Σ. Χάντινγκτον, «Συνέντευξη στον Θανάση Λάλα», Βημαgazino, 7-7-2002, σ. 25-31, εδώ σ. 30.

Α. Γιαννουλάτος, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, σ. 267.

Βλ. Κ. Δεληκωσταντή, Τα δικαιώματα του ανθρώπου. Δυτικό ιδεολόγημα ή οικουμενικό ήθος; , εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1995.

Α. Γιαννουλάτος, Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία, σ. 252.
Ό. π. σ. 252-253.

Βλ. Ν. Μουζέλη, «Κοσμοπολιτισμός: Η παγκοσμιοποίηση των αξιών και οι εχθροί τους – Η πρόκληση της Ορθοδοξίας», στο έργο: Ισλάμ και φονταμενταλισμός. Ορθοδοξία και παγκοσμιοποίηση, σ. 107-116.

Χρ. Γιανναράς, «Το εμπερίστατο της Ορθοδοξίας και η αποστολή της στο άμεσο μέλλον», στο έργο: Το εμπερίστατο της Ορθοδοξίας και η αποστολή της στο άμεσο μέλλον, Παγκρήτιο θεολογικό συνέδριο (21-23 Οκτωβρίου 1993), Σύνδεσμος Κρητών Θεολόγων, έκδ. Πατριαρχικού Πνευματικού Κέντρου «Άγιος Ραφαήλ», Σπήλι Ρεθύμνης, χ. χ., σ. 186-200, εδώ 196.

A. de Saint – Exupéry,  Εξυπερή, Ο Μικρός Πρίγκηπας, μτφρ. Στρ. Τσίρκα, εκδ. Ηριδανός, σ. 82.

Βλ. Κ. Δεληκωσταντή, Το ήθος της ελευθερίας. Φιλοσοφικές απορίες και θεολογικές αποκρίσεις, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1997.

Μ. Καρδαμάκης, Ορθόδοξη πνευματικότητα. Η αυθεντικότητα του ανθρωπίνου ήθους, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1993, σ. 93.

Ι. Ζηζιούλας, «Το δίκαιον του προσώπου», Πρακτικά Ακαδημίας Αθηνών, τ. 72 (1997), τεύχ. Β΄, Αθήνα 1997, σ. 585-602, εδώ σ. 600.

Ι. Ζηζιούλας, «Πολιτιστικές ταυτότητες και παγκοσμιοποίηση», σ. 31.

Γ. Ι. Μαντζαρίδης, Παγκοσμιοποίηση και παγκοσμιότητα, σ. 28.

Χρ. Γιανναράς, «Το εμπερίστατο της Ορθοδοξίας και η αποστολή της στο άμεσο μέλλον», σ. 188.

 

* Ο Κωνσταντίνος Δεληκωνσταντής είναι καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

ΠΗΓΗ: http://www.ec-patr.org/youth/delikonstandis.htm, (12 ουνίου 2007). Το είδα: Κυριακή, 27 Νοέμβριος 2011,  http://www.antifono.gr/portal/….B7.html

Η εκκλησία και η παγκοσμιοποίηση – Ι

Η εκκλησία και η παγκοσμιοποίηση – Μέρος Ι

 

Του Κωνσταντίνου Δεληκωσταντή*


 

Εισαγωγικά

Η έννοια παγκοσμιοποίηση (globalization, mondialisation) χρησιμοποιείται σήμερα ευρύτατα για να περιγράψει μια παγκόσμια, αρχικά περισσότερο ή κυρίως οικονομική διαδικασία σε πλήρη εξέλιξη, η οποία μετεξελίχθηκε ταχύτατα σε ένα πλανητικό δυναμικό πολυδιάστατο φαινόμενο, σε "ένα πολύπλοκο σύνολο διεργασιών" οικονομικών, πολιτισμικών, κοινωνικών, πολιτικών, τεχνολογικών, θρησκευτικών κ.ά.

Η παγκοσμιοποίηση αγγίζει όλες τις διαστάσεις και τις πτυχές της ζωής μας, από την προσωπική ζωή και την καθημερινότητά μας μέχρι τις παγκόσμιες εξελίξεις. Έτσι "αναμορφώνει βαθύτατα τον τρόπο με τον οποίο ζούμε". Ο Giddens είναι σαφέστατος: "Ζούμε σ’ έναν κόσμο καθημερινών μετασχηματισμών που επηρεάζουν όλες σχεδόν τις πτυχές της δράσης μας. Είτε για καλό είτε για κακό, έχουμε ριχτεί μέσα σε μια παγκόσμια τάξη που κανένας δεν κατανοεί πλήρως, η οποία όμως μάς επηρεάζει όλους".

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η παγκοσμιοποίηση έχει καταστεί η βασική έννοια διαμέσου της οποίας κατανοούμε τον σύγχρονο κόσμο και τις προοπτικές του και περιγράφουμε την ανάπτυξη της παγκόσμιας κοινωνίας στην καμπή της χιλιετίας. Ο Giddens, πάντως, ο οποίος χαρακτηρίζει την παγκοσμιοποίηση ως ένα "από πολλές απόψεις καινούριο" και "επαναστατικό" φαινόμενο, πιστεύει ότι δεν πρόκειται για κάτι "παροδικό" και "τυχαίο". "Είναι μια μεταλλαγή των συνθηκών της ζωής μας. Είναι ο τρόπος που βιώνουμε το σήμερα".

Κατευθυνόμενη παγκοσμιοποίηση;

Υπάρχουν σοβαρές φωνές, οι οποίες χαρακτηρίζουν την παγκοσμιοποίηση ως μια κατευθυνόμενη από τους ισχυρούς της γης εξέλιξη, ως μέσον για παγκόσμια κυριαρχία μιας ανώνυμης ολιγαρχίας, ως επινόηση και κατασκεύασμα ισχυρών παραγόντων της Δύσης για οικονομική και πολιτιστική επιβολή, ως μια νέα μορφή αποικιοκρατίας.

Ο καθηγητής HansKüng δεν πιστεύει ότι η παγκοσμιοποίηση είναι συνωμοσία των ισχυρών της γης κατά των αδυνάτων, αλλά αποτέλεσμα των σύγχρονων οικονομικών και τεχνολογικών εξελίξεων, της σύγχρονης ηλεκτρονικής και "οπτικής" επανάστασης, της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού και της θεώρησης του πλανητικού καπιταλισμού ή της οικονομίας της αγοράς ως αναπόφευκτου μονόδρομου, τον οποίο αν δεν ακολουθήσει κανείς αυτοεξορίζεται στο περιθώριο των εξελίξεων. Κατά τη δική μου άποψη, καθοριστικός παράγοντας και όχημα της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης είναι η παγκόσμια επέκταση του "τεχνοπώλιου" (N. Postman), το οποίο τείνει να υποτάξει όλες τις διαστάσεις του πολιτισμού στην "υπέρτατη αρχή της τεχνολογίας".

Κατά τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη Ζηζιούλα η παγκοσμιοποίηση "πηγάζει από κοσμοθεωριακές και πολιτισμικές προϋποθέσεις, τις οποίες εξέθρεψεν ο δυτικός πολιτισμός, κυρίως κατά την εποχή της νεωτερικότητας, και οι οποίες δεν εξαφανίζονται αλλά επιβιώνουν με κάποια τροποποίηση στη λεγόμενη μετανεωτερική εποχή". Κεντρικό στοιχείο του δυτικού πολιτισμού ήταν και παραμένει η ατομοκρατία και οι αναπόφευκτες προεκτάσεις της στην κουλτούρα που αποτελούν κυρίαρχη διάσταση και της παγκοσμιοποίησης, η οποία "προσφέρει ενότητα ατόμων, όχι προσώπων". Είναι βέβαιο ότι η παγκοσμιοποίηση χρησιμοποιείται και ως ιδεολογία από όσους έχουν δύναμη και συμφέρον να κατευθύνουν τις εξελίξεις προς το δικό τους όφελος. Πάντως, η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης δεν φαίνεται να επηρεάζεται πια μόνον από δυτικά κέντρα εξουσίας. Έχει και αυτή πολλά κέντρα και πολλά πρόσωπα, όπως και ο πολυκεντρικός και πολυπρόσωπος κόσμος μας.

Αμφίσημη παγκοσμιοποίηση

Είναι λανθασμένο να χαρακτηρίζουμε την παγκοσμιοποίηση με κριτήριο το «άσπρο – μαύρο». Η παγκοσμιοποίηση αποτελεί μια πολύπλοκη και αμφίσημη διαδικασία. Δεν είναι ούτε μόνον ευλογία ούτε μόνο κατάρα, ούτε μόνον πρόοδος, ούτε μόνον απειλή. Ο καθηγητής Μάριος Μπέγζος γράφει: "Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι πανάκεια ούτε πανωλεθρία…. Πρόκειται απλώς για ένα φαινόμενο της ζωής μας σήμερα και σαν τέτοιο ανήκει στην πραγματικότητα που είναι αμφίσημη". Γι’ αυτό η αποδοχή ή απόρριψη της παγκοσμιοποίησης στο σύνολό της δεν οδηγεί πουθενά.

Όπως σημειώνει ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος η παγκοσμιοποίηση ανοίγει για τη σύγχρονη ανθρωπότητα "υπέροχες δυνατότητες και απροσδόκητες προοπτικές", πραγματικά αδιανόητες για τις περασμένες γενιές. Τέτοιες είναι η διευκόλυνση της επικοινωνίας και προσέγγισης των ανθρώπων, η ταχύτατη διακίνηση αγαθών και πληροφοριών, η υπέρβαση ποικίλων εθνικισμών, φονταμενταλισμών και άλλων διακρίσεων, η ανάπτυξη πανανθρώπινης αλληλεγγύης και κοινών προσπαθειών για την αντιμετώπιση παγκόσμιων προβλημάτων κ.ά. Έτσι φαίνεται ότι ικανοποιείται μια βαθύτερη επιθυμία των ανθρώπων για ενότητα. Κατά τον καθηγητή Γεώργιο Μαντζαρίδη, η παγκοσμιοποίηση σε αυτές τις διαστάσεις της "δεν είναι μόνο αποδεκτή αλλά και απαραίτητη".

Η παγκοσμιοποίηση προκαλεί όμως και αλυσιδωτές αναταραχές, ισχυρούς κλυδωνισμούς και απρόβλεπτες ανακατατάξεις. Σε αυτή τη φάση χωρίς αντίπαλον δέος, επιβάλλει τους άτεγκτους νόμους της αγοράς, οδηγεί σε συρρίκνωση των κοινωνικών κατακτήσεων, συμβάλλει στην περαιτέρω καταστροφή του περιβάλλοντος, δημιουργεί ανεργία και περιθωριοποίηση, διευρύνει τις ανισότητες και το χάσμα μεταξύ πλουσίων και πτωχών, διογκώνει τη μετακίνηση πληθυσμών, καθοσιώνει ένα πρότυπο ανθρώπου ακόρεστου καταναλωτή, αποδυναμώνει παραδόσεις και αξίες οι οποίες προσέφεραν προσανατολισμό και νόημα ζωής κ. ά.

Παρόλο που, όπως ειπώθηκε, η παγκοσμιοποίηση δεν είναι ένα αποκλειστικά οικονομικό φαινόμενο και δεν είναι δυνατόν να προσεγγισθεί μόνον με οικονομικούς όρους, η οικονομική διάσταση φαίνεται ότι κυριαρχεί. Γίνεται λόγος για έναν πλανητικό καπιταλισμό, ο οποίος επιβάλλει τις αρχές της οικονομίας της αγοράς σε όλη την υφήλιο, για ένα "φονταμενταλισμό" ή παντοκρατορία της αγοράς. Ο άνθρωπος μοιάζει να συρρικνώνεται σε "οικονομικό ζώο", η παγκόσμια κοινωνία να μετατρέπεται σε μια γιγαντιαία αγορά. Οι πλανητικοί δίαυλοι που δημιούργησε η παγκοσμιοποίηση εξυπηρετούν πρωτίστως οικονομικούς στόχους και όχι την ανοιχτοσύνη μιας παγκόσμιας κοινωνίας.

Δεν είναι τυχαίο ότι γίνεται λόγος για "ανάλγητη" και "εφιαλτική" παγκοσμιοποίηση (Χρ. Γιανναράς), για "πολιτισμό χωρίς Θεό", για "επικράτεια της λατρείας του Εγώ και της ατομοκρατίας", ότι η παγκοσμιοποίηση χαρακτηρίζεται ως "νέα μορφή ειδωλολατρίας" που θεοποιεί το χρήμα και το κέρδος και παραθεωρεί το ανθρώπινο πρόσωπο ως υπέρτατη αξία. "Ποτέ το χρήμα δεν βοούσε όπως σήμερα απ΄ τη μια ως την άλλη άκρη του πλανήτη" γράφει ο George Steiner.

Η απόλυτη προτεραιότητα της οικονομίας, η παράδοση των πάντων στο χρήμα, ο αδυσώπητος και εξοντωτικός ανταγωνισμός, αποτελούν μια παγερή πραγματικότητα, η οποία δυναμιτίζει την ανοιχτοσύνη των σύγχρονων κοινωνιών και τις κοινωνικές κατακτήσεις, εγκαθιδρύοντας το δίκαιον του ισχυρότερου ως κανόνα με χαρακτήρα δήθεν φυσικού δικαίου και προβάλλοντας τη στυγνή οικονομική παγκοσμιοποίηση ως μονόδρομο όχι απλά προς την ευημερία και την οικονομική και κοινωνική πρόοδο, αλλά ακόμη και για την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας. Η εντύπωση αυτή δεν απαλύνεται έστω και αν ισχυριστεί κανείς ότι όλα αυτά αφορούν ορισμένες, ίσως σε αυτή τη φάση τις κυρίαρχες πτυχές της παγκοσμιοποίησης, και όχι το φαινόμενο στο σύνολό του.

Παγκοσμιοποίηση και πολιτισμικές ταυτότητες

Μία από τις πιο διαδεδομένες μομφές κατά της παγκοσμιοποίησης είναι ότι οδηγεί στην ισοπέδωση των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων, ότι απειλεί τις ιδιαίτερες ταυτότητες, ότι τελικά στοχεύει στην επιβολή ενός ενιαίου – δυτικής προέλευσης – πολιτισμού σε ολόκληρη την ανθρωπότητα.

Είναι βέβαιο ότι η παγκοσμιοποίηση επηρεάζει τις τοπικές κουλτούρες και την ιδιοπροσωπία των πολιτισμών, εισάγοντας δυτικά πρότυπα σε όλο το φάσμα των ανθρώπινων σχέσεων, του τρόπου ζωής και της πολιτιστικής έκφρασης. Δύσκολα όμως μπορεί κανείς να ισχυρισθεί ότι η παγκοσμιοποίηση οδηγεί νομοτελειακά στην αλλοίωση ή εξαφάνιση των ιδιαίτερων πολιτισμών, στην ομογενοποίηση ή συγχώνευσή τους μέσα σε ένα πλανητικό πολιτισμικό μόρφωμα. Υπάρχουν μάλιστα και φωνές οι οποίες υποστηρίζουν ότι η παγκοσμιοποίηση όχι μόνον δεν απειλεί την πολιτισμική ποικιλομορφία, αλλά ότι ευνοεί την ανάπτυξη της ιδιαίτερης ταυτότητας των λαών και πολιτισμών.

Διαβάζουμε στον Giddens: "Η παγκοσμιοποίηση είναι η αιτία της αναβίωσης των τοπικών πολιτιστικών ταυτοτήτων σε πολλά μέρη του κόσμου". Ο Samuel Huntington, ο θεωρητικός της "σύγκρουσης των πολιτισμών", όταν ρωτήθηκε από τον Θανάση Λάλα, αν ο τρόπος με τον οποίο αναλύει την παγκόσμια κατάσταση είναι "λίγο κόντρα στην ιδέα της παγκοσμιοποίησης", δήλωσε τα εξής: "Λάθος! Ίσα ίσα αυτό που περιγράφω νομίζω ότι είναι προϊόν της παγκοσμιοποίησης. Όσο περισσότερο παγκοσμιοποιούνται η οικονομία και η επικοινωνία, τόσο συνειδητοποιούν οι άνθρωποι τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες που συνιστούν την ταυτότητά τους". Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο ότι ο κόσμος μας χαρακτηρίζεται σήμερα από τάσεις για παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, της τεχνολογίας και της επικοινωνίας κλπ. και αφετέρου από τάσεις για πολιτισμική διαφοροποίηση, για καλλιέργεια και τονισμό της ιδιαιτερότητας, η οποία μπορεί, βέβαια, να οδηγήσει σε αυτοεγκλεισμό στον "δικό μας" πολιτισμό, σε φετιχοποίηση της διαφοράς και σε ποικίλες αποκλειστικότητες. Δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η εποχή της παγκοσμιοποίησης είναι και εποχή πολιτισμικών συγκρούσεων και φονταμενταλισμού της ιδιαιτερότητας.

Παγκοσμιοποίηση και θρησκείες

Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος γράφει: "Η παγκοσμιοποίηση είναι πλέον μια διαδικασία σε εξέλιξη και καμιά δύναμη δεν φαίνεται ότι μπορεί να την αναστείλει". Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι είναι αδύνατον να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο εκτυλίσσεται η παγκοσμιοποίηση. Είναι γεγονός ότι υπάρχουν σήμερα κινήματα και πρωτοβουλίες για μια «παγκοσμιοποίηση με ανθρώπινο πρόσωπο», για μια "εναλλακτική παγκοσμιοποίηση" στη βάση του "πολιτισμού της ανθρωπότητας", όπως αυτός εκφράζεται με τα οικουμενικά δικαιώματα του ανθρώπου και τον αγώνα για διάσωση και σεβασμό της ιδιοπροσωπίας των λαών, διαδικασία στην οποία μπορούν να συμβάλουν και οι θρησκείες. Το αν η παγκοσμιοποίηση θα λειτουργήσει θετικά κατά των ποικίλων εθνικισμών και σωβινισμών, το αν αυτή θα υπηρετήσει την πλανηταρχία των ισχυρών και την αγορακρατία, εξαρτάται φυσικά και από την αντίδραση των θρησκειών και τη συμβολή τους στην οικοδόμηση ενός πολιτισμού αλληλοσεβασμού και αλληλεγγύης.

Η πρώτη προϋπόθεση για μια θετική συμβολή των θρησκειών σε μια «παγκοσμιοποίηση με ανθρώπινο πρόσωπο», είναι να καταπολεμήσουν οι θρησκείες στο εσωτερικό τους τον φονταμενταλισμό και τη «βία στο όνομα του Θεού». Όπως υπογραμμίζει ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας όλες οι θρησκείες "με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τόνισαν την ανάγκη συμπαθείας, επιεικείας, φιλανθρωπίας, λιτότητας, δικαιοσύνης" και διατύπωσαν οράματα παγκοσμιότητας, έστω και στη βάση των δικών τους δογματικών και ηθικών αληθειών. Παράλληλα με τη συμβολή τους στην προσέγγιση των λαών, οι θρησκείες υπήρξαν όμως και παράγοντες διάσπασης και σύγκρουσης, ενισχύοντας αντί της ειρήνης και της συμφιλίωσης την επιθετικότητα και την αλαζονεία των λαών.

Σήμερα οι θρησκείες, μαζί με τη λειτουργία τους ως πνευματικό καταφύγιο και πηγή ταυτότητας για τους ανθρώπους απέναντι στα δεινά μιας ισοπεδωτικής παγκοσμιοποίησης, καλούνται να αναπτύξουν το ειρηνευτικό τους δυναμικό και τις κοινές ανθρωπιστικές τους αξίες και να συμβάλουν στον εξανθρωπισμό της παγκοσμιοποίησης. Ούτως ή άλλως θα γίνεται όλο και λιγότερο κατανοητό, πώς οι θρησκείες, αντί να είναι δυνάμεις καταλλαγής, αλληλεγγύης και ειρήνης, φανατίζουν, διχάζουν και παράγουν βία. Συμβολή σε μια εναλλακτική παγκοσμιότητα αποτελεί ο διάλογος των θρησκειών, ο οποίος συμβάλλει στην ανακάλυψη και προβολή των κοινών ανθρωπιστικών τους παραδόσεων και απελευθερώνει τις θρησκείες από τον απομονωτισμό και την εσωστρέφεια, που τρέφουν τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό και τον φανατισμό.

 

* Ο Κωνσταντίνος Δεληκωνσταντής είναι καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

 

ΠΗΓΗ: http://www.ec-patr.org/youth/delikonstandis.htm, (12 ουνίου 2007). Το είδα: Κυριακή, 27 Νοέμβριος 2011,  http://www.antifono.gr/portal/….B7.html

 

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Ο Αρχιεπίσκοπος της Κατοχής

Ο Αρχιεπίσκοπος της Κατοχής

 

Του Ιωάννη Ελ. Σιδηρά*

 

 

Με την κατάρρευση του μετώπου, επακολούθησε η ξενική κατοχή και η αντίσταση συνάμα του λαού μας. Τότε ακούστηκε και το άλλο όχι, το οποίο διεκήρυξε επισήμως ο Κομοτηναίος αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρύσανθος Φιλιππίδης (1938-1941), ο από Τραπεζούντος, ο οποίος ευθαρσώς αρνήθηκε να συμμετάσχει στην συμβολική παράδοση της πόλεως των Αθηνών και εδήλωσε με παρρησία ότι: «Ο αρχηγός της Εκκλησίας δεν παραδίδει την πρωτεύουσα της πατρίδας του εις ουδένα ξένον. Ο αρχηγός της Εκκλησίας ένα καθήκον έχει: να φροντίσει δια την απελευθέρωσιν αυτής».

Όταν επίσης εζητήθη από τον ίδιο να ορκίσει την πρώτη κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου, ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος και πάλι αρνήθηκε, λέγοντας ότι: «Ο αρχηγός της Εκκλησίας δεν δύναται να ορκίσει κυβέρνηση σχηματιζόμενη υπό την διοίκηση του εχθρού της πατρίδος».

Αλλά και στον Γερμανό στρατάρχη των κατοχικών δυνάμεων στην Ελλάδα Φον Στούμε, τον οποίο εδέχθη ως επισκέπτη στην Ιερά Αρχιεπισκοπή, «ορθός, ατάραχος και γαλήνιος με ψυχρό και ανέκφραστο ύφος», έδειξε την έντονη δυσφορία του για την υπό των ναζιστικών στρατευμάτων κατάληψη της Ελλάδος.

Όταν ο στρατάρχης του είπε: «Ο γερμανικός στρατός δεν έφθασε με εχθρικές διαθέσεις», ο αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος του απήντησε άφοβα και αυστηρά: «Κύριε στρατάρχα, πρωτίστως ο στρατός σας εισέβαλε σε έναν τόπον του οποίου ο λαός αγωνίσθηκε με πραγματική πίστη για την ελευθερία του… και εξακολουθεί πάντοτε να πιστεύει στα ιδανικά του. Η Ελλαδική Εκκλησία ευρέθη πάντοτε στο πλευρό του ελληνικού λαού στους αγώνες του… και να είσθε βέβαιοι ότι δεν θα λείψει να πράξει το καθήκον της και κατά την κρίσιμη αυτή περίσταση».

*****

Από δε τον Ιούλιο του 1941 νέος αρχιεπίσκοπος εξελέγη ο από Κορίνθου Δαμασκηνός Παπανδρέου (1941-1949). Ο Χρύσανθος έκτοτε ιδιώτευε, αλλά και εφησυχάζων ενίσχυε κάθε πατριωτική δράση. Ο γνωστός ως «ασύρματος του Δεσπότη» στην κατοχή εκρύπτετο και λειτουργούσε στην κατοικία του, επί της οδού Σουμελά στην Κυψέλη.

Ο αοίδιμος αρχιεπίσκοπος Αθηνών και μετέπειτα αντιβασιλεύς της Ελλάδος Δαμασκηνός Παπανδρέου (1891-1949) κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και σε διάφορες περιπτώσεις εκφώνησε λόγους και έδωσε τις πρέπουσες απαντήσεις στις προκλητικές και απειλητικές υποδείξεις των κατακτητών και των προδοτών συνεργατών τους. Αυτά τα ιστορικά ντοκουμέντα δημοσιεύουμε στο παρόν επετειακό άρθρο μας.

Η γερμανική κατοχή ανέδειξε το μέγεθος της ψυχικής δυνάμεως και της γενναιότητος του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού. Όταν δηλαδή οι Γερμανοί εζήτησαν να επιστρατευτούν Έλληνες πολίτες για να σταλούν στο ρωσικό μέτωπο, ο Δαμασκηνός αντέδρασε με όλη του τη δύναμη για να αποφύγει η χώρα την εθνική αυτή συμφορά. Είχε κατηγορήσει ευθέως και απροκάλυπτα τους Γερμανούς κατακτητές από τον άμβωνα πολλές φορές, με αποτέλεσμα ο κατοχικός πρωθυπουργός Γ. Τσολάκογλου να τον απειλήσει λέγοντάς του: «Μακαριώτατε, προσέχετε μήπως οι Γερμανοί σας τουφεκίσουν» και ο Δαμασκηνός με το γνώριμο ύφος του απήντησε: «Οι στρατηγοί τουφεκίζονται, οι αρχιερείς απαγχονίζονται και είμαι έτοιμος προς τούτο».
Όσες φορές πάλι η γερμανική διοίκηση ζητούσε κατάσταση με τα ονόματα των ομήρων, ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός έγραφε πρώτο το όνομά του στην κατάσταση. Έτσι οι Γερμανοί ματαίωναν την εκτέλεση των Ελλήνων αγωνιστών. Όταν κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής επεχείρησε ο εχθρός να τον πείσει και να τον εκφοβίσει λέγοντάς του, ότι υπάρχει και ο βίαιος θάνατος, ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός απαντούσε με την φράση του αγωνιστή Κανάρη «Δαμασκηνέ, είσαι έτοιμος να πεθάνεις». Άφωνοι έμεναν κάθε φορά οι Γερμανοί.

Ήταν οι αρχές του έτους 1942, όταν οι στερήσεις και η πείνα με σύμμαχο τον βαρύτατο χειμώνα αποδεκάτιζαν τον ελληνικό λαό και κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας (Αθήνα, Πειραιά, κ.α.). Και τότε ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός δεν παρέμεινε άπραγος ενώπιον του πόνου και του αφανισμού του ελληνικού λαού και έστειλε στον πατριάρχη Αλεξανδρείας Χριστόφορο το παρακάτω τηλεγράφημα: «Ελληνικός λαός αποθνήσκει εκ πείνης. Ελληνική φυλή εξολοθρεύεται. Ποιούμεθα έκκλησιν και ικετεύομεν εκ βαθέων ψυχής ευρεθή τρόπος σταλούν οπωσδήποτε τρόφιμα, πάση θυσία. Θέτομεν διάθεσιν υμών άπασαν περιουσίαν Εκκλησίας Ελλάδος, άμφια ιερέων, αρχιερέων και τιμαλφή ναών και μονών. + Ο Αθηνών Δαμασκηνός».

Μοναδικό ντοκουμέντο της γενναιότητος του αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού είναι ο λόγος που εξεφώνησε κατά την κηδεία του μεγάλου μας ποιητού Κωστή Παλαμά (1943), για την απώλεια του οποίου είπε: «Πενθεί η Ελλάς το μεγάλο της τέκνο. Μέσα στα δάκρυα και τους στεναγμούς της ξενικής κατοχής αποχαιρετά τον Κωστή Παλαμά, τον μεγάλο της ποιητή, που την έψαλλε στους στίχους του με λόγια προφητικά, δυνατά, αληθινά, λόγια που συγκλονίζουν βαθειά την ψυχή και μεταρσιώνουν και καλύπτουν την ιστορία αιώνων μακρών».

Την Μεγάλη Παρασκευή του 1943 και κατά την ακολουθία της αποκαθηλώσεως ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός με αφορμή τις πολλές, μεγάλες και τρομακτικές δοκιμασίες του ελληνικού λαού και ενώπιων των μυστικών πρακτόρων των κατακτητών είπε τα ακόλουθα: «Σήμερον… ο καθένας μας φέρει τον σταυρό της δοκιμασίας του. Ο καθένας μας προχωρεί με βήμα βραδύ προς το δικό του Γολγοθά μέσα από πίκρες και θλίψεις. Οι πάντες υφιστάμεθα δεινά και στερήσεις και λύπες πολλές. Καθημερινώς πίνουμε το ποτήριο της οδύνης. Στο μέσον όμως της μεγάλης δοκιμασίας αντλούμε παρηγορία και ανακούφιση, ενθυμούμενοι και παρακολουθούντες την αγωνία του Λυτρωτού μέχρι της Αναστάσεώς του, η οποία επισφραγίζει την νίκην του επί των δυνάμεων του κακού και του σκότους.

Παρηγορούμεθα και εγκαρτερούμε. Εγκαρτερούμε και ελπίζουμε. Ελπίζουμε και πιστεύουμε. Πιστεύουμε στην ημέρα της δικαιώσεως, στην λαμπροφόρο ημέρα της Αναστάσεως, στην απαλλαγή της πατρίδος μας από τα δεσμά της δουλείας του αλλοτρίου. Πιστεύουμε στην μεγάλη πανήγυρι της σωτηρίας.

Διερχόμεθα σήμερα και εμείς οι Έλληνες ορθόδοξοι χριστιανοί την τραγωδία του πάθους, με μόνη την προστασία του Παναγάθου Θεού. Στερούμεθα και σιωπούμε. Αδικούμεθα και εγκαρτερούμε. Δεν είμεθα κύριοι στον οίκο μας και υπομένουμε, ευρισκόμενοι υπό το πέλμα κατακτητών. Ευτυχώς, ούτε ο πόνος, ούτε οι στερήσεις κάμπτουν το θάρρος μας, ούτε και είναι δυνατόν να μας απομακρύνουν από την γραμμή του καθήκοντός μας. Και αν για μία στιγμή αποκαρδιωμένοι αναφωνήσουμε: «Πάτερ, ει δυνατόν παρελθέτω αφ’ ημών το ποτήριον τούτο», το πνεύμα της εγκαρτερήσεως και των θυσιών ανακτά πάνω μας την κυριαρχία του.

Διότι δεν είναι δυνατόν, δεν έχουμε το δικαίωμα να διαψεύσουμε την παράδοση τόσων αιώνων, παράδοση εθνική και χριστιανική, και να λιποψυχήσουμε στο μέσον του δρόμου. Αδελφοί Έλληνες, τέκνα της Εκκλησίας του Χριστού και της Ελλάδος… τα βαρειά και σκοτεινά νέφη, που καλύπτουν τον ουρανό της πατρίδος, συντόμως θα διαλυθούν και θα διασκορπιστούν και θα λάμψει πάλι ο ζωογόνος ήλιος της ελευθερίας».

Όταν τον Γενάρη του 1944 εκτέλεσαν πολλούς φυλακισμένους Έλληνες και δεν έδιδαν στους συγγενείς τους τα ονόματα των νεκρών, ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός επεσκέφθη την ανώτατη στρατιωτική γερμανική διοίκηση και μίλησε με σκληρή γλώσσα στους κατακτητές: «Εκτελέσατε τόσους Έλληνες πατριώτες, δεν καλέσατε ιερείς να εξομολογήσουν και να κοινωνήσουν τους μάρτυρες, στερώντας τους ακόμη και αυτή την ύστατη παρηγοριά της θρησκείας μας. Απαιτώ να μου δώσετε τα ονόματα των εκτελεσθέντων και να παύσει η αγωνία των πολλών άλλων χιλιάδων συγγενών των Ελλήνων, που έχετε φυλακισμένους και οι συγγενείς των θυμάτων, πατέρες, μητέρες, παιδιά, σύζυγοι, φίλοι και αγαπημένοι, να εκδηλώσουν τον σπαραγμό και τον πόνο τους, να υψώσουν ένα σταυρό με το όνομά τους στο μνήμα τους…».

Οι Γερμανοί επέμεναν στην άρνησή τους να δώσουν τα ονόματα των εκτελεσθέντων και τότε ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός τους έστειλε το εξής μήνυμα: «Θα προβώ στην εκσκαφή των νεκρών, για να αναγνωρισθούν οι εκτελεσθέντες και, αν νομίζετε, ας επιχειρήσετε να με εμποδίσετε». Τελικώς ο Δαμασκηνός έλαβε και τα ονόματα και τους εκτελεσθέντες νεκρούς.

Τέλος, τον Μάιο του 1944, όταν είχε αρχίσει η κάμψη της Γερμανίας, ένας ανώτερος Γερμανός αξιωματικός επεσκέφθη στην οικία του τον αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, ο οποίος τις ημέρες εκείνες ήταν ασθενής και κλινήρης. Ο αξιωματικός μετέφερε στον αρχιεπίσκοπο την εντολή του ιδίου του Χίτλερ ότι έπρεπε να τον προστατεύσουν και να τον μεταφέρουν στην Γερμανία για ασφάλεια, λέγοντάς του: «Μακαριώτατε, παρακαλείσθε συνεπώς, να ετοιμασθείτε». Ο δε αρχιεπίσκοπος, αν και ασθενής, απάντησε ατάραχος και με αυστηρό ύφος: «Ευχαριστώ για το ενδιαφέρον σας, αλλά δεν πρόκειται ποτέ να εγκαταλείψω την πατρίδα μου επ’ ουδενί λόγω. Εάν επιμένετε, μπορείτε να με μετακινήσετε, αλλά μόνον νεκρόν».

Αυτός υπήρξε ο εθνικός και θρησκευτικός γίγαντας της Ελλάδος, ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός Παπανδρέου. Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδος έγινε αντιβασιλεύς της Ελλάδος και εκοιμήθη στις 20 Μαΐου 1949, σε ηλικία μόλις 58 ετών.

 

ΠΗΓΗ: Παρασκευή, 28 Οκτώβριος 2011,  Αντίφωνο. [Αναδημοσίευση] από την εφημερίδα Χρόνος, 27 Οκτωβρίου 2007, Αναδημοσιευμένο στο περιοδικό “Πειραϊκή Εκκλησία”, τχ 230, Οκτώβριος 2011.

 

* Ο  Ιωάννης Ελ. Σιδηράς είναι Θεολόγος – Εκκλησιαστικός Ιστορικός – Νομικός

ΣτΕ: αναθεωρεί το status των Εκκλ. Νομ.Προσώπων

Απόφαση του ΣτΕ αναθεωρεί το status των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων.

Ενδέχεται να αποτελέσει βασικό επιχείρημα στην προσπάθεια της Εκκλησίας της Ελλάδος να προστατεύσει τα χρηματικά διαθέσιμά της

 

Του Νίκου Παπαχρήστου

 

 

Mια απόφαση που εξέδωσε πριν λίγες ημέρες το Συμβούλιο της Επικρατείας ενδέχεται να αποτελέσει το ισχυρότερο «βέλος» στην φαρέτρα των επιχειρημάτων της Εκκλησίας της Ελλάδος στο ζήτημα που έχει προκύψει με την Τράπεζα της Ελλάδος  που ζητά από τις τράπεζες  να εφαρμόσουν έναν νόμο του 1950 ο οποίος προβλέπει ότι όλα τα ΝΠΔΔ οφείλουν να έχουν κατατεθειμένα τα χρηματικά διαθέσιμά τους στην ΤτΕ ώστε εκείνη  αποκλειστικά να διαχειρίζεται και να επενδύει τα εν λόγω ποσά σε κινητές αξίες του ελληνικού Δημοσίου (π.χ. ομόλογα). Η απόφαση του ΣτΕ, που αφορά σε μια υπόθεση Μονής της Μητροπόλεως Καλαβρύτων, έρχεται να ενισχύσει τα επιχειρήματα της Εκκλησίας αφού χαρακτηρίζει τις Μονές νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου «ιδιάζουσας φύσεως».

Η απόφαση που ενισχύει την επιχειρηματολογία της Εκκλησίας


Κατά το μέχρι τώρα δεδομένο (με βάση τον Καταστατικό Χάρτη) σύστημα σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα (Εκκλησία Ελλάδος, Ι. Μητροπόλεις, Ι. Μονές, Ενορίες κ.λπ) είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (όπως π.χ. είναι οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, τα πανεπιστήμια και πολλά ασφαλιστικά ταμεία). Δηλαδή τουλάχιστον κατά την λεκτική δ
ιατύπωση του Καταστατικού Χάρτη (άρθρο 1 παρ. 4) τα Εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου εμφανίζονται να είναι τμήμα της Δημόσιας Διοίκησης (που περιλαμβάνει το Ελληνικό Δημόσιο, τους ΟΤΑ και τα υπόλοιπα ΝΠΔΔ).

Το ίδιο ισχύει κατά τον νόμο και για δύο άλλες θρησκευτικές κοινότητες στην Ελλάδα (τις Μουφτείες της Θράκης και τις Ισραηλιτικές Κοινότητες) που χαρακτηρίζονται ως ΝΠΔΔ.

H απόφαση 502/2011 του ΣτΕ για πρώτη φορά επιχειρεί να αλλάξει την ερμηνεία του Καταστατικού Χάρτη, που μέχρι τώρα ακολουθούσε το ΣτΕ (αλλά και το Ελληνικό Δημόσιο).

Με αφορμή δίκη σχετική με το κύρος αποφάσεων μιας Προσωρινής Επιτροπής Διοικήσεως της Ιεράς Μονής Μεγάλου Σπηλαίου έκρινε ότι οι Μονές είναι θρησκευτικά καθιδρύματα και ότι είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου «ιδιάζουσας φύσεως». Δεν ασκούν τμήμα κρατικής εξουσίας και δεν ανήκουν στην οργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, συνεπώς πρέπει οι αποφάσεις τους να κρίνονται όχι από τα διοικητικά δικαστήρια, αλλά από τα πολιτικά δικαστήρια, που είναι αρμόδια για τις διαφορές μεταξύ ιδιωτών.

Η παραπάνω απόφαση παραπέμπει, λόγω της σπουδαιότητάς του, το ζήτημα στην Ολομέλεια του ΣτΕ ώστε να κριθεί εκεί οριστικά. Το ερώτημα είναι ποια στάση θα κρατήσει η  Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας (που είναι διάδικος) και η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Παρόμοια επιχειρήματα είχε επικαλεστεί το 1994 και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στην υπόθεση των Ιερών Μονών κατά Ελλάδος.  Έκρινε ότι οι Ι. Μονές παρά την διατύπωση του Καταστατικού Χάρτη είναι «μη κυβερνητικοί οργανισμοί», έχουν χαρακτηρισθεί Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου για να έχουν τα προνόμια και την αυξημένη νομική προστασία που έχουν τα ΝΠΔΔ, όμως δεν είναι κρατικής προέλευσης νομικά πρόσωπα και για τον λόγο αυτό η περιουσία τους προστατεύεται όπως η περιουσία κάθε ιδιώτη απέναντι στο Κράτος.

Η Εκκλησία της Ελλάδος τα ίδια επιχειρήματα έχει υποστηρίξει σε πολλές περιπτώσεις προστριβών της με το Κράτος. Αυτός άλλωστε ήταν, κατά πληροφορίες, ο πυρήνας την θέσεων της στην πρώτη αντίδρασή της για το ζήτημα των χρηματικών διαθεσίμων των εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων και την εφαρμογή των νόμων 1611/1950 και 2216/1994 αλλά και στο ζήτημα της  υπαγωγής των θρησκευτικών λειτουργών της στην αναλογία 5 προς 1 που ισχύει για τους υπαλλήλους του Δημοσίου και των ΝΠΔΔ.

Βέβαια ενδεχομένως κάποιοι να επιχειρηματολογήσουν ότι η Εκκλησία της Ελλάδος τάσσεται κατά του χωρισμού Εκκλησίας και Κράτους, άρα πώς είναι δυνατόν να υποστηρίζει ότι είναι «οιονεί» ή sui generis νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Είναι όμως προφανές ότι αλλιώς αντιλαμβάνεται τον «χωρισμό» το Κράτος  και αλλιώς η Εκκλησία (δηλ. στενότερα).

Την Εκκλησία της Ελλάδος φαίνεται να την  απασχολεί, όχι τόσο εάν τα νομικά της  πρόσωπα θα χαρακτηρίζονται ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, αλλά η προστασία του Κράτους απέναντί της (μισθοδοσία του Κλήρου, διδασκαλία των θρησκευτικών, ενίσχυση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης κ.λπ) ως ανταπόδοση στη διαχρονική προσφορά της – και υλικής- στην ελληνική κοινωνία και Πολιτεία.

Ούτως ή άλλως η Εκκλησία της Ελλάδος για πρώτη φορά ονομάστηκε ρητώς με νόμο ως νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με τον επί Χούντας εκδοθέντα Καταστατικό Χάρτη (ν.δ. 126/1969).

Ωστόσο δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος σε εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε το 2009 είχε προτείνει, αναφορικώς με το νομικό καθεστώς της Εκκλησίας της Ελλάδος, τη δημιουργία μιας sui generis («ιδιόρρυθμης») κατηγορίας νομικού εκκλησιαστικού προσώπου, η οποία θα υπερβαίνει τις μονομέρειες των δύο άλλων τύπων (την «κρατική», με τη μορφή ΝΠΔΔ, και την «ιδιωτική» με τη μορφή σωματείου του αστικού κώδικα).

«Ένα τέτοιο νομικό πρόσωπο εκκλησιαστικού δικαίου», υποστήριξε ο Μητροπολίτης Ιγνάτιος, «θα περιφρουρούσε την ιδιαίτερη ταυτότητα αλλά και αυτονομία της Εκκλησίας και επίσης θα εμπέδωνε έτι περαιτέρω τις διακριτές σχέσεις της με την Πολιτεία».

Πάντως η απόφαση του ΣτΕ, ανεξαρτήτως από την επίδραση που θα έχει στην υπόθεση της ΤτΕ και της "τύχης" των εκκλησιαστικών χρηματικών διαθεσίμων, χαρακτηρίζεται από Νομικούς κύκλους ιδιαίτερα σημαντική αφού επιχειρεί να αναθεωρήσει το καθεστώς των Εκκλησιαστικών Νομικών Προσώπων.

 

ΠΗΓΗ: Ημ. Δημοσίευσης: May 15, 2011, http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=5704

Προνομιακό ζήτημα-Διορισμοί Κληρικών 21ου αι.

Το το 19ο αιώνα και η αναστολή του διορισμού των κληρικών τον 21ο αιώνα

 

Του Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου, Καστελλίου και Βιάννου Ανδρέα Νανάκη, Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης


 

Η Εκκλησία προϋπήρχε της Ευρωπαϊκής Ένωσης, του Ελληνικού Κράτους, της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, της Βυζαντινής αυτοκρατορίας και έχει την αρχή της στη Θεϊκή αποκάλυψη για τη λύτρωση του ανθρώπου από τα πάθη του, εν τω προσώπω του σαρκωθέντος και ενανθρωπισθέντος Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Τα όποια κοινωνικά σχήματα του κόσμου τούτου, μεταξύ αυτών και τα σημερινά, δηλαδή η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ελληνική Πολιτεία, είναι τα επίγεια όργανα προς την ουράνια εσχατολογική και αποκαλυπτική πορεία της Εκκλησίας, ημών των ορθοδόξων χριστιανών.

Συνεπώς, εν μέσω των περιπετειών της ιστορίας και των σχημάτων αυτού του κόσμου, πορεύεται η Εκκλησία ως σώμα Χριστού και τα μεν γήινα παρέρχονται, η δε Εκκλησία παραμένει «ν οραν καί πί γς ες τούς αώνας, ως τς συντελείας το αἰῶνος τούτου». Με αφορμή την αναστολή του διορισμού των κληρικών, από τον εξοχότατο Υπουργό Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης κ. Γ. Ραγκούση, θα αναφερθώ σε ένα διωγμό που η Ορθόδοξη Εκκλησία αντιμετώπισε από τον Σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ το Β΄ (1876-1909) στην Οθωμανική αυτοκρατορία.

Είναι το γνωστό προνομιακό ζήτημα επί Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ΄ (1878-1884) και Πατριάρχου Διονυσίου του Ε΄ (1887-1891). Η Εκκλησία, στους χρόνους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, οργάνωνε το βίο της ως εθναρχούσα Εκκλησία. Οι αυτοκρατορίες, βέβαια, συγκροτούσαν θεοκεντρικά συστήματα και οι κοινωνίες είχαν για κέντρο και σημείο αναφοράς τους τη θρησκεία. Οι άνθρωποι, στην αυτοκρατορία, προσδιορίζονται με βάση την θρησκευτική τους ταυτότητα. Οι εθνικές ταυτότητες και συνειδήσεις ακολούθησαν και διαμορφώθηκαν στο υπόβαθρο και τα δεδομένα των πολιτιστικών ιδιαιτεροτήτων, που ανέκυπταν από τις θρησκευτικές συνειδήσεις και τις σύνολες κατ’ έτος εκδηλώσεις, οι οποίες εκπήγαζαν από τη θρησκευτική παράδοση. Η κοινωνία των πολιτών, με τη συνείδηση του πολίτη, ακολουθεί τις εθνικές συνειδήσεις και ταυτότητες.

Οργανωμένα, προσπαθεί να αποτελέσει τη σύγχρονη ιδεολογία του 21ου αιώνα, όπως στο 19ο και 20ο αιώνα η ιδεολογία του έθνους – κράτους. Στο 19ο αιώνα οι τότε κρατούντες στην Οθωμανική αυτοκρατορία αμφισβήτησαν και αποφάσισαν να περιορίσουν τα προνόμια του ρουμ μιλέτ, του Ορθόδοξου Γένους, που συγκροτούσαν ελληνόφωνοι, αραβόφωνοι, τουρκόφωνοι, βλαχόφωνοι και σλαβόφωνοι ορθόδοξοι χριστιανοί.

Η αρχή των προνομίων ανάγεται στην αμέσως μετά την άλωση συμφωνία του Πατριάρχη Γεννάδιου Σχολάριου με το Σουλτάνο Μωάμεθ, με την πτώση της Κωνσταντινούπολης, το 1453. Τα προνόμια αφορούσαν το πλαίσιο και τις δικαιοδοσίες με τις οποίες οι ορθόδοξοι χριστιανοί θα οργάνωναν τη ζωή τους σ’ ένα κοινωνικό σύστημα, όπου κάθε πτυχή της ανθρώπινης ζωής προσδιορίζονταν από τις αρχές και τις αξίες του Κορανίου, του μουσουλμανικού νόμου, της σαρίας και ό,τι από αυτά προβλεπόταν για τις μονοθεϊστικές θρησκείες και ειδικά για το Χριστιανισμό. Τα προνόμια στην περιφέρεια της αυτοκρατορίας διευρύνονταν ή καταπατούνταν κατά τις βουλές των τοπικών πασάδων. Είναι γνωστό, άλλωστε, ότι στο σύνολό της η αυτοκρατορία δεν είχε ενιαίο σύστημα διοίκησης. Η Σάμος, η Χίος, τα Αμπελάκια, η Αίγυπτος αποτελούν ενδεικτικές αναφορές. Το 19ο αιώνα τα προνόμια εισέρχονται σε μια πορεία διεύρυνσης.

Είναι η εποχή των μεταρρυθμίσεων, τα γνωστά τανζιμάτ. Ξεκίνησαν το Νοέμβριο του 1839 με το Χάτι Σερίφ του Γκιουλχανέ, επί Σουλτάνου Αμπτούλ Μετζίτ (1839-1863) και με το Μουσταφά Ρεσίτ πασά. Η αρχή της νέας πορείας των προνομίων εδράζονταν στη δέσμευση για συνεργασία και συμπόρευση με όλους τους Οθωμανούς υπήκοους, ανεξάρτητα από τη θρησκευτική τους πίστη. Τα προνόμια κορυφώνονται με το ψήφισμα των Γενικών Κανονισμών το 1856.

Το προνομιακό ζήτημα ξεκίνησε στην πρώτη πατριαρχία του Ιωακείμ του Γ΄, όταν ο Σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ ο Β΄ αποφασίζει τον περιορισμό των προνομίων που είχαν οι Χριστιανοί. Σκοπός και προοπτική του ήταν η πλήρης κατάργηση των δικαιωμάτων που είχαν να ρυθμίζουν ως μιλέτ, ως ορθόδοξη κοινότητα, δηλαδή θέματα όπως: εκπαίδευση, κλήτευση κληρικών, διαζύγια, κοινωνική πρόνοια με γηροκομεία, ορφανοτροφεία, πτωχοκομεία. Ο Ιωακείμ ο Γ΄, στις 9 Δεκεμβρίου 1883, υπέβαλε την πρώτη παραίτησή του και αποσύρθηκε στο Βαφεοχώρι.

Στις 16 Δεκεμβρίου 1883 υπέβαλε τη δεύτερη παραίτησή του και στις 29 Δεκεμβρίου 1883 παραιτήθηκε το τρίτον και οριστικά, δοθέντος ότι και το εθνικό κέντρο, η Αθήνα, δεν βοήθησε και δεν συμπαραστάθηκε στο μεγάλο εκείνο Πατριάρχη που συνέδεσε τη δεύτερη πατριαρχία του (1901-1912) με το Μακεδονικό αγώνα και άλλα σπουδαία και λαμπρά γεγονότα του Γένους μας και του Ελληνισμού. Τον διαδέχθηκε ο Ιωακείμ ο Δ΄ (1884-1886), παραιτηθέντος μετά από σοβαρά προβλήματα υγείας και εκδημήσαντος το 1887. Το ίδιο έτος Πατριάρχης εξελέγη ο Διονύσιος ο Ε΄ (1887-1897) ο οποίος, ως Μητροπολίτης Κρήτης, ξεκίνησε την οικοδόμηση και ανέγερση του μεγαλοπρεπέστατου Μητροπολιτικού ναού του Αγίου Μηνά στο Ηράκλειο. Από τον Ιούνιο του 1890 μέχρι τον Ιανουάριο του 1891 έχομε τη δεύτερη φάση του προνομιακού ζητήματος. Ο Διονύσιος ο Ε΄, στις αρχές του 1890, υπέβαλε την πρώτη παραίτησή του και τον Αύγουστο του 1890 υπέβαλε τη δεύτερη.

Στη δεύτερη φάση του προνομιακού ζητήματος, σε κοινή συνέλευση, οι κληρικοί και λαϊκοί του ορθόδοξου μιλετιού αποφάσισαν το κλείσιμο των ιερών ναών, οι οποίοι άνοιγαν μόνο για την τέλεση των κηδειών. Έμπροσθεν αυτής της δυναμικής αντίδρασης, ο Σουλτάνος υποχώρησε, με παρέμβαση του Τσάρου και των άλλων μεγάλων δυνάμεων. Οι Χριστιανοί θα συνέχιζαν να οργανώνουν και να ρυθμίζουν σε κοινοτικό πλαίσιο, με τα προνόμιά τους, την πνευματική και κοινωνική ζωή τους. Οι ναοί άνοιξαν κι έτσι εόρτασαν τελικά τα Χριστούγεννα του 1890.

Η τρίτη φάση του προνομιακού ζητήματος (1908-1914) έγινε επί Πατριάρχη Ιωακείμ του Γ΄ και Γερμανού του Ε΄ (1913-1918) και αφορούσε κυρίως την υπαγωγή των χριστιανικών σχολείων στη δικαιοδοσία του υπουργείου παιδείας της αυτοκρατορίας. Στον 21ο αιώνα και ήδη περί τα μέσα του 20ου, στο πλαίσιο του έθνους – κράτους, η Εκκλησία στην Ελλάδα είχε δικαίωμα και προνόμιο να διορίζει τους κληρικούς που χειροτονεί. Ο ιερέας, για όλους εμάς που συγκροτούμε το σώμα του Χριστού και συναπαρτίζομε τα μέλη του μυστηρίου της Εκκλησίας, είναι ο λειτουργός των θείων μυστηρίων, της χάριτος και του ελέους του Θεού, που αναπληροί τα ελλείποντα και θεραπεύει τις πνευματικές και οργανικές ασθένειες των μελών της στρατευόμενης εκκλησίας, κατά τρόπο πολλές φορές θαυματουργικό και μη υποκείμενο στην ανθρώπινη λογική.

Για τους εκτός της Εκκλησίας συνανθρώπους μας και με όποια ιδεολογία ή κοινωνικοπολιτικό σύστημα οργάνωσης συντάσσονται, μπορούμε να συμφωνήσουμε στην κοινή βάση: ότι ο ιερέας είναι κοινωνικός λειτουργός και αυτό μαρτυρείται και από το γεγονός ότι δεκάδες δεκάδων χιλιάδες γεύματα παρέχονται καθημερινά από την Εκκλησία σε αναξιοπαθούντες αδελφούς μας. Όπως, μπορούμε επίσης να συμφωνήσουμε ότι έχομε μια ευρύτατη κοινωνική πρόνοια, που ασκείται από τους ιερείς χωρίς την κρατική επιβάρυνση και σε εποχή υποχώρησης και εξασθένισης της κρατικής κοινωνικής πρόνοιας. Για παράδειγμα, στην Ιερά Μητρόπολή μας, τα καθημερινά παιδικά γεύματα, η λειτουργία του Γηροκομείου, τα άνω των χιλίων πασχαλινά δέματα, που άρχισαν ήδη να προετοιμάζονται, είναι έργο των κληρικών, των ιερέων μας.

Οι ιερείς όχι μόνο καταβάλουν τον προσωπικό τους μόχθο και την αγωνία τους, αλλά αναζητούν και δωρητές για να ενισχύσουν τους πάσχοντες, τους αναξιοπαθούντες, τους πτωχούς και νεόπτωχους των ημερών μας. Σε κάθε Μητρόπολη, επίσης, οι ιερείς με τη στήριξη ευλαβών δωρητών έχουν αναλάβει την συντήρηση των ιερών ναών, τον ευπρεπισμό τους, τη διαφύλαξη πολλών μικρών ή μεγάλων ναών, της βυζαντινής, μεταβυζαντινής περιόδου ή των νεότερων χρόνων και τη διάσωσή τους από την καταστροφή του χρόνου.

Τα πολιτιστικά μνημεία της παράδοσής μας, τα οποία παρουσιάζουν υψηλή για τον πολιτισμό μας αρχιτεκτονική, σπάνιο αγιογραφικό διάκοσμο, θαυμάσιες εικόνες, πανέμορφα ξυλόγλυπτα τέμπλα και κανδήλες, διαφυλάσσονται με τις βοηθητικές παρεμβάσεις (αναστηλώσεις, μονώσεις κ.ά.) των ιερέων μας, οι οποίοι εκτός από την κοινωνική μέριμνα, υπηρετούν κατ’ ουσίαν και ως φύλακες και συντηρητές στη διαφύλαξη των εκκλησιαστικών μας μνημείων, σε συνεργασία με τις κατά τόπους αρμόδιες κρατικές εφορείες. Για την εύρυθμη και σωστή λειτουργία του ιερού ναού είναι απαραίτητοι οι ιεροψάλτες, οι νεωκόροι, το ηλεκτρικό ρεύμα και η ύδρευση, η οικονομική τακτοποίηση των οποίων καταβάλλεται από την εκκλησιαστική κοινότητα.

Η πολιτεία επιβαρύνεται μόνο με το μισθό του εφημερίου, τον οποίο στερεί ο εξοχότατος Υπουργός Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης κ. Γ. Ραγκούσης με την πρόσφατη εγκύκλιό του. Δεν θα αναφερθούμε στη μοναστηριακή περιουσία, την οποία η προϋπάρχουσα του Ελληνικού κράτους Εκκλησία έχει καλώς παραχωρήσει και αυτό το έπραξε τότε για να βοηθήσει στην οργάνωση του κράτους και για να επιλύσει μείζονα θέματα, όπως των ακτημόνων ή των προσφύγων, ούτε βέβαια θα πούμε για τα της ανταποδόσεως Εκκλησίας και Πολιτείας. Με την αναστολή του διορισμού των εφημερίων, ως Εκκλησία, αντιμετωπίζουμε μείζον θέμα, που δεν γνωρίζουμε πως θα εξελιχθεί. Με αφορμή το γεγονός αυτό καλούμεθα να προγραμματίσουμε το μέλλον μας. Στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων, καλούμεθα να προσδιορίσουμε τις σχέσεις μας με την πολιτεία. Να διαφυλάξουμε, να διασώσουμε και να προστατέψουμε, με την Ελληνική πολιτεία ή με τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το μόνο προνόμιο που έχουμε ως ορθόδοξη Εκκλησία στην Ελλάδα, να διορίζουμε ένα κληρικό. Η καταβολή από το κράτος ενός μισθού στον ιερέα, στο θρησκευτικό λειτουργό, είναι γεγονός σύνηθες και σε άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο μισθός αυτός είναι ο οβολός της πολιτείας προς την πνευματική και πολιτιστική προσφορά των κληρικών, η οποία πανθομολογουμένως είναι πολλαπλάσια αυτής του μισθού. Προσφορά εκκλησιαστική, η οποία γίνεται χάρις στην καθημερινή οικονομική συμβολή της κοινωνίας προς την Εκκλησία. Παρ’ όλες τις ενορχηστρωμένες συναυλίες, η κοινωνία εξακολουθεί να εμπιστεύεται το θεσμό της Εκκλησίας. Για τη λειτουργία, διαφύλαξη και συντήρηση δεκάδων χιλιάδων ναών στην Ελλάδα, μνημείων του πολιτισμού και της παράδοσης, για την κοινωνική και πνευματική διακονία η Ελληνική πολιτεία, έως το 2010, κατέβαλλε ένα μισθό στους θρησκευτικούς λειτουργούς της ορθόδοξης Εκκλησίας.

Η πρόσφατη εγκύκλιος του εξοχότατου Υπουργού Εσωτερικών Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης κ. Γ. Ραγκούση αναστέλλει αυτό το στοιχειώδες και βασικό εκκλησιαστικό προνόμιο – υποχρέωση του 21ου αιώνα.

 

ΠΗΓΗ:   Mar 9, 2011, http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=5090

ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ

ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Στο προηγούμενο άρθρο, στο οποίο παραθέσαμε τρία πρόσφατα συμβάντα με κεντρικά πρόσωπα μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος, θέσαμε ως κατακλείδα το ερώτημα, αν η διοικούσα Εκκλησία είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις των καιρών. Την απάντηση θα διευκολύνει ιστορική αναδρομή σε αξιοσημείωτα συμβάντα από την παλιγγενεσία ώς το πρόσφατο παρελθόν.

Αρχές του 1833 ο γραμματέας της Επικρατείας (υπουργός των Εσωτερικών) Ρίζος Νερουλός και ο λόγιος (τονίζεται κατά κόρον αυτό) κληρικός Θεόκλητος Φαρμακίδης, οπαδοί του Κοραή και θερμότατοι θιασώτες του δυτικού “διαφωτισμού” υπέβαλαν στον Μάουρερ, έναν από την τριάδα (τρόικα στη νεοελληνική) των αντιβασιλέων και αρμόδιο επί των εκκλησιαστικών θεμάτων εισήγηση για την ανακήρυξη της Εκκλησίας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους ως αυτοκέφαλης. Αν όντως αυτή είναι η ιστορική αλήθεια και οι δύο προαναφερθέντες δεν δέχθηκαν προηγουμένως την πίεση του Μάουρερ, ώστε να ενεργήσουν όπως ενήργησαν, το γεγονός μαρτυρεί την ενδημούσα στη χώρα μας προδιάθεση για ξεπούλημα Εκκλησίας και πατρίδας από εκείνους που έχουν “φωτιστεί” από τα “φώτα” της Εσπερίας. Ο Μάουρερ άδραξε την ευκαιρία και συνέστησε επιτροπή, στην οποία μετείχαν και δύο επίσκοποι αλλά πρωταγωνίστησε ο Φαρμακίδης. Η επιτροπή εργάστηκε πυρετωδώς, με συνοπτικές διαδικασίες και σε σύντομο χρονικό διάστημα υπέβαλε σχέδιο κανονισμού διοίκησης της υπό ίδρυση αυτοκέφαλης Εκκλησίας. Ο κανονισμός εγκρίθηκε τάχιστα και στις 23 Ιουλίου 1833 δημοσιεύθηκε στο Ναύπλιο η «διακήρυξις περί της Ανεξαρτησίας της Ελληνικής Εκκλησίας». Ουδεμία επαφή με το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε προηγηθεί. Η ενέργεια αυτή σαφώς αποκλίνουσα από το κανονικό δίκαιο συνιστούσε σχίσμα, το οποίο διήρκεσε ώς το 1850.    

Επί της ουσίας: Οι επίσκοποι της ελεύθερης Ελλάδας, ολιγογράμματοι ασφαλώς, σύρθηκαν πίσω από τον λόγιο Φαρμακίδη, τον εκφραστή του δυτικού πνεύματος και συνήργησαν στην κίνηση ακραίας περιφρόνησης της Μητέρας Εκκλησίας. Ολιγογράμματος ήταν και ο άγιος Σπυρίδων, πλην όμως στην Α΄ οικουμενική Σύνοδο δεν παρέλυσε μπροστά στον λόγιο αιρεσιάρχη Άρειο! Στη συνέχεια, όταν η αρχή όρισε τον Φαρμακίδη γραμματέα της ιεράς Συνόδου της αυτοκέφαλης Εκκλησίας, αποδέχθηκαν τα μέλη αυτής να πορευθούν κατά τις υποδείξεις του, δηλαδή της Πολιτείας, ως εκπρόσωποι νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου! Έτσι δεν αντέδρασαν ούτε και όταν η φράγκικη εξουσία διέλυσε 412 από τα 450 μοναστήρια, προπύργια του απελευθερωτικού αγώνα κατά Μακρυγιάννη. Ο Φαρμακίδης ανταμείφθηκε από την Πολιτεία για τις υπηρεσίες του και εκλέχθηκε καθηγητής στο πανεπιστήμιο των Αθηνών.

Η Ιεραρχία πορεύθηκε με προϊούσα την σύμπλευση προς την Πολιτεία. Η επιχείρηση εκδυτικισμού του λαού σε συνεργία των ξένων “προστατών” μας και των εντολοδόχων τους εξυφάνθη υπό τα απαθή βλέμματα της Ιεραρχίας, η οποία όφειλε να αναλάβει την πρωτοβουλία για την κήρυξη παλαϊκής αντίστασης κατά της υποτέλειας σε νέο κατακτητή, ύπουλο και πιό επικίνδυνο από τον Τούρκο. Αντ’ αυτής ανέλαβαν το βάρος του αγώνα κάποιοι απλοί άνθρωποι του λαού όπως ο ολιγογράμματος μοναχός Παπουλάκος (1770-1861) και ο Κοσμάς Φλαμιάτος (1786-1852). Παραθέτουμε άκρως επίκαιρο απόσπασμα από ομιλία του πρώτου, ο οποίος επί έτη περιόδευε στην Πελοπόννησο ως ιεροκήρυκας: “Είναι ντροπή μας ένα γένος που με το αίμα του πύργωσε τη λευτεριά του, που περπάτησε τη δύσκολη ανηφοριά, να παραδεχτή πως δεν μπορεί να περπατήσει στον ίσιο δρόμο άμα ειρήνεψε κι ότι δεν ξέρουμε εμείς να συγυρίσουμε το σπίτι, που με το αίμα μας λευτερώσαμε, αλλά ξέρουν να το συγυρίσουν εκείνοι που δεν πολέμησαν, εκείνοι που πάνε να μας αποκόψουνε από τον Χριστό και πασχίζουν να μας ρίξουν στη σκλαβιά άλλων αφεντικών, που ’ναι πιό δαιμονισμένοι από τους Τούρκους”.

Ο Παπουλάκος κατέστη επικίνδυνος τόσο για την Πολιτεία, όσο και για την Ιεραρχία (αχ, πόσο επώδυνο είναι να σου υπενθυμίζει το χρέος κάποιος “τιποτένιος”). Η πρώτη έστειλε το 1852 τον Γενναίο Κολοκοτρώνη (αχ, όνομα χωρίς πράμα), γυιό του γέρου του Μωρηά να συλλάβει τον Παπουλάκο με την κατηγορία της “καλογερικής συνωμοσίας”! Διψασμένος όμως ο λαός της Αθήνας έσπευσε να τον αντικρύσει όταν το πλοίο, που μετέφερε τον επικίνδυνο “αντικαθεστωτικό” έφθασε στον Πειραιά, γι’ αυτό και η εξουσία έσπευσε να τον εγκλείσει στις φυλακές του Ρίου. Παραπέμφθηκε στο κακουργοδικείο των Αθηνών με την κατηγορία της “στάσεως κατά του καθεστώτος”! Εξ αιτίας των αντιδράσεων ανεβλήθη η δίκη και τελικά έτος αργότερα, λόγω της γενικής κατακραυγής του αγνού λαού, δόθηκε χάρη σε όλους τους κατηγορουμένους. Ο Παπουλάκος όμως παραπέμφθηκε, για τον περαιτέρω πειθαρχικό του έλεγχο, στην Ιερά Σύνοδο, η οποία αποφάσισε να εγκλεισθεί σε μόνιμο περιορισμό του στην Μονή Παναχράντου στην Άνδρο, όπου η φήμη του έλκυε για πολύ καιρό κόσμο καθημερινά και ιδιαίτερα τις εορτάσιμες ημέρες. Κοιμήθηκε οσιακά το βράδυ της 18 προς 19 Ιανουαρίου 1861.

Φλαμιάτος είχε υψηλή μόρφωση, αγωνίστηκε για την ανεξαρτησία των Ιονίων νήσων από τους Άγγλους και εξορίστηκε γι’ αυτό από τούς τελευταίους. Ερχόμενος στην ελεύθερη Ελλάδα αγωνίστηκε για την απαλλαγή της χώρας από την επήρεια του αγγλικού κόμματος. Κήρυξε την Ορθοδοξία πού εβάλλετο εκείνα τα χρόνια από τη Βαυαροκρατία, κατέκρινε τις αντιεκκλησιαστικές πράξεις της Πολιτείας γι’ αυτό και φυλακίστηκε (1852) στο Ρίο. Εκάρη μοναχός στη φυλακή και λίγες μέρες μετά πέθανε.

Η Ιεραρχία συνέχιζε να πορεύεται δέσμια της Πολιτείας! Κατά τον εθνικό διχασμό (1916-1918) οι ιεράρχες εκδήλωσαν αισθήματα φιλοβασιλικά (οι πλείστοι) ή φιλοβενιζελικά αντί να επέμβουν, ώστε να διασώσουν την ενότητα του λαού, ο οποίος εσύρετο ως πρόβατα προς σφαγήν για τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων. Αποτελέσματα: Η ανεπανάληπτη τραγωδία της Μικρασίας και το παλαιοημερολογικό ζήτημα, δημιούργημα του κομματικού πατριάρχη Μελετίου.

Ήρθε ο Β΄ παγκόσμιος πόλεμος και η κατοχή. Δύο αρχιεπίσκοποι, οι Χρύσανθος και Δαμασκηνός, έδειξαν το μεγαλείο του κλήρου, όταν αυτός αίρεται στο ύψος των περιστάσεων. Ο Χρύσανθος υπήρξε ο πρώτος αντιστασιακός, καθώς αρνήθηκε να ορκίσει την κυβέρνηση, που όρισαν οι κατακτητές. Ο άλλος όρθωσε το ανάστημά του, όταν οι Γερμανοί γνωστοποίησαν την πρόθεσή τους να επιστρατεύσουν Έλληνες για εργασία στη Γερμανία. Αρκετοί ήσαν όμως οι μητροπολίτες που εγκατέλειψαν τις έδρες τους. Όλοι έπρεπε, με βάση τους κανόνες της Εκκλησίας, να καθαιρεθούν! Μετά το τέλος του πολέμου και την έναρξη του εμφυλίου η Ιεραρχία, για να φανεί αρεστή στους κρατούντες, καθαίρεσε μόνο δύο: Τους μητροπολίτες που είχαν βγεί στο βουνό με τον ΕΛΑΣ. Πώς άραγε βλέπει η σημερινή Ιεραρχία τον ανδριάντα του καθηρημένου μητροπολίτη Ιωακείμ στην κεντρική πλατεία της Κοζάνης; (Το ότι αργότερα ανεκλήθη η απόφαση της καθαίρεσης δεν διόρθωσε και πολύ την αρχική μονομερή απόφαση).

Ήρθε κάποτε και η ξενοκίνητη, όπως σχεδόν όλοι πλέον παραδεχόμαστε, χούντα των συνταγματαρχών (σαν να μην υπήρξε τίποτε άλλο ξενοκίνητο στη χώρα μας ούτε και σήμερα υφίσταται!). Έδειξε η χούντα ευθύς τις προθέσεις της να προβεί και στη “κάθαρση” του εκκλησιαστικού χώρου. Ελάχιστες οι φωνές διαμαρτυρίας που ακούστηκαν εκ μέρους της Ιεραρχίας για την αφαίρεση του πολυτιμοτέρου δώρου του Θεού στον άνθρωπο: Της ελευθερίας. Πολλοί ιεράρχες συμπορεύθηκαν με τους επίορκους αξιωματικούς και άλλοι εσιώπησαν δίκην ιχθύος! Και ανεκλήθη μεν η χούντα, όταν οι πάτρωνές της εκτίμησαν ότι έφερε σε πέρας το έργο που της είχαν αναθέσει, οι εχθροί όμως της Εκκλησίας, εμφορούμενοι τόσο από το παραδοσιακό αντιεκκλησιαστικό μένος των αντιχριστιανικών ιδεολογιών, όσο και από το νέο της παγκοσμιοποίησης βρήκαν πρώτης τάξεως ευκαιρία να στραφούν κατά της Εκκλησίας μη κάνοντες διάκριση (και γιατί να κάνουν;) μεταξύ προσώπων και θεσμού, ο οποίος για όλους αυτούς είναι ενδοκοσμικός, γι’  αυτό και τον θέλουν στην υπηρεσία των εκάστοτε κρατούντων.

Η Ιεραρχία έδειξε, και αυτό είναι το θλιβερότερο, να αντιδρά μόνο μπροστά στον κίνδυνο απώλειας της εκκλησιαστικής περιουσίας, την οποία κάποτε θα χάσει. Μήπως είναι καιρός να σκύψει επάνω από τα πλείστα όσα προβλήματα που σωρεύτηκαν μετά τη μεταπολίτευση; Μήπως πρέπει να αποστασιοποιηθεί από την νόμο κρατούσα Πολιτεία και να μην εκδηλώνει ανησυχία ή φόβο για τυχόν χωρισμό, που και αυτός μάλλον θα έρθει; Ας αναθέσει σε επιτροπή να ερευνήσει και γνωστοποιήσει στον λαό την περιουσία που η Εκκλησία προσέφερε στην Πολιτεία και πώς αυτή αξιοποιήθηκε ώς τώρα. Ας καταγγείλει το άκρως αντιπνευματικό σύστημα της κοινωνικής αδικίας, με τους θιασώτες του οποίου συμπορεύτηκε για αρκετές δεκαετίες δίνοντας στον λαό την ψευδή εντύπωση ότι τα “ιδανικά” του συμπίπτουν εν πολλοίς με τους λόγους του Ευαγγελίου, το οποίο καταδικάζει τον πλούτο, όσο κανένα άλλο κείμενο στην επιφάνεια του πλανήτη. Και να είναι βέβαιοι οι σεβαστοί πατέρες ότι ο λαός δεν θα τους γυρίσει την πλάτη, όπως το κάνει σήμερα απληροφόρητος και επηρεασμένος από την καθημερινή προπαγάνδα κατά της πίστεως.

Τα αίτια τα γνωρίζουμε. Τόλμη απαιτείται. Τόλμη για αυτοκριτική αρχικά και χάραξη νέας πορείας, ευαγγελικής πλέον, κατά των εχθρών της πίστεως και των λαών.

                                                                       

“ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”, 10-01-2011

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Ι

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου


 

Στο προσκήνιο της επικαιρότητας ήλθαν για λίγο κάποια εκκλησιαστικά πρόσωπα, τα οποία τάραξαν τα λιμνάζοντα ύδατα της κοινωνίας μας. Όμως στην εποχή μας, κατά την οποία ο λαός, το ζαλισμένο κοπάδι, δέχεται καταιγισμό ειδήσεων, προκειμένου να εγκαταλείψει κάθε διάθεση για κριτική σκέψη και αντίδραση, την οποία η πρώτη πυροδοτεί, η επικαιρότητα είναι άκρως εφήμερη και τάχιστα υποκαθίσταται από άλλη.

Το πρώτο πρόσωπο είναι ο σεβ. μητροπολίτης Σισανίου και Σιατίστης Παύλος. Όταν στις αρχές του περασμένου Οκτωβρίου παρουσίασε εισήγησή του με θέμα τη σοβούσα στην ελληνική κοινωνία κρίση, ουδείς ασχολήθηκε με το θέμα. Θα μπορούσε η θαυμάσια αυτή εισήγηση να παραμείνει άγνωστη, αν η Ιεραρχία δεν αποφάσιζε (δόξα τω Θεώ) να δημοσιεύσει περίληψή της σε φυλλάδιο με τίτλο “προς τον λαό”. Το φυλλάδιο αυτό προκάλεσε την αντίδραση κάποιων ΜΜΕ, τα οποία ως θεματοφύλακες, με το αζημίωτο βέβαια, της Πολιτείας δυσανασχέτησαν για την αυστηρή γλώσσα του κειμένου. Δεν στράφηκαν στην ουσία ούτε και αντιρρήσεις της προκοπής προέβαλαν. Περιορίστηκαν απλά να επισημάνουν ότι η γλώσσα του κειμένου είναι σκληρή. Πάλι καλά, διότι θα μπορούσαν, αν διέθεταν μεγαλύτερη φρόνηση, να άφηναν το κείμενο ασχολίαστο να φθαρεί από τον χρόνο. Δημοσιεύουμε απόσπασμα της εισήγησης, ώστε να δώσουμε αφορμή για αναζήτηση της εισήγησης και μελέτη αυτής.

“Μια ματιά στο τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα στον τόπο μας δημιουργεί την βεβαιότητα, ότι εφαρμόστηκε ένα οργανωμένο σχέδιο με την συμμετοχή πολιτικών δυνάμεων του τόπου μας, το οποίο μας οδήγησε στη σημερινή αιχμαλωσία της πατρίδος μας σε αλλότριες δυνάμεις, οι οποίες επιβάλλουν τον δικό τους τρόπο διακυβέρνησης και με τα εδώ όργανά τους, επιχειρούν να αλλοιώσουν την πολιτισμική ταυτότητα του τόπου μας. Ο κάθε λογικός άνθρωπος διερωτάται: Γιατί δεν πήραμε νωρίτερα όλα αυτά τα δύσκολα μέτρα, που σήμερα χαρακτηρίζονται αναγκαία. Όλες αυτές τις παθογένειες της κοινωνίας και της οικονομίας που σήμερα επιχειρούμε με βίαιο τρόπο να  αλλάξουμε, γιατί δεν τις αλλάξαμε στην ώρα τους; Γιατί έπρεπε να φθάσουμε μέχρις εδώ; Τα πρόσωπα στην πολιτική σκηνή του τόπου μας είναι, εδώ και δεκαετίες, τα ίδια. Πώς τότε υπολόγιζαν το πολιτικό κόστος, γνωρίζοντας  ότι οδηγούν τη χώρα στη καταστροφή και σήμερα αισθάνονται ασφαλείς, γιατί ενεργούν ως εντολοδόχοι; Σήμερα γίνονται ριζικές ανατροπές για τις οποίες άλλοτε θα αναστατωνόταν όλη η Ελλάδα και σήμερα επιβάλλονται χωρίς σχεδόν αντιδράσεις.

Η οικονομική μας κρίση με πολύ απλά λόγια οφείλεται στη διαφορά μεταξύ παραγωγής και  κατανάλωσης. Στον αργό ρυθμό της παραγωγής που επιτυγχάνουμε απέναντι στο υψηλό βιοτικό επίπεδο που μάθαμε να ζούμε. Όταν όσα καταναλώνουμε είναι πολύ περισσότερα από όσα παράγουμε, τότε το οικονομικό ισοζύγιο γέρνει προς την πλευρά των εξόδων. Η χώρα μας για να ανταπεξέλθει, αναγκάζεται να δανείζεται με την ελπίδα ότι το διαταραγμένο ισοζύγιο θα ανακάμψει.  Όταν αυτό δεν γίνεται και οι δανειστές απαιτούν την επιστροφή των δανεισθέντων συν τόκω, τότε φθάνουμε στην κρίση και στην χρεωκοπία. Είναι και άλλες χώρες που ευρίσκονται σε δεινή οικονομική θέση και λαμβάνουν σκληρά οικονομικά μέτρα, δεν ευρίσκονται όμως στην ίδια ανυποληψία  στην οποία ευρίσκεται η χώρα μας. Πρόκειται για ένα διεθνή διασυρμό και χλευασμό της πατρίδας μας και των κατοίκων της, που τραυματίζει την εθνική μας αξιοπρέπεια. Ακούσαμε από ομογενείς ότι έφθασαν στο σημείο να ντρέπονται να δηλώνουν ότι είναι Έλληνες, διότι αυτή η πληροφορία προκαλούσε τον χλευασμό των συνομιλητών τους.

Η αιτία του διασυρμού οφείλεται στα ψευδή στοιχεία, τα οποία έδιναν στην παγκόσμια κοινότητα και στα αρμόδια ευρωπαϊκά όργανα οι υπεύθυνες -υποτίθεται- ελληνικές κυβερνήσεις. Μια συνειδητή προσπάθεια εξαπάτησης, την οποία εάν έκανε ένας απλός έλληνας πολίτης απέναντι στο ελληνικό δημόσιο, θα οδηγείτο σε δικαστική κρίση και καταδίκη. Μια τέτοια συμπεριφορά εξέθεσε διεθνώς τη χώρα μας, τραυμάτισε καίρια την αξιοπρέπειά της και μας ευτέλισε ως λαό στη διεθνή κοινότητα. Είναι προφανές ότι τέτοιες συμπεριφορές προέρχονται από ανθρώπους  διεφθαρμένους, οι οποίοι υποτάσσουν στο ατομικό συμφέρον και στην ιδιοτέλεια τους, την οικονομία αλλά και την αξιοπρέπεια ενός ολόκληρου λαού. Δομικά στοιχεία αυτής της οικονομικής κρίσης  είναι η διαφθορά των θεσμών, η διαφθορά της κοινωνίας και των επί μέρους πολιτών, καθώς και τα φαινόμενα της διαπλοκής. Όλα αυτά τα νοσηρά φαινόμενα, δείχνουν εν τέλει την αληθινή ποιότητα της κρίσης, η οποία είναι πνευματική και έχει σαν καρπό της την οικονομική”.

Στο φυλλάδιο που προαναφέραμε περιλαμβάνεται και το ακόλουθο απόσπασμα: “Η χώρα μας φαίνεται να μην είναι πλέον ελεύθερη αλλά να διοικείται επί της ουσίας από τους δανειστές μας… Είμαστε μία χώρα υπό κατοχή και εκτελούμε εντολές των κυριάρχων – δανειστών μας”.

Το δεύτερο πρόσωπο είναι ο σεβ. μητροπολίτης Πειραιώς Σεραφείμ. Αυτό κληθείς σε τηλεοπτική εκπομπή απεκάλεσε γραικύλους, όσους απεργάζονται την αποδόμηση του νέου ελληνισμού υπακούοντας στα αφεντικά που χαράζουν τη διεθνή πολιτική! Οι διευθύνοντες την εκπομπή θορυβήθηκαν σφόδρα και επισήμαναν ότι καταθέτοντας τέτοιες απόψεις ένας μητροπολίτης εξέρχεται των ορίων δικαιοδοσίας ενός κληρικού. Δεν συνειδητοποίησαν οι “παπαγάλοι” ότι ως εισαγγελείς αποφαίνονται στερούντες την ελευθερία των κληρικών και υποβιβάζοντες αυτούς σε πολίτες δεύτερης κατηγορίας! Ο μητροπολίτης απτόητος τόνισε ότι ο εκκλησιαστικός λόγος είναι προδρομικός, δηλαδή ελεγκτικός των αρχόντων. Δεν δίστασε μάλιστα να αναφερθεί στον ρόλο που διαδραματίζουν στην πολιτική σκηνή οι μασωνικές στοές, οι οποίες λειτουργούν παρατύπως ως ιδρύματα κοινωνικού χαρακτήρα. Ακολούθως έγινε πιό σαφής τονίζοντας ότι πίσω από την επιχειρούμενη παγκοσμιοποίηση, για την οποία αγάλλονται οι γραικύλοι, δρων είναι ο διεθνής σιωνισμός. Οι διευθύνοντες νόμισαν πως βρήκαν πάτημα και αμέσως ερώτησαν, γιατί δεν αποδέχεται ως θεάρεστο το έργο του Χίτλερ; Είναι αστοιχείωτοι ή ανεγκέφαλοι, όσοι ταυτίζουν τον πολύπαθο εβραϊκό λαό με τον σιωνισμό; Ούτε το ένα ούτε το άλλο. Είναι γραικύλοι! Ο σεβ. Σεραφείμ αφού τόνισε ότι η Εκκλησία δεν είναι δυνατόν να αποδεχθεί την οποιαδήποτε μορφή βίας κατά του ανθρωπίνου προσώπου, τόνισε ως κατακλείδα κάτι το εξαιρετικά ενδιαφέρον και σημαντικό: Το τραπεζικό σύστημα είναι αλωμένο από τον διεθνή σιωνισμό! Ένας μητροπολίτης τόλμησε να υπερβεί το κείμενο της Ιεραρχίας, στο οποίο γίνεται απλώς λόγος για υποταγή της χώρας στους δανειστές της. Ασφαλώς και δεν είναι είδηση αυτό, καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι οι Ρότσιλντ, Ροκφέλλερ και Σόρος δεν είναι Λάπωνες. Άλλο όμως να γνωρίζεις και να σιωπάς υποτασσόμενος και άλλο ευθαρσώς να καταγγέλεις τους δυνάστες ενώπιον γραικύλων. Η είδηση, όπως πληροφορήθηκα, έκανε τον γύρο του κόσμου και κάποιοι ορθόδοξοι κληρικοί στο εξωτερικό έσπευσαν να διαχωρίσουν τη θέση τους από αυτή του σεβ. Σεραφείμ τονίζοντας ότι με τους Εβραίους δεν τους χωρίζει τίποτε, τρανή απόδειξη ότι η είδηση αναμεταδόθηκε στρεβλωμένη.

Το τρίτο πρόσωπο είναι ο σεβ. μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας. Αυτός εκλήθη στη Δημητσάνα να ευλογήσει τη νέα δημαρχιακή αρχή και ετοιμαζόμενος για τον αγιασμό εδέχθη επίθεση από “εκσυγχρονιστή” άθεο, ο οποίος επισήμανε ότι δεν υπάρχει νομοθετική διάταξη περί αγιασμού. Ο σεβ. Ιερεμίας απώλεσε την ψυχραιμία του και εστράφη κατά του αντιδράσαντος τονίζοντας ότι η Δημητσάνα είναι πατρίδα του αγίου Γρηγορίου του Ε΄ και ο ίδιος έμεινε ορφανός, καθώς ο πατέρας του έπεσε ηρωικώς μαχόμενος κατά τον ιταλοελληνικό πόλεμο. Βέβαια τα επιχειρήματα αυτά περί της λαϊκής καταγωγής του κλήρου δεν ήταν δυνατόν να πείσουν κάποιον που αναλύει την ιστορία υπό το παραμορφωτικό πρίσμα της αθεϊστικής του ιδεολογίας. Η αποχώρησή του από την αίθουσα φάνηκε νά δίνει τη νίκη στον τολμηρό άθεο, ο οποίος γνώριζε ότι αποτελεί ασήμαντη μειονοψηφία μεταξύ των παρευρισκομένων. Οι πολλοί αντέδρασαν διπλωματικά θέλοντας να θέσουν τέρμα στο επεισόδιο, όχι να ορίσουν τη θέση της Εκκλησίας στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι.

Τα επεισόδια των τύπων που προαναφέραμε θα πληθαίνουν με την πάροδο του χρόνου. Είναι έτοιμη η Διοικούσα Εκκλησία να αντιμετωπίζει τις προκλήσεις; Αυτό θα εξετάσουμε στο επόμενο άρθρο μας.

                                                                       

 

“ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”, 03-01-2011