Η δανειακή σύμβαση Ελλάδας-κρατών Ευρωζώνης υπό το πρίσμα των θεσμών και του δικαίου της ΕΕ – Μέρος ΙΙ
Του Νότη Μαριά*
3.Τα θεσμικά προτάγματα της δανειακής σύμβασης
3 . 1 . Ο ε υ ρ ω – α τ λ α ν τ ι κ ό ς Μ η χ α ν ι σ μ ό ς Δ η μ ο σ ι ο ν ο μ ι κ ή ς Σ τ α θ ε ρ ό τ η τ α ς τη ς Ε υ ρ ω ζ ώ ν η ς
Ανήμερα της επετείου της εθνικής μας εορτής της 25ης Μαρτίου, μετά από έντονη πίεση των αγορών να ληφθούν μέτρα για τη στήριξη του ευρώ, οι Αρχηγοί Κρατών και Κυβερνήσεων της Ευσμού Δημοσιονομικής Σταθερότητας (ΜΔΣ) της Ευρωζώνης. Η συγκρότηση αυτού του μηχανισμού αποτέλεσε συνέχεια της απόφασης της Ευρωζώνης για την ανάληψη συντονισμένης δράσης προκειμένου να διασφαλιστεί η δημοσιονομική της σταθερότητα. Πρόκειται για μια απόφαση η οποία χαρακτηρίζεται από έντονη εποικοδομητική ασάφεια.
Αποτελεί προϊόν συμβιβασμού στο πλαίσιο του γαλλογερμανικού άξονα που για άλλη μια φορά κατέδειξε ότι αποτελεί το κέντρο λήψης των αποφάσεων όχι μόνο της Ευρωζώνης αλλά και της ίδιας της ΕΕ. Το δίδυμο Βερολίνο-Παρίσι περιθωριοποίησε με εμφανή τρόπο όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ αλλά και το Λονδίνο.
Η συμβιβαστική φόρμουλα φέρει ανεξίτηλη τη γερμανική σφραγίδα, όπως είχε συμβεί ήδη στο παρελθόν με τον γερμανοκεντρικό σχεδιασμό της ίδιας της ΟΝΕ που οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα. Κύριο στοιχείο του ΜΔΣ είναι ο διακυβερνητικός του χαρακτήρας με έντονη την ατλαντική του διάσταση, αφού προσδίδει σημαντικό ρόλο και ανάμειξη στην Ευρωζώνη στο ΔΝΤ.
O ΜΔΣ προβλέπει ότι τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης είναι έτοιμα να συνεισφέρουν σε συντονισμένο διμερή δανεισμό στο πλαίσιο δέσμης η οποία θα περιλαμβάνει ουσιαστική χρηματοδότηση του ΔΝΤ και πλειοψηφική ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.Ο μηχανισμός αυτός πρέπει να θεωρείται ως έσχατο μέσο που ενεργοποιείται όταν δεν είναι επαρκής η χρηματοδότηση των δανειακών αναγκών ενός κράτους μέλους της Ευρωζώνης από την αγορά.
Τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης διατηρούν το δικαίωμα βέτο αφού οποιαδήποτε εκταμίευση σχετική με το διμερή δανεισμό θα αποφασίζεται ομόφωνα από τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης, βάσει αυστηρών προϋποθέσεων (conditionality) καθώς και αξιολόγησης της Επιτροπής και της ΕΚΤ. Η συμμετοχή των κρατών της Ευρωζώνης στα διμερή δάνεια αποφασίστηκε να γίνει με βάση το ποσοστό συμμετοχής τους στο κεφάλαιο της ΕΚΤ.
Αντίθετα με τις ελληνικές επιδιώξεις αποφασίστηκε ότι τα επιτόκια των δανείων δεν θα είναι επιδοτούμενα. Έτσι αποκλείστηκε ευθύς εξαρχής η παροχή χρηματοδότησης με βάση ένα μέσο όρο των επιτοκίων της Ευρωζώνης, γεγονός το οποίο θα ήταν ιδιαίτερα ευνοϊκό για την Ελλάδα, αφού θα διαμόρφωνε πολύ χαμηλά το επιτόκιο δανεισμού της από τις χώρες της Ευρωζώνης.
Σε ρητορικό επίπεδο οι ηγέτες της Ευρωζώνης επιβεβαίωσαν «την προσήλωσή τους στην εφαρμογή πολιτικών που αποβλέπουν στην αποκατάσταση ισχυρής, βιώσιμης και σταθερής ανάπτυξης με σκοπό την ενίσχυση της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της κοινωνικής συνοχής».
Πάντως για να μην υπάρξουν παρερμηνείες οι Αρχηγοί Κρατών και Κυβερνήσεων της Ευρωζώνης επισήμαναν την αναγκαιότητα εξασφάλισης της δημοσιονομικής διατηρησιμότητας στην Ευρωζώνη, την ενίσχυση της επιτήρησης των οικονομικών και δημοσιονομικών κινδύνων καθώς και των μέσων πρόληψής τους «συμπεριλαμβανομένης της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος».
3 . 2 . Η α π ό φ α σ η τ ω ν κ ρ α τ ώ ν μ ε λ ώ ν τ η ς Ε υ ρ ω ζ ώ ν η ς γ ι α τ η «δ ι ά σ ω σ η » της Ε λ λ ά δ α ς
3.2.1. Εισαγωγικές παρατηρήσεις
Στις 11 Απριλίου 2010 τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης αποφάσισαν τους όρους οικονομικής στήριξης της Ελλάδας που θα έπρεπε να γίνει κατά τα 2/3 μέσω συντονισμένων διμερών δανείων που θα χορηγούσαν οι χώρες της Ευρωζώνης και κατά το 1/3 από το ΔΝΤ.
Με τον τρόπο αυτό εξειδίκευσαν την απόφαση των ηγετών της Ευρωζώνης που εκδόθηκε στις 25.3.2010 για τη δημιουργία του ΜΔΣ που αναλύσαμε παραπάνω. Όπως προκύπτει από τη σχετική απόφαση, η στήριξη της Ελλάδας έγινε προκειμένου τα κράτη της Ευρωζώνης «να διαφυλάξουν τη χρηματοοικονομική σταθερότητα στην Ευρωζώνη, ως σύνολο». Για το λόγο αυτό αποφάσισαν «να παράσχουν χρηματοδότηση μέσω διμερών δανείων με κεντρική οργάνωση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως μέρος ενός πακέτου, που περιλαμβάνει τη χρηματοδότηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου».
Αυτό άλλωστε ομολογήθηκε εκ των υστέρων με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο από τον πρόεδρο της ευρωομάδας Ζαν Κλοντ Γιούνκερ που με αφορμή την άρνηση της Σλοβακίας να στηρίξει την Ελλάδα, επισήμανε ότι εάν δεν είχε αποφασιστεί η στήριξη της Ελλάδας αυτό «θα είχε οδηγήσει σε μεγάλες ανακατατάξεις για το ευρώ» προσθέτοντας με νόημα «πως πάντα ετίθετο το θέμα σταθερότητας του ευρώ και ποτέ της Ελλάδας». Απαραίτητη προϋπόθεση για τη χορήγηση των δανείων της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ ήταν η διαμόρφωση μέσω τετραμερούς διαπραγμάτευσης Ελλάδας, ΔΝΤ, Επιτροπής και ΕΚΤ ενός κοινού προγράμματος εξυγίανσης της ελληνικής οικονομίας.
Προκειμένου ο ΜΔΣ να είναι συμβατός με το άρθρο 125 ΣΛΕΕ κρίθηκε ότι θα μπορούσε να ενεργοποιηθεί μόνο ως έσχατη λύση, μετά από αδυναμία του ενδιαφερομένου κράτους της Ευρωζώνης να δανειοδοτηθεί από τις αγορές. Αυτό προϋπέθετε αίτηση του κράτους αυτού, θετική εισήγηση της Επιτροπής και της ΕΚΤ και ομόφωνη απόφαση των κρατών μελών της Ευρωζώνης.
3.2.2. Διμερή οργανωμένα δάνεια.
Το σύνολο των διμερών δανείων θα έπρεπε να καλυφθεί με βάση την αναλογία συμμετοχής κάθε χώρας στο κεφάλαιο της ΕΚΤ. Η συμμετοχή των κρατών της Ευρωζώνης στο ΜΔΣ είναι εθελοντική και τελεί υπό την προϋπόθεση ότι οι κυβερνήσεις των εν λόγω χωρών θα προβούν στις αναγκαίες ενέργειες σε εθνικό επίπεδο προκειμένου να τους επιτραπεί η χορήγηση των διμερών δανείων.
Επομένως, επρόκειτο για απόφαση που θα ίσχυε υπό τον όρο κύρωσής της από τα κράτη της Ευρωζώνης σύμφωνα με τους οικείους συνταγματικούς τους κανόνες. Έτσι η Σλοβακία αποφάσισε τελικά να μην συμμετάσχει στο πακέτο στήριξης της Ελλάδας. Τα διμερή δάνεια αποφασίστηκε να είναι έντοκα, χωρίς καμία επιδότηση του επιτοκίου. Στο πλαίσιο αυτό το επιτόκιο αποφασίστηκε να καθοριστεί με μη ευνοϊκούς όρους και να κινηθεί περί το 5% για δάνεια τριετούς διάρκειας και να είναι ως εκ τούτου αρκετά υψηλότερο από το επιτόκιο δανεισμού του ΔΝΤ.
3.2.3. Τοκογλυφικό επιτόκιο.
Ο εν λόγω καθορισμός των μη προνομιακών επιτοκίων έγινε προκειμένου δήθεν η Ελλάδα «να έχει κίνητρα να επιστρέψει στη χρηματοδότηση των αγορών». Έτσι αποφασίστηκε δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο να βασιστούν στο 3-μηνο Euribor και δάνεια με σταθερό επιτόκιο να βασιστούν στα επιτόκια που αναλογούν στα επιτόκια του Euribor swap για τις αντίστοιχες διάρκειες. Στα εν λόγω επιτόκια αποφασίστηκε να προστεθεί επιπλέον επιτόκιο 3% για δάνεια τριετούς διάρκειας ή επιτόκιο 4% για δάνεια άνω των τριών ετών.
Επίσης αποφασίστηκε να προστεθεί και 0,5% ως εφάπαξ ποσό αμοιβής για υπηρεσίες και κάλυψη λειτουργικών δαπανών των δανειστών μας!!! Το ποσό αυτό στο σύνολο των 80 δισ. ευρώ ανέρχεται στο όχι ευκαταφρόνητο ποσό των 400 εκατομμυρίων ευρώ!!! Έτσι όπως αναφέρει επί λέξει και η απόφαση των κρατών μελών της Ευρωζώνης «για παράδειγμα την 9η Απριλίου, για ένα τριετές δάνειο σταθερού επιτοκίου χορηγούμενου στην Ελλάδα, το επιτόκιο θα ανερχόταν στο 5% περίπου».
Αυτό σημαίνει ότι εάν το δάνειο υπερβαίνει την τριετή διάρκεια το επιτόκιο διαμορφώνεται σύμφωνα με τα παραπάνω στο 6% περίπου, δηλαδή μόλις 0,2%-0,3% μεγαλύτερο από τα τοκογλυφικό επιτόκιο που αναγκάστηκε να πληρώσει η χώρα μας όταν βγήκε και δανείστηκε από τις αγορές 8 δισ. ευρώ κατά την έκδοση πενταετούς κοινοπρακτικού ομολόγου στις 25.1.2010!!! Επομένως πρόκειται για καθαρά τοκογλυφικό μηχανισμό χορήγησης δανείων, ο οποίος μάλιστα δεν διαθέτει καν τη νομική υποχρέωση χορήγησης όλου του πακέτου των 80 δισ. ευρώ.
Έτσι με τη σύναψη της ΣΔΔ και την κύρωση του Μνημονίου η χώρα απώλεσε σημαντικό μέρος της εθνικής της κυριαρχίας προκειμένου να λάβει, εάν λάβει, ποσό 80 δισ. ευρώ με τοκογλυφικό επιτόκιο που δεν απέχει ιδιαίτερα από το μέσο επιτόκιο δανεισμού της κατά το πρώτο τρίμηνο του 2010 που είχε διαμορφωθεί στο 6,2%. Πολύ δε περισσότερο που όπως αναλύσαμε παραπάνω η Ελλάδα θα μπορούσε ήδη μέχρι 31 Μαρτίου 2010, να έχει δανειστεί άνετα από τις διεθνείς αγορές τουλάχιστον ποσό 53,4 δισ. ευρώ με μέσο επιτόκιο περί το 6,2% χωρίς να έχει παραιτηθεί από την άσκηση της εθνικής της κυριαρχίας σε σημαντικούς τομείς και χωρίς να έχει μετατραπεί σε οικονομικό προτεκτοράτο του ΔΝΤ και της Ευρωζώνης υπό τον έλεγχο της τρόικας.
3 . 3 . Η ν ο μ ι κ ή φ ύ σ η τ ω ν α π ο φ ά σ ε ω ν γ ι α τ η σ υ γ κ ρ ό τ η σ η τ ο υ μ η χ α ν ι σμού «σ τ ή ρ ι ξ η ς».
Η διερεύνηση της νομικής φύσης των δύο παραπάνω αποφάσεων με τις οποίες συστάθηκε, συγκροτήθηκε και ενεργοποιήθηκε για την περίπτωση της Ελλάδας ο ΜΔΣ παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Οι εν λόγω αποφάσεις κατά τη γνώμη μας συνιστούν θεσμική εξέλιξη μιας συγκεκριμένης πρακτικής που ακολουθούσαν τα κράτη μέλη της Κοινότητας στο παρελθόν εκδίδοντας «Πράξεις των Μονίμων Αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών στο πλαίσιο του Συμβουλίου». Ορισμένες από τις εν λόγω Πράξεις προβλεπόταν από τις Συνθήκες, οι περισσότερες όμως δεν είχαν έρεισμα στο κοινοτικό δίκαιο σύμφωνα με την αρχή της δοτής αρμοδιότητας, πλην όμως συνέβαλαν σημαντικά στην εξέλιξη και λειτουργία της ΕΟΚ και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στη συνέχεια.
Οι εν λόγω πράξεις κατά την κρατούσα γνώμη δεν συνιστούσαν κοινοτικό δίκαιο αν και συνέβαλαν σημαντικά στην επίτευξη των στόχων της Κοινότητας. Προκειμένου όμως να τεθούν σε ισχύ θα έπρεπε να κυρωθούν και να επικυρωθούν από τα κράτη μέλη της Κοινότητας. Οι αποφάσεις λαμβάνονταν στο πλαίσιο του Συμβουλίου επ΄ ευκαιρία των συναντήσεών του και υπό την ιδιότητα των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών και όχι των μελών του Συμβουλίου. Οι εν λόγω αποφάσεις συνιστούσαν πράξεις της «συλλογικότητας των κρατών-μελών», τα οποία αξιοποιώντας το οργανωτικό πλαίσιο του Συμβουλίου ως διακρατική διάσκεψη ή άλλως ως μια διπλωματική διάσκεψη λάμβαναν αποφάσεις οι οποίες συνιστούσαν άσκηση της ικανότητας διεθνούς δικαίου των κρατών μελών της Κοινότητας, υπαγόμενες σε κύρωση κατά το συνταγματικό δίκαιο των εν λόγω κρατών. Είναι δηλαδή ιδιότυπες διεθνείς συμβάσεις. Η μορφή είναι αυτή μιας διεθνούς σύμβασης που έχει συναφθεί από αρμόδιους εκπροσώπους ανεξαρτήτων κρατών.
Επομένως η Δήλωση της 25ης Μαρτίου 2010 των Αρχηγών Κρατών και Κυβερνήσεων της Ζώνης του Ευρώ συνιστά Πράξη των αντιπροσώπων των κρατών μελών της Ευρωζώνης στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, ενώ η Δήλωση της 11ης Απριλίου 2010 από τα κράτη μέλη της Ευρωζώνης συνιστά Πράξη των αντιπροσώπων των κρατών μελών της Ευρωζώνης στο πλαίσιο της Ευρωομάδας. Θα μπορούσε δε κανείς να επιχειρήσει βάσιμα μια ιδιαίτερα ευρεία ερμηνεία και να χαρακτηρίσει τα εν λόγω θεσμικά υβρίδια ως μερικό διεθνές οικονομικό δίκαιο που αφορά αποκλειστικά και μόνο στις σχέσεις των κρατών μελών της Ευρωζώνης. Το εν λόγω μερικό διεθνές οικονομικό δίκαιο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως δίκαιο της ΕΕ, ενώ προσεγγίζει περισσότερο προς το διεθνές οικονομικό δίκαιο.
Επομένως στο πλαίσιο του εν λόγω μερικού διεθνούς οικονομικού δικαίου ισχύουν οι γενικά παραδεδεγμένοι κανόνες και αρχές του διεθνούς οικονομικού δικαίου και του διεθνούς δικαίου γενικότερα. Ταυτόχρονα οι σχέσεις του με το εσωτερικό δίκαιο διέπονται από την αρχή της πρωταρχίας και όχι από την αρχή της υπεροχής όπως αυτή ισχύει στο πλαίσιο του δικαίου της ΕΕ. Επίσης διακρίνεται για τον διακυβερνητικό του χαρακτήρα και δεν έχει καμία σχέση με την αρχή της υπερεθνικότητας που ισχύει στο πλαίσιο της ΕΕ.
Ομοίως δεν έχει στην προκειμένη περίπτωση εφαρμογή ούτε η αρχή της άμεσης εφαρμογής. Προκειμένου να τεθεί σε εφαρμογή το εν λόγω μερικό διεθνές οικονομικό δίκαιο, θα πρέπει να κυρωθεί και να επικυρωθεί από τα συμβαλλόμενα κράτη μέλη της Ευρωζώνης σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς τους κανόνες. Επομένως, οι εν λόγω Πράξεις της 25ης Μαρτίου 2010 και της 11ης Απριλίου 2010 συνιστούν κατά τα άνω διεθνείς συμβάσεις συναφθείσες μεταξύ Ελλάδας και των υπολοίπων κρατών της Ευρωζώνης, με σκοπό τη δημιουργία και ενεργοποίηση του ΜΔΣ και με την κύρωση και επικύρωσή τους από τα συμβληθέντα ως άνω κράτη απέκτησαν νομική ισχύ και δεσμεύουν τα κράτη αυτά. Με τον τρόπο αυτό ιδρύθηκε και απέκτησε νομική ισχύ το νέο θεσμικό υβρίδιο, δηλαδή ο ΜΔΣ.
Στο πλαίσιο αυτό η χώρα μας προχώρησε στην κύρωση των παραπάνω Δηλώσεων και του συναφούς Μνημονίου Συνεννόησης με το ν. 3845/201067. Αφού λοιπόν οι ως άνω Δηλώσεις της 25ης Μαρτίου 2010 και της 11ης Απριλίου 2010 συνιστούν διεθνείς συμβάσεις οι οποίες έχουν συναφθεί μεταξύ Ελλάδας και των υπολοίπων κρατών της Ευρωζώνης και δεδομένου ότι με τις εν λόγω διεθνείς συμβάσεις μεταβιβάζονται πρόσθετες αρμοδιότητες στην Επιτροπή και στην ΕΚΤ, οι οποίες δεν προβλέπονται είτε από την Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (στο εξής: ΣΕΕ) είτε από τη ΣΛΕΕ, οι εν λόγω διεθνείς συμβάσεις όφειλαν να κυρωθούν σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 28 § 2 του Συντάγματος, ήτοι με αυξημένη πλειοψηφία των 3/5 της Βουλής.
Μάλιστα, όπως επισημαίνεται στη ΣΔΔ, ορισμένοι από τους δανειστές πρέπει να ολοκληρώσουν συγκεκριμένες εθνικές διαδικασίες που περιλαμβάνουν ανάλογα με την περίπτωση την κοινοβουλευτική έγκριση πριν να είναι σε θέση να δεσμευθούν για να συμμετάσχουν στη χρηματοδότηση των δανείων στο πλαίσιο της εν λόγω δανειακής σύμβασης. Περαιτέρω προβλέπεται ότι αν Συνταγματικό Δικαστήριο Δανειστή ή καθ΄ ύλην αρμόδιο δικαστήριο για κάθε τέτοιο δανειστή κρίνει με οριστική απόφαση ότι αυτή η σύμβαση ή ένα δάνειο παραβιάζει το Σύνταγμα του Δανειστή και αυτή η παραβίαση δεν μπορεί να αποκατασταθεί, τότε μόνο η δέσμευση κάθε δανειστή ακυρώνεται αμέσως και αμετάκλητα, αλλά αυτό δεν εγείρει αξίωση για την επίσπευση (πρόωρη εξόφληση) των υφισταμένων δανείων. Προς εφαρμογή του ΜΔΣ οι διάφορες άλλες συναφείς αποφάσεις λήφθηκαν επίσης είτε από τους «εκπροσώπους των κρατών της Ευρωζώνης» είτε από «τους εκπροσώπους των κρατών της ΕΕ».
ΠΗΓΗ: Πέμπτη, 19 Μαΐου 2011, http://seisaxthia.blogspot.com/2011/05/2.html
* Ο Νότης Μαριάς είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο τμήμα Οικονομικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης, http://www.soc.uoc.gr/econ/Personnel/personnel_navigation.php?lang=ell&id=30