ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ – ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ – ΙΙ

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΟ ΦΟΝΤΟ ΤΟΥ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΟΣ – ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ – Μέρος  ΙΙ

 

Των ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ ΝΑΡ ΑΛ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗ, ΧΡ. ΚΑΥΚΙΑ, ΠΑΝ. ΚΟΣΜΑ, Κ. ΜΑΡΚΟΥ  & ΠΑΝ. ΦΡΑΝΤΖΗ.

 

Συνέχεια από το Μέρος Ι

Πριν λοιπόν μιλήσουμε για τους άλλους "ας κοιτάξουμε, μάχιμα και αισιόδοξα, μέσα μας".

Στις 22 του περασμένου Μάρτη έκλεισαν τρία χρόνια από την ιδρυτική διακήρυξη της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Στην ίδρυση και δράση της συνέβαλλαν θετικά, με τον τρόπο, τα λάθη και τις αδυναμίες κάθε μιας, όλες οι πολιτικές οργανώσεις και οι ανένταχτοι αγωνιστές που την απαρτίζουν.

Στην τρίχρονη αυτή πορεία ανέπτυξε μια αξιοσημείωτη δράση με αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά. Κορύφωση αυτής της δράσης ήταν η παρέμβαση στην καπιταλιστική κρίση και η πρόταση των πέντε πολιτικών αιτημάτων – αξόνων: παύση πληρωμών προς τους πιστωτές και μονομερής διαγραφή του χρέους ως βασική προϋπόθεση, έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ, κρατικοποίηση με εργασιακό έλεγχο τραπεζών και στρατηγικών τομέων της οικονομίας, ανατροπή της κυβέρνησης, δημόσια αγαθά προστασία της ζωής εργαζομένων και ανέργων. Μέσα υλοποίησης του προγράμματος προκρίνονται ένα αναγεννημένο εργατικό κίνημα- που προσλαμβάνεται διαφορετικά από τις συνιστώσες της- και μια σύγχρονη αντικαπιταλιστική Αριστερά που θα μπορεί να ενώσει και εμπνεύσει.

Το αντικαπιταλιστικό αυτό πρόγραμμα επέδρασε στην Αριστερά και στο Λαϊκό κίνημα. Εκφράστηκε δε με τη συγκέντρωση πάνω από 100.000 ψήφων στις προηγούμενες περιφερειακές εκλογές. Όσο όμως βάθαινε η κρίση και αναζητούσε τόσο άμεσες, όσο και γενικότερες απαντήσεις, το πρόγραμμα αυτό αποδυκνυόταν ανεπαρκές. Παρόλο λοιπόν την ύπαρξη ενός ορατού εύθραυστου ρεύματος υπέρ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που ήταν δεδομένο στις εκλογές του Μάη, ως συνέχεια της δράσης, της εμβέλειας και της αυτοπεποίθησης που δημιούργησε το θετικό αποτέλεσμα των περιφερειακών εκλογών, ωστόσο με τη γραμμή της Αριστερής Κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ- δυο εβδομάδες πριν από τις εκλογές του Μάη- η πτωτική πορεία αρχίζει. Και όσο καταρρέει το ΠΑΣΟΚ και ο στόχος γίνεται ρεαλιστικός τόσο η πτώση συνεχίζεται. Το 1,2 % ήταν μια στάση στη συνεχιζόμενη από τέλος Απρίλη πτωτική πορεία χωρίς μάλιστα τη δυνατότητα ανακοπής."Ο κόσμος δεν άκουγε" με αποτέλεσμα στις δεύτερες εκλογές, μετά και την οξυμένη και ωμή ιμπεριαλιστική πολιτική παρέμβαση της Ουάσιγκτον, του Βερολίνου, του Παρισιού και της Βόννης εναντίον των αντι ΕΕ αισθημάτων του Ελληνικού λαού, να διαμορφωθεί το μετεκλογικό πολιτικό σκηνικό και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να "επιστρέψει" στο 0,33%. Στην ουσία έκλεισε ένας κύκλος του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Δεν μπορεί και δεν επιτρέπεται να συνεχίσουν με τον ίδιο τρόπο και μορφή χωρίς τον κίνδυνο εξαφάνισης και στρατηγικής ήττας.

Το μεγάλο ερώτημα είναι η σχετική ευκολία που άρχισαν να απομακρύνονται από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, όσοι την αντιμετώπιζαν με θετικό τρόπο. Τα ερωτήματα μάλιστα είναι βαθύτερα αφού η ΑΝΤΑΡΣΥΑ παρουσίασε την εικόνα της υπόλοιπης αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στην Ευρώπη η οποία, τη στιγμή ακριβώς του αναγκαίου της ενίσχυσής της, αποδυναμώνεται. Γνώμη μας είναι ότι εμφανίσαμε προβλήματα και στη μορφή και στο περιεχόμενο.

Πιο συγκεκριμένα:

1. Στη μορφή:

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδινε και δίνει την εντύπωση χαλαρής πολιτικής συνεργασίας οργανώσεων. Η εμφάνιση παντού και οπωσδήποτε πολλών ομιλητών επικύρωνε την εικόνα μιας χαλαρής συνομοσπονδίας αβέβαιου μέλλοντος. Με μετατροπή της αναγκαίας αυτοτελούς παρέμβασης (τι σημαίνει τελικά και γιατί προγραμματίζεται η αυτοτελής παρέμβαση σε ένα μετωπικό σχήμα;) και παρουσίας των οργανώσεων που την απαρτίζουν σε ευκαιριακές παρεμβάσεις προβολής και ενίσχυσης της κάθε οργάνωσης δια της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και όχι το αντίθετο. Με ανυπεράσπιστη αυτής καθαυτής της πολιτικής του Μετώπου Ρήξης και Ανατροπής. Είναι χαρακτηριστικό πως την επαύριο της πανελλαδικής συνδιάσκεψης της ΑΝΤΑΡΣΥΑ τον Οκτώβρη του 2011, που συμπύκνωσε την πολιτική της στο «εργατικό και λαϊκό αγωνιστικό μέτωπο ρήξης, νίκης και ανατροπής» οργανώθηκαν, π.χ. από την ΑΡΑΝ, εκδηλώσεις που δεν στήριζαν το μέτωπο αυτό που μόλις χθες είχε επιλεγεί, αλλά επιδίωκαν τη δημιουργία άλλου μετώπου. Παρουσίαζε επίσης μια εικόνα με ασαφή τα όρια εκτίμησης του συσχετισμού των δυνάμεων ανάμεσα στην αστική και την εργατική πολιτική, το επίπεδο και τη δυναμική του κινήματος (κυρίως από πλευράς ΣΕΚ).

Ο διάχυτος αριστερός σκεπτικισμός, η υποχώρηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αποτυπώνει τη διαπίστωση ότι ενώ οι αποφασιστικές αναμετρήσεις είναι σε εξέλιξη, ενώ αναζητείται λύση σχετικά επίμονα προς τα αριστερά από εργατικά και λαϊκά στρώματα και η πανοπλία της αστικής πολιτικής έχει αρχίσει και αυτή να σκουριάζει, η προετοιμασία, ο στρατηγικός και προγραμματικός επανεξοπλισμός, ο βαθμός οργάνωσης των εργατικών και ταξικών δυνάμεων δεν ανταποκρίνεται στις συνθήκες του σύγχρονου ταξικού πολέμου. Έτσι εμφανίζεται το παράδοξο, οι βασικές ιδέες για «πολιτική ανεξαρτησία – ανατροπή», «μετωπική ενωτική πολιτική» «κάτω η κυβέρνηση, το ΔΝΤ και η Ευρωπαϊκή Ένωση» να επιδρούν στο ρεύμα που στρέφεται προς τα αριστερά, ενώ ο φορέας που τις διατυπώνει να μειώνεται εκλογικά. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ιδεολογικά μη συγκροτημένη και πολιτικά ασαφής, δεν μπόρεσε να συγκροτήσει και να ισχυροποιήσει έναν σοβαρό κεντρικό πυρήνα εκλογικής, αλλά και πολιτικής, επιρροής. (Τα στοιχεία της ασαφούς πολιτικής εικόνας αλλού λιγότερο και αλλού περισσότερο αφορούν και το ίδιο το ΝΑΡ). Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχίζεται.

2. Στο περιεχόμενο:

α. Εμφανίστηκαν πολιτικές αδυναμίες και αστάθειες στο να δίνεται διαρκώς η δύσκολη μάχη στη βάση της δομικής κρίσης του καπιταλισμού και όχι στη μορφή εκδήλωση της που είναι η κρίση χρέους. Η κρίση χρέους αυτονομήθηκε συχνά από την κρίση του καπιταλισμού. Η γραμμή διαγραφής το χρέους όπως δόθηκε (όλες οι αντιπολιτευόμενες δυνάμεις από ΣΥΡΙΖΑ μέχρι και τη ΧΑ εμφάνισαν μια γραμμή σύγκρουσης σε αυτό το ζήτημα) φαινόταν σαν μια πιο σκληρή εκδοχή της μερικής διαγραφής του και όχι σαν σύγκρουση με το καπιταλιστικό «είναι» της κρίσης.

Αλλά και όταν η μάχη δινόταν στη βάση της διεθνούς καπιταλιστικής κρίσης, η σημερινή κρίση δεν αντιμετωπιζόταν ως εκδήλωση ενός ανώτερου κύκλου της ιστορικής κρίσης του καπιταλισμού της εποχής μας, κλονισμού του ρόλου της «ανταλλακτικής αξίας» και του χρήματος, της καπιταλιστικής ατομικής ιδιοκτησίας. Ως κρίση δυνητικής δομικής αποσταθεροποίησης των κυρίαρχων κοινωνικών σχέσεων που δεν «χωράνε» τη σημερινή εκτίναξη των κατακτήσεων του κοινωνικού πολιτισμού: Την ποσοτική και ποιοτική ανάπτυξη της σύγχρονης εργατικής τάξης, τις ανώτερες, εν δυνάμει, πολιτικές και πολιτιστικές ανάγκες και δυνατότητες της, ακριβώς σε αυτή τη νέα εποχή. Ως δομική κρίση η οποία έχει ως ουσιαστική διαφορά με τις αντίστοιχες προηγούμενες ακριβώς ότι στην ουσία οι παραγωγικές δυνάμεις που ο ίδιος ο καπιταλισμός επαναστατικοποιεί, ιδιοποιείται, διαστρέφει και επιχειρεί να ακρωτηριάζει, δεν μπορεί να τις εσωτερικεύσει χωρίς σοβαρές διαταραχές στην ίδια τη λειτουργία του. Γι' αυτό και δυσκολεύεται να βρει λύση και συνεχίζει να δίνει το ίδιο φάρμακο στον ασθενή: Να «ταΐζει» με κεφάλαια διάσωσης τις τράπεζες για να κερδίσει χρόνο μπας και βρει την απάντηση.

Τελικά δεν καταφέραμε να θέσουμε το δίλλημα που αναζητά και συνεπάγεται την ανάλογη λύση: «Ποια είναι η διέξοδος στο γεγονός πως μετά τριάντα – σαράντα χρόνια τα σημερινά παιδιά και τα παιδιά τους θα ζήσουν τα ίδια και χειρότερα αφού ανεξάρτητα από τις πολλαπλές σκοπιμότητες των αστικών εξαγγελιών η κρίση με τη σημερινή έκφρασή της σταδιακά, αργά ή γρήγορα, πρόκειται να «ξεπεραστεί» μόνο και μόνο για να «επιστρέψει» με νέες μορφές και με μεγαλύτερη ένταση στα πλαίσια αυτού του νέου ιστορικού κύκλου;» Ένα τέτοιο πολιτικό δίλλημα επιστημονικά και πολιτικά τεκμηριωμένο "νομιμοποιεί" βαθύτερα ερωτήματα και ανάλογες απαντήσεις που σχετίζονται με την κομμουνιστική κοινωνία και ως λύσης στα αδιέξοδα των καπιταλιστικών κρίσεων.

Μια τέτοια αναγκαία και δύσκολη αντιμετώπιση της κρίσης και της αστικής πολιτικής που τη συνοδεύει δεν χτίζεται στη διάρκεια των εκλογών αλλά κυρίως πριν από αυτές. Η κρίση δεν αντιμετωπίστηκε ως τέτοια γιατί δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ αλλά και εντός του ΝΑΡ ταλαντεύονται σε αυτό το ζήτημα.

β. Η προωθούμενη αστική πολιτική της συνολικής κοινωνικής βαρβαρότητας που εμφανίζεται ήδη από το τέλος της δεκαετίας του ΄90 και υπεραντιδραστικοποιείται με την κρίση, δεν είναι απλά μια πολιτική επιλογή των κυρίαρχων κύκλων. Δεν αποτελεί παράδοξη εμμονή ή κάποιο αυτόματο αποτέλεσμα μόνο των αρνητικών συσχετισμών που δημιουργήθηκαν από την τεράστιας σημασίας ήττα του εργατικού κινήματος και της Αριστεράς, τον περασμένο αιώνα. Η τάση για μια υπεραντιδραστική στροφή διαρκείας σε βάρος της εργασίας αποτελεί θεμελιώδη, εσωτερική, αναγκαία πλευρά της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας. Τάση που θα προωθείται μέσα από διαφορετικές ιστορικές τακτικές και πολιτικές ανάλογα με τις καμπές της ταξικής πάλης. Η συνειδητή αυτή ποιοτική υπεραντιδραστική αστική αντεπίθεση συνιστά μια τρομακτική απειλή για την ειρήνη, την επιβίωση, τις ελευθερίες, τα δικαιώματα των καταπιεσμένων, τις κατακτήσεις του κοινωνικού πολιτισμού της ανθρωπότητας.

Η σύγχρονη αστική πολιτική δεν αντιμετωπίστηκε συνολικά από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ως εσωτερική αντικειμενική αναγκαιότητα του σύγχρονου καπιταλισμού η οποία ξεγυμνώνεται, υπεροξύνεται και αποκαλύπτεται με την πολιτική αστικής αντιδραστικής εξόδου από την κρίση. Δεν αποδεικνυόταν – παρά την επίκληση – πως ο καπιταλισμός δεν έχει πλέον περιθώρια μιας μορφής έστω της παλιάς σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης. Με τελικό αποτέλεσμα, αντί να συνεπάγεται ως αντικειμενική η ανάγκη του σύγχρονου εργατικού επαναστατικού αγώνα για την αντιμετώπισή της, να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος οι λογικές "Αλλαγή του διαχειριστή και κάτι θα γίνει!". Αυτό έγινε με το ΣΥΡΙΖΑ.

Αλλά και τα ίδια τα πολιτικά αιτήματα παρέμειναν στην ουσία ίδια, με επιμέρους διαφοροποιήσεις, από τις περιφερειακές εκλογές. Τότε όμως είχαν θετική επίδραση – και λόγω της φύσης των εκλογών- στην Αριστερά και στο κίνημα. Στη συνέχεια όμως η κρίση εξελίσσεται και τίθενται αμεσότερα και στρατηγικότερα ζητήματα.

Αντ' αυτού η αντικαπιταλιστική ανατροπή της επίθεσης ερμηνευόταν όπως την ήθελε ο καθένας: άλλος ως επανάσταση, άλλος ως εξέγερση, άλλος ως κίνημα, άλλος ως κυβέρνηση. Αυτό είναι το σοβαρό πρόβλημα και ανάλογη είναι η ευθύνη του ΝΑΡ, των πλειοψηφιών του, της ηγεσίας του, των μειοψηφιών και των υπογραφόντων.

γ. Όπου εφαρμόστηκε και παγιώθηκε σχετικά η πολιτική του ΔΝΤ δυσκολεύτηκε εξαιρετικά η δράση ακόμη και η ύπαρξη της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος.

Γι' αυτό και η αναχαίτιση και ανατροπή της αποκτά στρατηγικά χαρακτηριστικά, γεγονός που καθορίζει τόσο την τακτική στο συνδικαλιστικό κίνημα όσο και την πολιτική συμμαχιών. Στο σημείο αυτό έγιναν ορισμένα βήματα, όμως με καθυστερήσεις, ταλαντεύσεις και ατολμία. Με βάση τις θέσεις για "διαγραφή του χρέους, έξοδο από το ευρώ και συσπείρωση όλων των δυνάμεων με ισοτιμία έκφρασης που στοχεύουν τη ρήξη με την ΕΕ" θα έπρεπε τολμηρά, χωρίς εκ των προτέρων περιορισμούς, πάντα πάνω στη βάση προγράμματος, να επιδιωχθούν συμμαχίες. Μια τέτοια τολμηρή πολιτική συμμαχιών, στηριγμένη στη διακηρυγμένη δημόσια εκτίμηση πως η νικηφόρα αναμέτρηση με την ουσία της προωθούμενης αστικής πολιτικής απαιτεί μεγάλη συγκέντρωση δυνάμεων, δημιουργεί θετική εικόνα για το φορέα της.

Αντ' αυτών, στο εργατικό και μαζικό κίνημα παραμένουν ακόμη πρακτικές μη ουσιαστικού πολιτικού διαχωρισμού από τις ηγεσίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Παραμένουν οι αποστάσεις με την πρωτοβουλία για μια ταξική κίνηση. Η άρνηση έμπρακτης πίεσης στο ΠΑΜΕ και στα αγωνιστικά σωματεία και ομοσπονδίες που ελέγχονται από το ΠΑΣΟΚ αλλά διαφοροποιούνται θετικά. Ο Συντονισμός Σωματείων διολισθαίνει σε όργανο συνεννόησης κορυφών (ΑΝΤΑΡΣΥΑ- Αριστερό Ρεύμα ΣΥΡΙΖΑ). Στην πολιτική εκλογικών συνεργασιών εμφανίστηκε έλλειψη σχεδίου οργανωμένης παρέμβασης στις από τα Αριστερά αδιαμόρφωτες διαφοροποιήσεις στο ΠΑΣΟΚ. Δεν αξιοποιήθηκαν τα σοβαρά ρήγματα από τα αριστερά στο ΣΥΡΙΖΑ, που εμφανίστηκαν στις περιφερειακές. Με αποτέλεσμα, αμφιθυμίες, ταλαντεύσεις και μεταμορφώσεις της μετωπικής τακτικής, πριν και ανάμεσα στις πρώτες και δεύτερες εκλογές κυρίως με το «Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής». Τέθηκαν – κακώς- προσωπικά ζητήματα που κλόνισαν την βαθύτερη πολιτιστική ηγεμονία της προσπάθειάς μας, συσκότισαν καταστάσεις και μετέφεραν ευθύνες στο ΝΑΡ.

δ. Το πιο καθοριστικό και ταυτόχρονα το πιο διαρκές καθήκον των επαναστατών, ιδιαίτερα στην κατάσταση της εμφανιζόμενης νέας ιστορικής κρίσης του συστήματος, είναι να υπερασπίζονται τη δυνατότητα και την προοπτική μιας νέας και ανώτερης από κάθε άλλη φορά επανάστασης προς τον κομμουνισμό. Μιας επανάστασης που θα στηρίζεται στις ποιοτικά προωθημένες απαιτήσεις, τις ιστορικές εμπειρίες και τις κατακτήσεις του κοινωνικού και εργατικού πολιτισμού της εποχής μας. Αυτό το καθήκον δεν σημαίνει ότι ευτελίζεις την επανάσταση σε προγραμματικό ελιξίριο «για όλες τις χρήσεις», όταν δεν υπάρχουν ακόμα οι επαναστατικές συνθήκες και οι συσχετισμοί. Πολύ περισσότερο όταν κορυφώνεται, όπως συμβαίνει σήμερα, η αντίθεση ανάμεσα στις νέες αντικειμενικές αναγκαιότητες – δυνατότητες και στην ανετοιμότητα και καθήλωση του υποκειμενικού παράγοντα και του συνολικού εργατικού κινήματος. Αντίθετα σημαίνει ότι η μετασχηματισμένη στρατηγική της επανάστασης γίνεται οδηγός για δράση, για το σχετικά αυτοτελές άμεσο πολιτικό πρόγραμμα, για την ενωτική αντικαπιταλιστική πάλη και την ανατροπή της εξοντωτικής επίθεσης του κεφαλαίου, για την επιβίωση και τις ελευθερίες των εργαζομένων. Σημαίνει συμβολή στη προσπάθεια κατάκτησης από τους εργάτες για τους εργάτες, με την αγωνιστική εμπειρία και με τη σκέψη τους, του δικού τους εργατικού επαναστατικού δρόμου.

Σημαίνει σε κάθε περίπτωση:

– Αυτοτελή αντικαπιταλιστική πολιτική γραμμή και πάλη σε περιεχόμενο και μορφή, γύρω απ' όλα τα μεγάλα προβλήματα της επιβίωσης, της ελευθερίας και της συνολικής χειραφέτησης, σε αντιπαράθεση με τα σύγχρονα δόγματα, τις κυβερνήσεις, τους θεσμούς και την ηγεμονία της αστικής πολιτικής και των μορφών της.

– Διαπάλη για ηγεμονία της αντικαπιταλιστικής πολιτικής «μέσα από την αγωνιστική ενότητα» σ' ένα μετασχηματιζόμενο μαζικό πολιτικό κίνημα των εργαζομένων και της νεολαίας.

– Πάλη για τη συγκρότηση της νέας ευρύτερης εργατικής κομμουνιστικής πρωτοπορίας με βάση τις γνώσεις και τις δυνατότητες της εποχής μας, για τον ριζικό μετασχηματισμό και την ενιαία δράση του πολιτικού μαζικού εργατικού κινήματος.

– Πάλη για υλικές-πολιτικές κατακτήσεις, για μικρές και μεγάλες νίκες, για φωτεινά μονοπάτια στην εμπειρία των εργαζομένων, που να μπορούν να μετατρέπουν και τις ήττες σε ανώτερη σκέψη και πράξη.

– Μέτωπο απέναντι στον πολιτισμό της ατομικής ιδιοκτησίας των ιδεών, της πολιτικής, των κοινωνικών ανθρώπων μέσα στο κίνημα.

– Την αναγέννηση ενός νέου εργατικού διαφωτισμού, του ενωτικού πολιτισμού του ταξικού αγώνα, της εργατικής, επαναστατικής και κομμουνιστικής οργάνωσης, ως αναγκαιότητα και απάντηση απέναντι στην σκοταδιστική εκστρατεία του κεφαλαίου.

Η προσπάθεια αυτή προϋποθέτει μια όσο το δυνατόν πιο άμεση τομή στην προγραμματική στρατηγική και πολιτική φυσιογνωμία και συσπείρωση των κομμουνιστικών δυνάμεων της εποχής μας, όλων των ρευμάτων όλων των γενιών. Υπάρχει αναγκαιότητα και δυνατότητα, μέσα από μεγάλες αμοιβαίες προσπάθειες των ανεξάρτητων πρωτοπόρων κομμουνιστών όλων των ρευμάτων και όλων των κομμάτων και ειδικά της επαναστατικής αριστεράς που επιδιώκουν να συμβάλουν στο πρόγραμμα του κομμουνισμού και της επαναστατικής πάλης της εποχής μας και στη γονιμοποίηση της σχετικά αυτοτελούς αντικαπιταλιστικής πολιτικής γραμμής, στη συγκέντρωση των δυνάμεων ενός νέου κόμματος του επαναστατικού κομμουνισμού και της εργατικής χειραφέτησης από κάθε καταπίεση. Η παρέμβασή μας αυτή, αυτό θέλει να δηλώσει και αυτό το σκοπό να υπηρετήσει.

Το ΝΑΡ, παρά τις προσπάθειες, δεν είχε και δεν έχει σαφές, σύγχρονο κομμουνιστικό στίγμα και ταυτόχρονα, αντίστοιχα ενωτική αντικαπιταλιστική γραμμή. Η αιτία δεν μπορεί να αναζητηθεί στις ειδικές συνθήκες της εκλογικής μάχης. Το βασικότερο είναι η μακροχρόνια υποτίμηση – διαφωνία ή ο συμβιβασμός με ρεύματα που αρνούνται την κατάκτηση μιας σύγχρονης κομμουνιστικής φυσιογνωμίας. Γι' αυτό ένα ανάλογο περιεχόμενο «δεν ανακαλύπτεται» και περιοριζόμαστε μόνο στην επίκλησή του. Η επίκληση όμως από μόνη της δεν συνεπάγεται και την ύπαρξη αυτού που επικαλούμαστε.

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2012

 

 
 

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.