Το κενό νοήματος που αναπαράγεται

Το κενό νοήματος που αναπαράγεται

 

Του Λευτέρη Κουσούλη *

 

Καθώς ο νέος χρόνος έχει ήδη ανατείλει και όπως κάθε νέος χρόνος, έτσι φέρνει κι αυτός μαζί του προοπτικές και ελπίδες. Οι ευχές όλων συνοδεύουν αυτές τις ημέρες (Σ.Σ.: γράφτηκε αρχές Γενάρη 2008). Μια ευχή που μας χρειάζεται όμως περισσότερο από κάθε άλλη, αν και δεν συνηθίζεται, είναι η ευχή να ξαναβρεί ο δημόσιος διάλογος τη θέση που του ανήκει στα πολιτικά πράγματα της χώρας.

** Μα σήμερα δεν ανθεί, θα έλεγε κανείς, και μάλιστα πληθωρικά, η δημόσια συζήτηση; Στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα, στην τηλεόραση, παντού;

Και όμως, μια απουσία, μια απουσία ουσιαστικού δημόσιου διαλόγου, χαρακτηρίζει -έπρεπε να πούμε σφραγίζει- την εποχή μας. Φανερά και αθέατα μέτωπα μένουν εκτός παρατήρησης, εκτός ενασχόλησης και κριτικής από το δημόσιο λόγο. Από τον πολιτικό λόγο σίγουρα, αλλά και από το σύνολο του δημόσιου λόγου.

** Την ίδια ώρα, ένας χείμαρρος λόγου, αναφορών, κριτικής και εικόνων κατακλύζει το μέσο επικοινωνίας που δεσπόζει σήμερα στο σύστημα ενημέρωσης, την τηλεόραση. Εκεί, στις οθόνες της, είτε το θέλουμε είτε όχι, επιχειρεί να υπάρξει αυτό που ονομάζουμε δημόσιος διάλογος στις μέρες μας.

** Αυτή η πραγματικότητα -λόγου και εικόνων- έχει μέσα της όλα τα στοιχεία της προσχηματικότητας. Και, τελικά, η κριτική που φέρει, ή προβάλλει ως τέτοια, είναι επιπόλαιη, επιδερμική και καταλήγει ανώδυνη. Λειτουργεί η κριτική αυτή σαν υποκατάστατο ενός ουσιώδους δημόσιου διαλόγου και, με το ύφος της άνεσης που δίνει ή που επιτρέπει η τηλεοπτική σκηνοθεσία των πραγμάτων, ιδεολογικοποιεί την απουσία του ουσιαστικού δημόσιου διαλόγου.

** Στο κέντρο αυτού του φαινομένου δεν έχουν καμιά ελπίδα ύπαρξης το επιχείρημα, η ανάδειξη των πραγματικών στοιχείων της κοινωνικής και πολιτικής σύγκρουσης, η πραγματική συζήτηση, ένας διάλογος ουσίας. Ως εκ τούτου, αυτό που προκύπτει καθίσταται τελικά αδιάφορο. Στιγμιαία μόνο διέρχεται μπροστά στα μάτια του πολίτη-τηλεθεατή.
** Αυτή όλη η τηλεοπτική σκηνοθεσία, μαζί με την καυστικότητα του λόγου που διεκδικεί όλο και περισσότερο χρόνο, εκτοπίζοντας την ουσία του, τροφοδοτεί με τη σειρά της την αδράνεια. Και εντέλει την ακινησία. Αφήνει τους θεατές αμέτοχους, εξασφαλίζοντάς τους την ψευδαίσθηση της συμμετοχής. Συμμετέχουν, ασφαλώς, αλλά περιοριζόμενοι και αυτοπεριοριζόμενοι στο ρόλο του παρατηρητή.

Ακόμη και η διασκέδαση και η εντός αυτής κριτική αφαιρούν χρόνο από το λόγο και εκτοπίζουν τη σκέψη και τη δημόσια ανάπτυξή της, με τη μορφή του πραγματικού πολιτικού λόγου, της αντιπαράθεσης δηλαδή και της σύγκρουσης.

** Διαμορφώνουν όλα αυτά μια συνθήκη ανελευθερίας. Διαμορφώνουν συνθήκες εκτόνωσης, συνενοχής και εν τέλει της αυταπάτης ότι οι αποδέκτες της κριτικής δεν είναι συντελεστές του αδιεξόδου -για το οποίο εν τω μεταξύ κατά βάθος γίνεται λόγος. Με τον τρόπο αυτό «αθωώνονται» οι πραγματικοί πρωταγωνιστές.


** Γίνεται συχνά λόγος για «αριστοφανισμό». Παραμερίζοντας την υπερβολή, θα παρατηρούσαμε ότι, αν το δεχθούμε αυτό, ο αριστοφανισμός εδώ αποτελεί εκδήλωση μιας κοινωνίας σε αδιέξοδο, σε ακινησία, μιας κοινωνίας εν τέλει ηττημένης.

Αυτό είναι αποτέλεσμα της εγκατεστημένης αδράνειας με την οποία τείνει να συμβιβαστεί και να την αποδεχτεί κατά βάθος ο μέσος άνθρωπος.

** Την ίδια στιγμή, η κοινωνία που μέσα της τα μικρά και μεγάλα προβλήματα παραμένουν και τα φανερά και αθέατα μέτωπα βρίσκονται σε ένταση, μάταια προσδοκά -μέσα από την πολιτική- δημόσια αντιπαράθεση επί της ουσίας. Αυτή δεν έρχεται. Κανείς δεν θέλει την ευθύνη της. Κανείς δεν αναδέχεται το κόστος της.

Τα ουσιαστικά μέτωπα συζητούνται επιδερμικά, ή πάλι «ανοίγονται» μόνο και μόνο για να «κλείσουν»: Ασφαλιστικό; Καταταλαιπωρημένες δημόσιες επιχειρήσεις;

Εθνικό Σύστημα Υγείας που μαραζώνει και καταλήγει να προσβάλλει; Παιδεία που εγκαταλείπεται; Ασφάλεια του κοινού πολίτη; Ατυχήματα στους δρόμους που θερίζουν ζωές; Περιβάλλον που το θυμόμαστε μόνο τις ώρες των μεγάλων πυρκαγιών ή της εκφώνησης πανηγυρικών ευκαιρίας;

** Κάτω από όλα αυτά υπάρχει ένα κενό. Ένα κενό περιεχομένου. Ένα κενό νοήματος. Η απουσία της δημόσιας αντιπαράθεσης τροφοδοτείται από τα υποκατάστατά της. Αυτά με τη σειρά τους αλληλοτροφοδοτούνται και έτσι το κενό αναπαράγεται.


** Η μη αναζήτηση νοήματος διαμορφώνει μια ιδανική συνθήκη απαλλαγής των πολιτικών πρωταγωνιστών από αυτή την ευθύνη. Ευθύνη που είναι σύμφυτη με το ρόλο τους και τη θέση που διεκδικούν στα δημόσια πράγματα. Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα και το κλίμα, ευδοκιμούν οι προσπάθειες ευκαιριακής εκμετάλλευσης στο επίπεδο του θεάματος και άρνησης της ουσίας.

** Η πραγματική απουσία δημόσιου διαλόγου εμπεριέχει, τελικά, μια περιφρονητικότητα προς τον πολίτη και οδηγεί στην απαξίωση της πάντα υπαρκτής προσδοκίας του για πολιτικό περιεχόμενο.

Κάτω από όλα αυτά ελλοχεύει η απώλεια ταυτότητας του καθημερινού ανθρώπου, αφού τα σημεία αναφοράς γύρω από τα οποία θα όφειλε να συγκροτείται η συλλογική μας πορεία δεν αποτελούν πια αντικείμενο συζήτησης. Η υποχώρηση της πολιτικής ουσίας άφησε ανοιχτό το δρόμο σε αυτούς που δεν έχουν τίποτα να πουν και να γράψουν πάνω στις, ξεδιπλωμένες στις οθόνες, φανταχτερές σημαίες της εποχής μας.

* Ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΚΟΥΣΟΥΛΗΣ είναι πολιτικός επιστήμονας.

ΠΗΓΗ: ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ – 06/01/2008, 

http://archive.enet.gr/online/online_text/c=110,dt=06.01.2008,id=80830672

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.