ΟΜΙΛΙΑ στην Η΄ ΚΥΡΙΑΚΗ του ΜΑΤΘΑΙΟΥ – αρτοκλασίας,
Μτθ, ιδ΄, 14-22,** 07-08-2011.
Του (+) π. Νικολάου Φαναριώτη*
«…και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν, και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις…», Μτθ, ιδ΄, 20.
Το περιστατικό του σημερινού Ευαγγελίου συνέβη στην αρχήν της δημόσιας δράσεως του Ιησού, αμέσως μετά τον αποκεφαλισμόν του Προδρόμου. Τότε μπήκε στο πλοίον στην Καπερναούμ και ανεχώρησε για την απέναντι όχθη της Γενησαρέτ. Ο λαός που τον υπεραγαπούσε, τον ακολούθησαν πεζή από τις όχθες της παραλίας. Έτσι όταν βγήκε από το πλοίο, τους βρήκε μπροστά του: «Και εξελθών ο Ιησούς είδε πολύν όχλον, και ευσπλαγχνίσθη επ’ αυτούς και εθεράπευσε τους αρρώστους αυτών», Μτθ, ιδ΄, 14.
Κόντευε να βραδιάσει, όταν πρώτοι οι μαθηταί αντελήφθησαν ότι όλοι ήσαν νηστικοί από την προηγούμενη ημέρα και το είπαν στον Χριστόν. Επακολούθησε το θαύμα της τροφής 5.000 ανθρώπων από 5 άρτους και 2 ιχθύας, ως γνωστόν.
Τώρα γι’ αυτόν που θα ασχοληθεί προσεκτικά με το περιστατικόν, θα επισημάνει τρία θέματα.
1) Το πρώτο θέμα της Αρτοκλασίας: Ο δρόμος της ευτυχίας.
Ο Χριστός αυτούς που πηγαίνουν κοντά του, για να ακούνε λόγο Θεού, που λαχταρούν να ακούσουν τον λόγο Του, που προτιμούν να μείνουν νηστικοί για να μην χάσουν το κήρυγμα (όπως στη σημερινή περικοπή), δεν τους αφήνει ποτέ να πεινάσουν, ούτε υλικά, ούτε πνευματικά, έστω και αν χρειαστεί να επεμβεί θαυματουργικά: «έφαγαν πάντες και εχορτάσθησαν», όχι μόνον οι καλοί…
Είναι οι πιο ευτυχισμένες ώρες στη ζωή της Εκκλησίας. Δεν υπάρχει χαρά, δεν υπάρχει πανηγύρι, που να μην γίνεται Αρτοκλασία. Και οι συνθήκες του θαύματος είναι ο νορμάλ (φυσικός) τρόπος ζωής της ενορίας.
2) Το δεύτερο θέμα της αρτοκλασίας. Είναι ο φυσικός (νορμάλ) τρόπος ζωής της ενορίας. Οχι για να δίνεις, αλλά «δίνε για να έχεις»:
α) Ασφαλιστικά μέτρα. Πολλαπλασιασμός κατά την μετάδοσιν. Η ευλογία του πολλαλασιασμού των άρτων έγινε κατά την μετάδοσιν (όχι προκαταβολικά). Δεν δημιούργησε σωρούς και είπε «τώρα μοιράστε τα». Αλλά όσο οι μαθηταί έδιναν, τόσο τους έδινε ο Χριστός. Όταν σταμάτησαν να δίνουν (γιατί χόρτασαν), τότε σταμάτησε και ο Χριστός.
β) Παράδειγμα: Καλόγερος είχε αδελφό στον κόσμο, φτωχό οικογενειάρχη. Τον λυπόταν που βασανιζότανε και τον βοηθούσε από τα λίγα που κέρδιζε από το εργόχειρο του. Μα όσο πιο πολύ του έδινε, τόσο εκείνος και τα παιδιά του υπόφεραν από πείνα και στέρηση.
Στενοχωρημένος ο καλόγερος, γύρεψε τη συμβουλή κάποιου πνευματικού Γέροντα. «Αν θέλεις να μ’ ακούσης», του είπε εκείνος, «πάψε να τον ελεείς». «Όταν ξαναέλθει να σου ζητήσει, πες του: Εγώ, αδελφέ μου, όταν είχα σου έδινα, τώρα όμως βρέθηκα σε ανάγκη. Βοήθησε με και συ από τη δουλειά σου. Αν σου φέρει τίποτε, δώσε το ελεημοσύνη σε φτωχό ή άρρωστο και ζήτησε του να προσεύχεται για τον αδελφό σου».
Ο καλόγερος έκανε όπως ακριβώς τον συμβούλεψε ό Γέροντας. Ο κοσμικός τότε έφυγε στενοχωρημένος μεν, αλλά αποφασισμένος να βρει δουλειά για να θρέψη τον εαυτό του και τα παιδιά του, αφού δεν περίμενε πια από κανένα βοήθεια.
Την πρώτη μέρα που κέρδισε λίγα χρήματα, αγόρασε ένα λάχανο και το πήγε στον αδελφό του, τον καλόγερο. Εκείνος πάλι το έδωσε σ’ ένα φτωχό ερημίτη και τον παρακάλεσε να κάνη προσευχή για τον αδελφό του. Ύστερα από λίγες μέρες ο κοσμικός έφερε περισσότερα λαχανικά στον καλόγερο. Εκείνος πάλι τα μοίρασε ελεημοσύνη.
Μια μέρα ανέβηκε ο κοσμικός στη σκήτη φέρνοντας μαζί του ένα ζώο φορτωμένο με διάφορα τρόφιμα, ψάρια, οπωρικά, και κρασί ακόμα. Ο καλόγερος τον πήρε μαζί του και τα μοίρασαν όλα στους φτωχούς ερημίτες. Αυτοί πάλι ευχήθηκαν μ’ όλη τους την καρδιά την ευλογία του Θεού στο σπίτι του δωρητή.
Σαν ετοιμάστηκε ο αδελφός του να γυρίσει σπίτι του, ο καλόγερος δοκιμαστικά τον ρώτησε: «Μήπως θέλεις να σου δώσω λίγα ψωμιά;». «Όχι, όχι, προς Θεού», αποκρίθηκε εκείνος. «Όσο καιρό έπαιρνα βοήθεια από σένα, φωτιά έμπαινε στο σπίτι μου και τα κατάστρεφε όλα. Αφ’ όταν έπαψα να σου ζητώ κι άρχισα εγώ ο ίδιος να δίνω, μπήκε στο σπιτικό μου η ευλογία του Θεού». ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ Χαμπάκη, σελ. 210.
3) Το τρίτο θέμα, όχι εκ του μηδενός:
Ο Χριστός ευλογεί αυτά που έχουν οι μαθηταί. Δεν δημιούργησε από τις πέτρες ψωμιά, (αυτό ήταν ο πρώτος πειρασμός, Μτθ, δ΄, 3). Ο Χριστός ευλογεί αυτό που έχεις, και το λίγο το κάνει πολύ στην πορεία, και όσο χρειάζεται. 5 άρτους και δύο ψάρια είχαν που χωρούσαν άνετα σε ένα κοφίνι και στο τέλος βρέθηκαν με 12 κοφίνια, 1 για κάθε απόστολο ακόμα και για τον Ιούδα. Δεν είναι προσωπολήπτης ο Θεός και στην παρούσα ζωή κρατάει τις υποσχέσεις του. (Το) «ο ελεών πτωχόν δανείζει Θεόν», είναι συμβόλαιον, είτε ηθικός είναι ο δότης γενικά, είτε ανήθικος.
Το λάδι της χήρας
Θα κλείσω με ένα παράδειγμα από τους προφήτες τη Π. Διαθήκης (Γ΄Βασ., ιζ΄, 8, …, 13,14): Ο προφήτης Ηλίας, μετά την ξήρανσιν του χειμάρρου που έπινε νερό, εστάλη από τον Θεόν εις Σάρεπτα της Σιδωνίας εις γυναίκα χήρα. Την συνάντησε στον πυλώνα της πόλεως να συλλέγει ξύλα.
Της ζήτησε λίγο νερό να πιεί: «και επορεύθη λαβείν, και εβόησε οπίσω αυτής Ηλιού και είπε λήψη δε μοι ψωμόν άρτου του εν τη χειρί σου. Και είπεν η γυνή. Ζη Κύριος ο θεός σου, ει εστί μοι εγκρυφίας (τηγανίτες) αλλ’ η όσον δράξ αλεύρου εν τη υδρία (κιούπι κεραμικό) και ολίγον έλαιον εν τω καψακη (λαδικό) και ιδού εγώ συλλέξω δυο ξυλάρια και εισελεύσομαι και ποιήσω αυτό εμαυτή και τοις τέκνοις μου, και φαγόμεθα και αποθανούμεθα. Και είπε προς αυτήν ο Ηλιού. Θάρσει, είσελθε και ποίησαν κατά το ρήμα σου, αλλά ποίησά μοι εκείθεν εγκρυφίαν μικρόν και εξοίσεις μοι εν πρώτοις, σ’ αύτη δε και τοις τέκνοις σου επ’ εσχάτω. Ότι τάδε λέγει Κύριος. Η υδρία του αλεύρου ουκ εκλείψει και ο καψάκης του ελαίου ουκ ελαττονήσει, έως ημέρας του δούναι Κύριος τον υετόν επί της γης». Γ΄Βασ., Ιιζ΄, 11-14.
Θα πει κανείς. «Γίνονται αυτά σήμερα;». Πρώτον: Γίνονται, (ιστορίες της κατοχής). Δεύτερον: Είναι σπάνια, για δυο λόγους. α) διότι δεν υπάρχουν οι συνθήκες λιμοκτονίας. Και β) διότι είναι μειοψηφία οι αγαπώντες να ακούουν λόγο Θεού. Πάντοτε όμως παραμένει ισχυρόν το πανάρχαιο ρήμα:
«Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον, ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού».
ΑΜΗΝ
* Εκοιμήθη, με διαύγεια πνεύματος, Σάββατο βράδυ –12/09/2015-, παραμονή της Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Ας έχουμε την ευλογία του μακαριστού όντως ορθοδόξου ιερέα της Πάτρας… για 40+ έτη στο Ιερό Μετόχι του Οσίου Λουκά, κοντά στην Ομόνοια της Πάτρας…
**Ευαγγέλιο της Κυριακής Η΄Μτθ, (Μτθ, ιδ΄, 14-22)
Πρωτότυπο Κείμενο
«Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ,
14 εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς πολὺν ὄχλον, καὶ ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ ἐθεράπευσε τοὺς ἀρρώστους αὐτῶν.
15 ᾿Οψίας δὲ γενομένης προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· ῎Ερημός ἐστιν ὁ τόπος καὶ ἡ ὥρα ἤδη παρῆλθεν· ἀπόλυσον τοὺς ὄχλους, ἵνα ἀπελθόντες εἰς τὰς κώμας ἀγοράσωσιν ἑαυτοῖς βρώματα.
16 ῾Ο δὲ ᾿Ιησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Οὐ χρείαν ἔχουσιν ἀπελθεῖν· δότε αὐτοῖς ὑμεῖς φαγεῖν.
17 Οἱ δὲ λέγουσιν αὐτῷ· Οὐκ ἔχομεν ὧδε εἰ μὴ πέντε ἄρτους καὶ δύο ἰχθύας.
18 ῾Ο δὲ εἶπε· Φέρετέ μοι αὐτοὺς ὧδε.
19 Καὶ κελεύσας τοὺς ὄχλους ἀνακλιθῆναι ἐπὶ τοὺς χόρτους, λαβὼν τοὺς πέντε ἄρτους καὶ τοὺς δύο ἰχθύας, ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησε, καὶ κλάσας ἔδωκε τοῖς μαθηταῖς τοὺς ἄρτους, οἱ δὲ μαθηταὶ τοῖς ὄχλοις.
20 Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν, καὶ ἦραν τὸ περισσεῦον τῶν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις.
21 Οἱ δὲ ἐσθίοντες ἦσαν ἄνδρες ὡσεὶ πεντακισχίλιοι χωρὶς γυναικῶν καὶ παιδίων.
22 Καὶ εὐθέως ἠνάγκασεν ὁ ᾿Ιησοῦς τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ ἐμβῆναι εἰς τὸ πλοῖον καὶ προάγειν αὐτὸν εἰς τὸ πέραν, ἕως οὗ ἀπολύσῃ τοὺς ὄχλους».
Απόδοση σε απλή γλώσσα
«Εκεῖνο τὸν καιρό, ὁ ᾿Ιησοῦς εἶδε πολὺν κόσμο καὶ τοὺς σπλαχνίστηκε, καὶ γιάτρεψε τοὺς ἀρρώστους των.῞Οταν ἔπεσε τὸ δειλινό, τὸν πλησίασαν οἱ μαθητές του καὶ τοῦ εἶπαν· «῾Ο τόπος εἶναι ἐρημικός, καὶ ἡ ὥρα πιὰ περασμένη. Διῶξε τὸν κόσμο νὰ πᾶνε στὰ χωριὰ γιὰ ν᾿ ἀγοράσουν φαγητὰ νὰ φᾶνε». ῾Ο ᾿Ιησοῦς ὅμως τοὺς εἶπε· «Δὲν ὑπάρχει λόγος νὰ φύγουν, δῶστε τους ἐσεῖς νὰ φᾶνε». «Δὲν ἔχουμε ἐδῶ παρὰ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια», τοῦ ἀπαντοῦν. «Φέρτε μοῦ τα ἐδῶ», τοὺς λέει. Κι ἀφοῦ πρόσταξε τὸν κόσμο νὰ καθίσει γιὰ φαγητὸ πάνω στὸ χορτάρι, πῆρε τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο ψάρια, ἔστρεψε τὸ βλέμμα του στὸν οὐρανό, τὰ εὐλόγησε, ἔκοψε τὰ ψωμιὰ σὲ κομμάτια καὶ τὰ ἔδωσε στοὺς μαθητές, καὶ οἱ μαθητὲς στὸ πλῆθος. ῎Εφαγαν ὅλοι καὶ χόρτασαν. Καὶ μάζεψαν τὰ περισσεύματα ἀπὸ τὰ κομμάτια, δώδεκα κοφίνια γεμᾶτα. Αὐτοὶ ποὺ ἔφαγαν ἦταν περίπου πέντε χιλιάδες ἄντρες, χωρὶς τὶς γυναῖκες καὶ τὰ παιδιά. ᾿Αμέσως ὕστερα ὁ ᾿Ιησοῦς ὑποχρέωσε τοὺς μαθητές του νὰ μποῦν στὸ καΐκι καὶ νὰ πᾶνε νὰ τὸν περιμένουν στὴν ἀπέναντι ὄχθη, ὡσότου αὐτὸς διαλύσει τὰ πλήθη».