Ο «Κόφτης» και η «Παιδαγωγική» των περικοπών
Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Ανεξάντλητοι οι κυβερνώντες σε ευφημισμούς και σχήματα λόγου συνεχίζουν να θριαμβολογούν για την «αξιολόγηση» και τη «δίκαιη ανάπτυξη» την ώρα που στο βωμό της δημοσιονομικής προσαρμογής περικόπτονται μισθοί – συντάξεις, κονιορτοποιούνται δικαιώματα και κατακτήσεις και η δημόσια περιουσία βγαίνει στο σφυρί. Έτσι και η εκπαιδευτική πολιτική ακολουθώντας τις κατευθύνσεις ΕΕ και ΟΟΣΑ επιδιώκει τη συρρίκνωση του δημόσιου χαρακτήρα της εκπαίδευσης, τη μείωση των δαπανών και επενδύεται με «παιδαγωγικά» επιχειρήματα και διακηρύξεις περί «ισότητας».
Με έναν ορυμαγδό μέτρων η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις προεκλογικές δεσμεύσεις και ευθυγραμμίζεται με την μνημονιακή πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων αποδομώντας το δημόσιο σχολείο και επιδιώκοντας την άμεση ή έμμεση ιδιωτικοποίησή του, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις ΕΕ και ΔΝΤ. Η σχολική χρονιά ολοκληρώνεται με περίπου 3.500 κενά εκπαιδευτικών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η «Παιδαγωγική» των περικοπών και των μηδενικών διορισμών, ο «Κόφτης», διαμορφώνει το πιο γκρίζο τοπίο για την επόμενη χρονιά στα σχολεία.
Ψηφίστηκαν ρυθμίσεις για το Νηπιαγωγείο (διπλασιασμός των μαθητών ανά τμήμα) και το Δημοτικό (μείωση ωρών, κατάργηση τμημάτων) που ουσιαστικά καταργούν το Ολοήμερο και μειώνουν δραστικά το διδακτικό προσωπικό με στόχο την «αναβάθμιση των σχολείων και της εκπαίδευσης των παιδιών»! Ψηφίστηκαν ρυθμίσεις για τα ΕΠΑΛ (νέο ωρολόγιο πρόγραμμα, περιορισμός ειδικοτήτων και τομέων, δημιουργώντας «πλεονάζοντες» εκπαιδευτικούς. Ψηφίστηκε η κατάργηση της μείωσης των 3 ωρών από το ωράριό των υπευθύνων εργαστηρίων πληροφορικής και φυσικών επιστημών που υποβαθμίζει το παρεχόμενο έργο στο σχολείο. Ψηφίστηκε νέο ωρολόγιο πρόγραμμα για το γυμνάσιο το οποίο μειώνει από 35 σε 32 τις ώρες διδασκαλίας, «εξοικονομώντας» περίπου 2.300 καθηγητές συνολικά, ενώ για τους μόνιμους προβλέπονται μαζικές μετακινήσεις. Επιχειρούν τη διεύρυνση και αφαίρεση αναθέσεων, επαναφορά της καταργημένης τρίτης ανάθεσης! Στην ΤΕΕ επιδιώκουν τον περιορισμό Τομέων και Ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ με ταυτόχρονη μείωση των ολιγομελών τμημάτων!
Στο όνομα των παιδαγωγικών αναγκών και της ελάφρυνσης των μαθητών από την «κοπιαστική και άσκοπη» γνώση ο Υπουργός Παιδείας σκοπεύει στην ελάφρυνση των σχολείων από εκπαιδευτικούς. Δηλώνει κυνικά «δε θα συνεχιστεί το party των πελατειακών διευκολύνσεων, όπου έχουμε παρκαρισμένους εκπαιδευτικούς». Οι «παρκαρισμένοι εκπαιδευτικοί», σταγόνα στον ωκεανό, δηλαδή, και αποτέλεσμα της ρουσφετολογικής πρακτικής των προηγούμενων και της σημερινής κυβέρνησης χρησιμοποιούνται σαν φύλλο συκής για να καλύψουν την πολιτική των περικοπών και των μηδενικών διορισμών.
Σε κάθε περίπτωση τα θύματα των μέτρων θα είναι κυρίως χιλιάδες αναπληρωτές που θα μείνουν στα «αζήτητα», αλλά και χιλιάδες μόνιμοι εκπαιδευτικοί που θα αναγκαστουν να μετακινηθούν σε περισσότερα σχολεία. Η παιδαγωγική «κοπτική – ραπτική» προκειμένου να ανοίξουν τα σχολεία τον Σεπτέμβριο με δεδομένη την πολιτική των μηδενικών διορισμών οδηγεί σε απόλυση 8-10.000 αναπληρωτών. Όλα αυτά επενδύονται με μια ρητορική για ένα σχολείο που «…θα εξασφαλίζει υψηλά μαθησιακά αποτελέσματα, θα οξύνει την κριτική σκέψη, θα…» στο όνομα των «ίσων ευκαιριών», ενώ διαχωρίζονται τα μαθήματα σε «βασικά» και σε «ήσσονος σημασίας» που είναι επικίνδυνο παιδαγωγικά και κοινωνικά.
Ταυτόχρονα η επιμονή του Υπουργείου Παιδείας για τετραετές Γυμνάσιο και διετές Λύκειο νομιμοποιεί, εκτός των άλλων, και τη μαζική συγχώνευση Λυκείων λόγω της μείωσης τμημάτων και μαθητών. Παράλληλα στα πορίσματα του «διαλόγου» γίνεται αναφορά στο κλείσιμο των ειδικών σχολείων βάζοντας τις βάσεις για την κατάργηση των μορφωτικών δικαιωμάτων των παιδιών με ειδικές ανάγκες με επίφαση την «κατάργηση των διακρίσεων και του στιγματισμού».
Η σημερινή πολιτική του Υπουργείου Παιδείας αποτελεί συνέχεια των προηγούμενων κυβερνήσεων με διπλό στόχο: Η εκπαίδευση στον «κόφτη» που συνεπάγεται τη μείωση του μισθολογικού κόστους με λιγότερες προσλήψεις εκπαιδευτικών, αύξηση εργασιακού φόρτου, κινητικότητα και ευελιξία, μετακύλιση κόστους σπουδών στις οικογένειες των μαθητών. Ο δεύτερος αυτός στόχος συνοψίζεται σε μερικές λέξεις: αυτονομία, σπάσιμο του ενιαίου προγράμματος, κατηγοριοποίηση των σχολικών μονάδων, αποκέντρωση, αυτοχρηματοδότηση που σημαίνει ότι η λειτουργία των σχολείων εξαρτάται από τους χορηγούς. Τέλος με μια σειρά μέτρα περί ορθολογισμού επέρχεται μείωση δαπανών σε υλικοτεχνική υποδομή, και κινητοποιείται ένας διαρκής μηχανισμός αναζήτησης χορηγιών που οδηγεί στην κατάργηση της Δημόσιας και Δωρεάν Εκπαίδευσης.
Αυτές οι απανωτές «μεταρρυθμίσεις» – απορρυθμίσεις πλήττουν το δικαίωμα στη μόρφωση των παιδιών, ιδιαίτερα των ασθενέστερων τάξεων και στρωμάτων και των απομακρυσμένων περιοχών της χώρας.
Όλα αυτά επιδεινώνουν τις συνθήκες της εκπαιδευτικής διαδικασίας, οδηγούν αργά και σταθερά στο δρόμο της απομόρφωσης. Άλλωστε συνολικά η εκπαιδευτική πολιτική αποδομώντας το δημόσιο σχολείο διαμορφώνει το φθηνό σχολείο της αγοράς που δεν επιδιώκει τη μόρφωση, αλλά τη μετάδοση δεξιοτήτων και την κατάρτιση φθηνού και ειδικευμένου εργατικού δυναμικού σύμφωνα με τις επιταγές της αγοράς. Στο πλαίσιο αυτό επιδεινώνονται οι εργασιακές σχέσεις των εκπαιδευτικών, προκαλείται ένας εμφύλιος πόλεμος ειδικοτήτων που υπονομεύει τον παιδαγωγικό ρόλο τους και την ποιότητα της παρεχόμενης εκπαίδευσης.
* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης», αρθρογράφος στο «ΕΘΝΟΣ» και μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά.
30-06-2016