Χριστός ανέστη
Μουσείο Μπενάκη Αρ.Ευρ. 3718. The Descent into Hell. Second quarter of 15th c. Cretan workshop. benaki Museum Inv.No. 3718
Του παπα Ηλία Υφαντή*
«Είναι καιρός, λέει ο ποιητής, να πούμε τα λιγοστά μας λόγια, γιατί αύριο η ψυχή μας κάνει πανιά»! Κι ένα απ’ τους λόγια, που πάντοτε πρέπει να βρίσκεται, όχι μόνο στα χείλη μας αλλά και στην καρδιά μας είναι το «Χριστός ανέστη»! Η φωτεινή αυτή απάντηση μπροστά στο σκοτεινό ερωτηματικό του θανάτου…
Με την οποία ο Χριστός, μέσα απ’ τη μαυρίλα του θανάτου, μας βγάζει στο φως της Ανάστασης. Όπως ο εθνικός μας ποιητής, μέσα «απ’ τα κόκαλα των Ελλήνων τα ιερά», βγάζει στο φως την «αντρειωμένη Λευτεριά».
«Η ζωή, μας λέει ο Πλάτων, είναι φιλοσοφία θανάτου». Που σημαίνει ότι η ποιότητα της ζωής μας εξαρτάται απ’ την ποιότητα της απάντησης, που δίνουμε στο μυστήριο του θανάτου. Και βέβαια υπάρχουν πολλοί, που απαντούν πως όλα τελειώνουν στον τάφο. Κάτω από ένα μέτρο γης. Απάντηση, που περικλείει κάποτε το μεγαλείο της τραγικότητας. Όταν κάποιοι προικισμένοι με τάλαντο προσπαθούν να στήσουν στον ακατάσχετο χείμαρρο του χρόνου και του θανάτου τα αναχώματα της όποιας υστεροφημίας. Με πράξεις ηρωισμού ή πνευματικής δημιουργίας. Και άλλοτε η απαισιόδοξη αυτή απάντηση οδηγεί στον έσχατο εξευτελισμό. Όταν κάποιοι αφήνονται να ρυμουλκηθούν απ’ την ακατάσχετη ροή των πραγμάτων…
Κι από το άλλο βέβαια μέρος υπάρχει η πανάρχαιη πίστη στη μετά θάνατο ζωή. Όπου όμως ελλοχεύει, συχνά, η σκυθρωπή μελαγχολία: Με τον Αχιλλέα να εύχεται να είναι δούλος έστω και στον πιο φτωχό πάνω στη γη ξωμάχο, παρά βασιλιάς στον άδη. Και με τα δημοτικά μας τραγούδια επίσης να περιγράφουν τη μεταθανάτια ζωή με τα μελανότερα χρώματα. Κι ανάμεσα στις τόσες στάσεις και αποφάσεις ζωής προβάλλει και η ολοφώτεινη απάντηση του «Χριστός Ανέστη». Που κάθε χρονιά -το Πάσχα- γίνεται έκρηξη χαράς. Και γιορτάζεται με τον ανάλογο εκρηκτικό και θορυβώδη τρόπο. Που σημαίνει ότι το «Χριστός Ανέστη» έχει κάνει τη ζωή μας, από «φιλοσοφία θανάτου» φιλοσοφία Ανάστασης! Φιλοσοφία, που συνεπάγεται τον ασίγαστο, μέχρι τον υπεράνθρωπο ηρωισμό, αγώνα. Κι όχι μόνο των μαρτύρων μπροστά στην ανεξάντλητη ευρεσιτεχνία των βασανιστών. Αλλά και του καθενός μας μέσα στο στίβο της καθημερινότητας. Απέναντι στους δήμιους και σταυρωτές της ανθρωπότητας.
Φιλοσοφία και πίστη, που ασφαλώς δεν συμμερίζονται όλοι εκείνοι, που φλυαρούν, ανέξοδα, σχετικά με την Ανάσταση, και την καπηλεύονται επετειακά. Προκειμένου να ναρκώνουν τα υγιή ανακλαστικά του λαού. Για να διαιωνίζουν τη ληστρική και προδοτική τακτική των σταυρωτών τους. Όπως συμβαίνει με τους γραμματείς και τους φαρισαίους της πολιτικής, που έχτισαν το κάστρο της προνομιακής, γι’ αυτούς και το συνάφι τους, αλλά τρισάθλιας ό για το λαό, νομιμότητας. Εν ονόματι της οποίας αυτοί μπορούν να σταυρώνουν την πατρίδα και το λαό της, όταν και όπως και όσο θέλουν. Χωρίς να λογοδοτούν και να έχουν τις παραμικρές συνέπειες για τις κακουργηματικές και δολοφονικές ενέργειές τους. Για να φτάσουμε στο ελεεινό κατάντημα του τωρινού ξεπουλήματος της πατρίδα μας στους σταυρωτές της!
Και μπαίνει και για μας τους κοινούς θνητούς το οδυνηρό ερώτημα: Αλήθεια, ποια σχέση με την Ανάσταση μπορεί να έχουμε εμείς οι ζωντανοί νεκροί; Εμείς οι νωθροί και κοιμισμένοι στα άγρια μεσάνυχτα του τοκογλυφικού Μεσαίωνα! Καθώς η πατρίδα μας σύρεται στο σταυρικό της θάνατο. Κι εξακολουθούμε ν’ ακολουθούμε και να φωνάζουμε ωσαννά στο τρισάθλιο τσούρμο των αδίστακτων σταυρωτών, των δικών μας και της πατρίδας! Διαθέτοντας , μολαταύτα, την απύθμενη υποκρισία να ψάλλουμε και να κραυγάζουμε και το: Χριστός Ανέστη!…
Αλλά φέτος ο εορτασμός της Ανάστασης του Χριστού συνέπεσε να γιορτάζεται μαζί με την Πρωτομαγιά, την ανάσταση της εργατιάς. Και μακάρι να ήταν πολλές οι πρωτομαγιές, όπου οι άνθρωποι θα είχαν τη δυνατότητα να πλέκουν στεφάνια με «λουλούδια και ρόδα και κρίνα», όπως στο γνωστό άσμα τραγουδούμε.Όμως η σκέψη μας σκαλώνει σ’ εκείνες τις πρωτομαγιές, που η συμμορία του κατεστημένου φόρεσε στο κεφάλι του λαού το ακάνθινο στεφάνι. Όπως την πρωτομαγιά του 1886. Όπου, στο Σικάγο, οι εργαζόμενοι διαδήλωσαν και ζητούσαν: «Οχτώ ώρες δουλειά, οχτώ ώρες ανάπαυση και οχτώ ώρες ύπνο». Με αποτέλεσμα, οχτώ απ’ τους διαδηλωτές, να καταδικαστούν, απ’ την εγκληματούσα «Δικαιοσύνη», σε θάνατο. Την πρωτομαγιά του 1936. Όπου η εργατιά της Θεσσαλονίκης διαδήλωσε, με αποτέλεσμα να δολοφονηθούν κάπου 12 εργάτες. Και βέβαια την πρωτομαγιά του 1944. Κατά την οποία εκτελέστηκαν στην Καισαριανή απ’ τους Γερμανούς «ευεργέτες» μας κάπου 200 Έλληνες πατριώτες. Για να φτάσουμε στην πρωτομαγιά του 2016, κατά την οποία η Πατρίδα μας είναι και πάλι σαν τον Προμηθέα σταυρωμένη στον Καύκασο της τοκογλυφίας. Για να ‘ρχονται και ξανάρχονται τα όρνια των άθεσμων θεσμών και να κατασπαράζουν τα σπλάχνα της.
Κι εμείς τι κάνουμε; «Άβουλοι και μοιραίοι αντάμα, προσμένουμε ίσως κάποιο θαύμα»! Που, βέβαια, θα το κάμουν, κάποιοι άλλοι, που πάντα απεργάζονται τη συμφορά μας, πριν από μας για μας. Και δε ντρεπόμαστε καθόλου εκείνους, που πάλεψαν και θυσιάστηκαν για την ελευθερία της πατρίδας μας και την εξασφάλιση των εργασιακών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Και είμαστε, λέει, και χριστιανοί, που ψάλλουμε με στεντόρεια φωνή και το Χριστός Ανέστη. Και δεν θέλουμε να καταλάβουμε ότι το φως του «Χριστός Ανέστη» ανέτειλε απ’ το Σταυρό του Γολγοθά!
Αλλά θα το καταλάβουμε, όταν, αναπόφευκτα, θα φορέσουν και στον καθένα από μας τον ακάνθινο στέφανο και θα μας φορτώσουν το σταυρό του μαρτυρίου…
Αφού, αντί για τα λουλούδια, επιλέγουμε για τους συνανθρώπους μας καρφιά κι αγκάθια….