Η αμφισβήτηση του ελληνικού μονόδρομου

Η αμφισβήτηση του ελληνικού μονόδρομου

 

Ευρωπαίοι και Αμερικανοί αναλυτές ασκούν κριτική στα κυβερνητικά μέτρα και θεωρούν προτιμότερη την αναδιαπραγμάτευση του χρέους

 

Του Πέτρου Παπακωνσταντίνου

 

Η κυβέρνηση δεν αμφισβητεί – πώς θα το μπορούσε, άλλωστε; – ότι τα μέτρα που ανακοίνωσε την περασμένη Κυριακή είναι εξοντωτικά και άδικα, αφού αφήνουν ανενόχλητους όσους λεηλάτησαν τον εθνικό πλούτο και στέλνουν τον λογαριασμό στη μη προνομιούχο πλειονότητα. Δεν αμφισβητεί καν ότι αποδέχεται τη συρρίκνωση της εθνικής κυριαρχίας – εξ ου και η πρωτοφανής παρότρυνση των συνδικαλιστών από τον υπεύθυνο πρωθυπουργό της χώρας να πάνε να παραπονεθούν απ' ευθείας στο… ΔΝΤ!

Η τελευταία γραμμή άμυνας είναι ότι «δεν υπάρχει άλλη λύση» και ότι το δίλημμα τίθεται ωμά: Είτε μέτρα τύπου «χημειοθεραπείας» (η ανατριχιαστική έκφραση προέρχεται από αρθρογράφο των Financial Times) είτε πτώχευση της Ελλάδας.

Να, όμως, που το εκφοβιστικό δίλημμα, το οποίο αναπαράγεται ευρέως στα καθ' ημάς, δεν φαίνεται να πείθει τα εγκυρότερα εκ των ευρωπαϊκών ή των αμερικανικών μέσων ενημέρωσης. Αντιθέτως, γνωστοί αναλυτές, ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού, αμφισβητούν τις πιθανότητες επιτυχίας των κυβερνητικών μέτρων και υποστηρίζουν ότι θα ήταν προτιμότερη ευθύς εξ αρχής η αναδιαπραγμάτευση του χρέους, ενώ μερίδα εξ αυτών θεωρεί αναπότρεπτη τη μονομερή στάση πληρωμών.

 

«Κόκκινη γραμμή»

 

Ο βρετανικός Guardia – ο οποίος υποστήριξε σ' αυτές τις εκλογές το κεντρώο κόμμα των Φιλελευθέρων – δημοσίευσε την περασμένη Δευτέρα κύριο άρθρο υπό τον τίτλο «Ελλάδα: Η εναλλακτική λύση της στάσης πληρωμών». Από εκεί και το απόσπασμα:

«Ανεξάρτητα από το τι θα θυσιαστεί στη μεγάλη πυρκαγιά του δημόσιου τομέα, ανεξάρτητα από το ποιοι άλλοι θα κληθούν να υποφέρουν, ο πρωθυπουργός της χώρας κατέστησε σαφές χθες ότι μια ορισμένη ομάδα μπορεί να αισθάνεται ασφαλής: οι πιστωτές της. Μιλώντας στην τηλεόραση, ο Γιώργος Παπανδρέου ήταν ανένδοτος: «Η εθνική κόκκινη γραμμή είναι να αποφύγουμε τη χρεοκοπία». Έτσι, λοιπόν, μια κατ' όνομα σοσιαλιστική κυβέρνηση θα στείλει στα ύψη τον ΦΠΑ και θα αποδυθεί σε πόλεμο με τους δημοσίους υπαλλήλους της, καταργώντας θέσεις εργασίας, περικόπτοντας μισθούς και συντάξεις – κι όλα αυτά για να μη χαλάσει τη ζαχαρένια των αγορών ομολόγων».

Έπειτα από αυτά, η σύνταξη του Guardia εκτιμούσε: «Σε απελπιστικά δύσκολες καταστάσεις, το να κηρύξει κανείς στάση πληρωμών και να φεσώσει τους πιστωτές του μπορεί να αποτελεί καλύτερη επιλογή από το να προωθεί αδιανόητες περικοπές και να τίθεται σε εμπόλεμη κατάσταση με το εκλογικό σώμα». Στην ίδια εφημερίδα, ο ερευνητής Τζορτζ Ιρβιν, από το πανεπιστήμιο του Λονδίνου, έγραφε: «Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα ασφαλώς και έχει εναλλακτική λύση. Αντί να υποταχθεί στους θηριώδεις όρους, που επιδεινώνουν την ύφεση και επιβάλλονται από Γερμανία και ΔΝΤ (…), θα μπορούσε να ακολουθήσει το παράδειγμα της Αργεντινής του 2001-02 και να κηρύξει στάση πληρωμών μεγάλου μέρους του χρέους της. Αυτό θα μπορούσε να συνοδευτεί από την εγκατάλειψη του ευρώ, την εισαγωγή μιας «νέας δραχμής» και την πιθανή υποτίμηση του νομίσματος κατά 50% ή και περισσότερο».

Αναφερόμενος σε όσους είχαν προβλέψει σεισμούς, λιμούς και καταποντισμούς μετά τη λαϊκή εξέγερση της Αργεντινής, που επέβαλε την αναδιαπραγμάτευση του χρέους, ο Ιρβιν σημειώνει: «Αντί γι' αυτό, μετά τη στάση πληρωμών και την υποτίμηση του νομίσματος έναντι του δολαρίου, το ΑΕΠ (της Αργεντινής) αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό άνω του 8% την περίοδο 2002-07 (…). Ήδη, το 2005, η Αργεντινή διέθετε αρκετά αποθέματα ώστε να μπορέσει ο πρόεδρος Κίρτσνερ να αποπληρώσει το απομένον χρέος στο ΔΝΤ».

 

Κόστος μικρής διάρκειας

 

Τις εκτιμήσεις αυτές έρχεται να ενισχύσει και έκθεση του ίδιου του… ΔΝΤ! Στην εμπεριστατωμένη μελέτη τους υπό τον τίτλο «Το κόστος της μονομερούς στάσης πληρωμών», οι αναλυτές του ΔΝΤ, Εντουάρντο Μπόρενσταϊν και Ούγκο Πανίτσα συμπεραίνουν ότι «το οικονομικό κόστος είναι γενικά σημαντικό, αλλά μικρής διάρκειας. Η αξιοπιστία αυτών των χωρών στις διεθνείς αγορές, όπως μετριέται από τους οίκους αξιολόγησης και τα spreads, πέφτει, αλλά μόνο για βραχύ χρονικό διάστημα», της τάξης του ενός ή των δύο ετών!

Στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, ο Νέλσον Σβαρτζ των New York Times εκτιμούσε ότι «η Ελλάδα είναι μόλις το πρώτο ντόμινο», καθώς θα ακολουθήσουν η Πορτογαλία, η Ισπανία και άλλες χώρες, και ότι το δάνειο των ΔΝΤ – Ε.Ε. «δεν έχει στόχο τη διάσωση της Ελλάδας, αλλά τη διάσωση του ευρώ». Την εκτίμηση αυτή συμμεριζόταν και ο Βόλφγκανγκ Μίνχαου στους Financial Times, κατά τον οποίο, όμως, η αναδιαπραγμάτευση του χρέους εξακολουθεί να είναι ζωτικά αναγκαία: «Κάποιας μορφής αναδιάρθρωση του χρέους θα αποδειχθεί τελικά αναγκαία, καθώς το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αυξηθεί από 125%, που είναι σήμερα, σε 140-150% την περίοδο προσαρμογής. Απουσία αναδιάρθρωσης, η Ελλάδα θα μείνει στη λιτότητα, υποταγμένη και τσακισμένη».

Την απαισιοδοξία του για την αποτελεσματικότητα των σκληρών κυβερνητικών μέτρων εξέφρασε και ο Στίβεν Ερλάνγκερ των New York Times. «Υπάρχουν σοβαρά ερωτήματα για το κατά πόσον οι βαθιές περικοπές στους μισθούς και τα επιδόματα είναι πολιτικά βιώσιμες, μακροπρόθεσμα, καθώς ο αποπληθωρισμός θα καταστήσει αδύνατο τον απεγκλωβισμό της Ελλάδας από το χρέος (…). Ορισμένοι οικονομολόγοι μεγάλης επιρροής πιστεύουν ότι τα σκληρά μέτρα κινδυνεύουν (αντί να θεραπεύσουν) να σκοτώσουν τον ασθενή».

Αίφνης, ο Γάλλος οικονομολόγος Ζαν-Πολ Φιτουσί θεωρεί ότι «ο αποπληθωρισμός διογκώνει το άχθος του χρέους, κι αυτός ο φαύλος κύκλος μάς οδηγεί στην κόλαση». Όσο για το δάνειο των ΔΝΤ – Ε.Ε. θεωρεί ότι «πρόκειται απλώς για έμμεσο τρόπο επιδότησης των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών», οι οποίες κρατούν στα χέρια τους το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους.

Ακόμη και Γερμανοί συντηρητικοί πολιτικοί είχαν ταχθεί, προτού ακόμη οριστικοποιηθεί η συμφωνία με τους δανειστές μας, υπέρ της αναπροσαρμογής του ελληνικού χρέους έτσι ώστε να πληρώσουν μέρος του κόστους οι γερμανικές τράπεζες, οι οποίες έχουν προεισπράξει υπέρογκα ποσά με τα τοκογλυφικά επιτόκια. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και ο βουλευτής Νόρμπερτ Μπάρτε, υπεύθυνος προϋπολογισμού της κυβερνώσας Χριστιανικής Δημοκρατικής Ενωσης της Αγκελα Μέρκελ. Και μόνο το ελληνικό πολιτικό προσωπικό, στη μεγάλη του πλειονότητα, δεν τολμά καν να ψελλίσει τις λέξεις «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους», ωσάν να επρόκειτο για το άκρον άωτο του πολιτικού εξτρεμισμού!

 

Ιnfo

– Eduardo Borensztei& Ugo Panizza, «The Costs of Sovereing Default», IMF Working Paper, WP/08/238, 2008

– «What About the Raters?», The New York Times, 2/5/2010

– Nouriel Roubini & Amab Das, «The crisis will spread without a PlaB», Financial Times, 29/4/2010

 

ΠΗΓΗ: Hμερομηνία δημοσίευσης: 09-05-10, http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_world_100013_09/05/2010_400363

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.