Το Αγροτικό και τα Εκπαιδευτικά
Του Γιώργου Μαυρογιώργου
Ήταν στις αρχές του 1997, όταν, με αφορμή τις μεγάλες αγροτικές κινητοποιήσεις που έγιναν στη χώρα μας, είχα δημοσιεύσει (Επενδυτής, 3/5.1.1997) ορισμένες εκτιμήσεις μου για ενδεχόμενες ανάλογες εξελίξεις στο χώρο της εκπαίδευσης.
Το θέμα μου ήταν «Το Αγροτικό και τα Εκπαιδευτικά». Δεν είναι επίκαιρο, σήμερα, το σχετικό κείμενο. Αν παρουσιάζει, ωστόσο, κάποιο ενδιαφέρον, αυτό έχει να κάνει, κυρίως, με τον έλεγχο των «υποθέσεων εργασίας» που είχα διατυπώσει δεκαοχτώ χρόνια πριν.
Το ερώτημά μου, σήμερα, πλέον, θα μπορούσε να είναι: Αν και κατά πόσο οι σχετικές οι εκτιμήσεις που διατύπωνα, τότε, ως υπόθεση εργασίας, επαληθεύθηκαν, και ως ποιο βαθμό στην πράξη. Έγραφα, λοιπόν:
Τις τελευταίες ημέρες κυριάρχησαν οι αγροτικές κινητοποιήσεις και η πολιτική της μομφής εναντίον τους. Ίσως, η έξαρση της μομφής κατά των κινητοποιήσεων δεν βοήθησε ώστε να κατανοήσουμε το «αγροτικό πρόβλημα». Πάντως, κατατέθηκαν σημαντικές εκτιμήσεις για τα συσσωρευμένα λάθη του παρελθόντος, για την έλλειψη σχεδιασμού και διαρθρωτικών παρεμβάσεων, για αποψίλωση της αγροτικής οικονομίας, κ.α., που συνδέθηκαν με πολιτικές σπατάλης και εύκολης πελατειακής διάθεσης κοινοτικών επιδοτήσεων στην υπηρεσία ενός καταναλωτικού ευδαιμονισμού, εκφυλισμού και εκμαυλισμού.
Φαίνεται ότι οι εκτιμήσεις αυτές δεν περιορίζονται μόνο στον αγροτικό τομέα. Υπάρχουν ανάλογοι ανησυχητικοί δείκτες οι οποίοι αποτυπώνονται αποκαλυπτικά στο πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας για την εκπαίδευση (ΕΠΕΑΕΚ I). Το Πρόγραμμα, που άρχισε το 1994, με προϋπολογισμό 540 δις θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για τη συνολική ανασυγκρότηση της εκπαίδευσης, με εθνικούς στρατηγικούς στόχους, για την ουσιαστική μετάλλαξη των δομών και του περιεχομένου της εκπαίδευσης. Δεν υπάρχουν προϋποθέσεις, ωστόσο, για μια τέτοια αισιόδοξη πολιτική. Οι λόγοι είναι πολλοί:
- Η σύλληψη, ο σχεδιασμός, η εφαρμογή και η παρακολούθηση του ΕΠΕΑΕΚ γίνονται χωρίς την ουσιαστική συμμετοχή των εκπαιδευτικών και των άλλων κοινωνικών και πολιτικών φορέων. Οι διαδικασίες δεν εξασφαλίζουν τη διαφάνεια, καθώς οι προβλεπόμενες δομές και όργανα έχουν στελεχωθεί με κομματικές επιλογές (πρβλ. σύνθεση Επιτροπής Παρακολούθησης, Δ/νση ΚΠΣ, κ.α.).
- Ο δείκτης απορρόφησης, τρία χρόνια, τώρα, φτάνει μόλις το 18%, πράγμα που σημαίνει ότι τα επόμενα τρία χρόνια θα χρειαστεί είτε να τετραπλασιασθεί ο ρυθμός απορρόφησης είτε να μεταφερθούν είτε να χαθούν πόροι. Η ένταση της απορροφητικότητας, χωρίς σχεδιασμό, διαφάνεια και αξιόπιστο έλεγχο ποιότητας, είναι δυνατόν να οδηγήσει σε εκρηκτικές καταστάσεις και υπάρχουν ενδείξεις γι αυτό:
(α) Αναδεικνύονται και ενισχύονται φαινόμενα αλλοίωσης της συμπεριφοράς των εργαζομένων (μελών ΔΕΠ, εκπαιδευτικών και διοικητικών στελεχών) με πολιτικές σπατάλης και αδιαφανούς διαχείρισης, σε μια περίοδο λιτότητας και συμπίεσης των μισθών. Ομάδες και άτομα, μέσα σε ένα κλίμα έξαρσης των πελατειακών σχέσεων (μεταθέσεις, αποσπάσεις, κλπ) είναι εκτεθειμένα σε προτάσεις ενίσχυσης των κρατικοδίαιτων εισοδημάτων τους και υφίστανται αθόρυβα τις διαδικασίες ενός διακριτικού προσεταιρισμού και ενσωμάτωσης. Όλα αυτά, με τη σειρά τους, παραμορφώνουν τη δυναμική των κοινωνικών παρεμβάσεων στην εκπαίδευση.
(β) Αναστέλλονται τομείς της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής. Έτσι, π.χ. τα 16 ΠΕΚ δεν προσέφεραν επιμορφωτικό έργο καθ όλο το χειμερινό εξάμηνο, λόγω της κωλυσιεργίας στην έναρξη εγκεκριμένου προγράμματος για την επιμόρφωση. Άλλωστε, δεν έχουμε ενδείξεις για υποκατάσταση εθνικών πόρων και εικονική εθνική συμμετοχής; Δεν έχουμε συνεχείς και συχνές αλλαγές στη στελέχωση οργανισμών; Δεν έχουμε αναστολές στην εφαρμογή διακηρυγμένων προγραμμάτων και θεσμοθετημένων οργάνων;
(γ) Εκπαιδευτικοί θεσμοί είναι ανοικτοί στον εκφυλισμό, με εύκολες πολιτικές επιδότησης (π.χ. επιμόρφωση, χωρίς μια συνολική, αξιόπιστη και έγκυρη πρόταση πολιτικής κινήτρων). Η βιωσιμότητα θεσμών και υφιστάμενων δομών εξασφαλίζεται εικονικά και πρόσκαιρα με αποσπάσεις και «ετεροαπασχόληση», χωρίς τεχνογνωσία και εξειδικευμένο προσωπικό. Ασάφειες στην οριοθέτηση αρμοδιοτήτων και ανταγωνισμοί προσώπων και φορέων δημιουργούν ένα ιδιαίτερα αντιμεταρρυθμιστικό περιβάλλον κωλυσιεργίας, αναστολών και παλινδρομήσεων.
Κλείνοντας το σχετικό κείμενο, εκτιμούσα πως «Ίσως, μετά από καιρό, αυτά που ακούστηκαν και γράφτηκαν τις τελευταίες ημέρες για το «αγροτικό» να τα επαναλάβουμε για το εκπαιδευτικό, εκτός και αν έγκαιρα η «εκπαιδευτική κοινότητα» αναπτύξει μεταρρυθμιστικές μορφές παρέμβασης με τις κινητοποιήσεις που ετοιμάζει».
ΠΗΓΗ: Δευτέρα, 1 Φεβρουάριος, 2016, https://www.alfavita.gr/apopsin/agrotiko-kai-ta-ekpaideytika-0
* Ο Γιώργος Μαυρογιώργος είναι ομότιμος καθηγητής του Παν. Ιωαννίνων.