Το πολιτικό αδιέξοδο και το αδιέξοδο των ελίτ
Του Θόδωρου Ντρίνια
Αυτό το νόημα έχει και η ραγιάδικη πρόσκληση της κυβέρνησης προς το ΔΝΤ και όχι η είσπραξη ολίγων δις ευρώ, τα οποία κατά γενική ομολογία δεν φτάνουν ούτε για «ζήτω» μπροστά στον όγκο του χρέους. Το ΔΝΤ αναλαμβάνει ουσιαστικά τον οικονομικό έλεγχο της χώρας από τώρα με το βλέμμα σε εκείνη τη στιγμή. Τότε που θα πρέπει να επιτελέσει το βασικό, από καταβολής του ρόλο: την προστασία των διεθνών πιστωτών από τις χρεοκοπημένες ή υπό χρεοκοπία χώρες.
Η διαφαινόμενη οικονομική κατάρρευση θα τελεστεί παρά τις απίστευτες αγριότητες που είναι έτοιμη να διαπράξει (και ήδη διαπράττει) η κυβέρνηση σε βάρος των λαϊκών εισοδημάτων, των κοινωνικών κατακτήσεων και της εθνικής κυριαρχίας. Αυτό ακριβώς το γεγονός θα αποβεί καθοριστικό για τη μετατροπή της οικονομικής καταιγίδας σε τυφώνα που θα πλήξει το ανυπόληπτο πλέον πολιτικό σύστημα εξουσίας, έτσι όπως διαμορφώθηκε από τις ιδιαίτερες συνθήκες της μεταπολίτευσης και δώθε.
Είναι σαφές και στον πιο αδαή ότι πολύ σύντομα η οικονομική κρίση θα μετατραπεί σε πολιτική κρίση υψηλής έντασης, ικανή να αποσταθεροποιήσει το πολιτικό σκηνικό. Προς τούτο συγκλίνουν δύο βασικοί παράγοντες:
Πρώτον, η διάρρηξη των ευρύτερων κοινωνικών συμμαχιών που διαμόρφωσαν το πεδίο μιας γενικευμένης συναίνεσης γύρω από το αίτημα της (καταναλωτικής) ευμάρειας, πάνω στο οποίο στήριξε τη νομιμοποίησή του το πολιτικό σύστημα την τελευταία εικοσαετία. Οι συμμαχίες διαλύονται, λόγω της καταστρεπτικής οικονομικής κρίσης, καθώς αποδιαρθρώνονται οι κοινωνικοί παίκτες που τις σύναψαν. Αν για τη βιομηχανική εργατική τάξη αυτό συνέβη ήδη εδώ και είκοσι χρόνια και για την αγροτική την τελευταία δεκαετία, σήμερα θα βιώσουμε το καθοριστικό σμπαράλιασμα των πολυπληθών και ετερόκλητων μεσαίων στρωμάτων.
Δεύτερον, το στρατηγικό αδιέξοδο των ελίτ που απαρτίζουν την άρχουσα τάξη της χώρας. Η κυρίαρχη επιλογή της παρασιτικής πρόσδεσης στο άρμα της Δύσης (είτε στην «ατλαντική» της εκδοχή είτε στην «ευρωπαϊκή» της αντίστοιχη, ιδιαίτερα μετά το '80), που διαμόρφωνε συνθήκες αέναης αναπαραγωγής της κυριαρχίας τους στο εσωτερικό της χώρας δείχνει πια να εξαντλείται. Ο εκπαρασιτισμός της χώρας τη στιγμή που θριαμβεύει ανοίγει το δρόμο και για τη γενική κατάρρευσή της, ενώ ταυτόχρονα τα «άλογα» που σέρνουν το Δυτικό άρμα κουτσαίνονται μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του '08 – με μικρές πιθανότητες πλήρους ίασης – και στρέφονται με άγριες διαθέσεις εξόντωσης απέναντι στα παράσιτα που έσερναν μαζί τους, όπως το ελληνικό. Η «Δύση», η «Ευρώπη», ή όποιο ήταν κάθε φορά το όραμα-στόχος των ελληνικών ελίτ, ξεθωριάζει βίαια αν δεν στρέφεται εναντίον των εμπνευστών του, αφήνοντάς τους εκστατικούς απέναντι στο μέγεθος της ανατροπής.
Σ' αυτό το τελευταίο ζήτημα, της άρχουσας τάξης, αξίζει να μείνουμε λίγο ακόμη. Από αρκετούς παρουσιάζεται ότι όλος αυτός ο ορυμαγδός μέτρων και η οικονομική κατοχή από ΔΝΤ και ΕΕ γίνονται μόνο για να «συνεχίσει την κερδοφορία της η πλουτοκρατία» (π.χ. άποψη ΚΚΕ). Όση δόση αλήθειας και αν έχει αυτό το σχήμα παραμένει υπεραπλουστευτικό. Είναι η συνέχιση μιας άποψης που ήθελε την κρίση, όταν ακόμα ήταν στα πρώτα στάδια, «κατασκευασμένη». Η αλήθεια είναι ότι οι ελίτ θα προσπαθήσουν να μετακυλήσουν την κρίση στην πλάτη των λαϊκών μαζών ώστε να υποστούν τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Αναμενόμενο. Δεν σημαίνει, όμως ότι η επιβίωσή τους είναι και εξασφαλισμένη ή ότι θα συνεχίσουν να αναπαράγονται με τον τρόπο και την επιτυχία που το έκαναν την προηγούμενη περίοδο. Στην πραγματικότητα, η «πλουτοκρατία» δεν είναι μια αδιαφοροποίητη και πολτοποιημένη κατηγορία όπως παρουσιάζεται. Δεν είναι μια «μεταφυσική» οντότητα. Έχει σάρκα, οστά και όνομα. Είναι μια «υλική» κοινωνική κατηγορία, η οποία αποτελείται από συγκεκριμένες ελίτ (του χρήματος, της παραγωγής, του εμπορίου, της διοίκησης, του πνεύματος και της τεχνικής), με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και συμφέροντα, ενίοτε αντιτιθέμενα μεταξύ τους, που όμως ομονοούν σε ένα κοινό πρόγραμμα ηγεμονίας. Στην Ελλάδα, οι ελίτ αυτές επέτυχαν ένα συγκεκριμένο τρόπο αναπαραγωγής τους και συγκρότησαν το πρόγραμμα της ηγεμονίας τους κυρίως μέσα από τους κατά φύσιν και παρά φύσιν δεσμούς τους με το Κράτος (την εργολαβία, την επιδότηση, την ιδιωτικοποίηση/εκποίηση ή την κατοχή λειτουργιών του κράτους) και μέσα από τη διαχείριση (ή καταλήστευση καλύτερα) των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και επιδοτήσεων. Εισερχόμενη σταδιακά η χώρα υπό τον έλεγχο των διεθνών πιστωτών της, τα κανάλια αυτά της αναπαραγωγής των ντόπιων ελίτ περιορίζονται, κόβονται ή καθίστανται προβληματικά. Από δω κι εμπρός, σε κάθε δημόσια εργολαβία μεγάλου μεγέθους, κάθε εκποίηση δημόσιας περιουσίας (και δυστυχώς θα έχουμε άφθονη τέτοια), κάθε εξοπλιστικό πρόγραμμα, κάθε τεράστιο ευρωπαϊκό «πακέτο», την προτεραιότητα θα την έχουν τα επιχειρηματικά συμφέροντα που συνδέονται απευθείας με το ΔΝΤ, τους διεθνείς πιστωτές ή τις κυβερνήσεις αυτών. Και οι αποφάσεις θα λαμβάνονται από τους ανθρώπους που θα έχουν οι παραπάνω τοποθετήσει ως τοποτηρητές στην ελληνική δημόσια διοίκηση. Οι πρόσφατες ντόπιες επιχειρηματικές αυτοκρατορίες «εθνικών εργολάβων» (π.χ. Μπόμπολας), «εθνικών προμηθευτών» (π.χ. Κόκκαλης) ή «εθνικών εκπολιτιστών» (π.χ. Λαμπράκης) θα κλονιστούν (αν δεν κλονίζονται ήδη). Και ας μην αναφερθούμε στις ντόπιες τράπεζες, οι οποίες στην πλειοψηφία τους και παρά τη λογιστική κερδοφορία τους, σώζονται προς το παρόν μόνο χάρη στα χρήματα που τους δανείζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα…
Γι' αυτό κι επιμένουμε ότι η «πλουτοκρατία» βρίσκεται και αυτή σε στρατηγικό αδιέξοδο καθώς καταρρέουν κομβικές επιλογές της, γεγονός που εντείνει το αδιέξοδο του επίσημου πολιτικού κόσμου. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άρχουσες ελίτ σκοπεύουν να αυτοκτονήσουν. Το αντίθετο. Χρειάζονται, όμως, τον απαραίτητο χρόνο για να διαμορφώσουν ένα νέο εφικτό στρατηγικό σχέδιο. Στο μεσοδιάστημα πολλά από τα μέλη τους θα συντριβούν ενώ πιθανά να αναδυθούν καινούρια προσαρμοσμένα στις νέες συνθήκες της οικονομικής κατοχής. Ήδη στα πιο προχωρημένα τμήματα των ελίτ αναπτύσσεται σταδιακά κινητικότητα. Ξεχασμένες εφεδρείες του παραδοσιακού αστικού κόσμου (πριν από τα «νέα τζάκια») ανακαλούνται, δυναμικοί επιχειρηματίες-ατζέντηδες μη δυτικών συμφερόντων δραστηριοποιούνται, εκφραστές του νέο-φαναριωτισμού και της οικονομικής και γεω-πολιτικής συμμαχίας με την Τουρκία συντονίζονται, εκπρόσωποι της «παραγωγικής» αντίληψης εμφανίζονται, κλπ. Δεν είναι καθόλου τυχαία η υπερπροβολή διανοητών σαν το Μαρκεζίνη, επιχειρηματιών σαν το Βγενόπουλο ή το Δασκαλόπουλο ή η επανεμφάνιση παροπλισμένων πολιτικών όπως ο Παπαδόπουλος και ο Σημίτης. Στόχος όλης αυτής της κινητικότητας φαίνεται να είναι η προσπάθεια εκτίμησης της κατάστασης και κυρίως η στήριξη του πολιτικού σκηνικού, το οποίο εύκολα μπορεί να καταρρεύσει στο επόμενο διάστημα. Κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για τις ελίτ, αν συμβεί πριν μπορέσουν να συγκροτήσουν στοιχειωδώς ένα νέο στρατηγικό σχέδιο. Επομένως, διαμορφώνονται από τώρα οι βραχυ-μεσοπρόθεσμες πολιτικές εναλλακτικές και δουλεύονται κυρίως μέσω των κυριακάτικων ναυαρχίδων του Τύπου και των ενημερωτικών τηλεοπτικών εκπομπών:
– Κυβέρνηση εθνικής ενότητας (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ) ή μεγάλος συνασπισμός (ΝΔ, ΛΑΟΣ), σε περίπτωση που το ΔΝΤ και η Γερμανία επιβάλλουν άμεσα νέα θανατηφόρα (για τα λαϊκά εισοδήματα και το εναπομείναν κοινωνικό κράτος) μέτρα, ώστε να ελεγχθούν τυχόν ανεξέλεγκτες κοινωνικές αντιδράσεις.
– Ανάδειξη μιας βοναπαρτικής, επιχειρηματικής προσωπικότητας που θα κυβερνήσει με «σιδερένια πυγμή» και αδιαφορία για το Σύνταγμα, στα πρότυπα του Μπερλουσκόνι (τηρουμένων των αναλογιών), σε περίπτωση που η λαϊκή οργή δεν κατευναστεί και άρα θα χρειαστεί να διοχετευτεί στα ανώδυνα κανάλια της απαξίωσης των «παλιών, άχρηστων και τεμπέληδων πολιτικών» και πριν γίνει επικίνδυνη για την ίδια τη σταθερότητα του συστήματος.
Συμπεραίνοντας,
θα λέγαμε ότι σύντομα οδεύουμε σε μια κατάσταση όπου θα αρχίσει να ισχύει το πρώτο σκέλος του παλιού λενινιστικού ορισμού για την επαναστατική κατάσταση: «οι επάνω να μην μπορούν πλέον να κυβερνήσουν όπως πριν,…». Χωρίς, δυστυχώς, να μπορούμε να πούμε το ίδιο και για το δεύτερο σκέλος: «…και οι από κάτω να μη θέλουν πλέον να κυβερνηθούν όπως κυβερνούνταν μέχρι τότε». Και όμως. Είναι ακριβώς η στάση που εν τέλει θα κρατήσουν «οι από κάτω», η οποία θα καθορίσει την τελική έκβαση των πραγμάτων. Είναι αυτή που θα επιβεβαιώσει ή θα ανατρέψει σενάρια κυριαρχίας και καταπίεσης, που θα απορρίψει ή θα αποδεχτεί πολιτικές υποτέλειας, που θα τους καταστήσει κυρίαρχους και αξιοπρεπείς στον τόπο τους ή διεθνείς δουλοπάροικους, που θα δώσει νέα πνοή και μέλλον στον τόπο ή θα ανοίξει το δρόμο στον αφανισμό του.
Αυτό, όμως, είναι θέμα επομένων κειμένων και μεγαλύτερου αριθμού συντακτών…
ΠΗΓΗ: Μηνιαία εφημερίδα ΡΗΞΗ, τχ. 63, Κυριακή 2 Μαΐου 2010.