Για μια νέα αρχή

Για μια νέα αρχή 

 

Του Απόστολου Παπαδημητρίου

 

Η προσφυγή μας στο διεθνές νομισματικό ταμείο είναι πλέον γεγονός, παρά τις φρούδες ελπίδες μας, ότι τελικά θα ήταν δυνατό να αποτραπεί αυτή. Βέβαια είναι ακόμη ενωρίς να συνειδητοποιήσουμε το τί ακριβώς μας περιμένει, αφού ελάχιστα γνωρίζουμε από τα όσα συνέβησαν σε άλλες χώρες, οι οποίες εξαναγκάστηκαν πριν από μας να προσφύγουν στον ίδιο οργανισμό των ισχυρών του χρήματος. Αλλά και να γνωρίζαμε, η ελπίδα θα μας εμπόδιζε να δεχθούμε ότι θα υποστούμε και εμείς τα ίδια.

Εν όψει των εξελίξεων καλό είναι να κάνουμε ανασκόπηση των γεγονότων της τελευταίας τριακονταετίας των σχετικών με την οικονομική κρίση που μας μαστίζει.

Στις 28 Ιουνίου του 1979 υπογράφεται η Πράξη προσχώρησης της Ελλάδας στην ΕΟΚ, η οποία τίθεται σε ισχύ από την 1 Ιανουαρίου του 1981. Πιστευόταν τότε από πολλούς ότι με την ένταξη της χώρας μας στην Κοινότητα θα επιτυγχανόταν η σταθεροποίηση του δημοκρατικού του πολιτεύματος και των θεσμών της, θα ενισχυόταν η θέση μας έναντι της Τουρκίας, η οποία συνιστούσε διαρκή απειλή, η Κοινότητα θα στήριζε τις προσπάθειες του ελληνικού κράτους για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και της κοινωνίας του και η χώρα μας θα επιτύγχανε την ανεξαρτοποίησή της στο διεθνές και περιφερειακό σύστημα και την ενεργό συμμετοχή της στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης (από κείμενο εκ του διαδικτύου). 

Οι μύθοι πρώτος και δεύτερος καταρρίπτονται από την διαπίστωση ότι το δημοκρατικό πολίτευμα κατέλυαν επίορκοι αξιωματικοί κατ' εντολήν έξωθεν. Το τελευταίο πραξικόπημα σχεδιάστηκε και εκτελέστηκε υπό την επίβλεψη των μυστικών υπηρεσιών των ΗΠΑ και συνιστά αφέλεια να διακρίνουμε τον κακό από την καλή και δημοκρατική Ευρώπη. Η χούντα ανέλαβε τον άχαρο ρόλο της προδοσίας της Κύπρου. Η Ευρώπη ουδέν έπραξε τόσο για την αποκατάσταση της ακεραιότητας κράτους μέλους της, της Κύπρου, όσο και για τον περιορισμό των τουρκικών προκλήσεων κατά της χώρας μας και γιατί δεν έχει τη δύναμη και γιατί τα συμφέροντά της αντίκεινται στο κοινό περί δικαίου αίσθημα.

Στον τομέα του «εκσυγχρονισμού» της κοινωνίας διαδραματίστηκαν πολλά συμβάντα, τα οποία δεν αναλύσαμε ποτέ σε βάθος. Πληθώρα τα νομοσχέδια, τα οποία κατέστησαν νόμοι, μέσω των οποίων επιδιώχθηκε η απεμπόληση της παράδοσης και η υιοθέτηση κοινωνικών κανόνων της Δύσης. Η οικογένεια δέχθηκε απανωτά πλήγματα (Μετακύλιση του γάμου στην τέταρτη δεκαετία, καθώς επίκεντρο του βίου αποτελούν πλέον οι σπουδές και η επαγγελματική ανέλιξη και όχι η οικογένεια. Πληθώρα νομίμων πλέον εκτρώσεων προ αλλά και μετά τον γάμο. Διευκολύνσεις στη διάλυση της οικογένειας με την απλούστευση της διαδικασίας έκδοσης διαζυγίου. Προβολή της μονογονεϊκής οικογένειας ως φυσιολογικής υπό τις σύγχρονες κοινωνικές συνθήκες.

Εντατικοποίηση της εργασίας προς κάλυψη επιπλάστων αναγκών στα πλαίσια του καταναλωτικού τρόπου ζωής, με αποτέλεσμα τα μέλη της οικογένειας σπάνια να συναντώνται. Προβολή της ομοφυλοφιλίας ως φυσιολογικής σεξουαλικής σχέσεως). Στον τομέα αυτό όντως έχουμε εξευρωπαϊστεί!

Στον τομέα του εκσυγχρονισμού της οικονομίας, του μόνου που ενδιαφέρει τον μονοδιάστατο δυτικότροπο homo economicus, πολλοί προβάλλουν ως επιτεύγματα την οικονομική στήριξη της Κοινότητας προς τη χώρα μας και την απόκτηση ισχυρού νομίσματος, με αποτέλεσμα να απαλλαγούμε από τις συχνότατες υποτιμήσεις της δραχμής κατά το παρελθόν. Όμως η πραγματικότητα είναι σκληρή. Κατ' αρχήν έχει επιμελώς αποκρυβεί από τον λαό μας ότι σημαντικό μέρος των χορηγηθέντων ποσών επανήλθαν στη χώρα μας, η οποία τα είχε προκαταβάλει στα πλαίσια των συμφωνιών, δεν αποτελούν δηλαδή τα ποσά αυτά εξ ολοκλήρου βοήθεια των εταίρων μας με στόχο την οικονομική σύγκληση. Απεναντίας είναι εύκολο να δειχθεί ότι σε πλείστες όσες περιπτώσεις αυτοί καθόριζαν τον τρόπο διάθεσης των ποσών.

Έτσι εκτελέστηκαν μεγάλα έργα "βιτρίνας" προς εξυπηρέτηση της βιομηχανίας και των εργολάβων των ισχυρών χωρών της ΕΕ (νέο αεροδρόμιο, ζεύξη Ρίου-Αντιρρίου, αυτοκινητόδρομοι στη θέση των σιδηροδρόμων, εξοπλισμοί). Σημαντικό μέρος των ποσών διασπαθίστηκε από τους υπερμάχους της ΕΕ τόσο σε κυβερνητικό όσο και φιλοκυβερνητικό επίπεδο. Παράγοντες της πολιτικής, της οικονομίας, της εκτέλεσης έργων, της δημοσιογραφίας απέκτησαν σημαντική περιουσία μέσω των έργων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Και οι κομματικοί ημέτεροι "επιμόρφωσαν" μέχρι εξαντλήσεως τις στρατιές των ημετέρων ανέργων σε επιδοτούμενα σεμινάρια Και επειδή αυτά δεν αρκούσαν για την αύξηση της κατανάλωσης εισαγομένων προϊόντων, έπρεπε και ο κοινωνικά εκμαυλισμένος λαός να αυξήσει την αγοραστική του δύναμη. Αυτό επετεύχθη μέσω του εξωτερικού δανεισμού. Ουδείς πολιτικός στάθηκε υπεύθυνα ενώπιον του προβλήματος που μακροπρόθεσμα θα εκαλείτο να αντιμετωπίσει η χώρα με την αύξηση του δημοσίου χρέους της προς εξωτερικούς προς αυτήν παράγοντες. Ουδείς πολίτης διερωτήθη πώς απέκτησε τόση αγοραστική δύναμη, αφού η εγχώρια παραγωγή κατρακυλούσε συνεχώς, μετά την ένταξή μας, καθώς ήμασταν ανήμποροι να αντέξουμε στον θεμιτό και αθέμιτο ανταγωνισμό της παγοσμιοποιημένης αγοράς, γιατί είχαμε υπογράψει την κατάργηση των δασμών και "εκτελέσαμε" την εγχώρια βιομηχανία, ενώ οι εταίροι μας δεν είχαν δεσμευθεί με την υποχρέωση να προτιμούν τα κοινοτικά αγροτικά προϊόντα. Και ενώ εμείς διαρκώς αγοράζαμε εξοπλισμό των βιομηχανικά ισχυρών, μειώναμε την παραγωγή μας, τόσο βιομηχανική, όσο και αγροτική. Σήμερα εισάγουμε σχεδόν τα πάντα!

Τώρα που οι δανειστές μας ζητούν πίσω τα δανεισθέντα, συνερχόμαστε από τον λήθαργο με αποτέλεσμα να συνειδητοποιούμε τον αρρωστημένο μεγαλοϊδεατισμό που μας διακατείχε από την ανάληψη των Ολυμπιακών αγώνων ως την τέλεση αυτών στην  χώρα μας, μεγαλοϊδεατισμό που κορυφώθηκε με την τυχαία ποδοσφαιρική επιτυχία μας (απόδειξη ότι δεν επαναλήφθηκε), μέσω του οποίου φθάσαμε στο κατάντημα να επικρίνουμε ως μεγαλοϊδεατισμό τη λαχτάρα των προγόνων μας για σύνδεση με τον εθνικό κορμό των αλυτρώτων αδελφών μας! Κατά τη τριακονταετία που διέρρευσε αμβλύνθηκε όσο ποτέ κατά το παρελθόν πέρα από το θρησκευτικό αίσθημα και το εθνικό, ώστε να ακούμε απαθείς από επίσημα χείλη, ότι πρέπει να αποδεχθούμε τη μείωση της εθνικής μας κυριαρχίας. Να που ήρθε κι' αυτό, το οποίο οι ιθύνοντες ασφαλώς εγνώριζαν και ο λαός αποδεχόταν με αντάλλαγμα την οικονομική ευμάρεια. Τώρα αντιλαμβάνονται οι πολλοί (κάποιοι θα παραμείνουν αδιόρθωτοι) την κρισιμότητα της κατάστασης. Όχι μόνο θα αντιμετωπίσουν οξύ το σύνδρομο της στέρησης με θεριεμένο το καταναλωτικό πάθος, αλλά θα βλέπουν ολοένα και πιο προκλητική την παρουσία των επιτηρητών του παγκοσμίου κεφαλαίου, οι οποίοι θα αποφασίζουν όχι μόνο για θέματα εργασίας, αλλά και παιδείας, ακόμη και εθνικά. Και απέναντί τους θα ορθώνονται πελώρια τα ερωτηματικά της νέας γενιάς: Γονείς, γιατί φάγατε το ψωμί μας;

Ας σπεύσουμε να διορθώσουμε το τραγικό λάθος μας, έστω και τώρα. Στρέψαμε την πλάτη μας στον Θεό, καταφρονήσαμε την παράδοσή μας και πιστέψαμε στα όμορφα λόγια ανθρώπων, που ακόμη εμφανίζονται με τον ρόλο των σωτήρων μας, ενώ είναι πασιφανές ότι είναι εντολοδόχοι ξένων συμφερόντων. Πίσω ολοταχώς στις ρίζες μας. Όσοι "καλοπεράσαμε" αυτά τα χρόνια ας θυμηθούμε τη σκληρή ζωή της νιότης μας, τη ζωή τη γεμάτη στερήσεις. Ας επιστρέψουμε στη γη που περιφρονήσαμε. Ας αρκεστούμε στα όσα αυτή μας δίνει, μειώνοντας δραστικά την κατανάλωση και καταπολεμώντας τα εισαγόμενα προϊόντα. Μπόρα είναι κι αυτή και θα περάσει, όπως και τόσες άλλες. Κάποτε θα ξαναφράξουμε το "αμπελάκι" μας (κρατικός προστατευτισμός) και θα το καλλιεργήσουμε με αγάπη και πνεύμα κοινωτικό που τόσο μας έλλειψε, καθώς προσβληθήκαμε βαρειά από τον εγωπαθή ατομοκεντρισμό της Δύσης.

 

                                                                        "ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ", 3-5-2010                   

 

 

Η πορεία της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ παγώνει το 1967 λόγω της επιβολής της δικτατορίας. Μετά την πτώση της δικτατορίας το 1974, η Ελλάδα συνέχισε τον ευρωπαϊκό της προσανατολισμό και στις  12 Ιουνίου 1975 καταθέτει αίτηση για πλήρη ένταξη στην Ε.Ο.Κ.  Παρά τις αρχικές επιφυλάξεις της Επιτροπής, η οποία είχε εκφραστεί θετικά για την ένταξη της Ελλάδας αλλά θεωρούσε απαραίτητη μια προενταξιακή περίοδο, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις ξεκινούν ένα χρόνο αργότερα έπειτα από απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών. Οι διαπραγματεύσεις λήγουν επιτυχώς και στις 28 Ιουνίου του 1979 υπογράφεται η Πράξη Προσχώρησης της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ. , η οποία τίθεται σε ισχύ από την 1 Ιανουαρίου του 1981. 

Οι λόγοι για τους οποίους η Ελλάδα θεωρούσε σημαντική την συμμετοχή της στην Ε.Ο.Κ. ποικίλουν. Πρώτα από όλα, η συμμετοχή στην Κοινότητα θα βοηθούσε το ελληνικό κράτος στην σταθεροποίηση του δημοκρατικού του πολιτεύματος και των θεσμών του. Ήταν επίσης βέβαιο ότι η Κοινότητα θα στήριζε τις προσπάθειες του ελληνικού κράτους για την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας και της κοινωνίας του, πράγμα που συνέβη μέσω των Ολοκληρωμένων Μεσογειακών Προγραμμάτων και των ΚΠΣ.

Επιπλέον, η Ελλάδα θέλησε μέσα από την συμμετοχή της στην Κοινότητα να ενισχύσει την θέση της έναντι της Τουρκίας, η οποία αποτελούσε την μεγαλύτερη απειλή μετά μάλιστα την εισβολή και κατάληψη του βόρειου εδάφους της Κύπρου. Τέλος, επιθυμούσε Τέλος, επιθυμούσε την περαιτέρω ανεξαρτητοποίησή της στο διεθνές και περιφερειακό σύστημα καθώς και την ενεργό συμμετοχή της στις διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.