ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗΝ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ, ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ – θεραπεία τυφλού στην Ιεριχώ, 23-01-2011
Του (+) π. Νικολάου Φαναριώτη*
«Και εβόησεν λέγων. Ιησού υιέ Δαυίδ, ελέησόν με. Και οι προάγοντες επετίμων αυτώ ίνα σιωπήσει. Αυτός δε πολλώ μάλλον έκραζεν. Υιέ Δαυίδ ελέησόν με», Λκ ιδ΄, 38-39.
Τυφλός λοιπόν και ο Βαρτίμαιος, όπως όλοι μας, μόνο που αυτός είχε την σωματική και όχι την πνευματική τύφλωση. Δεν έβλεπε με τα μάτια του σώματος, αλλά έβλεπε με τα μάτια της ψυχής. (Το όνομά του το αναφέρει ο Μάρκος).
Πολλοί νομίζουμε ότι το κυριότερο είναι τα μάτια του σώματος, αλλά όταν είσαι πνευματικά τυφλός τα σωματικά μάτια δεν πρόκειται να σε ωφελήσουν. Μπορεί και να σε καταστρέψουν! Είδε λοιπόν τον Χριστό και κατάλαβε ότι ήταν η ευκαιρία της ζωής του, γι αυτό και το πέτυχε, (την άρπαξε από τα μαλλιά). Τι πέτυχε; Ό,τι ζητούσε, το έλαβε ο Βαρτίμαιος. Ήθελε το φως του, γιατί είχε γιαυτόν μεγάλη σημασία (δεν ήταν εκ γενετής τυφλός).
Και έτσι βγήκε από μέσα του η ευχή, που δεν είναι παρά η μετέπειτα «νοερά προσευχή». Έκανε λοιπόν ευχή προς τον Χριστό. Αν προσέξετε αυτό το οποίο ο Βαρτίμαιος είπε προς τον Χριστό, είναι η ευχή του Ιησού.
Η ευχή είναι «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Εδώ λέει «Ιησού, Υιέ Δαυίδ, που σημαίνει Κύριε, ελέησόν με». Είναι η ευχή. Η ευχή λοιπόν είναι εκείνη που κάνει τον Χριστό να στρέφεται προς εμάς, και όχι η ακρόαση των λόγων Του, αν κάνουμε συγκεντρώσεις στο όνομα Του, αν μελετάμε βιβλία θρησκευτικά και διάφορα άλλα. Εάν Τον φωνάζουμε, και αν προσέξετε, δεν μίλησε απλώς «Ιησού ελέησόν με» αλλά εβόησε λέει, έβγαλε κραυγή ο Βαρτίμαιος, έτσι λέει το κείμενο από την αρχή. Ξεκίνησε με βοή και εβόησε λέγων, και στο τέλος λέει: αυτός δε πολλώ μάλλον έκραζε «Υιέ Δαυίδ ελέησόν με».
Ώστε η προσευχή που έχει άμεσα αποτελέσματα πρέπει να είναι βοή, πρέπει να είναι κραυγή προς τον Χριστό. Δεν πρέπει να είναι κάτι το συνηθισμένο, κάτι το κρύο, το χλιαρό, το τυπικό, κάτι που το παίρνουμε συνήθεια και καμιά φορά όταν προσευχόμαστε σκεφτόμαστε και άλλα πράγματα. Και για να είναι κραυγή η ευχή του κομποσκοινιού, είτε γίνεται με το κομποσκοίνι είτε όχι, για να είναι κραυγή προς τον Χριστό, ένα από τα δύο πρέπει να συμβαίνει. Ή να βρισκόμαστε σε μεγάλη απελπισία, όπως ήτανε ο τυφλός, είτε να αγαπάμε πολύ τον Χριστό.
Στην πρώτη περίπτωση ήταν ο Βαρτίμαιος, που χρόνια άκουγε για τον θεραπευτή που άνοιγε τα μάτια και δεν μπορούσε να τον δει. Και εκείνη την στιγμή περνούσε από μπροστά του και δεν ήξερε αν θα ξανά του’ ρθει στην ζωή του η ευκαιρία να ξαναπεράσει από κοντά του ο Χριστός. Καταλαβαίνετε σε τι απελπισία είχε έρθει ο άνθρωπος, όταν προχωρούσε και εχάνετο. Έχανε την ευκαιρία της ζωής του. Ήταν δυνατόν λοιπόν να κάνει προσευχή όπως κάνουμε εμείς και σκεφτόμαστε άλλα; Ήτανε κεντρικό πρόβλημα της ζωής του και είχε ανάγκη από αυτό και θα ήτανε η απελπισία της ζωής του αν το έχανε.
Δικαιολογείται λοιπόν να μιλήσει ταπεινά και χλιαρά; Έκραξε ο άνθρωπος, εβόησε ο άνθρωπος. Και έτσι θέλει ο Χριστός. Οι προσευχές που έχουν άμεσα αποτελέσματα, κάθε προσευχή έχει αποτελέσματα και η χλιαρή προσευχή και η μηχανική προσευχή, που γίνεται έχει κάποιο αποτέλεσμα, θα το δούμε και στην συνέχεια, έχει κάποιο αποτέλεσμα. Δεν πάει χαμένη, καταγράφεται. Αλλά οι προσευχές που έχουν άμεσα αποτελέσματα όπως του Βαρτιμαίου, είναι κραυγές, είτε κραυγές απελπισίας, είτε κραυγές αγάπης προς τον Χριστόν. Οι μεγάλοι άγιοι, οι θεομένοι, που αγαπούσαν τον Χριστόν, εβόουν προς Αυτόν. Δεν μιλούσαν όπως εμείς. Όπως έχουμε συνηθίσει να προσευχόμαστε και όταν νυστάζουμε να μην το κάνουμε και το απόδειπνο ή να κάνουμε το μισό ή να κάνουμε τον σταυρό μας και να πέφτουμε στο κρεβάτι. Εβόουν, άλλοι από την απελπισία τους, όπως είναι ο Βαρτίμαιος, και άλλοι από την μεγάλη αγάπη τους προς τον Χριστόν.
Η κραυγή, η βοή, δεν είναι ανάγκη να ακούγεται με το στόμα. Εδώ που ήτανε παρόν σωματικά και άκουε τον Χριστόν, δικαιολογείται να ήτανε κραυγή με το στόμα. Διότι τον άκουε, ήταν παρών μπροστά ο Ιησούς και τον έβλεπαν όλοι. Όταν όμως ο Ιησούς είναι παρών εν πνεύματι, όπως είναι σήμερα, δηλαδή δεν τον βλέπουμε με τα μάτια μας, τότε η κραυγή μπορεί να μην ακούγεται κιόλας από τους άλλους, να είναι μυστική, αλλά να είναι βοή, να είναι κραυγή, κι’ ας μην ακούμε τίποτα. Αυτή είναι η προσευχή, η ευχή του Ιησού, που όταν φτάσει στα μεγάλα στάδια γίνεται νοερά προσευχή όπως την λέμε.
Θέλετε ένα παράδειγμα;
Όταν ο Μωυσής βγήκε από την Αίγυπτο, και βάδιζε στην έρημο και είχε φτάσει σε στιγμή απελπισίας, γιατί είχε επαναστατήσει ο λαός, και θέλαν να φάνε και ζητάγανε χίλια δύο πράγματα, και να τον εκτελέσουν και τον Μωϋσή. Μέσα στην σκηνή του μαρτυρίου, μέσα στην αγωνία του και την απελπισία του, τι να κάνει τα εκατομμύρια του λαού, του επαναστατημένου, εκεί μες την έρημο, προσηύχετο προς τον Θεόν, αλλά λέει η γραφή, δεν ακουγόταν τίποτα. Και απήντησε μες την σκηνή του μαρτυρίου ο Θεός. «Τι βοάς προς με;» Αυτός δεν μιλούσε, κανείς δεν άκουγε τίποτα. Αλλά ο Θεός άκουσε βοή, να έρχεται από τον Μωϋσή.
Έτσι είναι η ευχή αγαπητοί, αφ’ ότου ανελήφθη ο Ιησούς και δεν τον βλέπουμε με τα σωματικά μάτια. Η προσευχή, η νοερά για να έχει άμεσα αποτελέσματα, η προσευχή του κομποσκοινιού, είτε γίνεται με το κομποσκοίνι είτε και χωρίς, η ευχή του Ιησού πρέπει να είναι βοή και κραυγή μυστική μέσα μας. Και ένα από τα δύο πρέπει να προϋπάρχουν για να συμβεί αυτό. Ή να βρισκόμαστε σε μεγάλη απελπισία, ή να αγαπάμε πάρα πολύ τον Χριστό.
Τους 4 όρους των αμέσως αποτελεσμάτων της προσευχής, θα μας τους πει, όταν είναι θέμα αγάπης προς τον Χριστόν, το πως η ευχή έχει άμεσα αποτελέσματα, ο Μακάριος ο μέγας ο Αιγύπτιος: «…Ή μη η ταπεινοφροσύνη και η αγάπη, η απλότης και η αγαθότης, κατακοσμούσιν ημίν την ευχή, η ευχή αύτη, μάλλον δε το πρόσχημα ευχής, ελάχιστα ημάς ωφελείν δύναται…».
Οι άγιοι συγκεντρώνουν και τους 4 όρους γι αυτό και έχουν άμεσα αποτελέσματα. Εμείς το κατά δύναμιν.
ΑΜΗΝ
* Εκοιμήθη με διαύγεια πνεύματος Σάββατο βράδυ –12/09/2015-, παραμονή της Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Ας έχουμε την ευλογία του μακαριστού όντως ορθοδόξου ιερέα της Πάτρας… για 40+ έτη στο Ιερό Μετόχι του Οσίου Λουκά, κοντά στην Ομόνοια της Πάτρας…
** ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΔ΄ ΛΟΥΚΑ (Θεραπεία τυφλού στην Ιεριχώ), Ευαγγ. ανάγνωσμα: Λκ. 18, 35 – 43.
Πρωτότυπο κείμενο
«35. Τω καιρώ εκείνω, εγένετο δε εν τω εγγίζειν αυτόν εις Ιεριχώ τυφλός τις εκάθητο παρά την οδόν προσαιτών.
- ακούσας δὲ όχλου διαπορευομένου επυνθάνετο τι είη ταύτα.
- απήγγειλαν δε αυτώ ότι Ιησούς ο Ναζωραίος παρέρχεται.
- και εβόησε λέγων· Ίησού, υιέ Δαυῒδ, ελέησόν με.
- και οι προάγοντες επετίμων αυτώ ινα σιωπήσῃ· αυτὸς δε πολλώ μάλλον έκραζεν· Υιὲ Δαυῒδ, ελέησόν με.
- σταθεὶς δὲ ο Ιησούς εκέλευσεν αυτὸν αχθήναι πρὸς αυτόν. εγγίσαντος δε αυτού επηρώτησεν αυτόν λέγων•
41 Τι σοι θέλεις ποιήσω; ο δε εἰπε· Κύριε, ίνα αναβλέψω.
- και ο Ιησούς είπεν αυτώ· ανάβλεψον· η πίστις σου σέσωκέ σε.
- και παραχρήμα ανέβλεψε, και ηκολούθει αυτώ δοξάζων τον Θεόν· και πας ο λαὸς ιδὼν έδωκεν αίνον τω Θεω».
Μετάφραση
«35. Στο μεταξύ, καθώς πλησίαζε πια στην Iεριχώ, συνέβη το εξής περιστατικό. Ένας τυφλός καθόταν στην άκρη του δρόμου και ζητιάνευε.
- Kι όταν άκουσε να περνάει κόσμος, ρωτούσε να μάθει σαν τι να συνέβαινε. 37.Tον πληροφόρησαν, λοιπόν, ότι περνάει ο Iησούς ο Nαζωραίος.
- Tότε αυτός άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Iησού, Γιε του Δαβίδ, ελέησέ με». 39. Mα εκείνοι που βάδιζαν μπροστά, τον μάλωναν για να σωπάσει. Eκείνος όμως φώναζε ακόμα περισσότερο: «Γιε του Δαβίδ, ελέησέ με»!
- Στάθηκε τότε ο Iησούς και πρόσταξε να τον φέρουν κοντά του. Kι όταν πλησίασε, τον ρώτησε:
- «Tι θέλεις να σου κάνω:» Kι εκείνος απάντησε «Kύριε, να ξαναδώ!»
- Tότε ο Iησούς του είπε: «Nα ξαναδείς! H πίστη σου σε έσωσε»!
- Kαι μεμιάς ξαναβρήκε την όρασή του κι ακολουθούσε τον Iησού δοξολογώντας το Θεό! Kι όλος ο λαός, μόλις το είδε αυτό, δοξολόγησε το Θεό».