Η αντισυστημική Αριστερά Ι

Η αντισυστημική Αριστερά

 

Του Κώστα Βεργόπουλου

 

Τον τελευταίο καιρό περιφέρεται στο πολιτικό λεξιλόγιο της χώρας ο όρος «αντισυστημική Αριστερά», όπως βεβαίως και σε Ευρώπη και Λατινική Αμερική. Όμως, γύρω από αυτόν διατηρείται αβεβαιότητα και αμφισημία, που επιτρέπει σύγχυση, αλλά και κατάχρηση.

Μέχρι σήμερα, ουδείς γνωρίζει με σαφήνεια από πού αρχίζει η εκάστοτε αντισυστημική επιλογή και μέχρι πού φτάνει, είτε από την πλευρά των οπαδών είτε από εκείνη των αντιπάλων.

Ο αντισυστημισμός μπορεί να ξεκινά από την υπέρβαση του δικομματικού συστήματος, να επεκτείνεται στην αμφισβήτηση του νεοφιλελευθερισμού, της παγκοσμιοποίησης, της κατίσχυσης των αγορών, να φτάνει στην ανατροπή της οικονομικο-κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Όλες οι επιλογές μπορεί να βρίσκονται στο αντισυστημικό μενού, όμως δεν είναι ισοδύναμες μεταξύ τους ούτε αυτονόητες και δεν αποτελούν πακέτο, είτε προς υιοθέτηση είτε προς απόρριψη. Κάθε μια διαθέτει αυτοτέλεια και φέρει διακριτό συντελεστή πολιτικής ουτοπίας ή ρεαλισμού.

Εφευρέτης της έννοιας υπήρξε ο Αμερικανός ιστορικός Ιμμανουέλ Βαλερστάιν1 από τη δεκαετία 1970-80, όταν αναζήτησε αντισυστημικές δυνάμεις στη νεότερη ιστορία του καπιταλισμού και τις ενετόπισε στις κοινωνικές και εθνικές αντιστάσεις για την περίοδο 1850-1970. Χαρακτήρισε «αντισυστημική» κάθε αντίσταση στην ενσωμάτωση στο παγκόσμιο σύστημα. Για τη σύγχρονη εποχή, ο ίδιος, με δεδομένη τη μετεξέλιξη του καπιταλισμού προς αυταρχικότερες και ταξικότερες μορφές, αποβαίνει απαιτητικότερος: θεωρεί «αντισυστημικά» τα νέα κοινωνικά κινήματα, από τα οποία εξαιρεί την παραδοσιακή Αριστερά, λόγω ιστορικών γραφειοκρατικών, δογματικών, αυταρχικών στρεβλώσεων. Στα νέα κινήματα περιλαμβάνει κατ' εξοχήν όσα συνδέονται με το Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, οικολογικά, φεμινιστικά, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, γενικότερα όσα συγκροτούνται εναντίον ανισοτήτων και διακρίσεων, όπως ο αντιφασισμός και ο αντιρατσισμός.

Λαμπρή ευκαιρία αντισυστημικής πολιτικής προσφέρει σήμερα οι νεοφιλελευθερισμός, με την κατάτμηση της κοινωνικής συνοχής, την εγκατάλειψη της κοινωνικής αλληλεγγύης, την απόσυρση του κράτους, όπως βέβαια και με την επεκτατική βουλιμία του κέρδους σε χώρους που μέχρι σήμερα διασφάλιζαν την ανθρώπινη και κοινωνική υπόσταση: υγεία, νοσοκομεία, εκπαίδευση, μεταφορές, δημόσιες και κοινωνικές υπηρεσίες. Ο σύγχρονος αντισυστημισμός δεν αμφισβητεί κατ' ανάγκην την αγορά και την παραγωγή εμπορευμάτων, αλλά την κατίσχυση των αγορών επί της κοινωνίας, τη συναφή εμπορευματοποίηση των ανθρωπίνων και κοινωνικών σχέσεων.

Μέχρι σήμερα, δέχεται ο ίδιος, η εναλλακτική επαγγελία δεν αντιστοιχεί τόσο σε κάποιο προκατασκευασμένο κοινωνικό πρότυπο όσο, κυρίως, σε βαθύ μεταρρυθμιστικό έργο, που ξεκινά από το υπάρχον, έστω και αν στην πορεία, ανάλογα με τις κοινωνικές αντιπαραθέσεις, οι εξελίξεις επιβραδυνθούν ή ριζοσπαστικοποιηθούν. Η διαχείριση του σύγχρονου αντισυστημισμού, τονίζει πάντα ο ίδιος, είναι ριζοσπαστική, δηλαδή δεν παρακάμπτει τις άμεσες ανάγκες της κοινωνίας ούτε, σε αντίθεση με την παραδοσιακή Αριστερά, περιορίζεται σε ρητορείες περί του απώτερου μέλλοντος.

Ο ριζοσπαστισμός δεν περιφρονεί τη λαϊκή ετημηγορία ούτε τον κυβερνητισμό και την πολιτική συμμαχιών με άλλες δυνάμεις, επωφελούμενος των μεταξύ τους αντιφάσεων και ανταγωνισμών. Πάντως, σε καμία περίπτωση, η αντισυστημική επιλογή δεν συγχέεται με τον πολιτικό ναρκισσισμό και κοινωνικό απομονωτισμό. Αυτός χαρακτήρισε την παραδοσιακή Αριστερά και εξελίχτηκε ιστορικά σε ιδιότυπη εφεδρεία συντήρησης του συστήματος, που βρίσκεται σήμερα σε κρίση και αδιέξοδο.

Η παραδοσιακή Αριστερά, είτε ενωτική είτε πληθυντική, βαρύνεται κατά τις τελευταίες δεκαετίες με την αποστράτευση των πολιτικών δυνάμεων, που αναμένονταν να πρωτοστατούν στις κοινωνικές κινητοποιήσεις. Το σημερινό αδιέξοδό της απορρέει από δικές της επιλογές, που κατέστησαν το πρόβλημα του εναλλακτικού ορίζοντα ανεπίλυτο. Τόσο η «μοναδική σκέψη» όσο και οι δήθεν «μονόδρομοι» της πρόσφατης περιόδου οφείλουν περισσότερα στις μεταμοντέρνες επιλογές της Αριστεράς απ' ό,τι στη συντηρητική ωφελιμοθηρία. Οπως επισημαίνει ο Ντάνυ Ρόντρικ από το Χάρβαρντ2, περισσότερη απογοήτευση και ηττοπάθεια στον κόσμο της Αριστεράς προκάλεσε ο Μιτεράν, με την άνευ όρων παράδοσή του στη χρηματοπιστωτική απολυταρχία (1983), απ' ό,τι οι Θάτσερ και Ρήγκαν.

Οι σοσιαλιστές Ζακ Ντελόρ και Πασκάλ Λαμύ ήραν κάθε αριστερή δυσπιστία απέναντι στην ασυδοσία της διεθνούς χρηματιστικής κερδοσκοπίας. Όσον αφορά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, μόνον ο διευθυντής Μισέλ Καμντεσύ, έμπιστος του Μιτεράν, μπόρεσε να το νομιμοποιήσει ως «μοναδική επιλογή». Σήμερα, ενώ συντηρητικές δυνάμεις συνιστούν φορολόγηση και έλεγχο των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, ο σοσιαλιστής διευθυντής του ΔΝΤ Στρος-Καν ισχυρίζεται ότι αυτό είναι ουτοπικό.

Η εμφάνιση της «αντισυστημικής Αριστεράς» στην Ευρώπη, σε ρήξη με την αριστεροδεξιά συναίνεση, προκαλεί αμηχανία στους παράπλευρους χώρους, που αποσταθεροποιούνται επ' ωφελεία των νέων ρευμάτων, όπως σε Γερμανία και Πορτογαλία. Στη Λατινική Αμερική, η νευρική κρίση της αμερικανικής τάξης πραγμάτων οξύνεται, όχι τόσο με επαναστατικές ρητορείες όσο, κυρίως, με την ανάδειξη νέων πολιτικών συμμαχιών και δημοκρατικές λαϊκές ετημηγορίες για άμεσες πολιτικές και κοινωνικές επιλογές.

Στη χώρα μας, επί του παρόντος, σημειώνεται το αντίθετο: ενόσω η νέα ριζοσπαστική Αριστερά επιστώνετο με υψηλή δημοφιλία, αυτό προκαλούσε νευρική κρίση στους παράπλευρους χώρους, όμως σήμερα, που η δημοφιλία ξεφούσκωσε, η νευρική κρίση μετακινήθηκε στην εντεύθεν πλευρά. Ο Γκρέγκορ Γκύζι, εκ των προέδρων της γερμανικής Λίνκε, διαπιστώνει: «Είμαστε ο αριστερός εφιάλτης της Σοσιαλδημοκρατίας και αυτό αυξάνει την αξιοπιστία μας στους δυσαρεστημένους οπαδούς της». Στην Ελλάδα, η επιλογή συγκρότησης «αριστερού πόλου» μαζί με την αυτοπεριθωριοποιημένη παραδοσιακή Αριστερά, αντί να προσελκύσει, απώθησε όσους είχαν προσεγγίσει τον αντισυστημισμό προς τους χώρους από τους οποίους είχαν αποσπασθεί. Αυτό δεν αποτελεί ζήτημα οργανωτικό, αλλά ιδεολογικό και πολιτικό. Οι ατέρμονες οργανωτικιστικές συζητήσεις αποπνέουν όχι αντισυστημισμό, αλλά γραφειοκρατισμό, απωθητικό για την κοινωνία. Τα κουκιά είναι μετρημένα, τα πράγματα απλά: ο αντισυστημισμός δεν συνιστά ζήτημα ποσοστώσεων μεταξύ συνιστωσών ούτε επαναστατικής ωραιοπάθειας, αλλά απλής διαθεσιμότητος στην ανερχόμενη κοινωνική δυναμική για αναγκαίες και άμεσες μεταρρυθμίσεις, προκειμένου η κοινωνία να απεμπλακεί από τον ασφυκτικό και θανατηφόρο νεοφιλελεύθερο εναγκαλισμό.

 

ΠΗΓΗ: Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2009,   http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=103725

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.