Οι προβιομηχανικές βιοτεχνίες-οικοτεχνίες της Κέρτεζης και τρεις μεταβιομηχανικές απόπειρες
Σκουποποιεΐα, καλαθοπλεκτική και σαρωματοποιεΐα στην Κέρτεζη – Μέρος V
Του Παναγιώτη Α. Μπούρδαλα*
Συνέχεια από το Μέρος IV
ΧIΙΙ) Η σκουποποιεΐα
1. Εισαγωγικά
Ο κάμπος της Κέρτεζης πριν από τη δεκαετία του 1990 είχε πλούσια πολυκαλλιέργεια. Ανάμεσα στις καλλιέργειες ήταν και εκείνες πού έδιναν τροφές για τα ζώα. Τέτοιες ήταν βέβαια τα δημητριακά (βρώμη, κριθάρι), αλλά και ο αραβόσιτος (αραποσίτι) και το καλαμπόκι με τα μικροσκοπικά βυσινί σπόρια στην ωριμότητά τους. Μια οικοτεχνία ακόμα λοιπόν στηρίζεται στην 1η ύλη που κατ’ αρχήν η ίδια παράγει και ήταν -και είναι σε λίγους ακόμα- η κατασκευή οικολογικών σκουπών.
Οι σπόροι του ήταν τροφή στα ζώα και το υπόλοιπο που φαίνεται στη φωτογραφία ήταν το υλικό της σκούπας.
Το στέλεχος του καλαμποκιού, που κι αυτό ονομάζεται «σκούπα», που φαίνεται στην προηγούμενη φωτογραφία καθαρισμένο από τα σπόρια ανάμεσα σε «σκούπες», ήταν η πρώτη ύλη για πολλών ειδών σκούπες. Όταν όμως είναι κοντά στην ωριμότητα, στο τέλος του καλοκαιριού στην Κέρτεζη, έχει την επόμενη μορφή:
Λέγεται επιστημονικά «sorghum scoparion», σε μετάφραση «σόργο το σαρωματικό», που στην Κέρτεζη λέγεται «Καλαμπόκι». Εμείς λοιπόν σε αντιδιαστολή με τον «Αραβόσιτο»-«Αραποσίτι», τον οποίο όμως οι πολλοί το λένε… καλαμπόκι, αυτό ονομάζουμε «Καλαμπόκι» για να συννενοούμαστε.
Φαίνονται λοιπόν οι μικροί σπόροι του, που όταν ωριμάσουν παίρνουν χρώμα βυσσινί!!! Λέγεται ακόμα «σκούπα», «Τέλι», «Λέφκι», κλπ ανάλογα το μέρος.
Απ’ αυτό όταν ωριμάσει, καθαριστεί από τα φύλλα, «ξεσποριαστεί» με μηχανικά μέσα, ηλιασθεί δίνει ολόκληρα «δεμάτια» -1η ύλη για το δέιμο κάθε σκούπας. Σκούπας μεγάλης για σκούπισμα εντός του σπιτιού, σκούπας με μακρύ ξύλινο κοντάρι για καθάρισμα από αράχνες, σκόνη, ψηλά στα δωμάτια ή τις αποθήκες, κ.λ.π.
Στη φωτογραφία μια μεσαία για το εσωτερικό του σπιτιού και τις λοντζίες και μιά με σκουπόξυλο για αράχνες κλπ. Βλέπετε μαζί τους τα δρεπάνια που κοβόταν ο σκελετός του καλαμποκιού που αποτελεί την 1η ύλη.
Σκούπα μικρή (σκουπάκι) για καθάρισμα στο τζάκι… σχεδόν ατσαλάκωτο. Δένεται από τα μικρά και πιό αδύναμα απομεινάρια της 1ης ύλης του καλαμποκιού.
2. Τα παλιά εργαστήρια «ραψίματος» σκούπας
Η κατασκευή της σκούπας είχε κι αυτή την τεχνική της, η οποία βεβαίως δεν ήταν και υπερβολικά δύσκολη. Πριν απ’ όλα έπρεπε τα στελέχη του καλαμποκιού να είναι καλά καθαρισμένα και ηλιασμένα. Οι τεχνίτες τα ξεχώριζαν για μικρές, μεσαίες και μεγαλύτερες σκούπες. Την παραμονή όμως ο τεχνίτης τις έβρεχε για να μη σπάνε κατά τη διάρκεια του «δεσίματος». Ως εργαστήρια είχαν μικρούς ή μεγαλύτερους χώρους στα σπίτια τους ανάλογα και με την εποχή (κατώι, εξώστη, κλπ). Ας δούμε μερικά απ΄αυτά:
Η είσοδος, όπως είναι σήμερα, στο πρώην εργαστήριο του (+) Αναστασίου (Τάσου) Βασ. Τριπολιτσιώτη στην ομώνυμη γειτονιά. Για λίγο σε μικρή ηλικία σ’ αυτό δούλεψε και ο γιός του (+) Δημήτρης…
Το ημιυπόγειο-κατώϊ και εργαστήριο του (+) Νικολή Βασ. Τριπολιτσιώτη, που για ένα διάστημα χρησιμοποίησε και ο γιός του (+) Χρήστος…
Το 3ο (πρώην κι αυτό) εργαστήρι της Κέρτεζης, αυτό του (+) Αθανασίου Παναγ. Τριπολιτσιώτη. Ανέβαινε από τις σκάλες στο βάθος του ιδιωτικού δρόμου, ανάμεσα στα δυο σπίτια της γειτονιάς…
Το εργαστήριο του(+) Γιώργη Παν. Τριπολιτσιώτη-«Τσιτσιντή». Η φωτογραφία το δείχνει στη σημερινή του μορφή….
Ενθυμούμαι συχνά τον πατέρα μου να κατασκευάζει το χειμώνα σκούπες… Ήταν η εποχή που είχαν τελειώσει όλες οι γεωργικές εργασίες. Τις έκανε το Χειμώνα στο κατώϊ μας και κάποιες καλές μέρες στην «ταράτσα»….
Όμως η παρουσίαση της κατασκευής θα γίνει αναλυτικά και σε στάδια, αφού μας «δώρισε» την τέχνη του εντελώς ζωντανά ο τελευταίος από τους παλιούς τεχνίτες, Κώστας Σωτ. Τριπολιτσιώτης, τον οποίο και από εδώ ευχαριστούμε δημόσια.
Το τελευταίο εργαστήριο σκουποποιείας -ερασιτεχνικό τώρα- του Κώστα Σ. Τριπολιτσιώτη
4. Τα εργαλεία της τεχνικής
Τα περισσότερα εργαλεία θα φαίνονται κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Τα παρουσιάζουμε όμως αρχικά κάπως αναλυτικά.
α) Δυνατός σπάγγος και μεγάλη σχετικά βελόνα για το ράψιμο στο πλατύ μέρος (σαμαροβελόνα ή ειδική πλατιά με μύτη και στα δυό άκρα της).
β) Η «τσίτα», δηλαδή μια απλή ξύλινη απλή μηχανή που κρατούσε το σχήμα της σκούπας μέχρι να ραφτεί και αποτελείτο από δυο ημικυλινδρικά μικρομεσαίας διατομής καθαρισμένα ξύλα που δένονταν στα άκρα τους με σπάγγο ή σύρμα.
Βλέπετε την «τσίτα» με την οποία ακινητοποιούσαν οι σκουπάδες το τελικό σχήμα της 1ης ύλης των στελεχών του καλαμποκιού, στο κυρίως μέρος της σκούπας, ώστε να το ράψουν με ειδικό σπάγκο και μεγάλες βελόνες…
γ) Ψιλό γαλβανισμένο σύρμα Νο 1 ή Νο 2 περασμένο σε μια σχετικά μεγάλη «κουβαρίστρα» ή αλλοιώς «ρουκέλα» και μια μικρή τανάλια για να το κόβει, ώστε να δημιουργηθεί το μέρος που έπιανε τη σκούπα το χέρι ή έμπαινε το σκουπόξυλο.
Δυό παλιές δουλεμένες σκούπες δαπέδου. Δίπλα πένσα και τανάλια, που χρειάζονταν για να κόβεται το γαλβανισμένο λεπτό σύρμα που έδενε τα χερούλια τους.
δ) Για να σφίξει καλά υπήρχε μια απλή κατασκευή, που αποτελείται από μικρό κυλινδρικό ξεφλουδισμένο γερό ξύλο στο οποίο δενόταν ειδικός σπάγγος (λεγόμενο γκιούλ), ο οποίος περνιόταν με σαπούνι για να μη φθείρεται.
Ο σπάγγος πλεγμένος σε μορφή σχοινιού κατέληγε σε σχοινί που περνιόταν πίσω από τη μέση του τεχνίτη που βρισκόταν μια τεχνητή «πλάτη». Αυτός ήταν πάντα καθιστός με τα πόδια που τέντωναν και έτσι ο σπάγγος έσφιγγε το σημείο που θα δενόταν η σκούπα με το γαλβανισμένο σύρμα.
ε) Το απλό σύστημα του «σφυκτήρα», με το οποίο μειώνεται το πάχος στα σημεία που πρέπει να δεθεί το «χερούλι» της σκούπας με το ατσαλινο γαλβανισμένο σύρμα Νο1 ή 2.
Αποτελείται απο σχοινί που ζώνεται ο τεχνίτης, σχοινί περιτυλιγμένων ειδικών σπάγγων (γκιούλ) και περασμένων με σαπούνι (για να μη τρίβεται, αλλά και να σφίγγει καλύτερα) και το ξύλινο μέρος σχήματος σκυτάλης που μεταδίδει μέσω του τεντώματος των ποδιών κινητική ενέργεια (μετατροπή από μυική) για το σφύξιμο.
Ο τεχνίτης κάθεται σε ξύλινη βάση και με αναπαυτικό τρόπο στο πίσω μέρος. Όπως μας είπε ο τελευταίος σκουποποιός της Κέρτεζης Κώστας Σ. Τρ. οι επαγγελματίες στην ώριμη ηλικία κατασκεύαζαν 17 σκούπες την ώρα!!! Επομένως η κινητική ενέργεια για το δέσιμο δινόταν με το τέντωμα των ποδιών!
ε) Η «φαλτσέτα» χρειαζόταν για να κόβει τα φτενά στελέχη που δημιουργούσαν στην αρχή έναν πυρήνα και γύρω τους θα περιτυλίγονταν από τα πιο χοντρά.
Επίσης με αυτή σχίζονταντα τελευταία στην άκρη ώστε να γίνεται πλήρες το περιτύλιγμα. Στο τέλος η φαλτσέτα μίκραινε κατάλληλα και με όμορφο θολωτό σχήμα το χερούλι της σκούπας.
Όλα τα εργαλεία στη σειρά για την σκουποποιεΐα. Από δεξιά προς αριστερά: ξύλινο κτυπητήρι, τσίτα, φαλτσέτα, σκουποβελόνα, καρέλα με σύρμα γαλβανισμενο Νο 1, σπάγγος, σαπούνι. Λείπει η κλαδευτήρα και η ξύστρα…
ς) Η «κλαδευτήρα» έκοβε σε κούτσουρο και ίσωνε τα λεπτά άκρα της σκούπας.
Προτελευταία φάση για την ολοκλήρωση της σκούπας καλαμποκιού στο εργαστήρι του Κώστα Σ. Τριπολιτσιώτη. Πάνω σ’ ένα κούτσουρο (κομμάτι κορμού δέντρου περίπου 30 cm διαμέτρου και ύψους περίπου το ίδιο – εδώ είναι από κορμό καρυδιάς) τοποθετούνται τα άκρα της «φούντας» της σκούπας μετά το δέσιμό της. Μαζεύονται αρκετά με το χέρι και με μια «κλαδευτήρα» με μιάς -συνήθως- κόβεται το περίσσευμά της και έτσι ισιώνει το μέρος που σκουπίζει.
ζ) Το «ξυστρί», ένα μεταλλικό εργαλείο, που διαθέτει τρεις παράλληλες σειρές μεταλλικές και με μικρές εσοχές και λεπτά διάκενα σ’ αυτές, «ξύνεται» κατά μήκος η σκούπα, ώστε να απομακρυνθούν κατά το δυνατόν και τα τελευταία εναπομείναντα σποράκια καλαμποκιού από τη σκούπα….
Το τελευταίο ρετουσάρισμα-καθάρισμα της σκούπας από πιθανούς βυσινί σπόρους του καμποκιού Πως θα …σας παραδοθεί για σκούπισμα χωρίς… χτένισμα;
Σε περίπτωση που η σκούπα έπαιρνε και «σκουπόξυλο» στο χερούλια υπήρχαν δυό τεχνικές για να συνδεθεί με την κυρίως σκούπα. Οι ερασιτέχνες το τοποθετούσαν από την αρχή στο εσωτερικό της σκούπας, αλλά όμως αυτό δυσχαίρενε την ταχύτητα κατασκευής.
Οι επαγγελματίες όμως έφταχναν κανονικά την σκούπα, μετά έκαναν μύτη στη μια άκρη του σκουπόξυλου και το χτυπούσαν στην άλλη άκρη και αυτό εισχωρούσε στο χερούλι. Του έβαζαν και δυο μικρές ταβανόπροκες και ήταν εξίσου γερό.
5. Η τεχνική βήμα το βήμα
Ι) Η αρχική «σκούπα», δηλ. τα στελέχη του καλαμποκιού (σημειώνουμε με έμφαση: όχι αραβοσίτου) έτοιμα για την δημιουργία μιας ακόμη κανονικής σκούπας. Η τεχνική με τα στάδια βήμα το βήμα αρχίζουν να εκτυλίσσονται στο εργαστήριο του Κώστα…
Ο Κώστας Σ. Τριπολιτσιώτης διαλέγει από τα βρεγμένα ένα βράδυ πριν στελέχη σκούπας που θα αποτελέσουν της «καρδιά» της…
ΙΙ) Δημιουργείται μικρή δέσμη από καθαρισμένα στελέχη καλαμποκιού. Γίνεται προς τα κλωναράκια προσωρινό απλό δέσιμο με σπάγγο της «καρδιάς» της σκούπας και αρχίζει ο σφυκτήρας να δημιουργήσει το χώρο για το μόνιμο εσωτερικό δέσιμο με το γαλβανισμένο σύρμα Νο 1 ή 2….
Τα πόδια του τεχνίτη έχουν αποθηκεύσει μυική δύναμη (δυναμική ενέργεια ας πούμε) και με το τέντωμα η μετατροπή σε κινητική θα κάνει το σφύξιμο!!!
ΙΙΙ) Μετά το δέσιμο της «καρδιάς» της σκούπας γίνεται προσεχτικός καθαρισμός όπισθεν του δεσίματος προς το χώρο που θα καταλάβει το χερούλι, για να μη γίνει πολύ χοντρό από τα νέα χοντρύτερα σκουπο-στελέχη που θα το περι-τυλίξουν.
Το εργαλείο τώρα είναι η απλή, αλλά πολύ αιχμηρή φαλτσέτα…
IV) Η δεμένη «καρδιά» της σκούπας περιτυλίγεται με πιο δυνατά και χοντρά στελέχη, αφού προηγουμένως σχιστούν -στη βάση τους μόνο- με την φαλτσέτα.
Η περιτύλιξη γίνεται με σειρά, χωρίς να μένει κενό, και κρατιέται γερά από το χέρι του τεχνίτη. Κατόπιν βεβαίως με την τέχνη-απλή μηχανή του σφυκτήρα θα γίνει τριπλό δέσιμο του χεριού με το γαλβανισμένο σύρμα Νο 1 ή 2. Μέχρι να γίνει αυτό παραμένει το πρόχειρο δέσιμο με σπάγγο της καρδιάς της σκούπας…
Η σκούπα έτσι έχει πλέον γεμίσει….
V) Στη φάση που είμαστε πρέπει να γίνουν τρία δεσίματα για να δημιουργηθεί το «χερούλι» της σκούπας.Έχουμε όμως κάποιες λεπτομέρειες.
Η 1η και σημαντικότερη είναι ότι με την αφή οφείλουμε να βρούμε το 1ο εσωτερικό δέσιμο, δηλ. το μοναδικό δέσιμο της καρδιάς της σκούπας που κάναμε στην αρχή. Όχι μόνο για αισθητικούς λόγους, αλλά κυρίως γιατί αυτό το δέσιμο θα κρατήσει τη σκούπα ενιαία καιμδεν θα διαλυθεί με λίγη χρήση.
Η 2η είναι ότι δεν πρέπει τα άλλα δυό δεσίματα με το γαλβανισμένο σύρμα Νο1 ή 2 να γίνουν πολύ μακρυά, αλλά σε απόσταση που να δίνουν τα δυο ενδιάμεσα διαστήματα που δημιουργούνται τον χώρο για ένα μέτριο χέρι να το πιάνει άνετα.
Στην φωτογραφία βλέπετε αυτά τα μεσοδιαστήματα στο χερούλι. Ό,τι περισεύει θα κοπεί στο τέλος με την φαλτσέτα…
Ο τεχνίτης έχει σφύξει πάλι με τον σφυκτήρα στην κατάλληλη περιοχή που θα μεταραπεί σε «χερούλι» για τελευταία φορά και έχει ήδη περάσει το σύρμα παράλληλα με τα στελέχη.
Ετοιμάζεται να το περάσει συνήθως 4 φορές γυροβολιά, να το κόψει με λίγη «χάρη» πιο έξω και με ειδικό κόμπο να το ασφαλίσει…
VI) Ακολουθεί η ολοκλήρωση του «χερουλιού» της σκούπας.
Με την φαλτσέτα και σε απλό κυρτό σχήμα, κόβονται τα παχιά περισσεύματα από τα στελέχη του καλαμποκιού. Τα περισσεύματα ονομάζονται «τραΐλια». Μ’ αυτά δημιουργούσαν ένα παιχνίδι τα παιδιά της γειτονιάς…
Όπως βλέπουμε στα δεξιά του τεχνίτη έχει αποτεθεί η «καρέλα» ή αλλοιώς μεγάλη κουβαρίστρα με το εναπομείναν γαλβανισμένο ψιλό σύρμα, για την επόμενη σκούπα… Η κλίση του τεχνίτη μας δίνει μια καθαρή εικόνα για το πως έχει περάσει το σχοινί πίσω από τον τεχνίτη. Για να είναι και στέρεο, αλλά και να μη δημιουργεί προβλήματα στη μέση του έχει περάσει από το πίσω μέρος της τεχνητής πλάτης-στηρίγματός του…. Όλα μελετημένα…
VII) Ήλθε η ώρα της «τσίτας» να σφύξει, να τεντώσει-«τσιτώσει» και να κρατήσει το σχήμα που με τα χέρια του έδωσε ο μάστορας στα λεπτά μέρη του στελέχους. Ο τεχνίτης μας αποτέλειωσε πριν το χερούλι της σκούπας, άνοιξε και έβγαλε τον προσωρινό σπάγγο που έδενε την καρδιά της και συνεχίζει.
Αφού λοιπόν το πετύχει, θα δέσει και το άλλο άκρο της τσίτας και θα είναι έτοιμος να ράψει…
VIII) Με το μικρό ξύλινο, αλλά δυνατό και καμπύλο ραβδάκι, μετά το σφίξιμο της «τσίτας», γίνονται 5-6 κτυπήματα μεταξύ τσίτας και χερουλιού, ώστε να προσαρμοστούν ομοιόμορφα τα έξω στελέχη του καλαμποκιού με τη εσωτερική καρδιά της σκούπας, την οποία είχε δέσει στην αρχή ο τεχνίτης.
Έτσι το μέρος αυτό με όλη αυτή την τεχνική και ομοιόμορφο-συμμετρικό γίνεται, αλλά και πολύ γερό. Η σκούπα επομένως μετά το χειροποίητο ράψιμο δεν λυγίζει ποτέ ψηλά και δεν κουράζει όποιον/όποια σκουπίζει….
IX) Το ράψιμο της σκούπας με την ειδική βελόνα, πλατιά, παχουλή, μυτερή στα δυό της άκρα και με την τρύπα που περνάει ο σπάγγος στο κέντρο. Κι αυτό, γιατί ράβει εναλλάξ και από τα δυό άκρα και διπλασιάζεται έτσι η ταχύτητα και ευκολία ραφής.
Η σκούπα μπαίνει ανάμεσα στα πόδια του τεχνίτη και πιάνεται από το αδύνατο χέρι του στο «χερούλι» και ράβει το δυνατό.
Ο σπάγγος περνιέται με μια περιστροφή στο πάνω μέρος, που θα γίνει η 1η από τις 3 ραφές, και ράβεται πάνω και κάτω απ’ αυτόν, ώστε να είναι απολύτως στέρεος. Όπως βλέπετε η τσίτα συνεχίζει να κρατά το σχήμα. Το ίδιο θα γίνει και με το 2ο ράψιμο, ενώ στο 3ο και τελευταίο δεν χρειάζεται η τσίτα πλέον, αφού την σκούπα την κρατούν οι δυο πρώτες ραφές.
Χ) Τα δυο τελεταία στάδια της ραμμένης σκούπας. Τέλειωσε το ράψιμο της σκούπας σε τρεις σειρές, σηκώθηκε ο τεχνίτης από το «αναπαυτικό» του κάθισμα να «ξεπιαστεί», αλλά και να δώσει το τελικό της σχήμα.
Δίπλα από τη σκούπα -που μου χαρίστηκε ως αντίδωρο από τον τεχνίτη μας- «ξεκουράζονται» κάμποσα εργαλεία του και το σχοινί του σφυκτήρα. Ο γύρω χώρος γεμάτος από τα κομμένα στελέχη καλαμποκιού που περίσσευαν στο «χερούλι». Κι ακόμη πιο πέρα τα ψιλά άκρα που σε λίγο θα τ’ αυξήσει κι αυτή η σκούπα…
Δυό στάδια ακόμα μας έμειναν. Τα έχουμε ήδη περιγράψει και δείξει τις κατάλληλες φωτογραφίες. Με την κλαδευτήρα κόβονται τα λεπτά άκρα που περισσεύουν και με το ξυστρί απομακρύνονται κατά το δυνατόν τα τελευταία εναπομείναντα βυσσινί σπόρια.
Και η σκούπα έτοιμη για χρήση…
6. Δυό ειδών σκουπάδες της Κέρτεζης
Όπως ήδη σημειώσαμε, είχαμε στην Κέρτεζη τους ερασιτέχνες και τους επαγγελματίες «σκουπάδες». Πάντως και στις δυό κατηγορίες δεν είχαμε τσοπάνηδες τεχνίτες, αλλά αγρότες.
Οι ερασιτέχνες έκαναν σκούπες για την οικογένεια, τους συγγενείς, τους φίλους, τις υποχρεώσεις και πωλούσαν λίγες σε πελάτες ή στη λαϊκή των Καλαβρύτων για να βγάζουν τα έξοδα για τις υπόλοιπες ή να αγοράζουν άλλα προϊόντα που δεν παρήγαγαν, όπως π.χ. το μαλλί. Τέτοιοι ήταν οι «Μπουρδαλαίοι», δηλ. ο παππούς μου Παναγιώτης Γεωργ. Μπούρδαλας-«Καμπάγερας» (+ 1967), ο πατέρας μου Αντώνιος Παν. Μπούρδαλας (+ 2015), ο θείος μου Ηλίας Γρηγ. Μπούρδαλας (+ 1989), ο Γεώργιος Τρύφ. Στεφανόπουλος (+) και ο Χρήστος Ανδριόπουλος-«Χαντάμης» (+).
Οι επαγγελματίες ήταν όλοι οι «Τριπολιτσωταίοι», που έμεναν ακριβώς βόρεια του Αη-Δημήτρη, στα «γύφτικα». Αρχικά ξεκίνησαν ο Παναγιώτης Τριπολιτσιώτης (+1947) και ο 1ος του ξάδελφος Βασίλειος Τριπολιτσιώτης (+). Αργότερα τα παιδιά του Παναγιώτη, Γεώργιος Παν. Τριπολιτσιώτης-«Τσιτσιντής» (+1991), Αθανάσιος Παν. Τριπολιτσιώτης (+2008) και Σωτήρης Παν. Τριπολιτσιώτης (+1983), που ήταν το ένα παρακλάδι. Συνέχισε μέχρι και σήμερα, που μας έδωσε (19-09-2015) θεωρητική και συνάμα πρακτική συνέντευξη, ο γυιός του Σωτήρη, Κώστας Σωτ. Τριπολιτσιώτης. Στο άλλο παρακλάδι ήταν τα δεύτερα ξαδέλφια τους αδελφοί Αναστάσιος (Τάσος) Βασ. Τριπολιτσιώτης (+1988) και Νικόλαος (Νικολής) Βασ. Τριπολιτισώτης (+1988). Συνέχισαν για ένα διάστημα οι γιός του Αναστάσιου, Δημήτριος Αν. Τριπολιτσιώτης (+2006) και ο Χρήστος Νικ. Τριπολιτσιώτης (+).
Επειδή οι συγκεκριμένοι πουλούσαν σε μεγάλες ποσότητες σκούπες, αφενός αγόραζαν όλη την 1η ύλη από τους κερτεζίτες και αφετέρου εισήγαγαν και από τα γύρω χωριά που παρήγαγαν καλαμπόκι, όπως το Καλλιφώνιο και πολλά χωριά της Κλειτορίας Καλαβρύτων (Κρινόφυτα, Άγιος Νικόλαος, κλπ). Υπήρξε εποχή που έφερναν τα στελέχη της σκούπας και από την… Ξάνθη!!!
Μάλιστα για ένα διάστημα, στο τέλος της δεκαετίας του 1950, ο Χρήστος Νικ. Τριπολιτσιώτης, πριν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, άνοιξε εργαστήριο στην Πάτρα, σε υπόγειο δίπλα στην πλατεία Παντοκράτορα, στην Άνω Πόλη. Εκεί τον βοηθούσε και ο φαντάρος στα Σύνορα ξάδελφός του Κώστας Σωτ. Τριπολιτσιώτης, ο οποίος ράβοντας τις σκούπες έβγαζε καλό χαρτζιλίκι.
Η ταχύτητα κατασκευής τους ήταν και είναι εκπληκτική. Έφτιαχναν κατά μ.ό. 17 σκούπες την ώρα. Πουλούσαν είτε λίγες-λίγες σε οικογένειες και στη Λαϊκή των Καλαβρύτων, είτε ανά εκατοντάδες σε έμπορους της Πάτρας και του Αιγίου. Κάθε τεχνίτης την εποχή που ήταν στο ναδίρ κατασκεύαζε γύρω στις 3.000 σκούπες από όλα τα είδη και οι έμποροι της Πάτρας φόρτωναν «πεντακοσαριές».
Εύχομαι με αυτή την παρουσίαση να διαφανούν 2-3 νέοι σκουπάδες κερτεζίτες και να καλλιεργήσουν και με καλαμπόκι τον γεμάτο νερά και ήδη κουρασμένο απο την αγρανάπαυση αχανή κάμπο.
Πληροφορίες: Κώστας Σωτ. Τριπολιτσιώτης, Παναγιώτης (Τάκης) Αθαν. Τριπολιτσιώτης και … ο υποφαινόμενος.
***
ΧΙV) Η καλαθοπλεκτική
Πρόκειται για κατασκευές-πλέξιμο κοφινιών, δηλαδή μικρών, μεσαίων και μεγάλων καλαθιών με δυό είδη υλικών. Χωρίς να εξασκεί κανείς αυτή την τέχνη στην Κέρτεζη επαγγελματικά, αρκετοί την εξασκούσαν ερασιτεχνικά, κυρίως για ιδίαν χρήση. Η μία γινόταν με ειδικές ευλύγιστες βέργες, που στην Κέρτεζη ήταν από το θάμνο «βίτσα» που έβγαιναν ως παραφυάδες κοντά στις ρίζες ιτεών και ολοκληρώνονταν περίπου σε έξι μήνες για χρήση, δηλ. από την Άνοιξη έως το ερχόμενο Φθινόπωρο. Η άλλη γινόταν με πλέξιμο ώριμων καλαμιών, ομοίως ενός έτους, που επίσης φύτρωναν και φυτρώνουν σε υγρά μέρη στη χώρα μας, όπως και στην Κέρτεζη.
Και στις δυό περιπτώσεις η τεχνική ήθελε ως βάση 4.4=16 ευλύγιστες μακρυές και πιο παχιές βέργες. Από το βράδυ βρέχονταν αν δεν είχαν κοπεί την ίδια μέρα.
Οι οκτώ, ανά τέσσερις, ένθεν κακείθεν σταυρώνονταν, δένονταν και πρόχειρα στην αρχή με ψιλό σύρμα ή γερό σπάγγο και με σχίσιμο των άλλων οκτώ εδημιουργείτο ο αρχικός επίπεδος σκελετός. Γύρω απ’ αυτές γινόταν το πλέξιμο είτε ομοίων βεργών είτε σχισμένων καλαμιών.
Όταν τέλειωνε η κυκλική βάση, γινόταν ένα ελαφρύ σχίσιμο σε κάθε μία από τις 16 βέργες σε ίση ακτίνα από το κέντρο και στο σημείο εκείνο σηκώνονταν όρθιες οι βέργες για να πλεκτούν προς τα πάνω, παίρνοντας το σχήμα που ήθελε ο τεχνίτης.
α) Με ευλύγιστες βέργες. Η πρώτη ύλη ήταν με τις ευλύγιστες βέργες από το θάμνο «Βίτσα» που φύτρωνε σε υγρά μέρη, που όπως είπαμε η Κέρτεζη έχει κάμπο που την ευνοεί.
Μια φθινοπωρινή και πλυμένη από τη βροχή «Βίτσα» ως θάμνος, στην περιοχή «Λίμνες».
Καλοκαιρινή «Βίτσα» ως θάμνος, στην περιοχή «Πόρος», στην όχθη του κερτεζίτικου Βουραϊκού.
Καλοκαιρινά φρέκα «λουμάκια» «Βίτσας», έτοιμα να γίνουν το φθινόπωρο έτοιμες βέργες και για καλαθοπλεκτική στην περιοχή «Πόρος», στην κοίτη του κερτεζίτικου Βουραϊκού.
Συνήθως όταν επρόκειτο για χρήση καθαρά αγροτική οι βέργες έμεναν με τη φλούδα τους, όπως στην παρακάτω φωτογραφία, και είχαν σκούρο χρωματισμό. Σε περιπτώσεις που η χρήση ήταν καθαρά οικιακή, τότε γινόταν με περισσότερο μεράκι και οι νωπές βέργες ξεφλουδίζονταν και έτσι έδιναν ένα πιο όμορφο ανοικτό χρώμα.
Ένα ζεύγος σχετικά ομοίων μεν, αλλά άλλου μεγέθους καλαθιών. Τα λεγόμενα κοφίνια.
Μια διαφορά βεβαίως σημαντική είναι ότι το μεν μικρό καλάθι έχει «χερούλι» μονό που βρίσκεται στο πάνω μέρος για να το κρατά με το ένα χέρι ένας κουβαλητής, ενώ το μεγάλο έχει δυό πλαϊνά «χερούλια», ένθεν κακείθεν, διότι όταν γέμιζε ήταν αδύνατον να κουβαληθεί από έναν και επομένως ήθελε δύο…
Χρησιμοποιούντο για συλλογή πατάτας, αραβοσίτου, κάστανων, καρυδιών, σταφυλιών, άλλων φρούτων π.χ. μήλων), κλπ.
β) Με σχισμένα καλάμια: Η πρώτη ύλη ήταν σχισμένα μακρόστενα καλάμια, καθαρισμένα από φύλλα και τους «κόμπους» για το κυρίως πλέξιμο και ευλύγιστες βέργες από το θάμνο «Βίτσα» για τη βάση. Ως γνωστόν η Κέρτεζη έχει υγρό κάμπο που ευνοεί και τους δυό θάμνους. Τα καλάμια σχίζονταν με ειδικό μαχαίρι που ονομαζόταν «φαλτσέτα». Με το ίδιο μαχαίρι κόβονταν και καθαρίζονταν και οι «βίτσες». Ήταν παρόμοιο με αυτό που χρησμοποιείτο και για τις σκούπες, ίσως λίγο πιο κοφτερό και μεγαλύτερο.
Στην επόμενη φωτογραφία βλέπετε άλλο ζευγάρι καλαθιών από ερασιτέχνες του είδους στην Κέρτεζη.
Το μεγάλο καλάθι, με τα 2 χερούλια, λέγεται «Κόφα» και έχει πλεχθεί αμιγώς από τα λεγόμενα «Καλάμια». Το μικρό έχει βάση και άνω περιφέρεια βίτσα. Το χερούλι έχει βίτσα πλεγμένη εναλλάξη με ξεφλουδισμένες και ξεφλούδιστες. Αυτό και για καλύτερη σταθερότητα και για προστασία των χεριών, γιατί τα σχισμένα καλάμια είναι αιχμηρά, αλλά και για καλαισθησία. Πάντως πλέκονταν και καλάθια μόνο με καλάμι.
Χρησιμοποιούνται για τοποθέτηση ψωμιών, φρούτων, σπόρων, κλπ, δεδομένου ότι αερίζονται.
γ) Οι καλαθοεπενδύσεις γυάλιων δοχείων. Σας παρουσιάζω και την καλαθοεπένδυση ενός μεγάλου γυάλινου δοχείου που αποθήκευε νερό. Το δοχείο αυτό φυλάσσεται στο μικρό χώρο του Μουσείου της Κέρτεζης.
Το υλικό της επένδυσης είναι το σχισμένο καλάμι. Η τεχνική του παρόμοια με την κατασκευή των καλαθιών με καλάμια, απλά χρειάζονταν ακριβής υπολογισμός της βάσης, που θα τοποθετηθεί πάνω της το δοχείο, και κατόπιν η επένδυση ακριβώς πάνω στο δοχέιο και όχι ελεύθερα, όπως η βάση στην αρχή. Στον περίγυρο του δοχείου οι βέργες-άξονες αξκολουθούσαν το σχήμα του δοχείου, ανώ τα σχισμένα καλάμια απλά πλέκονταν. Στην φωτογραφία έχουν καταστραφεία τα δυό επιπρόσθετα χερούλια για να μεταφέρεται από δυό το δοχείο, κυρίως όταν ήταν γεμάτο νερό.
Η επένδυση αυτή προστάτευε το νερό από την ηλικαή ακτινοβολία όπως και τα πήλινα, αλλά προστάτευε και το ίδιο το δοχείο από τυχαία κτυπήματα…
Πληροφορίες: Ο υποφαινόμενος.
****
ΧV) Τα σαρώματα
Πρόκειτα για τα σκληρά, αλλά απλά στην κατασκευή, ξύλοειδή είδη σκούπας, τα λεγόμενα «σαρωμάτα». Πρόκειται για σκούπες που σάρωναν τ’ αλώνια και όταν καθαρίζονταν, αλλά και μετά από εργασίες (στάρια, κριθάρια, φασόλια, αραποσίτια, κλ).
Κατασκευάζονταν από τα φιντάνια ενός εξαμήνου του θάμνου «σπάρτο» που στην Κέρτεζη, όπως και στη χώρα μας αφθονεί… Τα κλαδάκια-πλοκάμια (χλωρά) συμπεριφέρονται ως σχοινιά και πλέκονται, αλλά όταν ξεραθούν γίνονται πολύ σκληρά και δυνατά!!!
Έκαναν με τα χέρια μια καλή δέσμη που να πιάνεται αρκετά από ένα χέρι και δένονταν περίπου 20 πόντους από το χοντρό μέρος των σπάρτων και ανά τριάντα προς τα λεπτότερα, αλλά πολύ περισσότερα άκρα. Κόβονταν και οι άκρες ίσια με την καλδευτήρα και το «σάρωμα» ήταν έτοιμο.
Σάρωμα λίγων ετών και σχετικά σε πολύ καλή κατάσταση. Σαρώνει αυλές με φθινοπωρινά και όχι μόνο… φύλλα! Σάρωνε βεβαίως παλαιότερα και τ’ αλώνια της Κέρτεζης…
Σάρωμα πολλών ετών, βασανισμένο… Συνήθως αυτά άλλαζαν …γήπεδο. Από τις αυλές και τ’ Αλώνια, πήγαιναν στους σταύλους και τα κοτέτσια…
Η ευκολία κατασκευής έδωσε την δυνατότητα σε όλα τα σπίτια να κατασκευάζονται «σαρώματα» από το Σπάρτο που αφθονεί κυρίως στα βόρεια βουνά της Κωμόπολης…
Πληροφορίες: Κώστας Ιω. Γιαννόπουλος και ο…. υποφαινόμενος.
* Ο Παναγιώτης Α. Μπούρδαλας γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Κέρτεζη. Είναι πτυχ. θεολογίας και εργάζεται ως φυσικός στην β/βάθμια εκπ/ση. Είναι συμμέτοχος σε συνδικαλιστικές και πολιτισμικές συλλογικότητες. e-mail: pmkas2004@yahoo.gr.
Πάτρα, 24 Σεπτέμβρη 2015. Τελευταία δημοσίευση: 31/08/2016.
Συνέχεια στην: Υφαντική και Ραπτική στην Κέρτεζη – Μέρος VI
ΩΡΑΙΌΤΑΤΟ!! ΜΑΣ ΓΥΡΙΣΕ ΠΟΛΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΙΣΩ Ο ΜΠΑΡΜΠΑ ΚΩΣΤΑΣ …Ο ΥΠΕΡΟΧΟΣ ΑΥΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ!!! ΜΑΣ ΓΕΜΙΣΕ ΝΟΣΤΑΛΓΙΕΣ ΚΑΙ ΜΑΣ ΘΥΜΙΣΕ ΤΑ ΤΡΑΪΛΙΑ ΠΟΥ ΜΑΖΕΥΑΜΕ ΚΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ ΜΑΣ ΜΑΖΕΥΕ ΓΙΑ ΝΑ ΒΑΖΟΥΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑ ΈΝΑ ΚΑΡΦΙΤΣΑΚΙ ΠΟΥ ΜΑΣ ΕΔΙΝΕ Η ΦΩΦΩ Η ΜΟΔΙΣΤΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΓΥΡΝΑΕΙ Ο ΑΝΕΜΟΜΥΛΟΣ……
ΜΠΡΑΒΟ ΠΑΝΟ,
Υστερόγραφο, 25-12-2015:
«Με πολύ σεβασμό στο σχετικό άρθρο-μελέτη, σχετικά με τους σκουπάδες της Κέρτεζης, θέλω να προσθέσω κάποια στοιχεία.
Δεν ξέρω την ποσότητα που χαρακτηρίζεις ερασιτέχνη ή επαγγελματία έναν σκουπά, αλλά στην δεκαετία 1960-1970 και προτού ενσκήψει η λαίλαπα του πλαστικού, ο παππούς μου Αλέξιος Σταθόπουλος του Παναγιώτη, μπατζανάκης του Τάσου Τριπολιτσιώτη -η γιαγιά μου Γιαννούλα (ήταν) αδελφή της γυναίκας του Παναγιώτας- κατασκεύαζε σκούπες, τις οποίες έφερνε και πουλούσε -μαζι με τις «μπατάκες» και τα «φασούλια» στην περιοχή του Μιντιλογλίου. (Εκεί) ζούσα με την μητέρα μου και κόρη του Θεοδώρα (Λόλα). (Τις πουλούσε) συνήθως με ανταλλαγή λαδιού.
Είναι χαραγμένο στην μνήμη μου και σε ευχαριστώ που το επανέφερες. Η περιοδεία με τον γάϊδαρο του πατέρα μου στα χωριά Γουμενιτσάνικα, Ροΐτικα, Παυλόκαστρο, Βραχνέϊκα, διαλαλώντας -και που το έβλεπα σαν παιχνίδι πιτσιρικάς τότε- την κερτεζίτικης καταγωγής πραμάτεια του.
Επίσης θυμάμαι ότι έμπορος σκούπας ήταν ο κερτεζίτης (δεν υπάρχει αυτή η οικογένεια στην Κέρτεζη τώρα;), θείος της γυναίκας του Σταύρου Μπούρδαλα, Σπηλιωτόπουλος-«Κιατίπης», που δεν θυμάμαι το μικρό του. Το μικρό όνομα του Σπηλιωτόπουλου κατά πάσα πιθανότητα ήταν Σωκράτης. Η μητέρα μου είναι ξαδέλφη της κυρίας Βούλας (συζυγος Σταύρου Μπούρδαλα). Επίσης το πατρικό της είναι μεσοτοιχία με το πατρικό μου.
Τις δε μεταφορές από Κέρτεζη-Πάτρα έκανε ο συγχωριανός Σχοινάς (Αντώνης).
Καλημέρα και χρόνια πολλά για σήμερα.
Σπηλιος Μεσσαλάς …
Προς …, Σήμερα στις 7:45 π.μ.»
από που θα μπορούσα να βρω υλικά σπάρτου, αυτά που χρησιμοποιούν για καλάθια και σκούπες???
@ Alexandra Loutsou
Το σπάρτο χρησιμοποιούνταν για σαρώματα. Υπάρχει σε πολλές πλαγιές. Από τα 100 μέτρα υψόμετρο μέχρι τα 1000 μέτρα, τουλάχιστον στα βουνά της Αχαΐας. Στα καλάθια χρησιμοποιο΄΄ιται το Καλάμι, κιμ αυτό άγριο. Φυτρώνει από το μηδέν υψόμετρο μέχρι μ. Για το σκούπα το καλαμπόκι. Αυτό καλλιεργείται.