Άκου πτώμα να μαθαίνεις
Η Αριστερά είναι νεκρή, ζήτω η Αριστερά
Του Κώστα Σβόλη*
Ο ΣΥΡΙΖΑ ως αυτό που υπήρξε από το 2012 και μετά δεν υπάρχει, είναι ένα άταφο πτώμα μέχρι το συνέδριο του, όπου θα έχουμε και την τελετή της ταφής και της μεταμορφωτικής του «ανάστασης». Η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ προς στην κυβερνητική εξουσία βασίστηκε στην στρατηγική του να πείσει τα λαϊκά στρώματα, ότι μπορεί να αναχαιτίσει την επίθεση του κεφαλαίου και την απαξίωση των ζωών τους, χωρίς τα ίδια να αναλάβουν τόσο το ρίσκο της ρήξης όσο και την ευθύνη να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους. Είναι αλήθεια ότι η ρητορεία του «και ο σκύλος χορτάτος και η πίτα ολόκληρη» ακούγονταν πολύ δελεαστική για πολλούς και διάφορους λόγους. Καταρχάς μια σειρά από εργατικούς και κοινωνικούς αγώνες είχαν ηττηθεί όλο το προηγούμενο διάστημα της «κρίσης» αφήνοντας μια αίσθηση κούρασης και απογοήτευσης στα κοινωνικά υποκείμενα που είχαν κινητοποιηθεί σ” αυτούς.
«Αν δεν αλλάξει η κυβέρνηση, οι αγώνες δεν μπορούν να νικήσουν», αυτή ακριβώς ήταν η στρατηγικής της νίκης του ΣΥΡΙΖΑ και του ήταν εύκολο να την «γειώσει» μέσα στα ίδια τα υποκείμενα του αγώνα, αφού τα μέλη του είχαν πάρει ενεργό μέρος στους αγώνες. Παράλληλα υπήρχε και όλος εκείνος ο κόσμος που μεν δυσανασχετούσε κάτω από τα μέτρα τα οποία πίεζαν ασφυκτικά το επίπεδο της ζωής του, που όμως στην πραγματικότητα ποτέ δεν κινητοποιήθηκε ενάντια στις κυρίαρχες πολιτικές, γιατί πίστευε ότι κάτι είχε να χάσει ή γιατί δεν μπορούσε να φανταστεί τον εαυτό του και την κοινωνία στην οποία ζούσε εκτός του πλαισίου, το οποίο του παρουσιαζότανε- και το είχε πιστέψει- ως ο μόνος δυνατός Κόσμος. Σ” αυτόν τον κόσμο ο ΣΥΡΙΖΑ πρόσφερε την «παραμύθα» «και στο ευρώ και χωρίς λιτότητα…». Είναι αλήθεια ότι υπήρξε και ένα μειοψηφικό κομμάτι το οποίο καταρχάς θεωρούσε ότι ήταν σημαντικός παράγοντας η ήττα και η εκδίωξη από τον κυβερνητικό θώκο των ως τότε διαχειριστών, καθώς και η διακυβέρνηση από ένα κόμμα που ακριβώς λόγο της γενεαλογία του θα βρισκότανε μπροστά στις αντιφάσεις του αναλαμβάνοντας την διαχείριση αυτού που κατήγγειλε, όπως και έγινε, αν και με ταχύτητες που δεν τις φαντάστηκε κανένας είναι η αλήθεια.
Η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ ή έστω του πλειοψηφικού του μέρους ήταν διεγερμένη από την αναγκαιότητα του να διαχειριστεί το καπιταλιστική κρίση μέσα στο δεδομένο πλαίσιο. Στην πραγματικότητα, τόσο η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΣΑ όσο και ένα μεγάλο μέρος της κομματικής και εκλογικής του βάσης ήταν πεισμένο ότι μπορεί να το κάνει χωρίς να αποκλίνει πολύ από την φυσιογνωμία και της προγραμματικές του θέσεις. Όμως η πραγματικότητα είναι σκληρή και όποιος επιλέγει τον εύκολο δρόμο βρίσκεται αργά ή γρήγορα μπροστά σε αδιέξοδα.
Ο κίνδυνος για την αναπαραγωγής των ίδιων, αν και φαινομενικά διαφορετικών ψευδαισθήσεων, υπάρχει σ” αυτούς που θα θελήσουν να συγκροτήσουν το «κόμμα της δραχμής». Στην πραγματικότητα δεν αμφισβητούν το κυρίαρχο πλαίσιο, απλός θέλουν να μετατοπίσουν την θέση της χώρα μέσα σ” αυτό και νομίζουν ότι μ” αυτό τον τρόπο θα απαλλαγούν από το ίδιο το πλαίσιο. Ο καπιταλισμός, η κρίση του, οι αιτίες και προφανώς τα αποτελέσματα τους θα είναι παρόντα, έστω και διαφοροποιημένα, ακόμα και εάν ο εγχώριος καπιταλισμός αποκτήσει την νομισματική του κυριαρχία και εθνικοποιήσει στρατηγικούς τομείς για να προσπαθήσει ανακτήσει την κερδοφορία του, μέσα από νεοκενσιανές στρατηγικές.
Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ λοιπών, αυτή η μνημονιακή «πεταλούδα» που θα προκύψει από την «κάμπια» της αντιμνημονιακής ελπίδας, σε μια πρώτη φάση θα φαίνεται και θα είναι ο κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Από την μια το αστικό μπλοκ δεν φαίνεται να μπορεί να επανασυπειρωθεί με τα παλιά του υλικά, ενώ οι νέες βερσιόν στυλ Ποτάμι δεν είναι ικανές για κάτι πέρα από μηντιακές παρενοχλήσεις. Από την άλλη, το πιο ουσιαστικό είναι ότι οι ιδίου οι μελλοθάνατοι πολλές φορές επιλεγούν τον δήμιο που θεωρούν ότι έχει το πιο ελαφρύ χέρι, εκτός και τους περάσει από το μυαλό να δραπετεύσουν…
Η μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ δεν γίνεται μόνο στο «ασφυκτικό» πεδίο της οικονομίας, αλλά σ” όλα τα πεδία άσκησης και διαχείρισης της κυβερνητικής εξουσίας, οξύνοντας ακόμα περισσότερο της γενεαλογικές του αντιφάσεις. Από το θέμα της καταστολής, μέχρι των δικαιωμάτων και των δημόσιων αγαθών , από την εσωκομματική λειτουργία μέχρι την μηντιακή του ρητοριά, η μετάλλαξη είναι πραγματικά ριζική. Όσα από τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ θεωρούν ότι μπορούν να την αποτρέψουν δίνοντας την μάχη στο εσωτερικό, θα δοκιμάσουν το πικρό ποτήρι ενός ολοκληρωτικού πολέμου, από τα πριν χαμένου, αφού νέοι παίχτες (όπως τα καθεστωτικά μίντια) θα παρέμβουν στην διαμάχη, με όρους πρωτόγνωρους για όσους έχουν μάθει να λειτουργούν στα πλαίσια των εσωκομματικών λειτουργιών της Αριστεράς.
Θα ήταν όμως αφελές η αίγλη της «Αριστεράς της ευθύνης» να φαντάζει κάτι παραπάνω από πρόσκαιρη. Ακόμα και εάν κερδίσει, που θα τις κερδίσει, της επόμενες εκλογές, δεν θα είναι η Αριστερά της Ελπίδας αλλά η Αριστερά του Συμβιβασμού, θα είναι η Αριστερά που πέταξε στα σκουπίδια το ταξικό ΟΧΙ του 61%, για να αναστήσει τους χρεοκοπημένου εκπροσώπους του αστικού μπλοκ την επόμενη στο συμβούλιο των πολιτικών αρχηγών και να το ανταλλάξει με τις 229 βουλευτικές ψήφους αποδοχής του νέου μνημονίου. Αυτό είναι βαθιά εγγεγραμμένο στον λαϊκό ρεύμα του ΟΧΙ.
Μπορεί αυτό το λαϊκό ρεύμα του ΟΧΙ να παραμένει σιωπηρό, αμήχανο, αποπροσανατολισμένο, προδομένο και έτσι είναι. Όμως έχει μετρηθεί, έστω και στην κάλπη, έχει ρηματοποιήσει την ταξικότητα του, έχει πάρει σοβαρά το «ή εμείς ή αυτοί», γιατί το ζει καθημερινά. Δεν το τρομάξανε οι ουρές στα ΑΤΜ γιατί εδώ και χρόνια ζει τις ουρές στον ΟΑΕΔ και στο ΙΚΑ, δεν το τρομάξανε το 60 ευρώ ημηρεσίος γιατί πολλές φορές δεν τα είχε ούτε σε εβδομαδιαία βάση. Δεν το τρομάζουν πια ούτε οι τηλεπρεσόνες, μιλάνε άλλη γλώσσα που δεν ακουμπάει στην καθημερινότητα του.
Έχουμε δρόμο να βαδίσουμε; ή αλλιώς για την πολιτική της καθημερινής ζωής
Αν όμως η στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ για εντός της Ευρωζώνης διαχείριση της κρίσης με «ανθρώπινο πρόσωπο», μετασχηματίζεται σε μια καθαρά νεοφιλελεύθερη επιθετική πολιτική, εάν η εναλλακτική του «κόμματος της δραχμής» δεν αμφισβητεί το ίδιο το πλαίσιο αλλά απλά μετατοπίζει την θέση μας μέσα σε αυτό, τι μας μένει; μια παράδοση άνευ όρων;
Ας τα ξεκαθαρίσουμε για ακόμα μια φορά κινδυνεύοντας να γίνουμε γραφικοί. Το χρέος είναι ο τρόπος όχι η αιτία. Το κράτος είναι ένα όργανο ταξικής κυριαρχίας μιας δεδομένης τάξης και όχι ένα ουδέτερο εργαλείο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και το ευρώ είναι η συγκεκριμένη έκφανση του οικονομικού- τεχνοκρατικού ολοκληρωτισμού. Το να αντιπαραθετόμαστε απλός απέναντι στο εθνικό κράτος και την πολιτική του έκφραση (αντιπροσωπευτική «δημοκρατία») την ίδια στιγμή που το ίδιο υπονομεύεται και αυτοϋπονομευεται σε έναν απλό ιμάντα μεταβίβασης και διαχείρισης στα πλαίσια του παγκοσμοποιημένου και ταυτόχρονα αλληλοσπαρασσόμενου καπιταλισμού, είναι σαν να βλέπουμε τους ανεμόμυλους ως γίγαντες.
Δεν μας μένει παρά ο δρόμος του οποίου το κόκκινο νήμα είχαμε αρχίσει να πιάνουμε στην αρχή των αγώνων ενάντια στην συνθήκη της κρίσης. Το κόκκινο νήμα που περνάει από την καθημερινή και άμεση αμφισβήτηση του ίδιου του πλαισίου. Το κόκκινο νήμα της αμφισβήτησης της κυριαρχίας της Οικονομίας της Αγοράς πάνω στην κοινωνία και τις ανάγκες της. Το κόκκινο νήμα και της απαξίωσης του πολιτικού συστήματος διακυβέρνησης ως απόθεση των αποφάσεων για τις ζωές μας σε κάποιους άλλους ποιο «ειδικούς». Το κόκκινο νήμα που οδηγεί στην συγκρότηση μιας εναλλακτικής ισχύος των «από κάτω» ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου και του πολιτικού προσωπικού. Μιας δυαδικής ισχύος η οποία θα μπορεί να οργανώσει την κοινωνική αυτοάμυνα απέναντι στα παλιά και νέα μέτρα της υποτίμησης των ζωών μας και καταστροφής των συνθηκών για την ίδια την ύπαρξη μας. Η οποία θα θα μπορεί να διαχύσει την κοινωνική δημιουργικότητα για την ανασύσταση των υλικών όρων για την ανάκτηση του ελέγχου όσο περισσότερων τομέων της κοινωνικής ζωής είναι δυνατών, τόσο στον τομέα της αναπαραγωγής όσο και σ” αυτόν της ίδιας της παραγωγής. Μιας δυαδικής ισχύος που θα μπορέσει να επιβάλει την έξοδο από την Ε.Ε. & το ευρώ, ως ουσιαστικό όρο για την ύπαρξη της , χωρίς όμως να πέσει στην αυταπάτη της διαχείρισης του «καπιταλισμού της δραχμής», παραμένοντας σθεναρά «από έξω και τα κάτω», ξέροντας ότι για ένα μακρύ διάστημα η κοινωνική επανάσταση θα είναι αναγκασμένη να βαδίσει μέσα- ενάντια και πέρα από τις καπιταλιστικές σχέσεις ποτέ όμως ως διαχειριστής τους. Αυτή η δυαδική ισχύ δεν μπορεί παρά να είναι οριζόντια, μετωπική, πολύμορφη, πολιτικά προσανατολισμένη χωρίς να είναι ιδεολογικά ομογενοποιημένη και ταυτόχρονα να διεκδικεί να αποτελέσει ηγεμονικό κοινωνικό- πολίτικο ρεύμα σε επίπεδο ιδεών και συγκρότησης ενός νέου φαντασιακού ανταγωνιστικού ως προς το καπιταλιστικό φαντασιακό.
Αυτός ο δρόμος δεν είναι εύκολος, δεν περνάει μέσα από την ανάθεση, την διαμεσολάβηση, και την πεπατημένη που διαχωρίζει την πολιτική ένταξη από την καθημερινή ζωή. Είναι αντιφατικός δύσβατος, αχαρτογράφητος και συγκρουσιακός, με πισωγυρίσματα και στραβοπατήματα, όμως είναι ένας δρόμος μέσα και προς την ελευθεριά και την κοινωνική χειραφέτηση.