Η μεταβατική περίοδος της εφηβείας και τα προβλήματά της, από την οπτική της ψυχολογίας
(με την πεποίθηση ότι η διάχυση της γνώσης εμψυχώνει εφήβους, γονείς, εκπαιδευτικούς).
Της Αμαλίας Κ. Ηλιάδη*
Αν και ο χαρακτηρισμός αυτός ίσως ακούγεται υπερβολικός, ωστόσο η εφηβεία αποτελεί το μεγαλύτερο βιολογικό γεγονός μετά την γέννηση του ανθρώπου. Στη φάση αυτή συμβαίνουν μεγάλες αλλαγές σε όλες τις παραμέτρους του σώματος: βάρος, ύψος, αναλογίες, περίγραμμα, θέση και λειτουργία οργάνων και οργανικών συστημάτων, με κορυφαία βιοσωματική μεταβολή, την ωρίμανση της γενετήσιας λειτουργίας.
Στο συναισθηματικό τομέα κύριο χαρακτηριστικό είναι η ένταση και η αστάθεια της ψυχικής διάθεσης. Είναι η περίοδος του εσωτερικού αναβρασμού, των «καταιγίδων» και των έντονων εσωτερικών συγκρούσεων.
Η ένταση όμως αυτών των αντιδράσεων, καθώς και η διάρκειά τους, δεν είναι μόνο θέμα ιδιοσυγκρασίας του εφήβου αλλά και της γενική στάσης των ενηλίκων απέναντι στα παιδιά. Όταν σε μια κοινωνία υπάρχει ασάφεια και σύγχυση γύρω από το όριο της ενηλικίωσης, όταν οι υποχρεώσεις και τα καθήκοντα των νέων δεν είναι σαφώς καθορισμένα και όταν η μεταβατική περίοδος προπαρασκευής για το ρόλο του ενήλικου επιμηκύνεται, τότε οι νέοι βιώνουν πολλές και ισχυρές εντάσεις και καταστάσεις άγχους.
Μερικοί έφηβοι υποφέρουν επειδή η οικογένειά τους δεν είναι εύπορη και προσπαθούν να το κρύψουν από τους φίλους τους ή αντίθετα ντρέπονται για την πολυτέλεια μέσα στην οποία ζουν. Κατά βάθος πολλοί νέοι βλέπουν τους γονείς τους με τα μάτια των άλλων και κυρίως με τα μάτια των φίλων τους.
Οι καταστάσεις αυτές δείχνουν τη δυσκολία που έχει ο έφηβος να καταλάβει και να αγαπήσει τον εαυτό του. Αναζητούν τη νέα τους φυσική ταυτότητα και αυτό τους κάνει περήφανους αλλά τους προκαλεί και φόβο μπροστά στο σώμα τους που αλλάζει. Έτσι άλλοι έχουν την ανάγκη να περιποιηθούν και να στολιστούν και άλλοι να κάνουν το σώμα τους απεχθές.
Οι έφηβοι, επίσης, αναζητούν την πρωτοτυπία στην ομιλία και στην γραπτή έκφραση. Τα αγόρια προτιμούν τις συντομευμένες εκφράσεις ενώ τα κορίτσια έχουν την τάση να εκφράζονται στον υπερθετικό βαθμό. Κατά τη γνώμη τους αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποκλείσουν τον ενήλικο και να αισθανθούν ανώτεροι.
Για τον έφηβο ή την έφηβο, η προδοσία ενός φίλου ή μιας φίλης μπορεί να είναι μια συγκλονιστική εμπειρία και αποτελεί πλήγμα στις απαιτήσεις του για αποκλειστικότητα και στην έντονη ανάγκη του για τρυφερότητα και αγάπη. Σε αυτή την ηλικία ο φίλος αποτελεί το άλλο του μισό.
Η νεανική φιλία είναι συχνά μια μοναξιά για δυο. Ο αποκλειστικός της χαρακτήρας προκαλεί καμιά φορά ανησυχία στους γονείς, ιδιαίτερα όταν ο φίλος ή η φίλη δεν είναι της αρεσκείας τους.
Στην αρχή η φιλία βρίσκεται πολύ κοντά στον έρωτα. Ο έφηβος τρέφει αρχικά προς τον φίλο του αισθήματα που εξαιτίας των έντονων σεξουαλικών του ενορμήσεων, θα καλλιεργήσει αργότερα για κάποιο άτομο του άλλου φύλου. Τότε η φιλία κα γίνει πιο γαλήνια και περισσότερο σταθερή. Η φιλία είναι σαν το λιμάνι όπου ένας ταξιδιώτης μπορεί να ξαναπάρει δυνάμεις και να αντλήσει εμπιστοσύνη στον εαυτό του, πριν βάλει πλώρη για τον άγνωστο κόσμο του έρωτα.
Οι έφηβοι αρχίσουν να ονειρεύονται έναν ιδανικό έρωτα, που στολίζεται με τη φαντασία και το όνειρο, μπροστά στον οποίο η πραγματικότητα φαίνεται ανούσια.
Σήμερα από τους εφήβους λείπει η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Πολλοί γονείς πιστεύουν ότι κάνουν το χρέος τους, όταν δίνουν στα παιδιά τους κάποιες εξηγήσεις οι οποίες συχνά είναι τόσο συγκεχυμένες και αμήχανες που τα παιδιά δεν καταλαβαίνουν και πολλά πράγματα. Πολλοί γονείς μάλιστα πιστεύουν ότι το παιδί τους πληροφορείται καλύτερα από τους συμμαθητές του και απαλλάσσουν έτσι τον εαυτό τους από αυτό το καθήκον. Αυτό που χρειάζονται όμως τα παιδιά είναι μια αληθινή διαπαιδαγώγηση που αρχίζει από την παιδική ηλικία και δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στην ικανοποίηση της περιέργειας που δείχνει το παιδί γύρω από τις ανατομικές διαφορές των δυο φύλων και την αναπαραγωγή, αλλά να αφορά το σύνολο της προσωπικότητας. Η σεξουαλικότητα δεν μπορεί να διαχωριστεί ούτε από την ηδονή ούτε και από την ικανότητα να αγαπάς. Πολλές φορές όμως αυτά αντιμετωπίζονται ως επαίσχυντα και ένοχα. Γι' αυτό καλό θα ήταν να
διοργανώνονται συζητήσεις και στο πλαίσιο του σχολείου, όπου οι νέοι κα μπορούν να κουβεντιάσουν ελεύθερα με πρόσωπα κατάλληλα να τους πληροφορήσουν. Τέτοιου είδους συζητήσεις ανταποκρίνονται σε μια πραγματική ανάγκη των νέων και της κοινωνίας.
Έρευνες δείχνουν ότι σε οικογένειες που το θέμα αυτό συζητήθηκε ελεύθερα μεταξύ γονιών και παιδιών, τα παιδιά έχουν μεγαλύτερη αίσθηση των ευθυνών κατά τη διάρκεια της εφηβείας. Αυτό σημαίνει ότι η υπευθυνότητα αυτή μειώνει τους κινδύνους που συνοδεύουν την ελευθερία που έχουν σήμερα οι νέοι. Οπότε, υπεύθυνοι και πληροφορημένοι, οι έφηβοι παύουν να ρίχνονται απερίσκεπτα σε ανόητες περιπέτειες που είναι επικίνδυνες για την ψυχική τους ισορροπία και τη μελλοντική τους ζωή.
Συχνό φαινόμενο στο σχολείο είναι η βία που συσχετίζεται με εγκληματικές πράξεις εφήβων, οι οποίες αν και μεμονωμένες, παίρνουν μεγάλες διαστάσεις δημοσιότητας και έτσι συντείνουν στο να γίνεται ευρύτατα λόγος για αύξηση της εγκληματικότητας των ανηλίκων.
Πολλοί μαθητές δηλώνουν ότι δε μετανιώνουν καθόλου που χρησιμοποιούν βία και μάλιστα το θεωρούν προτέρημα διότι είναι συνώνυμο της δύναμης.
Η βία που εισάγεται στο σχολείο είναι επίσης βία που την αισθάνονται και την υφίστανται οι μαθητές. Βία και κακοποίηση στον οικογενειακό χώρο οδηγεί σε επιθετικότητα στο σχολείο. Βία εναντίον ζώων και αδύναμων ανθρώπων. Βία που τα θύματα την υφίστανται σε πλήρη σιωπή και οι θύτες παραμένουν συνήθως καλυμμένοι από αυτή την ένοχη συνομωσία σιωπής γονέων, δασκάλων, συμμαθητών.
Μία άλλη μορφή βίας είναι αυτή της επιθετικότητας των μαθητών και των γονιών απέναντι σε δασκάλους και διευθυντές, κυρίως λεκτική, που εκφράζει το χάσμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ του σχολείου και ενός μέρους της κοινωνίας.
Το σχολείο οφείλει να είναι προσιτό στους μαθητές, χωρίς να «κατεβαίνει» στο ίδιο επίπεδο με αυτούς, να κρατά την κατάλληλη παιδαγωγική απόσταση που θα δίνει έναυσμα στο μαθητή να προοδεύσει. Η παιδαγωγική έχει χρέος να «σμίγει» το δάσκαλο με το μαθητή, παρέχοντάς του τα απαραίτητα εργαλεία για να έχει πρόσβαση σε ένα αποδοτικό διάλογο. Ο εκπαιδευτικός οφείλει να «πιστεύει» σε κάθε έναν από τους μαθητές που τον εμπιστεύονται, με τη σκέψη αν δε γίνουν όλοι λόγιοι, είναι σημαντικό καθένας να βρει στο σχολείο όλα εκείνα τα γνωστικά, συναισθηματικά και κοινωνικά σημεία αναφοράς που κα τον βοηθήσουν να γίνει υπεύθυνος ενήλικος.
* Αμαλία Κ. Ηλιάδη είναι φιλόλογος-ιστορικός, Υπεύθυνη Σχολικής Βιβλιοθήκης 2ου Ε.Π.Α.Λ. Τρικάλων ailiadi@sch.gr