Μέλλουσα Κρίση: Ουτοπία ή Αίτημα Δικαιοσύνης;
Του Απόστολου Παπαδημητρίου
Ο Χριστός υπήρξε το κατ’ εξοχήν αμφιλεγόμενο ιστορικό πρόσωπο. Κανένα άλλο δεν επικρίθηκε, λοιδωρήθηκε, βλασφημήθηκε και μισήθηκε τόσο αλλά και κανένα άλλο δεν αγαπήθηκε τόσο από ανθρώπους όλων των εποχών, οι οποίοι θυσίασαν τα πάντα, ακόμη και τη ζωή τους γι’ αυτόν! Συνήθως το βιολογικό τέλος ενός προσώπου θέτει τέρμα στις όποιες εμπαθείς σε βάρος του κρίσεις. Απομένουν κάποιες άλλες συναισθηματικά άχρωμες, που χαρακτηρίζουν συνήθως τους ιστορικούς ερευνητές. Βέβαια στην περίπτωση του Χριστού υπάρχει ουσιώδης διαφορά: Οι μαθητές του, τα μέλη της Εκκλησίας του, διαχρονικά διακηρύσσουν ως κεφαλαιώδες δόγμα την ανάστασή του. Αυτός είναι ο λόγος, για τον οποίο και η πολεμική κατά του Χριστού μαίνεται ως τις ημέρες μας.
Αν εξετάσουμε σε βάθος την πολεμική αυτή, θα διαπιστώσουμε ότι οι κατά καιρούς πολέμιοι δεν ασχολήθηκαν με το πρόσωπο του Χριστού και τη διδασκαλία του. Οι πλείστοι αναλώθηκαν με επικρίσεις των κατ’ όνομα χριστιανών, επικρίσεις ορθές, καθώς δεν υπήρξαν λίγοι εκείνοι που έχοντας παραχαράξει το ευαγγελικό μήνυμα στο όνομα του Χριστού διέπραξαν εγκλήματα. Όλοι όμως αυτοί οι κριτές υπήρξαν ανέντιμοι, γιατί εσκεμμένα δεν πρόβαλαν ότι τα εγκλήματα συνιστούσαν αποκλίσεις από τον λόγο και τον βίο του Χριστού και όχι εφαρμογή του λόγου και μίμηση του βίου. Υπήρξαν και κάποιοι, που αδυνατώντας να απαντήσουν στο διαχρονικό ερώτημα του Χριστού «τις ελέγχει με περί αμαρτίας;» τον χλεύασαν κατά τρόπο φθηνό και γελοίο μη συνειδητοποιώντας τη δική τους γελοιοποίηση.
Στο άρθρο μας θα αντιμετωπίσουμε δύο επικρίσεις, οι οποίες φθάνουν ως τις ημέρες μας και λόγω της επιφανειακής τους σοβαρότητας ελκύουν την προσοχή πολλών συνανθρώπων μας και γίνονται αποδεκτές.
Πρώτη είναι η επίκριση κατά του Χριστού για σύνολο απαγορεύσεων, οι οποίες συνιστούν στέρηση της ελευθερίας του ατόμου (το πρόσωπο είναι άγνωστο εκτός Εκκλησίας). Ο Χριστός καταγγέλλεται ως ο αυστηρότατος εκείνος αναμορφωτής, ο οποίος επιβάλλει στους ανθρώπους φορτία αβάσταχτα και καθιστά απαγορευμένη την όποια απόλαυση μέσω της ικανοποίησης των ενστίκτων, απαγορευμένη την κατάφαση προς τη ζωή! Δεν είναι λίγοι μάλιστα εκείνοι που επιχείρησαν πριν από δεκαετίες να καταδικάσουν τον Χριστό φέροντας ως μάρτυρα την «επιστήμη», η οποία έχει «αποδείξει» ότι το ένστικτο δεν αντιπαλεύεται, παρά τη διαχρονική μαρτυρία του πλήθους των μαρτύρων, των αγίων και των οσίων, που κατάφεραν να το αντιπαλέψουν! Σ’ όλους αυτούς, τους κατά κανόνα κακοπροαίρετους, και στους όσους καλοπροαίρετους παρασύρονται από τη λαγνεία των επιχειρημάτων απαντούμε: Ο Χριστός είναι ο πρώτος και ο μόνος στην ιστορία, ο οποίος επέτυχε την υπέρβαση της απαγόρευσης με προτροπή! «Ο συ μισείς, ετέρω μη ποιήσεις» υπήρξε η πλέον λαμπρή ηθική εντολή του αρχαίου ελληνικού κόσμου (Κλεόβουλος ο Ρόδιος 6ος αι. π.Χ.). «Πάντα ουν όσα εαν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι ούτως και υμείς ποιείτε αυτοίς». Κανένα σύστημα δικαίου ως τις ημέρες μας δεν ποινικοποίησε την αποφυγή πράξεως του καλού. Όλα περιορίζονται στην τιμωρία του κακού στήνοντας διαχρονικά ιστούς αράχνης!
Ο Χριστός υπήρξε αιώνιο πρότυπο. Ουδεμία απόκλιση μεταξύ λόγου και βιωτής είναι δυνατόν να υποδειχθεί. Μάλιστα υποστήριξε, σε αντίθεση με τους μεμψίμοιρους επικριτές του, ότι ο ζυγός του (η άρση του σταυρού) είναι ελαφρύς και μόνη προϋπόθεση ελευθερίας, καθώς αυτός είναι ο χορηγός των πάντων. Πλείστοι άνθρωποι στις χριστιανικές λεγόμενες κοινωνίες κατά την εποχή της νεωτερικότητας απρόθυμοι να αποδεχθούν τον προτεινόμενο από τον Χριστό ασκητικό βίο, όχι ως σκοπό αλλά ως μέσο για τη θέωση του ανθρώπου, επέλεξαν τον ευρύ δρόμο της ικανοποίησης των ενστίκτων με συνέπεια οι πλείστοι συνάνθρωποί μας να δυστυχούν απόκληροι όντες των αγαθών, που ο Δημιουργός μας έδωσε για να τα απολαμβάνομε πάντες, και λίγοι άπληστοι να βυθίζονται στο τέλμα των ακορέστων αναγκών για απολαύσεις αναζητώντας άλλοθι για την αντιανθρώπινη στάση τους στον βίο! Πώς να αποδεχθούν την μέλλουσα κρίση, όταν τα κριτήρια αυτής τους οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στην καταδίκη «εφ’ όσον ουκ εποίησαν ενί τούτων των ελαχίστων», δεν έπραξαν δηλαδή τίποτε προς ανακούφιση του πάσχοντος συνανθρώπου τους, αλλά απεναντίας λόγω της απληστίας τους προκάλεσαν συμφορές;
Κοινωνικοί επαναστάτες στον αντίποδα των αγρίων εκμεταλλευτών, άθεοι όπως και οι άλλοι εξ αιτίας των κριμάτων των «χριστιανών», επικρίνουν τον Χριστό ως σπορέα ουτοπίας, καθώς η υπόσχεσή του για μιαν άλλη ζωή δρα ως βάλσαμο παρηγοριάς και προσφέρει «μάταιες» ελπίδες για απόλαυση σε μιαν άλλη ζωή, ανύπαρκτη γι’ αυτούς. Έχοντας αυτοί απολέσει την πίστη τους στον Θεό της δικαιοσύνης αδυνατούν να κατανοήσουν την μέλλουσα κρίση ως αποκατάσταση της διαχρονικής κοινωνικής αδικίας. Σπορείς οι ίδιοι της μεγαλύτερης ουτοπίας, της επικράτησης δηλαδή της δικαιοσύνης χωρίς κόπο και μόχθο, χωρίς άσκηση για υπέρβαση του εγώ αλλά με μόνη τη θεσμική μεταβολή που θα επιφέρουν καταλαμβάνοντες την εξουσία άνθρωποι υποταγμένοι κι αυτοί σε πάθη, όπως και όλοι οι άλλοι οι προασκήσαντες εξουσία. Επιπόλαια εξετάζοντας δεν κατενόησαν ότι ο Χριστός δεν εγγυήθηκε την απροϋπόθετη σωτηρία των φτωχών, οι οποίοι, όπως ο ίδιος διακήρυξε θα υπάρχουν καθ’ όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας. Η βασιλεία του Θεού εξασφαλίζεται με άρση του σταυρού, που για τους φτωχούς είναι η εγκαρτέρηση στα δεινά τους και η αποφυγή του μίσους για τους στραγγαλιστές των δικαιωμάτων τους.
Όσο για το βραβείο της νίκης ή την ποινή, ας μη τα εκχυδαϊζουμε με τις ειρωνείες μας. Δεν πρόκειται για απόλαυση υλικών αγαθών ούτε για τιμωρητικές πυρές, όπως ευκόλως προκύπτει με απλή ανάγνωση του ευαγγελικού λόγου και της ερμηνείας αυτού από τους Πατέρες της Εκκλησίας, που περιφρονούνται, επειδή μαρτυρούν ότι το πείραμα πέτυχε! Όλοι μας έχουμε κατά καιρούς προσαχθεί ενώπιον του δικαστηρίου της συνειδήσεώς μας. Κάποια, έστω αμυδρή, λοιπόν γεύση έχουμε.
Η μέλλουσα κρίση δεν είναι ουτοπία, αλλά κατ’ εξοχήν αίτημα δικαιοσύνης.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ», 16-2-2015