H Kυβέρνηση της Αριστεράς και ο ρόλος του κινήματος

H Kυβέρνηση της Αριστεράς και ο ρόλος του κινήματος

Του Σεραφείμ Σεφεριάδη*

…Αναφορικά με τη σημασία που έχει η έλευση στην εξουσία μιας κυβέρνησης της Αριστεράς, πρέπει εξαρχής να τονιστεί πως αυτή είναι απολύτως τεράστια! Για να την κατανοήσει κανείς δεν έχει παρά προς στιγμή να αναλογιστεί το αντίθετο που πολλοί στην ευρεία Αριστερά ασυγχώρητα υποτιμούν: το ενδεχόμενο, δηλαδή, μιας εκλογικής αποτυχίας. Πρέπει, χωρίς περιστροφές, να πούμε ότι κάτι τέτοιο θα ήταν απολύτως καταστρεπτικό. Κι αυτό όχι τόσο για λόγους θεσμικής πολιτικής, όσο διότι θα σηματοδοτούσε μια περαιτέρω βαθιά υποχώρηση του διεκδικητικού κινήματος. Είναι κάτι που πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα.

Ι

Η κινηματική ύφεση που τελευταία παρατηρούμε δεν είναι τεκμήριο –όπως συχνά υποστηρίζεται– μιας κάποιας δήθεν «οντολογικής» παθητικοποίησης των λαϊκών στρωμάτων, ούτε βέβαια και απόρροια κάποιας κοινωνικής εξισορρόπησης. Υπάρχει βέβαια η κούραση από τους αγώνες της προηγούμενης περιόδου, όμως ένας βασικός λόγος για την προσωρινή αυτή ύφεση είναι ότι οι πολλοί πρωτοπόροι αγωνιστές της βάσης –έχοντας κατανοήσει ότι λύση στα προβλήματα της κοινωνίας μπορεί να προκύψει μόνο μέσα από πολιτική αλλαγή (κάτι που βεβαίως αποτελεί συμπέρασμα σωστό)– έχουν στρέψει την προσοχή και επενδύσει τις ελπίδες τους στο πολιτικό επίπεδο, στην προοπτική ανόδου στην εξουσία μιας κυβέρνησης της Αριστεράς.

Και όπως δεν πρέπει να υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι η έλευση στην εξουσία μιας αριστερής κυβέρνησης θα δώσει πολλαπλάσια δυναμική σ’ αυτές τις διεκδικητικές σπίθες εξίσου βέβαιο είναι και το ακριβώς αντίθετο: Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν καταφέρει να σχηματίσει κυβέρνηση, όλη αυτή η κινηματική δυναμική θα δεχτεί καίριο πλήγμα: το κίνημα θα υποχωρήσει περαιτέρω και θα απογοητευθεί, θα έχουμε πολλαπλασιασμό αποστρατεύσεων, θα έχουμε πιθανόν διασπάσεις και αποπροσανατολισμό – όχι μόνο στις γραμμές του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σε πολλές άλλες οργανώσεις της Αριστεράς. 

Αν ηττηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα τον κληρονομήσουν κάποιοι (όπως ίσως περιμένουν) απλώς το κίνημα θα χτυπηθεί καίρια, ενδεχομένως για μια ολόκληρη περίοδο.

Πρέπει όμως αμέσως να πούμε ότι, αν τέτοιος κίνδυνος κινηματικού «αποδεκατισμού» υφίσταται μια φορά από μια εκλογική αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ, υφίσταται στο πολλαπλάσιο αν η κυβέρνηση που ο ΣΥΡΙΖΑ θα σχηματίσει ερχόμενος στην εξουσία συμβιβαστεί μέσα στο ασφυκτικό συστημικό πλαίσιο και υποχωρήσει. Θα πρόκειται, κυριολεκτικά, για εφιαλτικό σενάριο…

Και εδώ ακριβώς –στο σημείο αυτό– είναι που αναδύεται καθοριστικός ο ρόλος των κινημάτων. Με μια φράση: Αν τα κινήματα ανέδειξαν και διαμόρφωσαν τον ΣΥΡΙΖΑ ως ένα μαζικό αριστερό ριζοσπαστικό κόμμα, την επαύριο μιας εκλογικής του νίκης καλούνται να διαφυλάξουν, να επεκτείνουν και να βαθύνουν αυτόν το ριζοσπαστικό χαρακτήρα. 

Χρειάζεται, εδώ, με έμφαση να επισημάνουμε ότι η φυσική τάση των κινημάτων είναι ακριβώς αυτή· όχι από ιδεολογία ή γενική προδιάθεση, αλλά από πιεστική υλική ανάγκη – και επ’ αυτού ας είμαστε απολύτως σίγουροι.

Φανταστείτε λοιπόν τα κινήματα το βράδυ μιας νικηφόρας εκλογής: φανταστείτε τις καθαρίστριες· τους σχολικούς φύλακες· τους απολυμένους στους Δήμους· όλους όσοι είδαν να ξεπουλιέται το Ελληνικό· όσους κινητοποιήθηκαν στις Σκουριές· φανταστείτε τους χαμηλόμισθους· τους συνταξιούχους… Όλοι αυτοί, και άλλοι τόσοι από τους «ηττημένους» της τελευταίας πενταετίας θα επιχειρήσουν να κινηθούν παρέχοντας στήριξη σε μια κυβέρνηση της Αριστεράς, αλλά πρωτίστως θα κινηθούν διεκδικώντας πίσω τη ζωή τους, τη ζωή που το διάστημα αυτό κυριολεκτικά τους αφαιρέθηκε…  Ή, για να το πούμε με διαφορετικό τρόπο, το θέμα δεν είναι αν τα κινήματα θα παράσχουν ή όχι στήριξη στο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το αντίθετο: το τι θα πράξει ο ΣΥΡΙΖΑ με τα αιτήματα των κινημάτων…

ΙΙ

Η προεκλογική εκστρατεία του ΣΥΡΙΖΑ, αν τη δούμε καθαρά επικοινωνιακά (ως τηλεοπτικά σποτ, τρικ, αφίσες, χρώματα κτλ) υπήρξε ευφάνταστη και ίσως να υπήρξε και αποτελεσματική. Όμως όσον αφορά το πολιτικό της υπόβαθρο, πρέπει να διαπιστώσουμε ένα στοιχείο εφησυχασμού, θα μπορούσε ίσως να πει κανείς ακραίου και ίσως εμμονικού εφησυχασμού.

Ας αναφέρουμε μερικά παραδείγματα:

  • ό,τι λέγεται περί του πολέμου που ο ΣΥΡΙΖΑ θα υποστεί ως αριστερή κυβέρνηση είναι υπερβολικό, αν όχι απλή καταστροφολογία·
  • ξένοι και ντόπιοι ολιγάρχες και τραπεζίτες (που τόσο πάσχισαν την τελευταία πενταετία να περάσουν όλες αυτές τις αντιμεταρρυθμίσεις) το ’χουν πια πάρει απόφαση ότι τα πράγματα αλλάζουν και συνετά θα «διαπραγματευτούν» –ή, με μια φράση,
  • η Ευρώπη αλλάζει…

Κανείς βέβαια εχέφρων άνθρωπος (συμπεριλαμβανομένων και όσων προωθούν αυτή την οπτική) δεν πιστεύει πως είναι πράγματι έτσι – και επ’ αυτού δε χρειάζεται κανείς να επεκταθεί. Αυτό το οποίο πρέπει όμως να τονιστεί είναι ότι, ηθελημένα ή ακούσια, η λογική αυτή όχι μόνο δε συμβάλλει στην απαραίτητη λαϊκή εγρήγορση εν όψει του πολέμου που σίγουρα μας περιμένει, αλλά –το ακριβώς αντίθετο– προωθεί μια λογική ανάθεσης, μια λογική του τύπου:

  • αφήστε το πάνω μας·
  • ξέρουμε εμείς τι κάνουμε·
  • έχουμε ικανούς τεχνοκράτες και διαπραγματευτές που, με τρόπο μάλιστα «μη συγκρουσιακό», θα βάλουν τους μεγαλοεπιχειρηματίες και τους δανειστές «στο τσεπάκι»,
  • διότι δεν είναι δα και τέρατα οι δανειστές και οι μεγαλοεπιχειρηματίες, είναι άλλωστε έτοιμοι να διαπραγματευθούν και να πεισθούν…

Και αναρωτιέται κανείς: Τι ρόλος υπάρχει εδώ για τα κινήματα; 

Προφανώς κανένας ρόλος… Και πάντως δεν υπάρχει ένας ρόλος συστράτευσης και εγρήγορσης για τις μεγάλες μάχες που αναπόφευκτα θα ξεσπάσουν.

Υπάρχει βέβαια εδώ ένα εκλογικίστικο σκεπτικό που λέει ότι: μα αν εξηγούσαμε τι ακριβώς μας περιμένει, ο κόσμος θα τρόμαζε και δε θα μας ψήφιζε. Είναι πέρα για πέρα λάθος – κι αυτό για δυο λόγους:

Ο πρώτος είναι ο πιο αυταπόδεικτος και είναι λόγος πρακτικός: φανταστείτε κάποιον που στρατολογεί ή φιλοδοξεί να στρατολογήσει μαχητές (εν προκειμένω τα κινήματα) κρύβοντάς τους όμως το γεγονός ότι επίκειται μάχη. Αυτός δε θα χάσει μόνο τη μάχη, θα χάσει και την αξιοπιστία του με όλα τα δραματικά επακόλουθα…

Ο δεύτερος λόγος είναι καθεαυτό εκλογικός –όχι εκλογικίστικος– και συνίσταται στο γεγονός ότι το κίνημα, ο κόσμος δεν είναι ούτε ανόητος ούτε αφελής: γνωρίζει, διαισθάνεται ότι επίκειται μάχη, και το γεγονός ότι δεν βλέπει επεξεργασμένο επιχειρησιακό σχέδιο για τη μάχη αυτή, δημιουργεί ερωτηματικά –κόβοντας ενδεχομένως δυναμική από τον ΣΥΡΙΖΑ. 

Ελάχιστοι στα κινήματα πραγματικά προσδοκούν μια βελούδινη αλλαγή – αυτό που θέλουν να μάθουν είναι οι όροι διεξαγωγής της ρήξης. Κι αν έβλεπαν τους όρους αυτούς ξεκάθαρα μπροστά τους, όχι μόνο δεν θα απομακρύνονταν από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αντίθετα θα τον αγκάλιαζαν, θα τον πλαισίωναν και θα του έδιναν παραπάνω ώθηση…

ΙΙΙ

Αυτό που η Αριστερά και τα κινήματα χρειάζονται δεν είναι περισσότερα τεχνοκρατικής υφής επιχειρήματα, είναι μέσα για την άσκηση πίεσης – είναι, με μια φράση, προετοιμασία και κινητοποίηση για αγώνα και συγκρούσεις.

Γιατί λοιπόν λείπει αυτό το στοιχείο ή –τουλάχιστον (αν θέλουμε να είμαστε ηπιότεροι)– γιατί δεν δεσπόζει; Όποια απάντηση και αν δώσουμε, το μόνο βέβαιο είναι ότι αυτή η –ας πούμε– διπλή στρατηγική εφησυχασμού και πειθούς (αυτή η εμμονή στο ότι μην ανησυχείτε, θα τους πείσουμε) έχει τεράστιες πολιτικές προεκτάσεις.

Μπορούμε να τις προσεγγίσουμε μέσα από μια ανησυχητική διάζευξη:

  • είτε πάμε στη σύγκρουση απροετοίμαστοι, αφελώς πιστεύοντας ότι μπορεί και να μη γίνει μάχη (με αποτέλεσμα η αναπόφευκτη μάχη να κινδυνεύει να χαθεί – και εδώ δεν επιτρέπεται να ξεχνούμε την τεράστια ιστορική εμπειρία του κινήματος, από την Ισπανία και τη Γαλλία των λαϊκών μετώπων της δεκαετίας του ’30 ως τη Χιλή της δεκαετίας του ’70)
  • είτε θεωρούμε ότι ρήξεις δεν πρέπει να γίνουν (και ότι δι’ αυτού θα αποφευχθεί η σύγκρουση) –π.χ. ότι δεν χρειάζεται οι τράπεζες να τεθούν κάτω από κοινωνικό έλεγχο και διοίκηση, ή ότι δεν χρειάζεται να επανέλθουν οι συλλογικές συμβάσεις, ή ότι δεν πρέπει να ανέβουν οι μισθοί κτλ. Να έχουμε δηλαδή μια υποχώρηση – μια συστημική προσαρμογή σαν κι αυτή που περιγράφηκε προηγουμένως ως το εφιαλτικό σενάριο

Συμπερασματικά

▪ Μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές (κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για όλα τα άλλα) θα συμβάλλει στην πυροδότηση ενός διεκδικητικού κινήματος δημιουργώντας δυνητικά πυκνές και προωθημένες διαδικασίες τόσο στην Ελλάδα όσο στην Ευρώπη και διεθνώς.

▪ Εναπόκειται όμως στα κινήματα (και σε ανθρώπους όπως εμείς που ανήκουμε στα κινήματα) να δώσουν με την παρέμβαση και τη δράση τους την πολιτική ύλη που είναι απαραίτητη ώστε η εκλογική αλλαγή να βαθύνει σε κοινωνικό μετασχηματισμό.

▪ Το τι ακριβώς θα πει «κοινωνικός μετασχηματισμός», ποιους μηχανισμούς, χρονισμούς και συστατικά έχει, προφανώς αποτελεί θέμα μιας άλλης, εξαιρετικά σημαντικής συζήτησης που κι αυτήν μάλλον την έχουμε καθυστερήσει – συνολικά ως Αριστερά. Καθώς όμως ο πολιτικός χρόνος είναι εξαιρετικά πυκνός, είναι βέβαιο ότι σύντομα θα χρειαστεί να κάνουμε και αυτή τη συζήτηση…

*  Άρθρο του σ. Σεραφείμ Σεφεριάδη, αναπληρωτή καθηγητή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, βασισμένο σε εισήγηση που έκανε σε εκδήλωση του Δικτύου για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα με θέμα «Κυβέρνηση της Αριστεράς και ο ρόλος του κινήματος», που έγινε στις 19 Ιανουαρίου 2015.

ΠΗΓΗ: 23/1/2015, http://www.xekinima.org/arthra/view/article/h-kybernisi-tis-aristeras-kai-o-rolos-toy-kinimatos/

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.