Το ελληνικό σύνδρομο καταδίωξης

Το ελληνικό σύνδρομο καταδίωξης: από τη μεγαλαυχία στην παραγνώριση, τη μειονεξία και την εθελοτυφλία…*

 

Του Γιάννη Στρούμπα

 

 

Το σύνδρομο καταδίωξης της Ελλάδας από τα «διεθνή κέντρα αποφάσεων» βρίσκει ιδιαίτερη απήχηση όχι μόνο σε πολλούς Έλληνες αλλά και στα ελληνικά μέσα ενημέρωσης. Ως δημοσιογραφικό θέμα επανέρχεται τακτικά ανά περιόδους. Ευρεία έκταση είχε πάρει, για παράδειγμα, κατά την περίοδο προ των ολυμπιακών αγώνων του 2004, με τις συνεχείς αναφορές στα ξένα ειδησεογραφικά μέσα που αμφισβητούσαν την ικανότητα της χώρας μας να διοργανώσει τους αγώνες.


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 288, 1/2/2010.

Σήμερα η καταδιωκτική μανία επανέρχεται στο προσκήνιο με αφορμή την αντιπροσωπεία των ελεγκτών της Κομισιόν, οι οποίοι μετέβησαν στην Ελλάδα προκειμένου να αποκτήσουν αμεσότερη αντίληψη αναφορικά με τα πραγματικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας, που παρουσιάζονται ασαφώς και με αλληλοαναιρούμενους αριθμούς από τις διαφορετικές ελληνικές κυβερνήσεις.

Η έλευση την Ευρωπαίων ελεγκτών στη χώρα μας συνοδεύτηκε από δημοσιογραφικές «πληροφορίες» περί «ιταμής» τους συμπεριφοράς απέναντι στους Έλληνες αρμοδίους, περί προσβολών και γενικότερης υποτιμητικής στάσης. Παρά τους ισχυρισμούς των δημοσιογράφων πως η ενημέρωσή τους πηγάζει από υπουργούς της ελληνικής κυβέρνησης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Γιώργος Πεταλωτής διέψευσε τις πληροφορίες: «Δεν υπάρχουν τέτοιες συμπεριφορές, ούτε υπήρξαν, αλλά και ούτε θα γίνονταν αποδεκτές από την ελληνική πολιτεία και την ελληνική κυβέρνηση» (8/1/2010). Όμως ανεξάρτητα από το πόσο αληθινές ή πλαστές ήταν οι υποτιθέμενες εξευτελιστικές συμπεριφορές των ξένων απέναντί μας, περισσότερο προσβλητική θα έπρεπε να θεωρείται η συγκεκριμένη εγχώρια μετατόπιση του ζητήματος από την οικονομική ουσία των γεγονότων σε μία ψευτοηθική θεώρησή τους.

Η εκδήλωση υποτιμητικών συμπεριφορών δεν μπορεί να αποκλειστεί. Η αλαζονεία, η κομπορρημοσύνη είναι στοιχεία της ανθρώπινης φύσης, κι εκφράζονται ιδίως στις περιπτώσεις που οι άνθρωποι θεωρούν ότι απέναντί τους βρίσκονται «υποδεέστεροί» τους, «τριτοκοσμικοί», «απολίτιστοι», «πρωτόγονοι». Δεν αποκλείεται λοιπόν κάποιοι Ευρωπαίοι «ετέροι» μας όντως να αισθάνονται ότι απευθύνονται σε «τριτοκοσμικούς» όταν συνομιλούν με τους Έλληνες αρμοδίους. Ας μην παραγνωρίζεται όμως πως και πολλοί Έλληνες εκδηλώνουν αντίστοιχες τάσεις απέναντι σε αλλοεθνείς. Πόσο οικεία απ' την πολυχρησία δεν μας είναι πλέον η γραφική αντίληψη περί του ελληνικού έθνους με την πλούσια πολιτισμική παράδοση, που παρήγε αριστουργήματα όταν οι αλλοεθνείς «πίθηκοι» ζούσαν ακόμη στα δέντρα!

Η υιοθέτηση ανάλογων στάσεων από τους ανθρώπους, σ' όποια εθνικότητα κι αν ανήκουν, είναι ενδεικτική της παιδείας τους ή – μάλλον – της απαιδευσίας τους. Όποιοι εκδηλώνονται υποτιμητικά απέναντι στους υπόλοιπους, απλώς αποκαλύπτουν τη δική τους ανεπάρκεια, τη μειονεξία, τη μικροψυχία, τη στενομυαλιά. Ο πνευματικά, ψυχικά και ηθικά ανώτερος άνθρωπος δεν ψάχνει αφορμές για να διατυμπανίσει το δικό του μεγαλείο απέναντι σε όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα. Είναι ανεκτικός, επιδεικνύει κατανόηση, σύνεση και μετριοπάθεια. Στις περιπτώσεις λοιπόν που ένας άνθρωπος καλείται ν' αντιμετωπίσει συνομιλητές αλαζόνες, στο χέρι του είναι η στάθμιση του χαρακτήρα τους και ο βαθμός σημασίας που θα αποδώσει στα λεγόμενα και στις πράξεις τους. Με άλλα λόγια, αν οποιοσδήποτε βρεθεί αντιμέτωπος με το θράσος και την υπεροψία, στο χέρι του είναι να αποδώσει στις αντίστοιχες συμπεριφορές την αρμόζουσα σημασία, δηλαδή να τις αγνοήσει. Αυτό ισχύει για κάθε άνθρωπο, κατ' επέκταση και για κάθε πολιτικό: στην υπεροψία επιφυλάσσεις την ανυποληψία. Άλλωστε, το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αντίστοιχων μικροτήτων δεν χρειάζεται να το ψάχνουμε σε μακρινά, ξένα δίκτυα ενημέρωσης. Τη μικροπρέπεια στα δελτία ειδήσεών του την έχει εξελίξει σε επιστήμη το ελληνικό τηλεοπτικό κανάλι «Star channel». Πόσο υποχρεωμένος όμως είναι κανείς να το αντιμετωπίζει με σοβαρότητα;

Το ενδιαφέρον ωστόσο της υπόθεσης είναι πως ενώ όταν γίνεται αναφορά στις υπαρκτές ή ανύπαρκτες λοιδορίες των ξένων σε βάρος της χώρας μας τα αντανακλαστικά μας ενεργοποιούνται κι αισθανόμαστε προσβλημένοι, αντίστοιχες επισημάνσεις που προέρχονται από εγχώριες πηγές εκλαμβάνονται είτε σαν φυσιολογικές είτε, πολύ περισσότερο, συνεγείρουν τη συγκατάνευσή μας. Ας γίνεται εξίσου ακραίος ο δημοσιογράφος κ. Γιώργος Αυτιάς, όταν από την πρωινή του εκπομπή ξιφουλκεί εναντίον των Γερμανών και υπόσχεται να τους «περιποιηθεί» για τις αιτιάσεις τους απέναντι στην οικονομική μας διαχείριση, καθώς θυμάται τις πολεμικές αποζημιώσεις που οφείλουν στη χώρα μας από την εποχή του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Ας παραβλέπει ο κ. Αυτιάς ότι οι εποχές προχωρούν, ότι οι συνθήκες αλλάζουν, ότι χώρες που ανήκαν παλιά σε αντίπαλους σχηματισμούς τώρα συνεργάζονται. Ας παραβλέπει ο κ. Αυτιάς πόσοι Έλληνες μετανάστευσαν στη Γερμανία κι εργάστηκαν υπό συνθήκες νομιμότητας, εργασιακής, υγειονομικής και συνταξιοδοτικής ασφάλειας. Ή ας παραβλέπει ο κ Αυτιάς τα ποσά που έχουν εισρεύσει από τη Γερμανία στην Ελλάδα στο πλαίσιο της Ε.Ε. κι έχουν κατασπαληθεί από τη χώρα μας, η οποία γνωρίζει τόσο καλά να τα λεηλατεί δικαιολογώντας τα σε έργα που εξωτερικά πληρούν υποτίθεται τις προβλεπόμενες προδιαγραφές, μα στην πραγματικότητα υλοποιούνται με απίστευτες εκπτώσεις που υπονομεύουν την ποιότητά τους και οδηγούν τα σχετικά κονδύλια στις τσέπες των επιτηδείων. Με ανάλογους λοιπόν λεονταρισμούς φαίνεται να μην εκπλήσσεται ή να μην εξανίσταται κανείς. Παρομοίως, όταν απ' τον ελληνικό έντυπο ή ηλεκτρονικό τύπο απευθύνονται τεκμηριωμένες αιτιάσεις σε βάρος των ελληνικών κυβερνήσεων που οδήγησαν τη χώρα μας στη σημερινή της δεινή οικονομική θέση, οι πολίτες συμφωνούν κι επαυξάνουν. Εξανίστανται όμως μόνο με τη στάση των ξένων: οι αιτιάσεις εκείνων εκλαμβάνονται σαν ρατσισμός, σαν παραγνώριση της αξίας της ελληνικής φυλής, και δεν γίνονται ανεκτές! Σύνδρομο καταδίωξης, ξενοφοβία, μεγαλαυχία ή εθελοτυφλία;

Το βέβαιο είναι πως αν θα 'πρεπε να προβάλλεται μία κατάσταση σαν προβληματική, θα άξιζε αυτή να είναι όχι οι αντιδράσεις απ' όσους σχολιάζουν με τρόπο θεμιτό ή αθέμιτο ένα πρόβλημα αλλά το ίδιο το γεγονός που συνιστά πρόβλημα. Ιδού λοιπόν το πεδίο του ενδιαφέροντος: υπάρχει πράγματι οικονομική κρίση ή όχι; Αν δεν υπάρχει, τα αθέμιτα σχόλια ας χαρακτηρίζουν εκείνους που τα διακινούν και μόνο αυτούς. Η ενασχόληση μαζί τους είναι ανάξια λόγου. Αν πάλι η κρίση είναι ρεαλιστική, οι προσπάθειες χρειάζεται να επικεντρωθούν στους τρόπους αντιμετώπισης αυτής της ίδιας, κι όχι στους σχολιαστές της. Άλλωστε οι οποιεσδήποτε αναλύσεις, πέραν της αλήθειας ή της κακεντρέχειάς τους, πέραν των κινδυνολογιών και των συνωμοσιολογιών που θεωρούν τη χώρα μας «πειραματόζωο» του διεθνούς οικονομικού κατεστημένου, επί της ουσίας δεν προσφέρουν λύσεις. Οι λύσεις είναι πολιτικές, κι εκεί χρειάζεται να εστιάζεται το ενδιαφέρον.

Είναι ανάγκη συνεπώς να καταστεί παραδεκτό πως οι ευθιξίες, γνήσιες ή κίβδηλες, είναι άκαιρες. Η μετατόπιση του θέματος από την ουσία του σε μια υποτιθέμενη ηθική θέασή του συνιστά υποκρισία, κι αν δεν φανερώνει αίσθημα καταδίωξης ή μεγαλαυχία, φανερώνει αδυναμία συναίσθησης της πραγματικότητας, ίσως κι απουσία θέλησης για την αλλαγή μιας κατάστασης που συντηρεί πολλά βολεμένα συμφέροντα. Για όσους πάντως είναι αποφασισμένοι να αντιπαλέψουν το πρόβλημα, είναι σαφές πως η λύση του δεν βρίσκεται στα σχόλια των ξένων: βρίσκεται στα χέρια των Ελλήνων κυβερνώντων, στη βούληση και στην αποφασιστικότητά τους. Είναι καιρός την ατέλειωτη μιζέρια κι εθελοτυφλία της μετάθεσης των ευθυνών στα «ξένα κέντρα» να τη διαδεχτεί η προσωπική ανάληψή τους.

 

Γιάννης Στρούμπας

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.