Αγροτικές κινητοποιήσεις: δεν αρκεί να κατευνασθεί η οργή!
Του Γιώργου Κανέλλη*
Οι αγροτικές κινητοποιήσεις, οδυνηρές συνολικά για την παραγωγή και τις μεταφορές στη χώρα μας αλλά και για τις εμπορικές σχέσεις με γειτονικές, συνεχίζονται και κλιμακώνονται.
Κάποιες πρώτες κυβερνητικές δηλώσεις για ταχεία πληρωμή οφειλομένων από ευρωπαϊκά προγράμματα του Γ΄ ΚΠΣ δεν φαίνεται να αρκούν στους οργισμένους αγρότες, που ιδίως την τελευταία διετία αντιμετωπίζουν δραστική πτώση τιμών στα κυριότερα προϊόντα.
Για παράδειγμα, το λάδι βασικό προϊόν της νότιας και νησιωτικής Ελλάδας με σαφή ποιοτική υπεροχή, έχει κατρακυλήσει από τα επίπεδα του 2,70 με 3 ευρώ το κιλό σε τιμές γύρω στα 2, ακόμα και πιο κάτω. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία το αγροτικό εισόδημα στη χώρα μας για την περίοδο 2002-2008 μειώθηκε κατά -19,9% ενώ την ίδια περίοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σημείωσε μέση άνοδο κατά +15,9%.
Από την άλλη πλευρά, ακόμη και μια υποχώρηση της κυβέρνησης στα αιτήματα άμεσης οικονομικής στήριξης, ανά προϊόν, από εθνικούς πόρους, θα λειτουργούσε μεν κατευναστικά, θα έφευγαν τα μπλόκα από τους δρόμους, για να ξανάρθουν όμως και πάλι τον επόμενο χειμώνα, ως ετήσια ρουτίνα. Και τούτο διότι τα προβλήματα της γεωργικής και κτηνοτροφικής μας παραγωγής είναι διαρθρωτικά.
Οι κλιμακούμενες κινητοποιήσεις των αγροτών, απλώς φανερώνουν τη γύμνια πολιτικής στρατηγικής για την γεωργία και την κτηνοτροφία στη χώρα μας.
Έλλειψη πολιτικών ανά προϊόν, εμμονή σε υδροβόρες, χωρίς προοπτική καλλιέργειες, κυριαρχία των συνεννοήσεων των εμπορικών κυκλωμάτων (καρτέλ) στην αγορά σε συνδυασμό με την μείωση των επιδοτήσεων από την Κοινή Αγροτική Πολιτική, χωρίς αξιοποίηση των θετικών της (στροφή στην ποιότητα, στα προϊόντα ονομασίας προέλευσης, στη βιολογική και ολοκληρωμένη γεωργία), είναι αυτά που οδηγούν σε δραστική μείωση του αγροτικού εισοδήματος και απελπίζουν τους αγρότες, που δεν βλέπουν αξιόπιστη προοπτική.
Χρειάζεται στρατηγικό όραμα
Τα κύρια πεδία μιας στρατηγικής παρέμβασης που θα μπορούσε να δώσει βιώσιμη προοπτική στη γεωργία και κτηνοτροφία μας είναι οι η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών (ποιες και πως), η εκπόνηση αξιόπιστων βάσεων δεδομένων για τους αγρότες και τη γεωργική γη, η ανασυγκρότηση των συνεταιρισμών και άλλων συλλογικών μορφών όπως οι ΤΟΕΒ (για την άρδευση), η εμπορική τύχη των αγροτικών προϊόντων, η ποιοτική στροφή σε μεθόδους και προϊόντα.
Η αναδιάρθρωση των καλλιεργειών είναι προφανής ανάγκη: όση εμπειρία και να έχουν οι Θεσσαλοί αγρότες στο βαμβάκι, όσο εκμηχανισμένη και να είναι η καλλιέργειά του, δεν υπάρχουν περιθώρια ανταγωνισμού με τις χώρες πάμφθηνου εργατικού κόστους.
Για την αναξιοπιστία των μητρώων και στοιχείων που δίνουμε, αρκεί να αναφέρουμε τα ανέκδοτα που κυκλοφορούν σε βάρος μας για το πόσες Ελλάδες χρειάζονται για να καλλιεργηθούν οι ποσότητες που παρουσιάζαμε προς επιδότηση. Προβληματικές συνεταιριστικές οργανώσεις, μισοδιαλυμένες από τον τοπικισμό και τον κομματισμό, είχαν αναλάβει την εκπόνηση του Ολοκληρωμένου Συστήματος Δημόσιων Ενισχύσεων (ΟΣΔΕ) και απέτυχαν χωρίς κυρώσεις για κανένα. Να γιατί τέλος του 2009, η χώρα μας κατάφερε να δώσει μόνο ένα ποσοστό (50-60%) των ενισχύσεων που δικαιούνται οι αγρότες.
Το εμπορικό κύκλωμα των συνεννοημένων κυκλωμάτων (καρτέλ) οδηγεί σε διπλασιασμούς και τριπλασιασμούς τις τιμές από το χωράφι στο ράφι, και όταν το συμφέρει, έχει πρακτικά τη δυνατότητα να εμφανίζει ξένα προϊόντα ως ελληνικά, εξαπατώντας τον καταναλωτή και πλήττοντας τον αγρότη.
Οι παράγοντες για την αναχαίτιση της υποβάθμισης του έλληνα αγρότη και της παραγωγής του είναι τρεις:
στρατηγική αντίληψη του προβλήματος και όραμα,
ανανεωμένοι δυναμικοί συνεταιρισμοί,
πραγματικά επιτελικό και παρεμβατικό Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης.
Κρίσιμος παράγων το επιτελικό Υπουργείο
Ο τελευταίος παράγων -το Υπουργείο-, σε μια χώρα με ατροφικούς κοινωνικούς θεσμούς να είναι και ο κρισιμότερος. Η διαρκώς συρρικνούμενη κοινωνική ομάδα των ελλήνων αγροτών δύσκολα μπορεί να δώσει απάντηση στο πρόβλημα της στρατηγικής για ένα βιώσιμο μέλλον τη γεωργίας μας.
Οι συνεταιρισμοί και οι άλλες μορφές συλλογικής οργάνωσης, μπορούν να δώσουν στους αγρότες τη συλλογική ισχύ που απαιτείται για την εξισορρόπηση της δύναμης των εμπορικών κυκλωμάτων, μόνο εφόσον το Υπουργείο και η Αγροτική Τράπεζα (με λογική όχι εμπορική αλλά παρεμβατική – αναπτυξιακή), στηρίξουν αλλά και ελέγξουν συστηματικά την εσωτερική νομιμότητά τους. Γιατί, πρέπει πάση θυσία να βρεθεί και διοικήσει τους συνεταιρισμούς ένας κρίσιμος αριθμός τίμιων προσώπων. Χωρίς συστηματικό κρατικό έλεγχο θα κυριαρχήσουν και πάλι στους συνεταιρισμούς αργομισθίες, πελατειακές σχέσεις, μικροψυχίες. Όπου επιτεύχθηκε ενότητα και καλοδιοίκηση (περιπτώσεις πχ στην Κρήτη, τη Μεσσηνία κλπ), οι συνεταιρισμοί απέδειξαν ότι μπορούν να διασφαλίσουν αξιοπρεπή εμπορική τύχη για το αγροτικό προϊόν, προσέλκυση νέων στο επάγγελμα και αξιοποίηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Ακόμη, το καθεστώς της ασύδοτης, από πλευράς ελέγχου του ανταγωνισμού, αγοράς πρέπει να λάβει τέλος.
Χρειάζεται λοιπόν όχι απλά κατευναστικά μέτρα αλλά μια στρατηγική ποιοτική και οργανωτική στροφή της γεωργίας μας και για ένα ακόμη στρατηγικής σημασίας λόγο: ας μην ξεχνάμε τις προκλήσεις και πρωτοφανείς δυσχέρειες που θα προκύψουν από την χειροτέρευση της κλιματικής αλλαγής για το κυρίαρχο μοντέλο βιομηχανικής και εντατικής γεωργίας και κτηνοτροφίας. Ένα μοντέλο που εξαντλεί φυσικούς πόρους, ρυπαίνει και επιβαρύνει το έδαφος, τον αέρα και το νερό, σπαταλά ενέργεια και υδάτινους πόρους, απειλεί είδη και τη βιοποικιλότητα, επιβαρύνει την υγεία των καταναλωτών, απαξιώνει τη μικρή παραγωγή και τις τοπικές κοινότητες, υπονομεύει την παραγωγική ικανότητα χωρών σαν τη δική μας.
Τα όποια «φράγκα» λοιπόν -αν δοθούν- θα είναι παυσίπονο.
Απεγνωσμένα ζητούνται ποιοτική στροφή στην ολοκληρωμένη και την βιολογική γεωργία, ένα επιτελικό Υπουργείο, τίμιοι άνθρωποι με όραμα να πάρουν στις πλάτες την ευθύνη των συνεταιρισμών. Αλλιώς, μέλλον και προοπτική για την πρωτογενή μας παραγωγή δεν υπάρχει.
Πάτρα, 30-01-2010
* Στέλεχος των ΟΙΚΟΛΟΓΩΝ ΠΡΑΣΙΝΩΝ Αχαΐας