Για την Υποκρισία της νεωτερικής εποχής και τον σύγχρονο Κυνισμό
Του Πέτρου Θεοδωρίδη*
Υφίσταται μια αντιστοιχία μεταξύ των διαφορετικών αντιλήψεων του χρόνου και των ηθικών στάσεων: Η υποκρισία αντιστοιχούσε στο μοντέρνο ευθύγραμμο ανοδικό χρόνο και στη νεωτερική συνθετική εικόνα του κόσμου της νεωτερικότητας, η σύνταξη των επιχειρημάτων ήταν ιεραρχική, η επίκληση των καλώς προφάσεων συγκάλυπτε την κόλαση των προθέσεων.
Ένα παράδειγμα υποκρισίας που αφορούσε στην Αμερική του 17ου αιώνα αφηγείται ο Ν. Χώθορν στο μυθιστόρημά του «Thescarletletter» (1850). Μια νεαρή γυναίκα διαπράττει το αμάρτημα της μοιχείας και φέρνει στον κόσμο ένα κοριτσάκι. Μητέρα και κόρη εκτίθενται σε κοινή θεά πάνω στην εξέδρα ενώπιον όλης της κοινότητας, ενώ ο πάστορας καταδικάζει τη μοιχαλίδα. Η πρωταγωνίστρια στο εξής θα πρέπει να ζήσει με την κόρη της στο περιθώριο της κοινωνίας, σε ένα απόμερο σπίτι αρκούμενη στα ελάχιστα χρήματα που της δίνουν για τα κεντήματάτης, υποχρεωμένη να φέρει πάντα στο στήθος ένα μεγάλο κόκκινο γράμμα, το «Μ» της μοιχαλίδας, για να θυμίζει το αμάρτημά της. Το δυναμικό ψυχολογικό στοιχείο, βρίσκεται στο γεγονός ότι ο πάστορας που τόσο βίαια την καταδικάζει και την ταπεινώνει, στην πραγματικότητα, είναι ο εραστής της γυναίκας και πατέρας της κόρης της. Αυτό ήταν η υποκρισία!
Στη μετανεωτερική, πολυπρισματική εποχή μας, όμως, αντιστοιχεί ο κυνισμός ως “αυτοεξυμνούμενη πανουργία”. Σύμφωνα με τον Νίκο Δεμερτζή «ως πολιτικός κυνισμός εκλαμβάνεται η δυσπιστία στην ειλικρίνεια, την ακεραιότητα και τις προθέσεις των πολιτικών αρχών, του πολιτικού προσωπικού και των πολιτικών θεσμών, οι οποίοι θεωρείται ότι δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες του εκλογικού σώματος. Ο πυρήνας του πολιτικού κυνισμού καταλαμβάνεται από την απουσία εμπιστοσύνης, ανεξάρτητα από επιχειρήματα υπέρ ή κατά. Δεν είναι απλός σκεπτικισμός, αλλά μια εμπεδωμένη και γι’ αυτό αυτοεκπληρούμενη αρνητικότητα απέναντι στους πολιτικούς και την πολιτική διαδικασία. Ως εκ τούτου, θεωρείται ότι υποσκάπτει τη δημοκρατία καθώς οδηγεί σε μειωμένη πολιτική συμμετοχή, σε απάθεια και αποξένωση»[1].
Ο Ζιζέκ[2] υπενθυμίζει ένα παλαιότερο best-seller στη Γερμανία. Στο βιβλίο «Κριτική του Κυνικού Λόγου” (1983), ο Πέτερ Σλότερνταϊκ αναπτύσσει τη θέση ότι ο κυρίαρχος τρόπος λειτουργίας της ιδεολογίας είναι κυνικός, κάτι που καθιστά αδύνατο – ή, ακριβέστερα, μάταιο – το κλασικό ιδεολογικοκριτικό διάβημα. Το κυνικό υποκείμενο έχει σαφώς επίγνωση της απόστασης ανάμεσα στο ιδεολογικό προσωπείο και την κοινωνική πραγματικότητα, εξακολουθεί μολαταύτα να επιμένει στο προσωπείο. Ο Κυνικός λόγος δεν είναι πλέον αφελής, αλλά ένα παράδοξο πεφωτισμένης ψευδούς συνείδησης: ξέρει κανείς πολύ καλά το ψεύδος, έχει πλήρη επίγνωση του επιμέρους συμφέροντος που κρύβεται πίσω από την ιδεολογική καθολικότητα, και εντούτοις δεν την αποποιείται. Βέβαια – θυμίζει ο Ζιζέκ – θα πρέπει να διακρίνουμε τον κυνισμό με “κ” μικρό/πεζό από τον Κυνισμό.
Ο Κυνισμός αντιπροσωπεύει τη λαϊκή, πληβειακή απόρριψη της επίσημης κουλτούρας μέσω της ειρωνείας και του σαρκασμού, ενώ η κλασική Κυνική στάση συνίσταται στο να αντιμετωπίζουμε τις δακρύβρεχτες φράσεις της κυρίαρχης επίσημης ιδεολογίας – την επίσημη, σοβαρή τονικότητά της – με την καθημερινή κοινοτοπία και να τις γελοιοποιούμε, εκθέτοντας έτσι τα εγωιστικά συμφέροντα, τη βία, τις βάρβαρες αξιώσεις για εξουσία που βρίσκονται πίσω από την υψηλή noblesse (αριστοκρατική) της ιδεολογίας (παραδείγματος χάριν, όταν ένας πολιτικός κηρύττει το καθήκον της πατριωτικής θυσίας, ο Κυνισμός εκθέτει το προσωπικό κέρδος που αποκομίζει από τη θυσία των άλλων).
Ο κυνισμός αποτελεί την απάντηση της κυρίαρχης κουλτούρας σ’ αυτή την Κυνική ανατροπή: αναγνωρίζει και λαμβάνει υπόψη του το επιμέρους συμφέρον πίσω από την ιδεολογική καθολικότητα, την απόσταση ανάμεσα στην ιδεολογική μάσκα και την πραγματικότητα, εξακολουθεί όμως να βρίσκει λόγους για να κρατήσει τη μάσκα. Ο κυνισμός αυτός δεν είναι μια άμεσα ανήθικη θέση, είναι μάλλον η ηθικότητα στην υπηρεσία της ανηθικότητας – το μοντέλο της κυνικής σοφίας είναι να συλλαμβάνει την εντιμότητα, την ακεραιότητα, ως την υψηλότερη μορφή ατιμίας και την ηθική ως την υψηλότερη μορφή ακολασίας ή την αλήθεια ως την αποτελεσματικότερη μορφή ψεύδους. Πρόκειται ως εκ τούτου για ένα είδος ανεστραμμένης “άρνησης της άρνησης” της επίσημης ιδεολογίας: αντιμέτωπη με τον παράνομο πλουτισμό ή με την ληστεία, η κυνική αντίδραση συνίσταται στον ισχυρισμό ότι ο νόμιμος πλουτισμός είναι μακράν αποτελεσματικότερος ενώ επιπλέον προστατεύεται από το νόμο.
Έτσι στην εποχή μας επιχειρήματα παρατάσσονται από – ιεραρχημένα, σκωπτικά, ασυντόνιστα σε ένα είδος λόγου που περισσότερο αποκαλύπτει παρά συγκαλύπτει. Βέβαια – όπως επισημαίνει ο Νίκος Δεμερτζής – «είναι άλλος ο σαρκαστικός και ειρωνικός κυνισμός των από πάνω, όπου αξίες και αρχές λειτουργούν προσχηματικά και όπου, όπως έχει λεχθεί, ο κυρίαρχος αποκαλύπτει τη μάσκα του, χαμογελά με κατανόηση στον αδύναμο αντίπαλό του συνεχίζοντας μολοντούτο να τον καταπιέζει, και είναι άλλος ο καγχαστικός, δυσφορικός και μοιρολατρικός κυνισμός των από κάτω, που λειτουργεί ως ψυχική παρακαμπτήριος της ντροπής και ως άμυνα απέναντι σε δύσκολες συνθήκες ζωής που δεν μπορούν να αλλάξουν.
Παρομοίως, μπορεί κανείς να διακρίνει ανάμεσα σε έναν εποικοδομητικό και έναν καταστροφικό πολιτικό κυνισμό. Συναποτελούμενος από ειρωνεία, σκεπτικισμό, επιφυλακτικότητα, και δυσπιστία, ο πρώτος είναι συμβατός με τη δημοκρατία καθώς ευνοεί την αποστασιοποίηση από μισαλλόδοξες «αλήθειες» και την ανεκτικότητα απέναντι στον άλλο. Αντίθετα, ο έτερος τύπος είναιασύμβατος με τη δημοκρατία καθώς στηρίζεται στην κακοπιστία, το μηδενισμό και τη διακωμώδηση των πάντων. Όντως τότε προκαλείται κρίση εκπροσώπησης. Στην περίπτωση όμως του εποικοδομητικού κυνισμού μπορούν να ενεργοποιηθούν κρυμμένες δυνατότητες και να αλλάξουν οι όροι του πολιτικού ανταγωνισμού»‘[3].
* Ο Πέτρος Θεοδωρίδης είναι συγγραφέας-δοκιμιογράφος. Κατεβάστε ελεύθερα την τελευταία του συλλογή «Ακόμα και η Αριάδνη ήταν ψέμα» ή διαβάστε την online
[1]ΝικουΔεμερτζη, “Πολιτικός Κυνισμός: Σύμπτωμα ή αιτία της κρίσης εκπροσώπησης;”.
[2]Υψηλό Αντικείμενο της Ιδεολογίας, μτφρ. Βίκυ Ιακωβου. Εκδ. Scripta 2006,
σελ 64-68.
[3]ΝικουΔεμερτζη, “Πολιτικός Κυνισμός: Σύμπτωμα ή αιτία της κρίσης εκπροσώπησης;” ό.π.
ΠΗΓΗ:20 Σεπ. 2014, http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/gia-tin-ypokrisia-tis-neoterikis-epoxis-kai-ton-sygxrono-kynismo-0