Το «σημείο G» της θρησκευτικής πίστης βρίσκεται στον εγκέφαλο
Αμερικανοί επιστήμονες χάραξαν τον εγκεφαλικό «χάρτη» της θρησκευτικής πίστης, ενώ Ευρωπαίοι συνάδελφοί τους αποκωδικοποίησαν τον διάλογο με τον Θεό
Από τον Σπύρο Μανουσέλη
Η πίστη σε ένα ή περισσότερα ανώτερα όντα είναι ένα διαχρονικό και πανανθρώπινο φαινόμενο. Ακόμη και σήμερα, την εποχή της απόλυτης κυριαρχίας της επιστήμης, το 95% του παγκόσμιου πληθυσμού δηλώνει ότι πιστεύει στην ύπαρξη μιας υπερφυσικής δημιουργικής δύναμης.
Η διαχρονικότητα και η καθολικότητα του φαινομένου της θρησκευτικής πίστης δεν θα μπορούσε να αφήσει αδιάφορους τους νευροεπιστήμονες, οι οποίοι άρχισαν να αναζητούν το «σημείο G» (God spot), δηλαδή μια περιοχή στον εγκέφαλο η οποία ευθύνεται για την εκδήλωση της θρησκευτικής μας συμπεριφοράς.
Αντίθετα, ο Andrew Newberg, του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, το εντόπισε στους βρεγματικούς λοβούς βασιζόμενος σε έρευνες με βουδιστές μοναχούς.
Οπως όμως διευκρινίζουν οι συγγραφείς του άρθρου, πρόθεσή τους δεν ήταν καθόλου να ανακαλύψουν τον Θεό μέσα στον εγκέφαλο, αλλά να κατανοήσουν τι συμβαίνει μέσα στον εγκέφαλο ενός ανθρώπου όταν αυτός σκέφτεται τον Θεό, είτε είναι πιστός είτε είναι άθεος. Για το σκοπό αυτό έθεσαν σε εξήντα εθελοντές -χριστιανούς, μουσουλμάνους, ιουδαϊστές αλλά και άθεους- ποικίλα ερωτήματα θεολογικής και ηθικής φύσεως και «παρατήρησαν» τις αντιδράσεις του εγκεφάλου τους με τη βοήθεια της λειτουργικής αξονικής τομογραφίας, μιας απεικονιστικής μεθόδου ικανής να «φωτογραφίζει» τις περιοχές του εγκεφάλου που ενεργοποιούνται κατά τη στιγμή της παρατήρησης.
Ωστόσο, οι απόψεις των επιστημόνων διίστανται και όσον αφορά ένα άλλο ενδιαφέρον ζήτημα: αν δηλαδή η διαμόρφωση, στην πορεία της εξέλιξης του είδους μας, τέτοιων «μυστικιστικών» εγκεφαλικών δομών εξυπηρέτησε κάποια βιολογική σκοπιμότητα. Ορισμένοι εξελικτικοί βιολόγοι υποστηρίζουν ότι η φυσική επιλογή ίσως να ευνόησε τα άτομα με θρησκευτικές πεποιθήσεις, επειδή αυτά τα άτομα μπορούσαν να ανατρέξουν στα θρησκευτικά τους πιστεύω και κατάφεραν με τη βοήθειά τους να επιβιώσουν καλύτερα έναντι των ατόμων που δεν το έπραξαν.
Το ότι δεν υπάρχουν στον εγκέφαλο μεμονωμένες δομές εξειδικευμένες στη θρησκευτική πίστη και πρακτική φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από μια άλλη έρευνα, που έγινε αυτή τη φορά σε ευρωπαϊκό έδαφος. Σύμφωνα με την έρευνα αυτή, όταν προσευχόμαστε είναι σαν να συνομιλούμε με έναν φίλο μας.
Παρατηρώντας, σε πραγματικό χρόνο, τον εγκέφαλο των εθελοντών μέσω της λειτουργικής αξονικής τομογραφίας, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όταν ένα άτομο προσεύχεται ενεργοποιούνται οι ίδιες περιοχές που ενεργοποιούνται όταν συνομιλεί με έναν άλλο άνθρωπο, ενώ όταν απαγγέλλει μια προσευχή από μνήμης ενεργοποιούνται αποκλειστικά οι περιοχές που σχετίζονται με την ανάσυρση και επανάληψη απομνημονευμένων πληροφοριών. Σύμφωνα με τον επιστημονικό συντονιστή της έρευνας Uffe Schjodt, αυτό δείχνει σαφώς ότι δεν υπάρχει τίποτε το υπερβατικό ή υπερφυσικό στον τρόπο αυτό «επικοινωνίας» των ανθρώπων με τον Θεό.
Στο πρώτο στάδιο διαπιστώθηκε ότι και στις δύο περιπτώσεις ενεργοποιήθηκαν οι ίδιες περιοχές του εγκεφάλου, αυτές που συνδέονται με την επανάληψη και την εκφώνηση. Στο δεύτερο στάδιο του πειράματος, οι προσωπικές προσευχές ενεργοποίησαν ακριβώς εκείνες τις περιοχές του εγκεφάλου που έχει διαπιστωθεί ότι ενεργοποιούνται όταν οι άνθρωποι συνομιλούν πραγματικά μεταξύ τους. Αυτό υποδεικνύει ότι για τους εθελοντές ο Θεός ήταν ισοδύναμος με ένα υπαρκτό πρόσωπο με σάρκα και οστά, ενώ ο Αγιος Βασίλης ανήκε στην κατηγορία των φανταστικών πλασμάτων. *
Πηγή Φωτογραφίας: http://www.fotosearch.gr/GLW480/gwt236024/