Να συνεχίσουμε το δρόμο των αντιστάσεων

Να συνεχίσουμε το δρόμο των αντιστάσεων

Του Ηρακλή Πυλαρινού*

Η χρονιά που πέρασε χαρακτηρίστηκε από δυο κορυφαία γεγονότα στο χώρο της εκπαίδευσης. Το πρώτο αφορά τους εκπαιδευτικούς και το δεύτερο την πορεία αποδόμησης και αλλαγής προσανατολισμού του δημόσιου σχολείου.

Για το πρώτο χαρακτηριστικά είχαμε:

1. Την πολιτική επιστράτευση των εκπαιδευτικών στο τέλος της προηγούμενης χρονιάς και την εκρηκτική απεργία του Σεπτεμβρίου

2. Τις διαθεσιμότητες – απολύσεις εκπαιδευτικών για πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση

3. Την αύξηση του ωραρίου κατά 2 ώρες  και τις συνέπειες που είχε

4. Την ψήφιση και δρομολόγηση εφαρμογής όλου του πλαισίου για την αυτοαξιολόγηση σχολικών μονάδων και ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών

Αν την κατάργηση της επετηρίδας και την εισαγωγή του ΑΣΕΠ την χαρακτηρίζουμε ως την πρώτη στρατηγικής σημασίας ήττα για το εκπαιδευτικό κίνημα, τότε η δεύτερη είναι η διαφαινόμενη αδυναμία αποτροπής της εφαρμογής της αυτοαξιολόγησης και της ατομικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.

Παρά το γεγονός ότι είμαστε ακόμα σε φάση έναρξης των διαδικασιών αξιολόγησης και δεν έχει κριθεί τελειωτικά προς τα πού θα γύρει η πλάστιγγα, παρά το ότι εκατοντάδες  σύλλογοι σχολείων σε όλη τη χώρα έδειξαν υψηλό φρόνημα αντίστασης και απέρριψαν ή δεν συμμετείχαν στις διαδικασίες της αυτοαξιολόγησης, παρά τις κινητοποιήσεις – παραστάσεις – διαμαρτυρίες  που έγιναν σε όλη τη χώρα (με χαμηλή όμως συμμετοχή), φαίνεται ότι το υπουργείο παιδείας έχει σημειώσει μια πρώτη πύρρειο νίκη.

Στην πλειοψηφία τους οι σύλλογοι των σχολείων συμμετείχαν στις διαδικασίες αυτοαξιολόγησης, στη συμπλήρωση των περίφημων δεικτών. Η συντριπτική πλειοψηφία των Δ/ντών (πλην ελάχιστων – δυστυχώς – τιμητικών εξαιρέσεων) συντάχτηκε πλήρως με τις οδηγίες του υπουργείου και σε ορισμένες περιπτώσεις υπερέβαλε σε νομιμοφροσύνη.

 Η αποδοχή βέβαια της αυτοαξιολόγησης έγινε κάτω από ένα πρωτόγνωρο για τον χώρο της εκπαίδευσης εργασιακό εκφοβισμό. Τα 2 ειδικά τελευταία χρόνια το «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» αποτελεί καθεστώς στο χώρο του σχολείου. Η επιβολή του φόβου, της αναφοράς, της καταγγελίας, της διαθεσιμότητας, της απόλυσης έχει σημάνει «σιωπητήριο». Το άκου – βλέπε – σώπα κυριαρχεί σε ένα χώρο που εξ ορισμού θα έπρεπε να αποτελεί μια νησίδα ελευθερίας , δημοκρατίας, αντίστασης.

Αυτό είναι που αποτελεί και στρατηγικής σημασίας ήττα των εκπαιδευτικών. Η απόλυτη σιγή δεν είναι τίποτα άλλο παρά η πλήρης ιδεολογική υποχώρηση απέναντι στις επιλογές του μνημονιακού καθεστώτος σύγχρονης δουλείας. Εκφράζει την κυριαρχία στο πεδίο των αντιλήψεων του αστικού μπλοκ εξουσίας απέναντι στον λόγο και την πράξη του εκπαιδευτικού συνδικαλιστικού κινήματος. Εδώ και τουλάχιστον 30 χρόνια οι νεοφιλελεύθεροι ειδικοί κυβερνήσεων και ΜΜΕ έχουν προετοιμάσει το έδαφος για την κυριαρχία τους στο ιδεολογικό πεδίο. Η γκεμπελικής έμπνευσης προπαγάνδα τους έχει πιάσει τόπο εδώ και πολλά χρόνια και τώρα ήρθε η ώρα να καρπίσει. Τα ιδεολογήματα της αξιολόγησης, της αριστείας, του ανταγωνισμού, της ελεύθερης αγοράς δεν μπόρεσαν να νικηθούν μέχρι τώρα.

Απέναντι σε αυτό τι είχαμε να αντιτάξουμε σαν συνδικαλιστικό εκπαιδευτικό κίνημα;

1. Ήμασταν αναγκασμένοι να κινηθούμε σε ένα ευρύτερο κοινωνικό – πολιτικό πλαίσιο, όπου το ρεύμα των κοινωνικών αντιστάσεων όχι απλά ήταν ανοργάνωτο αλλά ήταν και συνεχίζει να είναι αποκομμένο από τη συνολική πορεία και αναγκαιότητα της πολιτικής ανατροπής. Γι αυτό και ήμασταν και στην απεργία του Σεπτεμβρίου και στην περίοδο της πολιτικής επιστράτευσης απελπιστικά «μόνοι» όπως και πολλοί άλλοι κλάδοι σε ανάλογες περιπτώσεις. Δεν υπήρχε η «ομπρέλα» που θα ενώσει σε ένα μεγάλο ρεύμα όλες τις αξιόλογες αντιστάσεις. Εκφράστηκαν αξιόλογες μάχες, η δική μας ήταν μία από αυτές, με μεγάλη συμμετοχή σε συλλογικές διαδικασίες αλλά χωρίς άμεσα θετικά αποτελέσματα.

2. Ήμασταν αναγκασμένοι να κινηθούμε μέσα στα πλαίσια κυριαρχίας του «συνδικαλισμού μεταπολιτευτικού τύπου». Δηλαδή του συνδικαλισμού της υποταγής στις στρατηγικές επιλογές – σκοπιμότητες είτε των κυβερνήσεων, είτε των πάσης φύσεως κομμάτων ή οργανώσεων μεγαλύτερων ή μικρότερων. Ο συνδικαλισμός της υποταγής δεν είναι τίποτα άλλο από τον συνδικαλισμό των «από πάνω». Αυτό το μοντέλο – αντίληψη περί συμμετοχής και κοινωνικών διεργασιών, αναπαράγει στο χαμηλότερο συνδικαλιστικό πεδίο τις εξουσιαστικές σχέσεις που οικοδομούνται στην κορυφή με σκοπό τον «έλεγχο» των κοινωνικών ζυμώσεων. Ο κλάδος μας αποτελεί ένα από τα τελευταία υποδείγματα σωματείων που έχουν ακόμα διαδικασίες βάσης, οι οποίες σε κρίσιμες στιγμές εκδήλωσαν ιδιαίτερη δυναμική και ζωντάνια. Αν συνυπολογίσουμε όμως την απουσία τέτοιων διαδικασιών στον ευρύτερο χώρο της ΑΔΕΔΥ, αλλά και σχεδόν την απουσία συνδικαλισμού βάσης στον ιδιωτικό τομέα, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι μένει ακόμα πολύς δρόμος για την ανατροπή αυτού του μοντέλου συμμετοχής.

3. Ήμασταν αναγκασμένοι να κινηθούμε σε ένα πολιτικό πεδίο όπου τα πολιτικά υποκείμενα των κυβερνητικών δυνάμεων σε καθεστώς κρίσης αντιπροσώπευσης και απουσίας κοινωνικής συναίνεσης, μεταχειρίζονται όλα τα θεμιτά και αθέμιτα μέσα χειραγώγησης των συνειδήσεων των ανθρώπων, καταπατώντας κάθε έννοια συνταγματικής ή δημοκρατικής ακόμα και ηθικής νομιμότητας. Οι νεοφιλελεύθεροι εκφραστές του καπιταλισμού είναι πλέον αδίστακτοι στις αντικοινωνικές επιλογές τους και εκφράζουν την βία σε όλες τις μορφές της. Τρομοκρατούν, εκβιάζουν, λεηλατούν τον κοινωνικό πλούτο, είναι πιστά φερέφωνα των αφεντικών τους.

Όσο για τα πολιτικά υποκείμενα της αριστερής αντιπολίτευσης έχει αποδειχθεί επαλειμμένα ότι είναι τουλάχιστον κατώτερα των περιστάσεων. Κατώτερα και όσον αφορά τον προγραμματικό – εναλλακτικό τους λόγο, αλλά επίσης και κατώτερα όσον αφορά την καθημερινή παρέμβασή τους στα σωματεία και στη στήριξη των κοινωνικών αγώνων. Όταν η κοινωνία στενάζει, όταν ο πιο αδύναμος κρίκος διευρύνεται, πρέπει να γίνει συνείδηση η ανάγκη του κοινού βηματισμού – συντονισμού πρώτα απ’ όλα στη βάση, αλλά και στη κορυφή.

Για το δεύτερο χαρακτηριστικά είχαμε:

1. Την ψήφιση του νόμου για το νέο λύκειο

2. Τις αλλαγές στα αναλυτικά ωρολόγια προγράμματα

3. Την εισαγωγή της τράπεζας θεμάτων

Οι παραπάνω αλλαγές δίνουν και το στίγμα του νέου μνημονιακού σχολείου των επόμενων χρόνων. Σχολείο με λιγότερους μαθητές, λιγότερους εκπαιδευτικούς, υποχρηματοδοτημένο. Σχολείο σε καθεστώς μόνιμης εξωτερικής αξιολόγησης από την οποία θα εξαρτάται η χρηματοδότησή του. Σχολείο σε καθεστώς ανταγωνισμού που θα αναζητά τους καλύτερους «πελάτες» μαθητές για να συνεχίζει να υπάρχει. Γονείς που θα διαλέγουν όχι το σχολείο της γειτονιάς τους αλλά το «καλύτερο» σχολείο για τα παιδιά τους παίρνοντας υπ όψιν τους τα αποτελέσματα των εξετάσεων των μαθητών.

Σχολείο απόλυτα προσανατολισμένο  στην ανταγωνιστική  διαδικασία των πανελλαδικών εξετάσεων με τα εξωσχολικά φροντιστήρια σε πλήρη άνθιση από τις χαμηλότερες ηλικίες. Σχολείο όπου το 1/3 των μαθητών θα κατευθύνεται με βίαιο τρόπο είτε στην πρόωρη ανεργία ή στα μεταγυμνασιακά ΙΕΚ είτε στην πρόωρη απλήρωτη κατάρτιση των επαγγελματικών σχολείων.

Αυτός ο τύπος σχολείου είναι το αποτέλεσμα της πιο σκληρής ταξικής επέμβασης από τη μεριά του κράτους στην εκπαίδευση. Το μέλλον των παιδιών των φτωχότερων λαϊκών οικογενειών δεν θα βρίσκεται πια στο σχολείο αλλά στην ανεργία ή στην υποαπασχόληση και την εκμετάλλευση.

Απέναντι σε όλη αυτή την αντιεκπαιδευτική παρέμβαση δεν υπάρχει αντίπαλο δέος από τη μεριά των εκπαιδευτικών σωματείων. Αν από τη μια υπάρχει η απόλυτη ανάγκη να αποκρούσουμε τις πολιτικές αυτές, από την άλλη δεν έχουμε καταφέρει να συγκροτήσουμε μια ολοκληρωμένη πρόταση που να δίνει το στίγμα του νέου δικού μας σχολείου. Αυτή η πρόταση βέβαια δεν μπορεί να είναι δημιούργημα μόνο των συνδικαλιστών εκπροσώπων στα συνέδρια του κλάδου. Πρέπει να είναι προϊόν ζύμωσης και συμμετοχής των εκπαιδευτικών σε όλη τη πυραμίδα του σωματείου μας. Πρέπει να είναι μια πρόταση εκλαϊκευμένη που να εντάσσεται στον αγώνα για την ανατροπή του συστήματος εξουσίας που γεννάει τα μνημόνια και την εκμετάλλευση. Με βάση την πρόταση αυτή θα συμβάλλουμε στη δημιουργία ενός νέου εκπαιδευτικού κινήματος, ενός εκπαιδευτικού μετώπου που δεν θα αγκαλιάζει μόνο τους εργαζόμενους της εκπαίδευσης, αλλά και γονείς, μαθητές και τους κοινωνικούς φορείς.

Για ένα σωματείο νέου τύπου και προσανατολισμού:

Σε μια εποχή όπου η αναλογία εργαζόμενων – άνεργων κλίνει όλο και περισσότερο υπέρ των δεύτερων, δεν είναι δυνατόν η ΟΛΜΕ και αντίστοιχα η ΔΟΕ, να εκπροσωπούν μόνο το εργαζόμενο τμήμα των εκπαιδευτικών. Οι χιλιάδες άνεργοι, οι επισφαλώς εργαζόμενοι σε όλες τις εκπαιδευτικές υπηρεσίες δημόσιες ή ιδιωτικές πρέπει να βρεθούν μαζί με τους μόνιμους του δημόσιου κάτω από την ίδια ομπρέλα προστασίας των συμφερόντων τους. Ένα ενιαίο μεγάλο σωματείο εκπαίδευσης πρέπει να είναι ο στόχος μας. Η απάντηση στο κράτος που επιδιώκει τον κατακερματισμό μας, τους τεχνητούς διαχωρισμούς, πρέπει να είναι η ενιαία έκφραση όλων των εκπαιδευτικών σε ένα σωματείο. Αυτό μπορεί και πρέπει να αρχίσει από τη χαμηλότερη κλίμακα των πρωτοβάθμιων εκπαιδευτικών σωματείων, μέχρι να οδηγήσει σε εύλογο χρόνο σε δευτεροβάθμιο επίπεδο.

* Πυλαρινός Ηρακλής, Φυσικός στο 5ο Λύκειο Πάτρας

4/7/2014

 ΠΗΓΗ: Παρ, 04/07/2014, http://www.alfavita.gr/arthron/…8D#ixzz36XH6i8HM

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.