Η πολιτική ανηθικότητα της αγάπης
Του Βασίλη Ψύλλη
Το «ηθος ανθρωπωι δαιμων» (Ηράκλειτος, απ. 119 Diels) επιπόλαια μεταφράζεται σαν «η συνήθεια (ηθική κατάσταση) είναι για τον άνθρωπο θεός (απόλυτη αρχή)». αλλά τι είδους θεός/αρχή;
ο Agamben (Language and Death, 93) παρατηρεί ότι η λέξη δαίμων έρχεται από το ρήμα δαίω [=χωρίζω, διασπώ, διαμοιράζω]. (αυτή είναι και η αιτία που στις Γραφές χρησιμοποιείται σαν όνομα του πονηρού πνεύματος, του πατέρα του ψέυδους [Ιω. 8:44].) μεταφράζει λοιπόν το απόσπασμα έτσι: «το ήθος, ο ηθικός τόπος του ανθρώπου, είναι ό,τι ξεσκίζει και χωρίζει.»Αυτή η δαιμονική διάσπαση είναι η καρδιά κάθε ηθικού συστήματος. το ψεύδος της ‘κοινωνίας’ που υπάρχει σαν τέτοια εφόσον τα μέλη της υπακουούν στον κοινό ηθικό νόμο, στο ‘κοινωνικό συμβόλαιο’. η πραγματικότητα βέβαια που ο ηθικός λόγος προσπαθεί να αποκρύψη από τις συνειδήσεις είναι ότι μια τέτοια κοινωνία δεν είναι τίποτε άλλο από ένα πεδίο μάχης όλων εναντίον όλων. και το χειρότερο, αυτή η διάσπαση πού φέρνει μαζί του ο ηθικός λόγος, ο καρπός του δέντρου της γνώσης καλού και κακού [Γεν. 2:17], δεν περιορίζεται μόνο μεταξύ των μελών της κοινωνίας αλλά την φέρει εντός του το κάθε μέλος, τό κάθε ‘ηθικό υποκείμενο’, σαν διάσπαση φυσικής επιθυμίας και ηθικού προτάγματος για κυριαρχία πάνω στη φύση, σαν διάσπαση βούλησης και φύσης, λόγου και νοήματος.Ο σαρκωμένος δημιουργικός Λόγος μας καλεί σε ενότητα [Ιω. 17:11] διά της ταυτότητας της θέλησης μας με το θέλημα του [Ιω.8:51, 1Κορ. 15:28]. δεν εισάγει έναν νέο ηθικό νόμο σε αντικατάσταση του παλαιού, αλλά μιά εντολή που με την απροϋπόθετη διατύπωση-κλήση της ακυρώνει κάθε ηθική μορφή:
Η πολιτική-μεσσιανική διάσταση αυτής της εντολής είτε δεν γίνεται κατανοητή από τα ηθικά υποκείμενα είτε, όταν γίνη, δεν υποφέρεται. (στην περίπτωση της ‘χριστιανικής’ μας σχιζοφρένειας συμβαίνουν και τα δύο, συνήθως, ταυτόχρονα.) η εντολή δεν μας καλεί σε μιά ουτοπική ανομία-κάτι τέτοιο δεν θα ήταν τίποτε άλλο από έναν νέο ηθικισμό, πιό βίαιο και πιό ολοκληρωτικό-αλλά σε μία πολιτική-μεσσιανική συνείδηση ευθύνης. μία συνείδηση που θα ήταν τελείως παράλογη αν δεν υπήρχε η μία και μοναδική προϋπόθεση της εντολής: η μεγαλη και πρωτη εντολη:»Αγαπησεις κυριον τον θεον σου εν οληι τηι καρδιαι σου και εν οληι τηι ψυχηι σου και εν οληι τηι διανοιαι σου» [Μθ. 22:36]Πως μπορεί όμως να αγαπήση κανείς με αυτόν τον τρόπο στα πλαίσια ενός ηθικού νόμου; απλά δεν μπορεί. είναι αδύνατον σαν εξ ορισμού αντίφαση. η απάντηση εδώ δεν μπορεί να είναι πολιτική ή ψυχολογική. η πολιτική ή η ψυχολογική μορφή θα ακολουθήση την τήρηση της εντολής και θα είναι μόνο σχετική-πολιτισμική [Εβρ. 12:27]. η φανέρωση της διπλής εντολής, στις καρδιές και τις ζωές μας, δεν μπορεί παρά να ξεφεύγη από κάθε φορμαλισμό, κάθε ηθική-αισθητική μορφή. είναι ένα προσωπικό στοίχημα που ο άνθρωπος, γυμνός από κάθε βεβαιότητα, θα το αντιμετωπίζη σε κάθε του βήμα στην διάρκεια της ενθαδικότητας του. είναι το παράδοξο της απόλυτης ελευθερίας μέσω της υποταγής του λογικού του θελήματος στο πατρικό θέλημα του Λόγου. σε αυτή την πορεία ο άνθρωπος δίνει τις (πολιτικές) μορφές μόνος του, αλλά η ενέργεια που θα μεταμορφώση την ηθική λογικότητα (ρασιοναλισμό) σε φυσική λογικότητα (υποταγή) είναι η άκτιστη δημιουργική ενέργεια του Λόγου. αυτή που «διακοπτει φλογα πυρος» [Ψ. 28:7]-που διακρίνει την φύση από την ενέργεια της χωρίς να διασπά την ενότητα της φύσης. αυτή η σχετικοποίηση των ηθικών μορφών [1Κορ. 7:31] είναι ο πολιτικός ‘αναρχισμός’ της διπλής εντολής της αγάπης.
23/3/09