Ήταν η αντίσταση εθνική;
Του Απόστολου Παπαδημητρίου
Αφού, με τη μεταπολίτευση, φάνηκε να παρέρχεται η μετεμφυλιακή ψυχρότητα, η Πολιτεία αναγνώρισε την αντίσταση κατά των κατακτητών Γερμανών, Ιταλών και Βουλγάρων ως εθνική και ως εθνική εορτάζεται κατ' έτος με επίσημη δοξολογία παρουσία των αρχών και των εκπροσώπων της αντίστασης, στην ουσία της Π.Ε.Α.Ε.Α., η οποία δεν αποκρύπτει το ιδεολογικό της στίγμα.
Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε τους λόγους που οδήγησαν στην επιχείρηση λήθης του θέματος της αντιστάσεως. Οι περισσότεροι από εκείνους που πρωταγωνίστησαν κατ' αυτήν βρίσκονταν εκτός συνόρων μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου. Οι νικητές του πολέμου είχαν λόγους να σιωπήσουν. Όχι βέβαια επειδή ήσαν απόντες κατά τον αγώνα επιβίωσης του λαού υπό το στυγνό καθεστώς δουλείας που επέβαλαν οι κατακτητές, αλλά επειδή, κυρίως, στον αγώνα που επιδόθηκαν για τη διατήρηση της εξουσίας, μετά την αποχώρηση των Γερμανών κατακτητών, με αντιπάλους τους κομμουνιστές ζήτησαν τη βοήθεια όλων εκείνων, που κατά τη διάρκεια της φρικτής τραγωδίας του έθνους επέλεξαν να συμπορευθούν με τους κατακτητές! Έτσι προσέφεραν σχεδόν σε όλους αυτούς τους δοσιλόγους την παραγραφή του εγκλήματος της εσχάτης προδοσίας!
Μόλις η γερμανική μπότα, συνεπικουρούμενη από το κοκορόφτερο, επέβαλε την εξουσία της στη χώρα μας, η θαυμαστή εκείνη ομοψυχία που κυριάρχησε στο μέτωπο εξαφανίστηκε με μιας. Υπό εξέταση είναι από τη σύγχρονη ιστοριογραφία, αν η συνθηκολόγηση που υπέγραψε ο Τσολάκογλου, συνεπικουρούμενος από τους διοικητές των άλλων δύο σωμάτων του ελληνικού στρατού, ήταν απόρροια των φιλογερμανικών αισθημάτων και μόνο ή απέρρεε από την αντικειμενική εκτίμηση του ματαίου να συνεχιστεί ο αγών. Βέβαια η Πολιτεία καταδίκασε τον συνθηκολογήσαντα μετά την απελευθέρωση. Πόσο όμως αντικειμενικά έκριναν τότε οι καταδικάσαντες, όταν η εξουσία της χώρας είχε περιέλθει ουσιαστικά στους Άγγλους, οι οποίοι δεν είχαν λόγους να συγχωρήσουν εκείνον που δεν έριξε και τον τελευταίο Έλληνα βορά στη σιδηρόφρακτη στρατιά των δυνάμεων του Άξονα; Αυτοί ήθελαν, προκειμένου να ετοιμάσουν την αντίσταση στην Αίγυπτο, να παραταθεί ο πόλεμος μέχρι εσχάτων, πράγμα που πέτυχαν στην αιματοποτισμένη Κρήτη.
Βέβαια τόσο ο Τσολάκογλου, όσο και οι λοιποί αξιωματικοί, θα είχαν περισώσει μέρος των δαφνών που απεκόμισαν κατά τον πόλεμο, αν απέφευγαν να συμμετάσχουν στην πρώτη κατοχική κυβέρνηση. Τι τους παρέσυρε στο ολίσθημα αυτό; Η γερμανοφιλία τους, όπως και πολλών άλλων αξιωματικών, που καλλιεργήθηκε κατά τους χρόνους του διχασμού, με αποτέλεσμα την τραγωδία του μικρασιατικού ελληνισμού, και ανανεώθηκε κατά τους χρόνους της δικτατορίας του Μεταξά; Πιθανόν ναι. Θεωρήσαντες ότι εξεπλήρωσαν το χρέος τους προς την πατρίδα, εθεώρησαν στη συνέχεια χρέος να υπηρετήσουν και την ιδεολογία τους. Γιατί πρέπει να δεχθούμε ότι οι συμπάθειες περασμένων εποχών, που απέρρεαν από τις σπουδές, τις οικονομικές ή άλλες σχέσεις, είχαν από πολλών δεκαετιών υποκατασταθεί από ιδεολογικές συμπάθειες, καθώς η ευρωπαϊκή ήπειρος συγκλονιζόταν από πλείστα όσα ιδεολογικά ρεύματα. Έτσι ο λόγος του Μακρυγιάννη "άλλος το ήθελεν Αγγλικόν, άλλος Ρούσικον, άλλος Γαλλικόν", θα μπορούσε να υποκατασταθεί από τον ακόλουθο: "Άλλος (οι στρατιωτικοί κυρίως) το ήθελεν φασιστικόν, άλλος (οι πολιτικοί κυρίως) το ήθελαν αστικόν και άλλοι κομμουνστικόν"!
Εκείνο που πρέπει να εξεταστεί είναι αν όλοι οι εμφορούμενοι από φασιστική ιδεολογία, υπήρξαν και προδότες της πατρίδας μας. Οι αντίπαλοί τους σπεύσουν να τους καταδικάσουν συλλήβδην παραβλέποντας ότι σ' αυτούς οφείλεται η νικηφόρος έκβαση του στρατού μας κατά τον πόλεμο. Συνεπώς η κρίση δεν πρέπει να εστιαστεί στην ιδεολογία τους, αλλά στις συγκεκριμένες πράξεις η παραλείψεις τους κατά τη διάρκεια της κατοχής. Είναι άλλο πράγμα να ιδιωτεύσουν (και να κατηγορούν μετέπειτα τους κομμουνιστές για την πρωτοβουλία που ανέλαβαν), άλλο πράγμα να συνεργαστούν με τις αρχές κατοχής και να προσπαθήσουν να περισώσουν ό,τι ήταν δυνατόν και άλλο, τέλος, να στηρίξουν με ενθουσιασμό το φρικτό όραμα του Χίτλερ για μια νέα τάξη πραγμάτων. Για ποιά πατρίδα πολέμησαν αυτοί οι τελευταίοι, όταν, αποδεχόμενοι τον εθνικοσοσιαλιστικό διεθνισμό, στήριξαν τους κατακτητές και αντιπαρατάχθηκαν προς τους υποσηρίζοντες τον κομμουνιστικό διεθνισμό;
Για ποιά πατρίδα πολέμησαν και οι κομμουνιστές, οι υποστηρίζοντες κατά καιρούς ότι το προλεταριάτο δεν έχει πατρίδα; Βέβαια ο αγώνας των κομμουνιστών σε μεγάλο βαθμό φαινόταν δίκαιος, γιατί στα μάτια του απονήρευτου λαού, που έσπευσε να συμπολεμήσει μαζί τους, φάνταζε αγώνας κατά των κατακτητών, ο άλλος όμως των συνεργατών των κατακτητών αποτελεί αιώνιο όνειδος, διότι στο όνομα της ιδεολογίας προσέφεραν υπηρεσίες στον κατακτητή και εκμεταλλεύτηκαν ή σκότωσαν συμπατριώτες τους καυχώμενοι ότι αγωνίζονταν για την πατρίδα. Εδώ όμως μπορεί να τεθεί το καίριο ερώτημα: Αν η χώρα μας δεχόταν επίθεση από τη Σοβιετική Ένωση, δεν θα υπήρχαν Έλληνες κομμουνιστές που θα προσέφεραν στον εισβολέα τις υπηρεσίες τους; Η τυφλή υποταγή πολλών ηγητόρων του κόμματος μας οδηγεί να απαντήσουμε καταφατικά, όχι όμως και να δεχθούμε ότι όλοι οι κομμουνιστές, κατά την ταραγμένη εκείνη περίοδο υπήρξαν τυφλωμένοι από την διεθνιστική ιδεολογία τους. Και με τη στάση του κόμματος για το ζήτημα της Μακεδονίας πολλοί διαφώνησαν και κατά την κατοχή ο κατ' εξοχήν πολέμαρχος, ο Άρης Βελουχιώτης, έδειξε ότι πολέμησε για μια πατρίδα ελεύθερη από ξένες κηδεμονίες.
Αφήσαμε τελευταίους τους αστούς πολιτικούς, οι οποίοι έσερναν ξοπίσω τους τη μεγάλη πλειονοψηφία του ελληνικού λαού. Όχι πως ο λαός μας ήταν ευχαριστημένος από αυτούς, αλλά απλώς αυτοί γνώριζαν πολύ καλά το παιχνίδι της μικροπολιτικής σε βάρος του λαού και υπέρ των ξένων "προστατών". Γι' αυτό και οι πανούργοι Άγγλοι έσπευσαν να χρίσουν δικό τους αρχηγό της εθνικής αντίστασης τον Ναπολέοντα Ζέρβα, απότακτο αξιωματικό και αντιβασιλικών φρονημάτων. Αρκετοί αστοί πολιτικοί συνόδευσαν τον βασιλιά Γεώργιο στην Αίγυπτο, ενώ άλλοι μετακινήθηκαν εκεί αργότερα. Γνώριζαν ότι, με τη λήξη του πολέμου, τον οποίο ανέμεναν νικηφόρο, όπως και οι κομμουνιστές, για το αντίπαλο προς τον Άξονα στρατόπεδο, η νομή της εξουσίας θα γινόταν στο Κάιρο, όπως και έγινε. Οι αστικές αλεπούδες γνωρίζουν άριστα ότι οι πόλεμοι κερδίζονται στις αίθουσες των διπλωματικών διαβουλίων και όχι στα βουνά.
Οι κομμουνιστές αγωνίστηκαν, με την υποστήριξη της μεγάλης πλειονοψηφίας του ανύποπτου για τα άθλια παιχνίδια του παρασκηνίου λαού και έχασαν. Ο Στάλιν δεν είχε τη δύναμη να απαιτήσει και την Ελλάδα, την παραχώρηση της οποίας στη Δύση αναγκάστηκε να αποδεχθεί κατά τη συμφωνία της Μόσχας (Οκτώβριος του 1944). Οι Άγγλοι, σε συνεργασία προς εμπαθείς αντικομμουνιστές, πολλοί από τους οποίους είχαν υπηρετήσει τους κατακτητές, και αστούς που έτρεμαν στη σκέψη να μετατραπεί η χώρα μας σε λαϊκή δημοκρατία, οργάνωσαν την εμφύλια σύγκρουση που ακολούθησε! Οι κομμουνιστές θεωρήσαντες εαυτούς προδομένους (από ποιούς άραγε; την κομματική τους ηγεσία; τον Στάλιν; Όχι βέβαια από τους Άγγλους που έπαιξαν το σύνηθες παιχνίδι τους μέσω των φασιστών και αστών) σαν το λαβωμένο θηρίο επιχείρησαν στην Αθήνα τη μάχη των εντυπώσεων, όταν πλέον όλα έδειχναν ότι γι' αυτούς ήταν πολύ αργά! Ακολούθησε ο εμφύλιος με την καλοστημένο σχέδιο των νέων κατακτητών, των Άγγλων, σχέδιο έντασης του διχασμού με τη συνεχή πρόκληση των οργάνων τους όχι μόνο προς τους κομμουνιστές, αλλά και προς όλους γενικά εκείνους που συναγωνίστηκαν μ' αυτούς εναντίον των κατακτητών!
Η ξενοκρατία ζει και βασιλεύει στη χώρα μας και εκείνοι που καπηλεύτηκαν επί δεκαετίες την έννοια της πατρίδας, εμφορούμενοι από την ιδεολογία του κοσμοπολίτικου αστικού διεθνισμού, έχουν μετατραπεί, μετά την κατάρρευση του αντιπάλου δέους του κομμουνισμού, σε εθνομηδενιστές και αποδομούν συστηματικά κάθε εθνική παράδοση, λοιδωρούν την πατρίδα, βδελύσσονται κάθε τι το εθνικό και επιχειρούν την τερατώδη επανεγγραφή της ιστορίας σύμφωνα με τις υποδείξεις της Νέας τάξης, όχι του Χίτλερ αυτή τη φορά! Πότε θα συνειδητοποιήσουμε ότι αρκετά "παιχνίδια" παίξαμε σε βάρος της πατρίδας και του έθνους μας;
Πάντως όλοι εκείνοι που αγωνίστηκαν με ηρωικό φρόνημα κατά των κατακτητών, βασιλικοί, αντιβασιλικοί ή κομμουνιστές, δηλαδή ο άδολος λαός, που δεν κατανοούσε τις ιδεολογίες και τα άθλια παιχνίδια σε βάρος του, όλοι εκείνοι που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν όχι για να προετοιμάσουν το έδαφος προς την εξουσία σε κάποιους, αλλά να δουν την πατρίδα ελεύθερη δικαιώνουν τον αγώνα ως εθνικό. Και πιστεύουμε ότι αυτοί ήσαν οι περισσότεροι.
"ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ", 22-11-2009