Η κτήση και η χρήση της εκκλ. περιουσίας

Η κτήση και η χρήση της εκκλησιαστικής περιουσίας

 Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

 

Το θέμα τής εκκλησιαστικής περιουσίας έχει εξετασθή διεξοδικώς κατά καιρούς, επανέρχεται όμως συχνά στην επικαιρότητα από πολλούς λόγους, είτε από σκανδαλώδεις συμπεριφορές Κληρικών, είτε από κομματικές-πολιτικές σκοπιμότητες. Η αντιμετώπιση τού θέματος είναι πολύπλευρη και στο άρθρο αυτό θα τονισθούν μερικά μόνον σημεία

Κατ’ αρχάς, όταν ομιλούμε εδώ για Εκκλησία σε σχέση με τήν περιουσία δεν την εννοούμε από θεολογικής και πνευματικής πλευράς, αλλά από νομικής και κοινωνικής. Έτσι εδώ δεν εννοούμε τήν Εκκλησία ως τον Θεανθρώπινο οργανισμό, αλλά τα συγκεκριμένα Νομικά Πρόσωπα, ήτοι τήν Ιερά Σύνοδο, τις Ιερές Μητροπόλεις, τις Ενορίες και τις Μονές.

Με αυτήν τήν έννοια η Εκκλησία έχει περιουσία αφ’ ενός μεν για να καλύψη τις λειτουργικές της ανάγκες, αφ’ ετέρου δε για να ασκήση το ποικίλο φιλανθρωπικό της έργο. Όσοι ασχολούνται με τήν διοίκηση τής Εκκλησίας γνωρίζουν ότι οι ανάγκες της είναι μεγάλες για να λειτουργήσουν τα Γραφεία, να είναι ανοικτοί οι Ιεροί Ναοί και να συντηρούνται, μερικοί από τούς οποίους είναι μνημεία πολιτισμού και θα δαπανούσε το Κράτος μεγάλα χρηματικά ποσά για να τους συντηρήση. Επίσης το φιλανθρωπικό έργο τής Εκκλησίας είναι τεράστιο, αφού λειτουργούν γύρω στις 200 Μονάδες προνοιακού χαρακτήρος και γενικά πάνω από χίλια Ιδρύματα, όπως φαίνεται στο βιβλίο «Η μαρτυρία τής αγάπης» πού εξέδωσε η Ιερά Σύνοδος τής Εκκλησίας, και επομένως η Εκκλησία είναι ο μεγαλύτερος φιλανθρωπικός φορέας στην Χώρα μας.

Βέβαια, η εκκλησιαστική περιουσία προέρχεται από τα μέλη της και πρέπει να προσφέρεται στον λαό-πλήρωμά της για τήν θεραπεία των διαφόρων κοινωνικών πληγών. Αυτό εξασκείται στις περισσότερες περιπτώσεις με υπευθυνότητα. Επίσης, το μεγαλύτερο μέρος τής περιουσίας τής Εκκλησίας έχει διατεθή στην κοινωνία.

Αρκεί να σκεφθή κανείς ότι όλα τα μεγάλα Ιδρύματα τής Αθήνας (Ακαδημία, Πολυτεχνείο, Μαράσλειος Ακαδημίας, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη κλπ.), αλλά και πολλά Νοσοκομεία (Ευαγγελισμός, Αρεταίειον, Παίδων, Συγγρού, Λαϊκό, Γ. Γεννηματάς, κλπ) έχουν ανοικοδομηθή σέ χώρους πού παρεχώρησαν οι Ιερές Μονές, ιδιαιτέρως η Ιερά Μονή Πετράκη, καί όποιος είναι καλοπροαίρετος μπορεί νά τό διαπιστώση διαβάζοντας σχετικά κείμενα και καταλόγους με τέτοιες κοινωνικές προσφορές.

Όμως μία σημαντική παράμετρος τού θέματος είναι το πώς αποκτά και αυξάνει η Εκκλησία τήν περιουσία, πώς τήν διαχειρίζεται και πώς τήν χρησιμοποιεί. Όπως σε όλα τα θέματα έτσι και σε αυτό έχει πολύ μεγάλη σημασία ο τρόπος κτήσης και χρήσης και χωρίς αυτόν τα πάντα απαξιώνοντας.

Μερικές φορές αυτό το πώς δείχνει τήν απληστία διαφόρων Κληρικών, τήν νεοπλουτίστικη νοοτροπία τους, τα πάθη τής φιλαργυρίας και της φιλοκτημοσύνης, τήν καπιταλιστική διάθεση, τήν πολυτέλεια κλπ. Ο Max Weber στό περίφημο έργο του «Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα τού καπιταλισμού» έδειξε ότι ο ευσεβιστικός ατομισμός, ο προτεσταντικός ασκητισμός και το καθήκον για το επάγγελμα, γενικότερα η ηθική τού Προτεσταντισμού γέννησε το «πνεύμα» τού Καπιταλισμού πού είναι προϊόν τής ορθολογιστικής οργάνωσης τής επιχείρησης, καθώς επίσης είναι δημιούργημα των συμβουλών πού δόθηκαν από πουριτανούς ηγέτες «να θεωρήσουν ότι ο χρόνος είναι χρήμα», «ότι η πίστωση είναι χρήμα», ότι «η περιουσία είναι ευλογία Θεού» κλπ. Έγινε μεγάλη συζήτηση για την ανάλυση πού έκανε ο Max Weber, αλλά ο προβληματισμός παραμένει ότι ο Καπιταλισμός έχει μία μεταφυσική κατοχύρωση.

Μπορεί προσωπικά να φαίνομαι καθυστερημένος, αλλά δεν μπορώ να κατανοήσω Ορθοδόξους Κληρικούς να ασχολούνται με εμπορικές επιχειρήσεις, με μετοχές στο Χρηματιστήριο, με συσσώρευση πλούτου, με αγώνες για μία «ρατσιοναλιστική λογική» τού χρήματος, με εμπορικές εταιρείες κλπ, πού αποβλέπουν σε μία κοινωνική εξουσία και δύναμη. Σε μια τέτοια περίπτωση το Κράτος πρέπει να θεωρή τούς Κληρικούς αυτούς ως εμπόρους και να τούς μεταχειρίζεται ανάλογα. Δεν είναι δυνατόν να σέβεται κανείς τήν Εκκλησία και ο σεβασμός αυτός να επεκτείνεται και σε Κληρικούς πού διακρίνονται από τέτοιου είδους ακατανόητες, ακτιβιστικές και ανορθόδοξες δραστηριότητες.

Εάν κανείς εξετάση την σύγχρονη εκκλησιαστική ζωή στην Ελλάδα θα διαπιστώση ότι υπάρχουν πλούσιες Μητροπόλεις, Ενορίες, Μονές από τις οποίες άλλες κάνουν φιλανθρωπικό έργο και άλλες κατασπαταλούν το χρήμα και τις προσφορές των πιστών, αλλά υπάρχουν και πτωχές Μητροπόλεις, Ενορίες και Μονές πού δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα βασικά λειτουργικά και φιλανθρωπικά έξοδά τους. Υπάρχουν δε Μητροπολίτες πού καταθέτουν μέρος τού μισθού τους στο ταμείο των Ιερών Μητροπόλεών τους για να επιτελέσουν στοιχειωδώς το έργο τους.

Γι’ αυτό δεν μπορεί να γίνονται γενικεύσεις και απλοποιήσεις, οι οποίες είναι αποσπασματικές και επικίνδυνες. Ακόμη, είναι άδικο να επιβληθή βαρύτατη φορολογία σε Ιερούς Ναούς τής Επαρχίας, για τούς οποίους καταβάλλεται μεγάλος αγώνας για να λειτουργήσουν και να συντηρηθούν, αλλά και σε Μονές πού ζουν από τήν προσωπική εργασία των μοναχών, το «εργόχειρό» τους, επειδή μερικές άλλες Μονές έχουν ιδρύσει εμπορικές Εταιρείες.

Ο Ντοστογιέφσκι στους «Αδελφούς Καραμάζοφ» και μάλιστα στο μονόλογο τού Ιεροεξεταστή ανέλυσε ανάγλυφα και τραγικά τούς τρεις πειρασμούς τού Χριστού και τής Δυτικής Εκκλησίας, πού είναι η αγάπη για τον πλούτο, τήν δόξα και τήν εξουσία, και έδειξε ότι ο Χριστός νίκησε τούς πειρασμούς αυτούς, ενώ η Δυτική Εκκλησία υπέκυψε σε αυτούς. Το ερώτημα πού έθεσε ο Ιεροεξεταστής στον Χριστό είναι: «ευτυχία ή ελευθερία» και έδωσε προτεραιότητα στην ευτυχία των ανθρώπων σε βάρος τής ελευθερίας τους. Εντελώς κυνικά είπε στον Χριστό ότι η Εκκλησία (η Δυτική) διόρθωσε το δικό Του έργο και κατά τρόπο ανάλγητο τού είπε: «Γιατί ήλθες λοιπόν τώρα να μας ενοχλήσης;». «Δίκασέ μας αν μπορείς και αν τολμάς». «Μάθε πώς δεν σε φοβάμαι».

Σκέπτομαι: Μήπως και μερικοί ορθόδοξοι Κληρικοί σήμερα έχουν τήν αίσθηση ότι διορθώνουν με τις πράξεις τους το έργο τού Χριστού και μάλιστα θεωρούν τον Χριστό «ενοχλητικό» και «επιζήμιο» γι’ αυτούς και δεν Τον φοβούνται, γιατί απέκτησαν εξουσία και χρήμα πού Εκείνος αποποιήθηκε;

(Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα «Το Βήμα» τής Κυριακής 21-9-2008)

 ΠΗΓΗ: Εκκλησιαστική Παρέμβασις, Σεπτέμβριος 2008, http://www.parembasis.gr/2008/08_09_01.htm

 

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.