Σκιώδης οικονομία

Του Γιάννη Στρούμπα*

Μεταξύ ενός διώκτη της φοροδιαφυγής και 2.000 φοροφυγάδων, ποιος τιμωρείται από τη Δικαιοσύνη; Στις 17/1/2011 ο Ελβετός Ρούντολφ Έλμερ, πρώην ιδιωτικός τραπεζίτης, ανέβασε στο «Wikileaks» τα ονόματα 2.000 υπόπτων για φοροδιαφυγή. Το «Wikileaks» ήταν η ύστατή του καταφυγή, μπροστά στην άρνηση των χρηματοοικονομικών κύκλων, των μέσων ενημέρωσης, των ελβετικών πανεπιστημίων και των ομοσπονδιακών αρχών να ακούσουν τις αποκαλύψεις του. Ακόμα όμως και μετά από τις αποκαλύψεις αυτές, ο Έλμερ κρίθηκε ένοχος από δικαστήριο της Ζυρίχης για παραβίαση του τραπεζικού απορρήτου και καταδικάστηκε σε πρόστιμο και ποινή φυλάκισης δύο ετών με αναστολή! Την υπόθεση Έλμερ επικαλείται ο Γάλλος δημοσιογράφος Μαρκ Ρος στο βιβλίο του «Καπιταλισμός εκτός νόμου», προκειμένου να καταδείξει το θράσος των χρηματοοικονομικών κύκλων που, εντός του καπιταλιστικού συστήματος, έχουν δομήσει έναν πολύπλοκο παρασκηνιακό κόσμο, ώστε να γιγαντώνουν τα κέρδη τους, αποφεύγοντας παράλληλα κάθε τους οικονομική, κυρίως φορολογική, υποχρέωση.

Οι ποικίλες μέθοδοι, τις οποίες έχουν σκαρφιστεί οι οικονομικές ολιγαρχίες προκειμένου να αθετούν τις υποχρεώσεις τους και να κερδοσκοπούν παρακάμπτοντας τα θεσμοθετημένα πλαίσια νόμιμης οικονομικής δραστηριοποίησης, γίνονται αντικείμενο εξαντλητικής διερεύνησης από τον Ρος. Ο συγγραφέας επισημαίνει πως η διαδεδομένη στον πολύ κόσμο οικονομική παρατυπία είναι οι φορολογικοί παράδεισοι, ωστόσο πολύ αποτελεσματικότερο παράδεισο αποτελούν οι τραπεζικές δραστηριότητες που δεν απεικονίζονται στις οικονομικές καταστάσεις. Μεγάλοι τραπεζικοί όμιλοι μεταφέρουν τα τοξικά τους προϊόντα σε περιθωριακές οικονομικές καταστάσεις, τα τεμαχίζουν σε πολλά κομμάτια και τα εκχωρούν μεταμφιεσμένα σε μεσάζοντες. Θολώνοντας τις πληροφορίες, παρέχουν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί η σκιώδης οικονομία. Σαφής στόχος του σκοτεινού αυτού συστήματος είναι η εξαπάτηση των επενδυτών.

Αν για την υψηλή τραπεζική οι φορολογικοί παράδεισοι είναι το πεδίο της πιο εξελιγμένης κερδοσκοπίας, στις ναυτικές μεταφορές τον ίδιο ρόλο επωμίζονται οι σημαίες-φαντάσματα υπό τις οποίες λειτουργούν οι ναυτιλιακές εταιρείες. Ο Ρος επισημαίνει ότι καί στον τομέα αυτό επικρατεί ο νόμος της σιωπής. Παρόμοια λειτουργεί και ο κόσμος του πετρελαίου, ένας κόσμος οργανωμένος ώστε να απαλλάσσεται από κάθε ευθύνη σε περίπτωση καταστροφής. Οι πρωταγωνιστές της τραγωδίας στον κόλπο του Μεξικού με την πετρελαιοκηλίδα της «BP» όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν, αλλά κι επιβραβεύτηκαν με «μπόνους» δυσθεώρητου ύψους και με τον τίτλο για την εταιρεία της «καλύτερης σε θέματα ασφάλειας» του περιβάλλοντος!

Τα πρωτογενή γεωργικά προϊόντα επίσης δεν διέφυγαν από την εκμετάλλευση του «σκοτεινού καπιταλισμού», ο οποίος επιδιώκει υπεραξίες. Αγοράζοντας σιλό και ναυλώνοντας πλοία, οι επιχειρηματίες που κερδοσκοπούν ανεβάζουν δραματικά τις αξίες. Η εκτίναξη της τιμής των γεωργικών προϊόντων – κατά 80% μεταξύ του 2005 και του 2008! – προκάλεσε στις φτωχές χώρες βίαιες διαμαρτυρίες κι αύξησε τις πιθανότητες της πείνας. Στις πλούσιες χώρες, πάλι, η άνοδος των τιμών στα είδη διατροφής ενέτεινε τις πληθωριστικές πιέσεις κι αποτέλεσε εμπόδιο για την οικονομική ανάκαμψη. Ακόμη και στις Η.Π.Α., όπως σημειώνει ο Ρος, η αύξηση στην παροχή κάρτας σίτισης ήταν δραματική.

Η εξάπλωση της κερδοσκοπικής τρέλας στα είδη ευρείας κατανάλωσης υπήρξε ένα πασιφανές παιχνίδι τζόγου, το οποίο δεν είχε καμία σχέση με την πραγματική οικονομία. Μπροστά στις καταχρήσεις αυτές, οι βασικοί ελεγκτικοί μηχανισμοί δεν αντιλήφθηκαν το παραμικρό, αποτυγχάνοντας στην αποστολή τους. Οι ρυθμιστικές αρχές, παραδοσιακά επικεντρωμένες στις χρηματιστηριακές δραστηριότητες, δεν ήταν καθόλου εξοικειωμένες με τις επενδυτικές τράπεζες ή τα χετζ φαντ (hedge funds), που μετέφεραν την ευθύνη από τον πωλητή στον αγοραστή. Ακόμη και σήμερα, που σαν κυρίαρχο πολιτικό αίτημα προβάλλεται το «ρυθμιστικό πλαίσιο», το νέο πλαίσιο ελέγχου των αγορών παραμένει απατηλό. Η πολυπλοκότητά του καθιστά την εφαρμογή του εξαιρετικά αβέβαιη υπόθεση. Το τεράστιο μέγεθος των τραπεζών επίσης αποτελεί θεμελιώδες πρόβλημα. Οι τραπεζικοί κολοσσοί που προέκυψαν από την κρίση του 2008 συνιστούν συστημικό κίνδυνο, για τον πρόσθετο λόγο πως τα πληροφοριακά τους εργαλεία υπερτερούν εκείνων που διαθέτουν οι ρυθμιστικές αρχές. Πέραν τούτου, λίγες τράπεζες, με πρώτες τη Deutsche Bank και τη Citigroup, ελέγχουν, λόγω του μεγέθους τους, απολύτως την αγορά συναλλάγματος, με αποτέλεσμα να δρουν ως κερδοφόρα ολιγοπώλια, επιβλαβή για τον ελεύθερο ανταγωνισμό και τους πελάτες.

Στην καρδιά της τρελής εξυπηρέτησης των παραπάνω οικονομικών συμφερόντων δεν έπαψαν ποτέ να θρονιάζονται οι οίκοι αξιολόγησης. Ο Ρος θεωρεί πως η υποτιθέμενη αδυναμία των οίκων αξιολόγησης να παρακολουθήσουν τις σοβαρές δυσλειτουργίες του τραπεζικού συστήματος δεν ήταν εντέλει τέτοια. Η έκρηξη της τιτλοποίησης των τοξικών ενυπόθηκων χρεών, στα οποία οι οίκοι χάριζαν τον καλύτερο βαθμό, ήταν ομολογουμένως κερδοφόρα επιχείρηση, που προφανώς καταδεικνύει ότι οι οίκοι σκοπίμως παρέμεναν τυφλοί μπροστά στην καταστροφή.

Marc Roche, Kapitalismos-ektos-nomou

Το παράδοξο, κατά τον Ρος, είναι πως αυτός ο άκρατος φιλελευθερισμός, ο οποίος κι ευθύνεται για τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, δρομολογήθηκε από κυβερνήσεις «αριστερές», όπως του Μπιλ Κλίντον στις Η.Π.Α., του Γκόρντον Μπράουν στη Μεγάλη Βρετανία, του Γκέρχαρντ Σρέντερ στη Γερμανία, του Πιέρ Μπερεγκοβουά στη Γαλλία, του Ρομάνο Πρόντι στην Ιταλία. Η «σκιώδης οικονομία» είναι εν πολλοίς προϊόν του «νεοφιλελεύθερου συνδρόμου» που κατέλαβε τη σοσιαλδημοκρατία των δεκαετιών του 1980 και του 1990. Τα ρυθμιστικά πλαίσια σαρώθηκαν, το ίδιο και ο νόμος Glass Steagall (1933), που διαχώριζε τις δραστηριότητες των εμπορικών τραπεζών από εκείνες των επενδυτικών, ενώ εγκαταλείφθηκε κι ο αγώνας κατά των φορολογικών παραδείσων. Από φόβο μήπως τους θεωρήσουν ανίκανους, οι σοσιαλδημοκράτες έσπευσαν να καθησυχάσουν τους χρηματοοικονομικούς κύκλους, αφήνοντάς τους ανεξέλεγκτους. Μπροστά σε αρρωστημένες καταστάσεις – όπως η παράνομη διάδοση πληροφοριών, η χειραγώγηση των τιμών, η δόλια πώληση ενυπόθηκων δανείων –, οι χωροφύλακες των δυτικών αγορών «γάβγιζαν», χωρίς ποτέ να «δαγκώνουν».

Μάλιστα, πολιτικοί ηγέτες που συνέβαλαν σ’ αυτή την οικονομική εξέλιξη βρέθηκαν, μετά το πέρας της πολιτικής τους θητείας, να στελεχώνουν επιχειρήσεις όπως η Goldman Sachs (Ρομάνο Πρόντι), η Gazprom (Γκέρχαρντ Σρέντερ) ή η News Corporation (Χοσέ Μαρία Αθνάρ). Η παγκοσμιοποίηση των επιχειρήσεων απαιτεί πληροφορίες τις οποίες μόνο τέτοιοι «βασιλικοί απεσταλμένοι» τις κατέχουν. Γνωρίζοντας, λοιπόν, τους κρυφούς κανόνες της εξουσίας, βοήθησαν το τραπεζικό λόμπι να αποτρέψει επιβλαβείς για το συμφέρον του ρυθμίσεις. Ο τραπεζικός καπιταλισμός μπορεί να ευθύνεται για το κραχ του 2008 και τη σύγχρονη κρίση, όμως οι τραπεζίτες παραμένουν στις θέσεις τους, παρά την άγρια εκ μέρους τους λεηλασία, σαν να μη συνέβη τίποτα! Την ώρα που ο φορολογούμενος, έχοντας σώσει το τραπεζικό σύστημα, διαρκώς συρρικνώνεται, τα μπόνους εκτινάσσονται ξανά! Πλάι στους ανωτέρω «μεγάλους σταρ» συμπρωταγωνιστούν τα νομικά γραφεία, οι ορκωτοί ελεγκτές, τα γραφεία συμβούλων και οι επικοινωνιολόγοι, όλοι υπηρέτες του ίδιου σάπιου συστήματος: εκφραστές της παράλληλης οικονομίας, της μυστικότητας, των δικτύων επιρροής, του ολιγοπωλίου. Χάρη σ’ αυτούς, φημισμένοι όμιλοι δεν πληρώνουν σχεδόν καθόλου φόρους στις χώρες προέλευσής τους. Έτσι η κοινωνική ωφέλεια και η εθνική συνοχή δέχονται συντριπτικά πλήγματα.

Ενώ όμως ο Ρος αντιλαμβάνεται απολύτως σωστά την κερδοσκοπική λειτουργία όλων των προαναφερθέντων οικονομικών παραγόντων, και ιδίως των οίκων αξιολόγησης, εντελώς αψυχολόγητα, και υποπίπτοντας σε αντίφαση, τους «αθωώνει» δύο φορές: μία όταν νομιμοποιεί τα ανώτατα στελέχη τους απενοχοποιώντας τα σαν «καλών προθέσεων», και άλλη μία στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης. Ιδίως σε ό,τι αφορά την ελληνική κρίση, ο Ρος ειρωνεύεται την άποψη για μια «τρομερή “αγγλοσαξωνική συνομωσία” κατά της καημένης της Ελλάδας», ενώ ήταν ο ίδιος που ανέλυε νωρίτερα τις κερδοσκοπικές πρακτικές των «ευαγών» οίκων, ακόμη και την άρνηση της «Moody’s» να απαντήσει στην κριτική του! Λησμονώντας όσα ο ίδιος(!) ανέλυσε για τα τοξικά ομόλογα, τις οφσόρ κι άλλες παρόμοιες κομπίνες, εμφανίζει τη «Standard & Poor’s» σαν ήρεμη δύναμη, που αποπνέει μια διάθεση «για εργασία και γαλήνη»! Αντιστρέφοντας, μάλιστα, εντελώς την πραγματικότητα, παρουσιάζει, ούτε λίγο ούτε πολύ, τη «Fitch» σαν «θύμα» των ελληνικών αιτιάσεων! Αν υιοθετούσε κανείς τη φρασεολογία του Ρος, εύλογα με τη σειρά του θα κάγχαζε «οι καημένοι οι οίκοι αξιολόγησης!» και δικαίως θα διερωτόταν για την ασυνέπεια του Ρος: απλό αλτσχάιμερ ή εντεταλμένη υπηρεσία;

Η προκατάληψη του Ρος εναντίον της Ελλάδας ελέγχεται σε μια σειρά άστοχων προσεγγίσεών του. Εμφανίζει την Ελλάδα σαν «απατεώνισσα» που εισέβαλλε με αλλοίωση οικονομικών στοιχείων στο ευρώ, τη στιγμή που ο ίδιος ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ έχει παραδεχτεί πως οι Ευρωπαίοι γνώριζαν τι συνέβαινε με τα ελληνικά οικονομικά δεδομένα και πως αποδέχτηκαν την ελληνική είσοδο έχοντας απόλυτη συνείδηση της πραγματικότητας. Αθωώνει τη «Goldman Sachs», αν και η επίθεση εναντίον της Ελλάδας προκλήθηκε από τις αναίτιες αρνητικές αξιολογήσεις των οίκων, που δεν δικαιολογούνταν από κανένα στατιστικό δεδομένο διαφορετικό από εκείνα των υπόλοιπων χωρών της Δύσης. Απορρίπτει τη «γερμανική αλαζονεία», παρόλο που η ισοπέδωση του ευρωπαϊκού νότου συναποφασίστηκε από τη Γερμανία και το Δ.Ν.Τ., και παρόλο που οι σχετικές αποικιοκρατικές πρακτικές έχουν αποκαλυφτεί εκ των έσω, από οικονομολόγους που γνώρισαν τις μεθοδεύσεις υπηρετώντας στο Δ.Ν.Τ., όπως ο Τζόζεφ Στίγκλιτζ. Θεωρεί πως οι οίκοι αξιολόγησης και οι αναλυτές τους έχουν το «εχέγγυο της ανεξαρτησίας», σαν να αγνοεί πως οι αναλυτές συχνά χρηματίζονται, ώστε να διαμορφώνουν την επιθυμητή άποψη στην κοινή γνώμη. Επιρρίπτοντας το σύνολο των ευθυνών – ευθυνών οπωσδήποτε υπαρκτών – στις κεντρικές τράπεζες των χωρών και των ρυθμιστικών τους αρχών, ο Ρος αθωώνει τους οίκους αξιολόγησης, αθώωση που αναμφίβολα δεν ευσταθεί.

Η οικονομία του παρασκηνίου ξεδιπλώνεται στο παρόν πόνημα σε μια πληθώρα πτυχών της. Ο Ρος θεωρεί, υπό τις περιγραφείσες συνθήκες, πολύ πιθανό ένα νέο χρηματοπιστωτικό κραχ, που θα συντρίψει το επίπεδο ζωής. Το υπερβολικό μέγεθος των λεγόμενων «καθολικών» τραπεζών δεν προοιωνίζεται θετικές εξελίξεις. Χρειάζεται, σύμφωνα με τον Γάλλο δημοσιογράφο, να αποφευχθεί μια σοβαρότερη κρίση, που θα αναγκάσει εκ νέου τους φορολογούμενους να διασώσουν τις τράπεζες. Επιβάλλεται λοιπόν οι πολιτικοί να επιδείξουν αμετάκλητη βούληση για την τιθάσευση της εκτός νόμου οικονομίας. Ειδάλλως, ο καπιταλισμός θα υποστεί νέες αναταράξεις και οι λαοί θα πληρώσουν ξανά.

Μαρκ Ρος, «Καπιταλισμός εκτός νόμου. Η οικονομία του παρασκηνίου», εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα 2011, σελ. 328.

 

             «[…] Σε μια εμπεριστατωμένη έρευνα, που δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 2010 στο μηνιαίο περιοδικό Harper’s Magazine, με τον τίτλο “Πώς η Γουόλ Στριτ οδήγησε στην πείνα εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς να υποστεί καμία τιμωρία”, ο Αμερικανός δοκιμιογράφος Φρέντερικ Κάουφμαν ζητούσε να υπάρξει άμεση αντίδραση, για να σταματήσει αυτή η “φούσκα” που μοιάζει με πύραυλο εκτός τροχιάς: “Οι τραπεζίτες έχουν πάρει τον έλεγχο της διατροφής παγκοσμίως, το χρήμα φέρνει χρήμα, ενώ ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι στον κόσμο δεν χορταίνουν την πείνα τους.” Έκτοτε οι τιμές συνεχίζουν να ανεβαίνουν. Στο ξεκίνημα, τα χρηματοοικονομικά συμβόλαια ήταν εργαλεία, σήμερα αποτελούν από μόνα τους στοιχεία του ενεργητικού. Αυτό είναι καθαρή διαστρέβλωση. […]»

 

            «[…] Η φαρμακευτική βιομηχανία είναι ένα καλό παράδειγμα των τεχνασμάτων που μαγειρεύουν αυτοί οι μάγοι των ισολογισμών. Ας πούμε ότι ένας ελβετικός όμιλος ανακαλύπτει ένα θαυματουργό φάρμακο χάρη στους ερευνητές της θυγατρικής του στο Βέλγιο. Το εύρημα εμπορευματοποιείται στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πού να δηλωθούν όμως τα τεράστια κέρδη, ώστε ο λογαριασμός που θα πληρώσουν σε φόρους να είναι όσο γίνεται χαμηλότερος; Η εταιρεία που κατέχει την ευρεσιτεχνία είναι εγκατεστημένη στον φορολογικό παράδεισο των Βρετανικών Παρθένων Νήσων, στις Αντίλες, όπου το ποσοστό φόρου είναι ελάχιστο. Αντίθετα, τα γενικά έξοδα συγκεντρώνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου ο φόρος στα κέρδη των επιχειρήσεων είναι ένας από τους υψηλότερους στον κόσμο. Στον ισολογισμό, τα κέρδη ανακατεύονται, αντί να κατανέμονται ανά χώρα, και έτσι λύνεται το θέμα. Αυτή η φορολογική βελτιστοποίηση εξηγεί γιατί οι είκοσι μεγαλύτερες βρετανικές εταιρείες έχουν περισσότερες από χίλιες εταιρείες-“κελύφη” σκορπισμένες στις υπεράκτιες ζώνες. Και το 99% των ευρωπαϊκών εταιρειών κάνουν το ίδιο, διαβεβαιώνει η μη κυβερνητική οργάνωση Tax Justice Network, που αγωνίζεται για μεγαλύτερη διαφάνεια στον τομέα της φορολογίας. Οι νομικοί ξέρουν πώς να κάνουν τους πιστούς τους να επωφελούνται από το φορολογικό ντάμπινγκ που μαστίζει τον κόσμο. […]»

 

* Δημοσιεύτηκε στον «Αντιφωνητή» (αρ. φύλλου 385, 16/2/2014).

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.