Η Ελιά και οι μεταλλαγμένοι δάκοι
Του Χάρη Ναξάκη*
Ο ουρανός είναι αιώνιος Η γη διαρκής
Γιατί;
Δεν ζουν για τον εαυτό τους Κι έτσι ζουν για πολύ
Λάο Τσε
Στην αυλή του σπιτιού του ξαδέρφου μου, στο χωριό Βούβες Χανίων, στέκεται αγέρωχη, λυγερή, με αξιοπρέπεια μια ελιά ποικιλίας τσουνάτη, εμβολιασμένη σε αγριελιά, ηλικίας 3.000 ετών. Η ελιά των Βουβών είναι και επισήμως η αρχαιότερη του κόσμου, με περίμετρο 12,5 μέτρα, χρειάζονται 10 άτομα για να την αγκαλιάσουν, και παρότι είναι κούφια, δεν έχει καρδιά (καρδιόξυλο), είναι αθάνατη γιατί ανανεώνει τα κλαδιά της προς τα έξω. Πέρυσι ο Δήμος Πλατανιά διοργάνωσε τιμής ένεκεν εκδήλωση για το μάζεμα των ελιών της.
Τριών χιλιάδων ετών και καρπερή! Από τότε όμως που έγινε διάσημη συχνά παραπονιέται στους φίλους της τους δάκους για τα σμήνη των καλοζωισμένων Ευρωπαίων τουριστών (2.000 τον χρόνο) που την επισκέπτονται και δεν την αφήνουν να κοιμηθεί. Συνάμα κινδυνεύει να τυφλωθεί μ’ αυτή την ηλίθια συνήθεια να τη βγάζουν αδιάκοπα φωτογραφίες. Είναι τόσο άσχετοι μάλιστα που μαγειρεύουν με βούτυρο. Το χειρότερο όμως που μου συνέβη στα 3.000 χρόνια μου, εξομολογήθηκε στους δάκους, ήταν πριν από 10 χρόνια, το 2004, όταν ένα τσούρμο γραβατωμένων, χωρίς να με ρωτήσουν, έκοψαν ένα από τα ομορφότερα κλαδιά μου για να στεφανωθεί ο ντοπαρισμένος νικητής των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας. Ξέρετε, αυτοί οι φαραωνικοί αγώνες της μίζας και της ρεμούλας, όπου έκαναν πάρτι οι εργολάβοι, οι ξένες εταιρείες και χρεώσαμε τα παιδιά των παιδιών μας. Ντράπηκα πολύ, για δύο χρόνια δεν έκανα καρπούς. Καημένη ελιά, είπαν οι δάκοι, 3.000 χρόνια βάσανα, αλλά μάλλον δεν έμαθες τα τελευταία νέα. Πρόσφατα μαζεύτηκαν οι φωταδιστές αξιωματούχοι του συστήματος, του βαθέος κράτους και αποφάσισαν να δώσουν το όνομά σου στο νέο κόμμα της Κεντροαριστεράς. Τι ύβρις!
Φίλοι μου, λέει η ελιά, εγώ σας αγαπάω γιατί είστε μέρος της ύπαρξής μου, μου κάνετε βέβαια ζημιά τις χρονιές που γεννοβολάτε ασταμάτητα, αλλά αυτός είναι ο κύκλος της ζωής. Εχω όμως κι εγώ να σας εξομολογηθώ κάτι. Φέτος ήταν μια παράξενη χρονιά, δεν ξέρω τι φταίει, μπορεί να είναι αυτά τα καταραμένα χημικά που με ψεκάζουν ή οι τερατογενέσεις απ’ το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Πριν έρθετε εσείς ήρθαν 58 δάκοι και λίγο αργότερα και κάποιοι ακόμα. Ηταν λίγοι, απόρησα γιατί συνήθως έρχεστε κατά χιλιάδες, αλλά μου δικαιολογήθηκαν ότι είναι συγγενείς σας και ήρθαν αναγνωριστικά. Είχαν περίεργη όψη, μιλούσαν ωραία και ήταν ντυμένοι στην τρίχα. Δεν με χαιρέτησαν καν. Είμαι σίγουρη ότι αυτοί οι δάκοι δεν ανήκουν στο γένος σας (Bactrocera oleae), ήταν υβρίδια (Bactrocera oleae technologicus), μεταλλαγμένοι. Μια μέρα που ήρθε ο αφέντης στο χωράφι τον άκουσα να λέει ότι τους κατασκεύασε η τρισκατάρατη η Μονσάντο. Ενώ εσείς τρώτε μόνο τη σάρκα του καρπού αυτοί ήταν αχόρταγοι, τρυπάνε ακόμα και τα φύλλα και τα κλαδιά, με ρούφηξαν μέχρι το μεδούλι. Τι δολωματικούς ψεκασμούς μού ’καναν, τι ψεκασμούς καλύψεως, κανένας τους δεν ψόφησε. Υστερα από λίγες μέρες έφυγαν οι 58, ορισμένοι απ’ αυτούς πήγαν πιο κάτω σε έναν ξερο-πόταμο που είχε κορωνέικες ελιές, αλλά έμειναν οι υπόλοιποι για να συνεχίσουν το καταστροφικό τους έργο. Ηταν όλοι τους τόσο αδηφάγοι που δεν άφησαν καρπό για καρπό. Τους άκουσα μάλιστα να λένε ότι θα πουλήσουν μέρος της σάρκας των καρπών μου σε ξένους δάκους. Εκαναν μάλιστα λεπτομερείς ορθολογικούς υπολογισμούς με ακρίβεια για τα κέρδη τους. Εφτασαν δε μέχρι το σημείο να απειλήσουν τη φίλη μου την ελιά από το διπλανό χωράφι, που φέτος δεν κάρπισε, ότι θα της επιβάλουν φόρο ακαρπίας. Δεν έχουν ούτε ιερό ούτε όσιο, είναι ύβρις για τη φύση. Ο αφέντης μου τους χαρακτήρισε άκαρδους, απάτριδες παγκοσμιοποιητές, που λοιδορούν τη γη, εμένα που αιώνες τους ταΐζω και τους άκουσε να συμβουλεύουν τα παιδιά τους να μορφωθούν, για να μην κάνουν μια ζωή αυτό το άχαρο επάγγελμα να τρυπούν τους καρπούς μου. Να σπουδάσουν, είπαν, διοίκηση επιχειρήσεων, να γίνουν μάνατζερ, για να βάλουν άλλους δάκους (μάλλον εσάς) να δουλεύουν γι’ αυτούς.
Αχ, ελιά μας, λένε οι δάκοι! Αυτά τα τρομερά που μας είπες είναι μεγάλη δυσφήμηση για το είδος μας. Πρέπει να πάρουμε κι εμείς τα μέτρα μας γιατί θα ξανάρθουν. Αυτούς έπρεπε να κυνηγούν αλύπητα και όχι εμάς, όπως λέει το τραγούδι του Μπακιρτζή των «Χειμερινών Κολυμβητών»:
Τι τάχα να τους έκανα σ’ αυτή την κοινωνία
Και κυνηγούν αλύπητα το δάκο με μανία
Μεταφορείς και ψεκασταί, αρχιεργάτες, γεωπόνοι
Ολοι εμείς οι δακοκτόνοι είμαστε δολοφόνοι
* Καθηγητής ΤΕΙ Ηπείρου, συγγραφέας, charisnax@yahoo.gr
ΠΗΓΗ: 11/03/14 ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ, http://www.efsyn.gr/?p=181009