Οι αλχημείες του ΟΟΣΑ και οι βολικοί μύθοι για την ελληνική εκπαίδευση
Του Γιάννη Βαρδαλαχάκη*
Σύνοψη συμπερασμάτων
Η έρευνα μας κινήθηκε σε τρεις άξονες που προσδιορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών: αναλογία μαθητών-εκπαιδευτικών, φόρτος εργασίας και μισθοί. Τα αποτελέσματα μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
I. Αναλογία μαθητών-εκπαιδευτικών
√ Ο «υπερπληθυσμός εκπαιδευτικών» στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, και η ανάγκη περιστολής προσωπικού που απορρέει από αυτόν, επιχειρείται να τεκμηριωθεί με στοιχεία επταετίας, καθώς το 2006-07 ήταν η τελευταία χρονιά που η χώρα μας παρείχε σχετικά στοιχεία στον ΟΟΣΑ.
√ Στα στοιχεία αυτά, κάθε ωρομίσθιος εκπαιδευτικός έχει εσφαλμένα προσμετρηθεί ως ισοδύναμος με δύο εκπαιδευτικούς πλήρους ωραρίου στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Το φαινομενικά αθώο αυτό λάθος συντέλεσε στο να καταλάβει η χώρα μας την τελευταία θέση στις σχετικές μετρήσεις.
√ Η μελέτη της σχετικής τάσης δείχνει ότι οι εκπαιδευτικοί αυξάνονται σε σχέση με το μαθητικό πληθυσμό στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών μελών μεταξύ των ετών 2007 και 2011.
√ Αντίθετα στη χώρα μας, αντίστοιχη έρευνα για τα έτη 2009-10 και 2011-12 δείχνει ότι η πολιτική των μνημονιακών περικοπών, ακόμα και στις απαρχές της με την επίθεση στη δημόσια εκπαίδευση να μην έχει πάρει ακόμα τις διαστάσεις που ακολούθησαν, οδήγησε σε αρνητική μεταβολή της σχετικής αναλογίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, πλην των Δημοτικών σχολείων όπου πραγματοποιήθηκαν πολλές προσλήψεις εκτός κρατικού προϋπολογισμού.
√ Η γεωγραφική κατανομή της αναλογίας μαθητών-εκπαιδευτικών επιβεβαιώνει περίτρανα την υπόθεση ότι η χαμηλή τιμή που παρουσιαζόταν σε προγενέστερες περιόδους οφειλόταν στη νησιωτικότητα της χώρας και στο έντονο γεωγραφικό ανάγλυφο. Η αναλογία μαθητών-εκπαιδευτικών σε νομούς με μεγάλα αστικά κέντρα είναι πολλαπλάσια από εκείνη σε ορεινούς ή νησιωτικούς νομούς, ενώ ήδη από το σχολικό έτος 2011-12 φαίνεται να έχει ξεπεράσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στις περιοχές αυτές.
II. Φόρτος εργασίας
√ Οι Έλληνες καθηγητές πράγματι διδάσκουν λιγότερες ώρες ετησίως συγκριτικά με τους συναδέλφους τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον ΟΟΣΑ.
√ Αυτό δε σημαίνει ότι διδάσκουν λιγότερο και σε εβδομαδιαία βάση, καθώς το μέσο ωράριο διδασκαλίας βρισκόταν λίγο κάτω (Γυμνάσια) ή λίγο πάνω (Γ. Λύκεια και Επαγγελματική Εκπαίδευση) από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Μετά την φετινή αύξηση, η χώρα μας καταλαμβάνει μία από τις πρώτες θέσεις στη σχετική κατάταξη.
√ Το ίδιο ισχύει και για τις εργάσιμες ημέρες και εβδομάδες για τους εκπαιδευτικούς, οι οποίες βρίσκονται επίσης κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
√ Οι ημέρες διδασκαλίας είναι σημαντικά λιγότερες εξαιτίας της εξεταστικοκεντρικής κατεύθυνσης του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και της αφιέρωσης σχεδόν δύο μηνών κάθε έτους σε εργασίες σχετικές με τις εξετάσεις.
√ Ακόμα και έτσι, η διαφορά από τον ετήσιο μέσο όρο διδασκαλίας στην ΕΕ-21 και στον ΟΟΣΑ είναι μικρότερη από όση παρουσιάζεται στις σχετικές εκθέσεις, αφού και στον σχετικό υπολογισμό για κάποιες χώρες έχει συμπεριληφθεί ο μέγιστος αριθμός ετήσιων ωρών, ο οποίος ενδέχεται να διαφοροποιείται σημαντικά από τον πραγματικό.
√ Καμία «σύγκλιση» δεν επιτυγχάνεται με την αύξηση του εβδομαδιαίου χρόνου διδασκαλίας κατά δύο ώρες όσο οι ημέρες διδασκαλίας εξακολουθούν να υπολείπονται σημαντικά του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
√ Αντίθετα η κατάργηση των εξετάσεων στο σύνολο ή στην πλειοψηφία των τάξεων της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης καθώς και μία ενδεχόμενη επιμήκυνση της διδακτικής ώρας θα έφερνε το συνολικό χρόνο που περνάνε στην τάξη οι Έλληνες εκπαιδευτικοί πολύ κοντά στο μέσο ευρωπαϊκό.
√ Καμία από τις παραπάνω πρακτικές δε θα οδηγούσε στην εξοικονόμηση προσωπικού και για αυτό δεν επιλέχθηκε, κάτι που επιβεβαιώνει ότι οι επιδιώξεις του Υπουργείου Παιδείας ήταν εξ αρχής λογιστικές και όχι παιδαγωγικές, όπως το ίδιο επαίρεται.
√ Ο διαθέσιμος χρόνος στο σχολείο για τους Έλληνες εκπαιδευτικούς υπερβαίνει τον αντίστοιχο μέσο όρο στις χώρες της ΕΕ21 και του ΟΟΣΑ, μια λεπτομέρεια που αποκρύπτεται συστηματικά, όταν γίνεται λόγος για το φόρτο εργασίας των εκπαιδευτικών.
√ Κατά την παραμονή τους στο σχολείο, οι εκπαιδευτικοί στη χώρα μας εκτελούν κυρίως γραφειοκρατικές και διοικητικές εργασίες, αντίθετα με το τι συμβαίνει διεθνώς, όπου οι εκπαιδευτικοί ασχολούνται κυρίως με καθήκοντα σχετικά με το εκπαιδευτικό τους έργο (προετοιμασία και διορθώσεις διαγωνισμάτων και εργασιών, συναντήσεις με γονείς, κλπ). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερο φόρτο εργασίας για τους Έλληνες εκπαιδευτικούς μετά το πέρας του ωραρίου τους, κάτι το οποίο δεν είναι δυνατόν να ποσοτικοποιηθεί και να αποτυπωθεί σε καμία σχετική έρευνα.
III. Μισθοί
√ Οι Έλληνες εκπαιδευτικοί είναι από τους χειρότερα αμειβόμενους εκπαιδευτικούς διεθνώς, κάτι που συνέβαινε ακόμα και πριν από τις περικοπές του Ενιαίου Μισθολογίου, οι οποίες με τη σειρά τους επιδείνωσαν περισσότερο την κατάσταση.
√ Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουμε συγκρίνοντας τον μισθό των εκπαιδευτικών σε διάφορα στάδια υπηρεσίας με τον μέσο μισθό και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ κάθε χώρας.
√ Οι εκπαιδευτικοί στη χώρα μας ξεκινάνε την καριέρα τους πενιχρά αμειβόμενοι, ενώ και η μισθολογική τους εξέλιξη είναι πολύ βραδύτερη από εκείνη των συναδέλφων τους διεθνώς.
1. Οι επιστημονικές εκθέσεις ως εργαλείο συκοφάντησης κοινωνικών ομάδων: Από το ΙΟΒΕ στον ΟΟΣΑ.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ (2013, σελ. 21) «το 2014 οι μισθωτοί στο σύνολό τους, δηλαδή ως κοινωνική ομάδα, θα έχουν απωλέσει περίπου το 50% της αγοραστικής δύναμης που είχαν το 2009», ενώ ο πραγματικός κατώτατος μισθός υπολογίζεται στα 3/4 αυτού που ήταν πριν από 20 χρόνια. Τα συγκεκριμένα στοιχεία, που αποτυπώνουν το μέγεθος της επίθεσης που έχει δεχθεί η εργατική τάξη της χώρας μας κατά την περίοδο εφαρμογής της μνημονιακής πολιτικής, δεν έτυχαν ιδιαίτερης προβολής από τα συνήθως λαλίστατα ΜΜΕ. Δε συνέβη βέβαια το ίδιο στο παρελθόν με «ευρήματα» άλλων εκθέσεων, τα οποία εξυπηρετούσαν την τακτική της ενοχοποίησης κομματιών της κοινωνίας ή συνηγορούσαν στην ανάγκη λήψης νέων επώδυνων μέτρων. Πορίσματα εκθέσεων διεθνών οργανισμών προβλήθηκαν ως θέσφατα και αξιοποιήθηκαν στο έπακρο επικοινωνιακά καθώς προσέφεραν ένα ψεύτικο περιτύλιγμα επιστημονικής εγκυρότητας για το αμπαλάρισμα ήδη ειλημμένων, καθαρά ταξικών, πολιτικών αποφάσεων. Πώς θα μπορούσε άλλωστε ο απλός λαός να αμφισβητήσει τα λεγόμενα των τεχνοκρατών; Το αν οι προβλέψεις αυτές επαληθεύονται ή διαψεύδονται οικτρά, λίγη σημασία έχει. Πόσοι άλλωστε θυμούνται σήμερα ότι κατά την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου οι αναλυτές της Τρόικας προέβλεπαν ύφεση έως 6,6%, ανεργία ως 14,8%, πρωτογενές πλεόνασμα ήδη από το 2011 και επιστροφή στην ανάπτυξη το 2012 (IMF, 2010, σελ. 9); Αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι εκτιμήσεις αυτές αξιοποιήθηκαν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο προκειμένου να καλλιεργηθούν στον ελληνικό λαό προσδοκίες για γρήγορη έξοδο από την κρίση και εφησυχασμός ότι οι θυσίες του «θα πιάσουν τόπο».
Τις προβλέψεις της Τρόικας συναγωνίζονται σε επιτυχία αυτές του ΙΟΒΕ στη μελέτη του για την ελληνική οικονομία και τα κλειστά επαγγέλματα τον Ιούλιο του 2010. Εκεί, αφού γίνεται ειδική μνεία στην αναγκαιότητα του μόλις ψηφισμένου Μνημονίου (σελ.8), επισημαίνονται μια σειρά από «στρεβλώσεις» και «δυσκαμψίες» της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες, αν καταπολεμηθούν, «θα εξουδετερώσουν – μερικώς τουλάχιστον- τις βραχυχρόνιες δυσμενείς επιπτώσεις στην οικονομική δραστηριότητα και την απασχόληση της ακολουθούμενης έντονα περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής, καθιστώντας το όλο πρόγραμμα περισσότερο αποδεκτό κοινωνικά». Μάλιστα, σε μία χοντροκομμένη ομολογουμένως προσπάθεια να ποσοτικοποιηθούν οι παραπάνω προσδοκίες εκτιμάται ότι η απελευθέρωση του «τομέα μη εμπορεύσιμων αγαθών» και της αγοράς εργασίας μπορεί να φέρει μεταξύ άλλων αύξηση μέχρι και 17% στο ΑΕΠ, 12,2% στον πραγματικό μισθό και 4,8% στην απασχόληση (Πίνακας 1). [1]
Βέβαια, με τον όρο «στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας» οι τεχνοκράτες νεοφιλελεύθεροι αναφέρονται σε ό,τι οι υπόλοιποι συνηθίζουμε να αποκαλούμε εργατικά και επαγγελματικά δικαιώματα, όπως οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και συμβάσεις, τα όρια στις ομαδικές απολύσεις, τις αποζημιώσεις απόλυσης, τη σταθερή δουλειά και ωράριο, το ταμείο ανεργίας, κ.α.. Όλα αυτά σήμερα αποτελούν σε πολύ μεγάλο βαθμό παρελθόν χωρίς καμία θετική επίπτωση να έχει παρατηρηθεί για οποιονδήποτε εργαζόμενο από τη μετατροπή της αγοράς εργασίας σε ζούγκλα. Τα κλειστά επαγγέλματα από την άλλη, άνοιξαν ένα-ένα και μια σειρά από επαγγελματικές ομάδες (ιδιοκτήτες ΦΔΧ και ΤΑΞΙ, δικηγόροι, μηχανικοί, φαρμακοποιοί, κ.α.) λοιδορήθηκαν ως «συντεχνίες που υπερασπίζονται τα παράλογα κεκτημένα τους εις βάρος της κοινωνίας και βάζουν αναχώματα στην επερχόμενη ανάπτυξη». Τι και αν αντί αύξησης 17% του ΑΕΠ η χώρα μας βιώνει τη χειρότερη ύφεση που γνώρισε μεταπολεμικά κράτος το οποίο δεν ενεπλάκη σε πόλεμο; Ο πρόεδρος του ΙΟΒΕ εκείνη την περίοδο και επιβλέπων τη συγκεκριμένη έκθεση ανταμείφθηκε για τις εγκυρότατες προβλέψεις του με ένα εξαιρετικά επιτελικό αξίωμα: αυτό του Υπουργού Οικονομικών. Πρόκειται για το Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος έχει αναλάβει σήμερα να βγάλει τη χώρα από το τέλμα και συνεχίζει με το ίδιο πάθος να προπαγανδίζει την επερχόμενη ανάπτυξη!
Παραπομπή
[1] Για μία εκτενή όσο και καυστική κριτική της συγκεκριμένης έκθεσης βλ. «Ο τσαρλατανισμός του ΙΟΒΕ» στο http://www.techiechan.com/?p=537 ημ. 07/08/2010.
Σημείωση I: Διαβάστε ΕΔΩ σε μορφή word ολόκληρο το άρθρο με τους αναλυτικούς πίνακες
* Ο Γιάννης Βαρδαλαχάκης είναι οικονομολόγος-εκπαιδευτικός, μέλος των Αγωνιστικών Παρεμβάσεων-Κινήσεων-Συσπειρώσεων και υποψήφιος διδάκτορας του τμήματος Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ.
ΠΗΓΗ: Τετ, 25/12/2013, http://www.alfavita.gr/arthron/…B7#ixzz2oTxnT0th
Σημείωση II: Μπορείτε επίσης να το διαβάσετε από εδώ, όπου μπορείτε να προσέξετε και τα 16 διαγράμματα: http://issuu.com/johnvardalahakis/docs/#