Τα Εισόδια της Θεοτόκου στην Αγία Γραφή
Του Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη*
Είναι γνωστό πως η Καινή Διαθήκη παρέχει ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή της Παναγίας. Αυτό γίνεται αιτία να την υποτιμούν οι προτεστάντες όλων των αποχρώσεων, που θεωρούν ότι ο χριστιανισμός πρέπει να περιορίζεται σε ό,τι αναφέρεται μέσα στην Αγία Γραφή.
Βέβαια στην Αγία Γραφή υπάρχουν αρκετές αναφορές στη δόξα που έλαβε η Παναγία από το Θεό (π.χ. Λουκ. 1, 28 και 41-55) και στη δυνατότητά της να παρέμβει προς το Χριστό υπέρ των ανθρώπων (Ιω 2, 3-7). Όμως υπάρχουν κι άλλες πληροφορίες, που προκύπτουν από τις προφητείες και τις προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης, που αναφέρονται στη Θεοτόκο (δείτε αρκετά στοιχεία και εδώ: Η τιμή της Θεοτόκου στη Βίβλο – Η Θεοτόκος στην Αγία Γραφή).
Τα βιογραφικά στοιχεία της Παναγίας, που σχετίζονται με τη γέννηση και την παιδική ηλικία της, καθώς και με την κοίμησή της, είναι καταγεγραμμένα σε αρχαία βιβλία, που κινήθηκαν παράλληλα με την Καινή Διαθήκη, χωρίς να γίνουν ποτέ μέρος της. Τέτοια βιβλία υπήρξαν αρκετά, που κατέγραψαν πληροφορίες για το Χριστό, την Παναγία και άλλα πρόσωπα (π.χ. αποστόλους), επιθυμώντας να συμπληρώσουν τις αντίστοιχες πληροφορίες που βρίσκονται στην Καινή Διαθήκη. Σήμερα, αυτά τα βιβλία τα συμπεριλαμβάνουμε στα «απόκρυφα κείμενα», αλλά στην πραγματικότητα δεν ήταν απόκρυφα.
«Απόκρυφα» ήταν τα ευαγγέλια και τα λοιπά βιβλία της θρησκείας του Γνωστικισμού (που οι γνωστικοί τα κρατούσαν κρυφά από τους αμύητους). Τα αρχαία ορθόδοξα βιβλία που διάβαζαν οι χριστιανοί και που ποτέ δεν ήταν κρυμμένα ή απαγορευμένα, σήμερα ονομάζονται κι αυτά «απόκρυφα» μόνο για φιλολογικούς λόγους, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι απόκρυφα, αλλά ψευδώνυμα ή ανώνυμα έργα. Πολλά απ' αυτά αποδίδονται σε αποστόλους, ενώ δεν είναι δικά τους έργα, αλλά έργα ανωνύμων (και αυτός είναι κι ο λόγος που δεν μπήκαν στην Καινή Διαθήκη, στην οποία μπήκαν μόνο τα διασωθέντα κείμενα των μαθητών του Χριστού**).
Το περιεχόμενο κάποιων από τα βιβλία αυτά (π.χ. του «κατά Θωμάν ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας του Χριστού») η Εκκλησία το απέρριψε ως φανταστικό. Όμως σε άλλες περιπτώσεις ήδη οι αρχαίοι χριστιανοί αναγνώρισαν αληθινές πληροφορίες, που προέρχονται από την ιστορική μνήμη της πρώτης χριστιανικής κοινότητας.
Τέτοια είναι τα βιβλία που μιλάνε για την παιδική ηλικία της Παναγίας (κυριότερο το «Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου») και την κοίμησή της («Διήγησις του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου περί της κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου»). Το «Πρωτευαγγέλιο» ανάγεται στο 2ο αιώνα, με πιθανό χαμένο πρωτότυπο του τέλους του 1ου αιώνα, ενώ το 2ο είναι κάπως μεταγενέστερο, ίσως και του 5ου αιώνα, αναγνωρίστηκε όμως ως αρχαία παράδοση (η ύπαρξη της εσθήτας, του χιτώνα και της ζώνης της Παναγίας, και φυσικά του κενού τάφου της, αποτελούν τεκμήρια της ιστορικότητάς του – άσχετα από το αν θα τα αμφισβητήσει ένας προτεστάντης, λόγω των πεποιθήσεών του και όχι μετά από έρευνα).
Ο Ψαλμός 44
Κάποιοι Πατέρες της Εκκλησίας, π.χ. ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ερμήνευσαν τον Ψαλμό ως αναφερόμενο μεταφορικά στην Εκκλησία (δηλ. στο πανανθρώπινο σώμα του Χριστού), η οποία εγκαταλείπει την ειδωλολατρία, προσέρχεται προς το Χριστό και αναδεικνύεται σε βασίλισσα εκ δεξιών του. Ωστόσο, η ερμηνεία ενός βιβλικού χωρίου μπορεί να κινείται σε πολλά επίπεδα, και η λειτουργική πράξη της Εκκλησίας είδε στον Ψαλμό αυτό μια ευθεία αναφορά στη Θεοτόκο, γι' αυτό και στις ακολουθίες που τελούνται προς τιμήν της ψάλλονται στίχοι από αυτόν.
Τοιχογραφία 1318-1320 από το καθολικό της Ιεράς Μονής Χιλιανδαρίου Αγίου Όρους
Επίσης, η εικονογράφηση των Εισοδίων της Θεοτόκου συμπίπτει με το περιεχόμενο του Ψαλμού και είναι φανερό ότι το ίδιο συμβαίνει και με τη διήγηση του γεγονότος στο «Πρωτευαγγέλιο»:
Σε απλά νέα ελληνικά, ας επισημάνουμε τα εξής:
Το κορίτσι, που συγχρόνως είναι και βασίλισσα, δε μπορεί να είναι παρά η Θεοτόκος, όπως φανερώνει η πείρα των αιώνων, με τις εκπληκτικές εμφανίσεις της ως βασίλισσας των ουρανών στους αγίους και σε πολλούς απλούς ανθρώπους, χριστιανούς και μη. Η βασίλισσα αυτή παρέστη εκ δεξιών του βασιλέως και Υιού της κατά την κοίμηση και μετάστασή της στους ουρανούς. Ο στίχος αυτός λοιπόν, που έκλεισε μια ενότητα αναφερόμενη στη βασιλική εξουσία του Χριστού, είναι και μια βιβλική προεικόνιση της μετάστασης (ανάληψης) της Θεοτόκου και της τιμητικής θέσης της στη βασιλεία του Θεού.
Ο Ψαλμός επίσης αναφέρει ότι θα τη συνοδεύσουν παρθένες και όλες μαζί θα έρθουν στο ναό του βασιλέως («απενεχθήσονται τω βασιλεί παρθένοι οπίσω αυτής… απενεχθήσονται εν ευφροσύνη και αγαλλιάσει, αχθήσονται εις ναόν βασιλέως»).
Αυτό ακριβώς περιγράφει και η διήγηση των Εισοδίων και απεικονίζει η εικόνα τους: «Καλέσατε τας θυγατέρας των Εβραίων τας αμιάντους και λαβέτωσαν ανά λαμπάδα, και έστωσαν καιόμεναι, ίνα μη στραφή η παις εις τα οπίσω και αιχμαλωτισθή η καρδία αυτής εκ του ναού Κυρίου… Και εποίησαν ούτως».
Βιβλική προεικόνιση της αειπαρθενίας της Θεοτόκου
Με την ευκαιρία, ας αναφέρουμε και μια σημαντική προφητεία, που υποστηρίζει ότι η Παναγία δεν ήταν παρθένος μόνο όταν γέννησε το Χριστό, αλλά και μετά τη γέννησή Του. Η προφητεία αυτή στηρίζει τη σχετική διδασκαλία της Ορθοδοξίας, αποδεικνύοντας ότι δεν είναι αυθαίρετη, ούτε και προέρχεται από τη φαντασία κάποιων θρησκόληπτων που ήθελαν να εξιδανικεύσουν τη Θεοτόκο.
Πρόκειται για την προφητεία του Ιεζεκιήλ, από το κεφάλαιο 44 (συμπτωματικά έχει τον ίδιο αριθμό με τον Ψαλμό), στίχ. 1-2. Εκεί ο Θεός παρουσιάζει στον προφήτη το όραμα ενός ναού, που περιέχει διάφορους συμβολισμούς.
Και λέει: «Και με γύρισε προς το δρόμο της εξωτερικής πύλης των αγίων, που βλέπει προς την ανατολή. Και ήταν κλειστή. Και μου είπε ο Κύριος: αυτή η πύλη θα είναι κλειστή, δε θα ανοίξει και κανείς δε θα περάσει απ' αυτήν, γιατί ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ θα μπει απ' αυτήν και θα είναι κλειστή».
Στο αρχαίο: «Και επέστρεψέ με κατά την οδόν της πύλης των αγίων της εξωτέρας της βλεπούσης κατά ανατολάς, και αύτη ην κεκλεισμένη. και είπε Κύριος προς με η πύλη αύτη κεκλεισμένη έσται, ουκ ανοιχθήσεται, και ουδείς μη διέλθη δι' αυτής, ότι Κύριος ο Θεός Ισραήλ εισελεύσεται δι' αυτής, και έσται κεκλεισμένη».
Η πύλη των αγίων λοιπόν, που «βλέπει προς την ανατολή» (επειδή ο Χριστός είναι «ο Ήλιος της Δικαιοσύνης» – γι' αυτό και τα ιερά των ναών μας βλέπουν προς την ανατολή και συνήθως κάνουμε την προσευχή μας συμβολικά στραμμένοι προς τα εκεί), είναι και θα παραμείνει κλειστή, γιατί μόνο ο Θεός θα περάσει από εκεί. Και, αφού περάσει ο Θεός, θα παραμείνει κλειστή και κανείς άλλος δε θα περάσει.
Υπάρχει μία πύλη, από την οποία πέρασε ο Κύριος και Θεός και η πύλη αυτή παρέμεινε κλειστή: η Θεοτόκος.
Ας αναφέρουμε εδώ ότι, στις ορθόδοξες εκκλησίες, η Ωραία Πύλη συμβολίζει την Παναγία, ενώ ο ιερέας, κατά την ώρα της λειτουργίας, συμβολίζει το Χριστό. Όλα όσα συμβαίνουν στη λειτουργία συμβολίζουν γεγονότα από τη ζωή και το έργο του Χριστού, όπως και από τη μελλοντική βασιλεία του Θεού. Γι' αυτό μόνο ο ιερέας μπορεί να μπει από την Ωραία Πύλη (και μόνο φορώντας την ιερατική του στολή), όπως μόνο ο Χριστός πέρασε και γεννήθηκε από την Παναγία.
** Ο Λουκάς και ο Μάρκος πιθανόν ήταν άμεσοι μαθητές του Χριστού: ο Λουκάς ένας από τους δύο που Τον συνάντησαν πηγαίνοντας προς Εμμαούς (Λουκ. 24, 13-35), ενώ ο Μάρκος ο νεανίας ο ντυμένος με το σεντόνι, που είχε ακολουθήσει κρυφά τον Ιησού από το μυστικό δείπνο στη Γεθσημανή (Μάρκ. 14, 51-52). Ο μυστικός δείπνος, όπως και η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος την πεντηκοστή, πιθανόν είχαν συμβεί στο σπίτι της μητέρας του Μάρκου, για την οποία βλ. στις Πράξεις των αποστόλων, 12, 12.
Ακόμη όμως κι αν οι δύο αυτοί ευαγγελιστές δεν ήταν άμεσοι μαθητές του Χριστού, αλλά μαθητές των αποστόλων, τα έργα τους περιελήφθησαν στην Καινή Διαθήκη, γιατί απηχούν δύο μεγάλες αποστολικές παραδόσεις, του Πέτρου και του Παύλου. Ο Μάρκος γράφει το ευαγγέλιό του ως «ερμηνευτής Πέτρου», ο δε Λουκάς απηχεί την παράδοση του Παύλου, του οποίου ήταν στενός συνεργάτης, πέρα από τα προσωπικά στοιχεία που εντάσσει κατόπιν δικής του έρευνας.
* Ο Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης είναι Θεολόγος.