Σημειώσεις για την Παραγωγή Ζάχαρης στην Ελλάδα
Του Γ. Γ. – Ανωνύμου Μηχανικού*
1. Εισαγωγή
Οι εγκαταστάσεις (ζαχαρουργεία) της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης (ΕΒΖ) στην Ελλάδα δίνονται στον ακόλουθο Πίνακα:
Έτος λειτουργίας και δυναμικότητα επεξεργασίας ριζών τεύτλων (σε MT) ανά 24ωρο.
α/α |
Εργοστάσιο ζάχαρης |
Έτος λειτουργίας |
Αρχική Δυναμικ |
Έτος επέκ. Δυναμικ |
Σημερινή Δυναμικ |
1 |
Λάρισα |
1961 |
6532 |
1976 |
7200 |
2 |
Πλατύ |
1962 |
6484 |
1978 |
8000 |
3 |
Σέρρες |
1963 |
2840 |
1985 |
4500 |
4 |
Ξάνθη |
1972 |
4133 |
1977 |
6000 |
5 |
Ορεστιάδα |
1975 |
3500 |
1993 |
5500 |
Πρώτη ύλη για τα εργοστάσια ζάχαρης (ζαχαρουργεία) είναι τα τεύτλα. Ευδοκιμούν κυρίως στα ψυχρά κλίματα (με λίγα λόγια κάτω από τον Ν. Φθιώτιδας δεν ευδοκιμούν, ενώ οι βόρειες χώρες (Γερμανία, Πολωνία, Γαλλία) έχουν μεγάλη παραγωγή και στρεμματική απόδοση). Για να αποφεύγονται μεγάλες δαπάνες μεταφοράς των ζαχαρότευτλων η καλλιέργεια είναι πάντοτε συγκεντρωμένη κοντά στα εργοστάσια. Για να λειτουργήσει ένα τέτοιο εργοστάσιο υπολογίζονται πως χρειάζονται 40.000 στρέμματα για να εξασφαλιστεί δουλειά για 2-3,5 μήνες (είναι η περίοδος της «καμπάνιας», όπως την ονομάζουν οι ντόπιοι). [1]
Η ΕΒΖ είναι επίσης ιδιοκτήτης και δύο ζαχαρουργείων στη Σερβία: ADFabrikaSeceraSajkaskaZabalje, ADFabricaSeceraCrvenka), συνολικής ημερήσιας δυναμικότητας κατεργασίας 13.000 τόνων τεύτλων. [2]
Και μερικά ακόμα χρήσιμα στοιχεία για την κατανόηση των όσων ακολουθήσουν:
1. Οι βιομηχανίες αυτές, σε παγκόσμια κλίμακα, δουλεύουν 24 ώρες/ημέρα, την περίοδο Σεπτέμβρη έως Δεκέμβρη κάθε έτους. Τον υπόλοιπο χρόνο καλλιεργείται και συλλέγεται το τεύτλο και στο εργοστάσιο γίνεται η προετοιμασία για την επόμενη παραγωγή (πρακτικά λόγω της έντασης απασχόλησης του εξοπλισμού και του προσωπικού, προσλαμβάνεται πάντοτε εποχικό προσωπικό (για τους 3 μήνες) και το μόνιμο προσωπικό λόγω υπερωριών, συνεχούς εργασίας κατά την παραγωγική περίοδο, επιστρέφει ξανά τον Μάρτη και ξεκινάει εργασίες συντήρησης).
2. Το κύριο προϊόν της ΕΒΖ είναι η ζάχαρη (έτοιμο προϊόν, πωλείται είτε στη λιανική αγορά, είτε στις βιομηχανίες τροφίμων, γλυκών, αναψυκτικών κλπ) και τα υποπροϊόντα: μελάσσα (χρησιμοποιείται στην παραγωγή οινοπνεύματος (φαρμακευτικές βιομηχανίες και ποτοποιίες) και στη βιομηχανία όπλων) και ζωοτροφή.
3. Πρόκειται για εγκαταστάσεις που περιλαμβάνουν ως υποδομές, ύδρευση, δικό τους ατμοηλεκτρικό σταθμό, φυσικό αέριο, πρόσβαση για φορτηγά, σιδηροδρομική πρόσβαση και βιολογικό καθαρισμό.
4. Τα ζαχαρουργεία παγκοσμίως είναι εγκαταστάσεις που επιδέχονται βελτιώσεις και συντηρήσεις. Παράλληλα γίνονται προσθήκες μηχανημάτων με αυτοματισμούς. Ο εξοπλισμός είναι ιταλικός (Πλατύ) και πολωνικός (Σέρρες, Ορεστιάδα). Μπορεί να δει κανείς μηχανήματα που είναι εγκατεστημένα από το 1960 και το 1970 και εξακολουθούν να λειτουργούν. Παγκοσμίως υπάρχουν ζαχαρουργεία με διάρκεια ζωής άνω των 100χρόνων.
2. Η Περίοδος 1960-2000
Φαίνεται ότι παλιότερα (δεκαετίες 1960 έως 2000), η εργασία γύρω από τη EBZ ήταν κερδοφόρα για όλους: εποχικό προσωπικό (υπάρχει π.χ. περίπτωση εποχικής καθαρίστριας που με τις απολαβές ενός τριμήνου σπούδασε το γιο της στο Πολυτεχνείο στη Θεσσαλονίκη), τευτλοκαλλιεργητές (υπάρχει π.χ. περίπτωση αγρότη που με τις απολαβές μίας σοδειάς του αγόρασε αυτοκίνητο, ενός άλλου που με τις ίδιες απολαβές δύο αγροτεμαχίων 9 στρεμμάτων έκαστο (ένα ιδιόκτητο κι ένα νοικιασμένο) ξεχρέωσε το ιδιόκτητο αγροτεμάχιο σε έναν χρόνο), προσωπικό ΕΒΖ, επαγγελματίες που ασχολούνταν με εξωτερικές εργασίες του εργοστασίου της ΕΒΖ (περιέλιξεις κινητήρων, προμηθευτές μηχανολογικού εξοπλισμού κλπ) και όποιοι άλλοι οικονομικοί κλάδοι κινούνταν γύρω από αυτούς (οικοδομή, αυτοκίνητα, γεωργικός εξοπλισμός κλπ).
Και κάποια άλλα στοιχεία:
Με κριτήριο το ύψος των πωλήσεών της του 1989 η ICAP-Hellasκατατάσσει την ΕΒΖ 7η μεγαλύτερη βιομηχανία της Ελλάδας. [3]
Τέλος από ένα δημοσίευμα [4] παραθέτω κάποια χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
«Στην ακμή της η βιομηχανία απασχολούσε 1.320 μόνιμους εργαζόμενους… Οι εποχικοί έφταναν τους 3.700…»
«Οι καλλιεργητές τεύτλου ήταν 9.000 … Μέχρι το 2006 καλλιεργούσαν 400.000 στρέμματα.»
«Τριάντα χιλιάδες άνθρωποι στη Βόρεια Ελλάδα ζουν από τον κύκλο εργασιών της επιχείρησης: εκτός από τους αγρότες, είναι μεταφορείς, συντηρητές μηχανημάτων, μηχανικοί αυτοκινήτων.»
«Πριν από το 2006 τα εργοστάσια υπερκάλυπταν τις εθνικές ανάγκες, παράγοντας 320.000 τόνους ζάχαρη το χρόνο.»
3. Η Σημερινή Κατάσταση
Διαβάζοντας τα παραπάνω, αρχίζω να καταλαβαίνω ότι υπήρχε μία οικονομία που αν και κατανάλωνε ότι παρήγαγε στο εσωτερικό της χώρας, εντούτοις ήταν κερδοφόρα. Ας έρθουμε όμως στην πραγματικότητα [5], (οι υπογραμμίσεις δικές μου):
«Η Εταιρεία δραστηριοποιείται στην παραγωγή και εμπορία λευκής κρυσταλλικής ζάχαρης και των παραπροϊόντων της. Είναι ο μοναδικός παραγωγός ζάχαρης στην Ελλάδα και λειτουργεί στα πλαίσια της κοινής αγροτικής πολιτικής (Κ.Α.Π) της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και συγκεκριμένα βάσει του Κανονισμού του Συμβουλίου 1234/2007, ο οποίος θεσπίζει τον Ενιαίο Κανονισμό ΚΟΑ για ορισμένα γεωργικά προϊόντα, μεταξύ των οποίων και η ζάχαρη».
«Το Φεβρουάριο του 2006, οι υπουργοί γεωργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενέκριναν τη ριζική μεταρρύθμιση του τομέα ζάχαρης στην Ε.Ε.. Η μεταρρύθμιση αυτή εστιάστηκε στην κατά 36% περικοπή της εγγυημένης ελάχιστης τιμής της ζάχαρης (από 631,9 ευρώ/τόνο το 2006/2007 σε 404,4 ευρώ/τόνο από το 2009/2010), στην αποζημίωση των γεωργών και στη δημιουργία του Ταμείου Αναδιάρθρωσης με σκοπό τη χρηματική αποζημίωση των λιγότερο ανταγωνιστικών παραγωγών [6] οι οποίοι επιλέγουν να διακόψουν τη δραστηριότητά τους».
«Το έτος 2007/2008, στο πλαίσιο του προγράμματος αναδιάρθρωσης, η Ελλάδα αποποιήθηκε το 50,01% της εθνικής της ποσόστωσης με αποτέλεσμα η ποσόστωση να ανέρχεται συνολικά στους 158.702 τόνους από 317.502 που ήταν αρχικά.»
«Οι Μονάδες της Ξάνθης και της Λάρισας λειτούργησαν ως ζαχαρουργεία για τελευταία χρονιά το 2006, χρονιά κατά την οποία η Ε.Β.Ζ. απέσυρε το 50,01% της ποσόστωσης της σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ.320/2006 της Ε.Ε.» [5]
4. Τα Δύο Ερωτήματά μου
1. Οι λιγότεροι ανταγωνιστικοί παραγωγοί ή τα λιγότερα ανταγωνιστικά προϊόντα πώς ορίζονται; Συγκρίνοντας την τιμή πώλησης σε ίδια νομισματική μονάδα. Όμως, εφόσον η ΕΒΖ παράγει αποκλειστικά τη δική της ζάχαρη, πώς χαρακτηρίζεται λιγότερο ή περισσότερο ανταγωνιστική; Με βάση την τιμή εισαγωγής της ζάχαρης από χώρες της ΕΕ ή τρίτες χώρες (εκτός ΕΕ); Δεν καταλαβαίνω γιατί, ενώ είμαστε αυτάρκεις σε ένα προϊόν, αυτό κρίνεται μη ανταγωνιστικό και πρέπει, λοιπόν, να αποποιηθούμε την παραγωγή του ως χώρα. Αυτό που λένε ότι «μπορούμε να το εισάγουμε φτηνότερα» πώς αντικρούεται, γιατί κι εμένα μου ακούγεται λογικό.
2. Πώς τεκμηριώνεται η θέση ότι είχαμε αντιοικονομική κατανομή στην παραγωγή ζάχαρης; (βλ. την τελευταία σειρά στο απόσπασμα που ακολουθεί)
Ερ.: Ήθελα να σας κάνω μία ερώτηση επειδή πολύς θόρυβος γίνεται τελευταία, τα συνεταιριστικά εργοστάσια της Ξάνθης από ό,τι φαίνεται περνάνε μία φάση που κανείς δεν γνωρίζει τι μέλλει γενέσθαι, όσον αφορά την ζάχαρη, γιατί τα καμπανάκια από ό,τι φαίνεται χτυπάνε και το ζαχαρουργείο της Ορεστιάδας, τι γίνεται, τι λέει η Ε.Ε.;
Απ.: Η Ε.Ε. έχει ήδη πει, αυτό είναι ένα θέμα το οποίο έχει ξεκαθαρίσει. Μείωση της επιδότησης στην ζάχαρη, γιατί πρέπει να πούμε ότι η διεθνή τιμή της ζάχαρης είναι γύρω στα 30-35 λεπτά, ενώ η τιμή στην Ε.Ε. είναι γύρω στο ευρώ, το υπόλοιπο είναι επιδότηση. Και έτσι τα ζαχαρουργεία αντιμετωπίζουν πρόβλημα. Αλλά για να είμαστε απόλυτα σωστοί και ειλικρινείς πρέπει να πούμε ότι η Ελλάδα είχε 320.000 τόνους ετήσιας παραγωγής, ένα δικαίωμα δηλαδή παραγωγής, το οποίο σύμφωνα με τα οικονομικά στοιχεία των εργοστασίων της Ε.Ε. θα έπρεπε αυτή η παραγωγή να καλύπτεται από ένα εργοστάσιο, το πολύ δύο, το μάξιμουμ στο όριο της επιβίωσης τρία και εμείς είχαμε πέντε, που σημαίνει ότι από τότε είχαμε μία αντιοικονομική κατανομή στην παραγωγή της ζάχαρης. [10]
5. Σχόλια για τις Επιδοτήσεις
«Ούτε λύση είναι η επίσης δημοφιλής και λαϊκίζουσα ιδέα του να παράγουμε τα πάντα μόνοι μας. Ο λόγος που εισάγουμε πατάτες από την Αίγυπτο είναι η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος του Ricardo: είναι πιο παραγωγική-φθηνή σε αυτό και έτσι απελευθερώνονται παραγωγικοί πόροι από τη μη-παραγωγική/ανταγωνιστική παραγωγή πατάτας στη χώρα μας για την παραγωγή άλλων αγαθών στα οποία είμαστε πολύ περισσότερο ανταγωνιστικοί, όπως υψηλή τεχνολογία, όπως δεν γνωρίζουν οι πολλοί. Δεν είναι απόφαση της κακής Ευρώπης να μην παράγουμε πλέον καπνό, ζαχαρότευτλα και άλλα γεωργικά προϊόντα. Δεν απαγορεύτηκε η παραγωγή τους, απλά σταμάτησε η επιδότηση. Έτσι, δεν είναι πια ανταγωνιστικά αυτά τα προϊόντα μας και δεν συμφέρει η παραγωγή τους.» [7]
Το γεγονός της μείωσης της τιμής από 631,9 ευρώ/τόνο το 2006/2007 σε 404,4 ευρώ/τόνο από το 2009/2010 (ήτοι 36% μείωση) είναι μέτρο που οδηγεί σε μείωση της προσφοράς της πρώτης ύλης της ζάχαρης, των τεύτλων. Άρα ουσιαστικά καθιστάς ασύμφορη την παραγωγή τεύτλων σε σχέση με άλλες καλλιέργειες (πχ Αραβόσιτος, Βαμβάκι, Σιτηρά και Ηλίανθος [8]). Είναι ένας μοχλός δηλαδή ώστε να μεταβληθεί η παραγωγική διαδικασία και τελικά να αλλάξει, εφόσον η παραγωγή της πρώτης ύλης καθίσταται ασύμφορη. Άρα είναι απόφαση της Ευρώπης να μην παράγουμε πλέον ζαχαρότευτλα (έτσι πιστεύω εγώ).
Σχόλιο: Ας δεχτούμε ότι η παραγωγή τεύτλων είναι ασύμφορη. Ας δεχτούμε ότι ο αγρότης πρέπει να βρει άλλες κερδοφόρες καλλιέργειες. Γιατί η Ε.Ε. εφόσον νοιάζεται, δεν υποδεικνύει ποιες είναι αυτές; Μου φαίνεται παράλογο. Πάντως με τον τρόπο που καθορίζονται οι επιδοτήσεις, επηρεάζεται σίγουρα και η παραγωγική διαδικασία τουλάχιστον για τη γεωργία. Άρα οι επιδοτήσεις είναι κατά πρώτο ρόλο ένα εργαλείο, ένας μηχανισμός και κατά δεύτερο λόγο ένα βοήθημα για τον αγρότη, το οποίο χρησιμοποιείται και ως επιχείρημα: «τις φάγανε τις επιδοτήσεις, αρά καλά κάνουν και δεν ικανοποιούν τα αιτήματα των αγροτών».
6. Το Ταμείο Αναδιάρθρωσης
Το Ταμείο Αναδιάρθρωσης που αναφέρεται παραπάνω επιδοτήθηκε όχι με πόρους της ΕΕ αλλά με … εισφορές των ίδιων των παραγωγών [6]:
Επέβαλε εισφορά επί της ποσόστωσης: κάθε χώρα για κάθε τόνο ζάχαρης που παράγει θα έπρεπε να πληρώνει 110-170 € – υπέρ του γεωργικού ταμείου της Ένωσης.
Με τους πόρους αυτού του ταμείου η Ένωση έδινε κίνητρο σε χώρες να αποχωρήσουν από την παραγωγή, πληρώνοντας από 600 έως 400 ευρώ για κάθε τόνο που η χώρα δεν θα παρήγαγε σε ένα βάθος 3ετίας. [4]
Αν πράγματι έγινε έτσι, εγώ καταλαβαίνω ότι με τα εισοδήματα των προϊόντων της, κάθε χώρα μέλος της ΕΕ πριμοδότησε αυτή τη διαδικασία. Έδινε λεφτά για να υλοποιήσει ένα σχέδιο το οποίο τελικά στρεφόταν ενάντια στα συμφέροντά της (τουλάχιστον για την Ελλάδα). Τα λεφτά πάντως δεν ήρθαν εξ' ουρανού, όπως αρχικά νόμιζα όταν άκουγα τα ΜΜΕ να μιλάνε για χρήματα από την ΕΕ.
7. Μερικά Πρόχειρα Συμπεράσματα για την Ελληνική Οικονομία
Καταλαβαίνω ότι η ΚΑΠ εφάρμοσε την απορύθμιση της παραγωγικής διαδικασίας στον τομέα που εξετάζω, δηλαδή της ζάχαρης. Τελικά όμως οι επιπτώσεις φαίνεται ότι είναι μεγαλύτερες:
1. Δεν ήταν μόνο η ζάχαρη που χάθηκε, αλλά και τα υποπροϊόντα αυτής (μελάσα και ζωοτροφή). Αυτά πρέπει τώρα να εισαχθούν. Δε γνωρίζω αν μπορούμε να βρούμε αυτά τα προϊόντα στην ελληνική παραγωγή.
2. Όλος αυτός ο κύκλος των τευτλοκαλλιεργητών, του προσωπικού των ζαχαρουργείων, του προσωπικού των Γεωπονικών Υπηρεσιών της ΕΒΖ, του εποχικού προσωπικού και των υπολοίπων πλήττεται, εφόσον η πρώτη ύλη το τεύτλο πλέον δεν παράγεται. (Το τεύτλο δεν μπορεί να μεταφερθεί από άλλη χώρα. Δεν ψύχεται για να διατηρηθεί και να κατεργαστεί αλλού)
3. Πλέον εισάγουμε ζάχαρη (η ΕΒΖ αναθέτει παραγγελίες φασόν σε άλλες χώρες και όπως αναφέρεται [8] από Γαλλία, Γερμανία και Πολωνία)
4. Ο μηχανολογικός εξοπλισμός των ζαχαρουργείων έχασε την αξία του, εφόσον η δυναμικότητά του είναι πολύ μεγαλύτερη σε σχέση με τις ποσότητες που θα κατεργαστεί (οικονομική απαξίωση).
5. Τέλος, το κόστος λειτουργίας των ζαχαρουργείων αυξήθηκε διότι η ποσότητα των τεύτλων που κατεργάζονται έχει μειωθεί. (Ενδεικτικά το ζαχαρουργείο της Ορεστιάδας θα λειτουργήσει μόνο για μία εβδομάδα φέτος, αντί για 3 μήνες που έχει σχεδιαστεί. Υπάρχουν δημοσιεύματα που ήδη αναφέρονται το κλείσιμό του).
8. Αποσπάσματα από Διάφορα Κείμενα
Στην ακμή της η βιομηχανία απασχολούσε 1.320 μόνιμους εργαζόμενους και σήμερα 428. Οι εποχικοί έφταναν τους 3.700 και σήμερα έχουν απομείνει 1.000. [4]
Οι καλλιεργητές τεύτλου ήταν 9.000 και τώρα δεν ξεπερνούν τους 2.000. Μέχρι το 2006 καλλιεργούσαν 400.000 στρέμματα. Φέτος δεν ξεπέρασαν τα 55.000 στρέμματα. [4]
Πριν από το 2006 τα εργοστάσια υπερκάλυπταν τις εθνικές ανάγκες, παράγοντας 320.000 τόνους ζάχαρη το χρόνο. Φέτος εκτιμάται ότι δεν θα ξεπεράσουν τους 35.000. [4]
Τελικά σπάρθηκαν 59.803 στρέμματα. Κατόπιν τούτων η παραγωγή ανήλθε στους 38.265 τόνους ζάχαρης έναντι παραγωγής 77.182 τόνους ζάχαρης της προηγούμενης παραγωγικής περιόδου. [2]
Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν στην σημαντική αύξηση του κόστους παραγωγής της ελληνικής ζάχαρης κατά 24,81% (από 833,21 €/τόνο ζάχαρης την παραγωγική περίοδο 2010/2011 σε 1.039.93 €/τόνο ζάχαρης την παραγωγική περίοδο 2011/2012). [2]
Η μείωση των πωλήσεων ζάχαρης κατά 28,62% αφενός λόγω της παγκόσμιας έλλειψης κυρίως στο α' τρίμηνο της χρήσης και αφετέρου λόγω των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στην χώρα. Ενώ στην περσινή χρήση πουλήθηκαν 286.442 τόνοι ζάχαρης, κατά την κλειόμενη χρήση πουλήθηκαν 204.452 τόνοι ζάχαρης. [2]
204.452 – 38.265 =166.187 εισαγόμενοι τόνοι ζάχαρης (01-07-11 με 30-06-12)
Η παραγωγή ζάχαρης ποσόστωσης της ΕΒΖ ΑΕ στην Ελλάδα ανήλθε στους 54.699 τόνους ζάχαρης έναντι παραγωγής 38.265 τόνους ζάχαρης της προηγούμενης παραγωγικής περιόδου. Για την κάλυψη του δικαιώματος παραγωγής της υπόλοιπης ποσότητας των περίπου 104 χιλιάδων τόνων ζάχαρης, η ΕΒΖ ΑΕ (βάσει του κανονισμού της Ε.Ε. 952/2006) προέβει σε σύναψη συμφωνιών με μεγάλους οίκους της ευρωπαϊκής αγοράς για την παραγωγή ζάχαρης ελληνικής ποσόστωσης από χώρες της Ε.Ε. (φασόν). Οι χώρες αυτές είναι Γαλλία, Γερμανία και Πολωνία. [2]
Με την αναθεώρηση της ΚΑΠ το 2005 η καλλιέργεια της περιορίζεται ουσιαστικά στην λωρίδα Λονδίνου-Πράγας. Τότε έγινε συμφωνία να μειωθεί η παραγωγή στην Ελλάδα από 320.000 τόνους σε 158.000 τόνους τον χρόνο. Παράλληλα με αντάλλαγμα 87 εκ ευρώ η χώρα μας έκλεισε 2 (Λάρισα και Ξάνθη) από τα 5 εργοστάσια ζάχαρης με σκοπό τα δύο εργοστάσια που έκλεισαν να γίνουν εργοστάσια παραγωγής βιοαιθανόλης. [11]
Συνεπεία όλων αυτών ήταν 30.000 άνθρωποι στην βόρεια Ελλάδα να πεταχτούν στον δρόμο (αγρότες, εργαζόμενοι, κ.λ.π) αφού η καλλιέργεια από 400.000 στρέμματα το 2006 έπεσε το 2010 στα 55.000. Παράλληλα η ΑΤΕ έχει βγάλει στο σφυρί για πώληση συνολικά την Ελληνική βιομηχανία Ζάχαρης (ΕΒΖ) η οποία είναι θυγατρική της.
Την περίοδο που ετοιμάζονται να πωλήσουν την ΕΒΖ σταμάτησαν κάθε επιδότηση στην παραγωγή ζαχαροτεύτλων με αποτέλεσμα φέτος να μην πιάσει η χώρα μας ούτε καν την μειωμένη τιμή ποσόστωσης (158.000 τόνοι) αφού καλλιεργήθηκαν λίγα στρέμματα.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι να σταματήσουν την ουσιαστική παραγωγή τα εργοστάσια και να υπολειτουργούν. [9]
Η Αγροτική Τράπεζα Ελλάδος σε ανακοίνωση της τις 01/04/13, αναφέρει:
Η Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος Α.Ε υπό ειδική εκκαθάριση ανακοινώνει, στο πλαίσιο του διενεργηθέντος διαγωνισμού για την μεταβίβαση 30.256.689 κοινών μετοχών που αντιπροσωπεύουν το 82,33% του καταβεβλημένου μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΖΑΧΑΡΗΣ Α.Ε., την ανακήρυξη της εταιρίας CRISTALFINANCIERE, 100% θυγατρική της CRISTALUNIONSOCIETECOOPERATIVEAGRICOLE ως Προτιμητέου Υποψήφιου και των εταιριών KRAJOWA SPOLKA CUKROWA S.A και LITEX COMMERCE JSC ως Επιλαχόντων Υποψήφιων.
Η ΕΒΖ έχει απομείνει με τρία ζαχαρουργεία (Πλατύ, Σέρρες και Ορεστιάδα) και δύο ζαχαρουργεία στη Σερβία. Τον τελευταίο καιρό πληθαίνουν τα δημοσιεύματα ότι πρόκειται να κλείσει το ζαχαρουργείο της Ορεστιάδας.
9. Επίλογος
Σίγουρα η έκθεσή μου είναι σε πολλά σημεία απλοϊκή, ίσως και ασαφής. Η έλλειψη γνώσης της οικονομικής επιστήμης είναι ο κύριος λόγος. Όμως, τώρα καταλαβαίνω τις συνέπειες της αποβιομηχανοποίησης, με την έννοια ότι μέσω της βιομηχανίας μπορείς να ικανοποιήσεις τις ανάγκες του λαού, αλλά και να παράγεις εισόδημα ανταλλάσσοντας έτοιμα προϊόντα με άλλες χώρες.
Σημειώσεις
[1]. Πτυχιακή εργασία Παπαγεωργίου Κ., «Οι ασθένειες των ζαχαρότευτλων», ΑΤΕΙ Κρήτης, Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας, 2005
[2]. Ετήσια Οικονομική Έκθεση της ΕΒΖ για χρήση 1η Ιουλίου 2011 έως 30η Ιουνίου 2012
[3]. «Εισαγωγή στην Τεχνολογική Οικονομική», Γιώργου Π. Κοσμετάτου, Αθήνα 1996
[4]. «Πίκρα η ζάχαρη», δημοσίευμα της δημοσιογράφου Ντίνας Δασκαλοπούλου στο περιοδικό «Ε» της εφ. «Κυρ. Ελευθεροτυπία», Μάιος 2011
[5]. www.ebz.gr, ιστοσελίδα Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης
[6]. Εννοεί τους βιομήχανους της ζάχαρης, τους ζαχαρουργούς. Στην υπόλοιπη Ευρώπη υπήρχαν και ιδιώτες ζαχαρουργοί
[7]. Άρθρο του Περικλή Γκόγκα, επίκουρου καθηγητή Οικονομικής Ανάλυσης και Διεθνών Οικονομικών, Τμήμα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, pgkogkas@ierd.duth.gr, Πηγή: Express.gr 21/05/12.
[8]. Εξαμηνιαία Οικονομική Έκθεση της ΕΒΖ για χρήση 1η Ιουλίου 2012 έως 31η Δεκεμβρίου 2012
[9]. Άρθρο του Γιώργου Κάργα, καθηγητή ΓΠΑ
[10]. Συνέντευξη του βουλευτή ΝΔ Γιάννη Γκλαβάκη στον δημοσιογράφο Δήμο Μπακιρτζάκη, άγνωστης ημερομηνίας.
[11]. Το σχέδιο μετατροπής των εργοστασίων ζάχαρης σε εργοστάσια βιοαιθανόλης στη Λάρισα και την Ξάνθη τελικά δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
* Το κείμενο που ακολουθεί στάλθηκε στην ιστοσελίδα του «Μετώπου», και έχει γραφεί από έναν Μηχανικό, ο οποίος επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. Πρόκειται για «φωτογράφιση» μίας κατάστασης και για διατύπωση ερωτημάτων-προβληματισμών, τα οποία ένας οικονομολόγος θα μπορούσε να διαφωτίσει περισσότερο. Θεωρούμε ότι, παρά τον «ελλειπτικό» χαρακτήρα του, το κείμενο είναι ζωντανό, ειλικρινές, γραμμένο με αγωνία, ενώ προκαλεί, παράλληλα, έντονο ενδιαφέρον για βαθύτερη εξέταση της «Αγροτικής και Βιομηχανικής Πολιτικής» της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των συνεπειών της στην ελληνική οικονομία.
ΠΗΓΗ: Πέμπτη, 06 Ιούνιος 2013, http://www.tometopo.gr/home/opinions/1471-2013-06-06-10-09-19.html