Όποιος στον πόλεμο πάει για να πεθάνει…
Του Δημήτρη Μπελαντή
Όπως έδειξαν οι παρεμβάσεις ενός σαφώς πλειοψηφικού τμήματος της Κ.Ε., η διαδικασία αρχικά του προχωρήματος της ΟΛΜΕ και μετά του «βίαιου φρεναρίσματός» της μπρος στην απεργία κάτω από συνθήκες προληπτικής επιστράτευσης, οδήγησε σε μια σημαντική πολιτική ήττα του κινήματος αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ. Σίγουρα, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στις υπαρκτές ευθύνες των συνδικαλιστών μας στη Διοίκηση της ΟΛΜΕ ή στις ΕΛΜΕ, αλλά έχει πολύ βαθύτερη διάσταση.
Ανεξάρτητα από την εκτίμηση αν υπήρχαν οι εξαρχής κοινωνικοί και συνδικαλιστικοί όροι για την απεργία στις εξετάσεις και την επιτυχία της – συζήτηση που ακόμη μπορεί να γίνει -, η επιβολή της προληπτικής πολιτικής επιστράτευσης από την τρικομματική κυβέρνηση Σαμαρά, μια μορφή δράσης ξένη προς κάθε αστική δημοκρατία που σέβεται τον εαυτό της, μετέτρεψε την απεργία της ΟΛΜΕ σε άμεσα πολιτική απεργία, σε μια απεργία όχι πια για τις ώρες διδασκαλίας αλλά για το σπάσιμο ενός φασίζοντος απεργοσπαστικού μηχανισμού και για την ύπαρξη ή το θάνατο του απεργιακού και συνδικαλιστικού δικαιώματος στην Ελλάδα.
Το ζήτημα αυτό ήταν πιθανό ακόμη και προτού επιβληθεί η επιστράτευση: η εμπειρία του Μετρό, της ΕΘΕΛ, των ναυτεργατών έδειχνε ότι η κυβέρνηση θα επιχειρούσε μια μετωπική σύγκρουση με το ισχυρό συνδικάτο της ΟΛΜΕ για να αποδυναμώσει καίρια το συνδικαλισμό στο Δημόσιο και μάλιστα σε μια συγκυρία «κοντέματος» και απολύσεων στις δημόσιες υπηρεσίες – όπως έλεγε και ο Τσόρτσιλ στον Β' Π.Π., «όποιος έχει προειδοποιηθεί, μπορεί και να προετοιμαστεί».
Μπροστά σε αυτή τη νέα πραγματικότητα και με δεδομένη την αρχική απόφαση της ΟΛΜΕ να προτείνει την απεργία κατά της επιστράτευσης και τις πολυπληθείς και ενθουσιώδεις συνελεύσεις των ΕΛΜΕ που την επικύρωσαν, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούσε και έπρεπε να λειτουργήσει ως το δυνάμει ηγεμονικό κόμμα στην Αριστερά και στην ελληνική κοινωνία συνολικά. Παρ' όλα αυτά, δεν προχώρησε στην ενεργητική πολιτική στήριξη των εκπαιδευτικών, όχι γενικώς και αορίστως σε «όσα θα αποφάσιζαν», αλλά στη συγκεκριμένη συνδικαλιστική πρακτική που έδειχνε να υιοθετεί η ΟΛΜΕ: την απεργία ανατροπής της επιστράτευσης. Ταλαντεύθηκε απέναντι στο κοινωνικό και πολιτικό κόστος και δεν στάθηκε σαν πολιτικός βράχος πίσω από την απεργία.
Προβάλλεται, εδώ, ένα επιχείρημα ότι οι ανανεωτές αριστεροί οφείλουν να σέβονται «την αυτονομία των κοινωνικών κινημάτων» και να μην τα χειραγωγούν. Αυτό το επιχείρημα, όμως, δεν σημαίνει ότι το πολιτικό υποκείμενο είναι απλό ενεργούμενο του συνδικάτου ούτε νομιμοποιεί την πολιτική αδράνεια και στάση της Αριστεράς σαν παθητικού παρατηρητή.
Με δεδομένη την αγωνιστική βούληση του συνδικάτου, αλλά και την εναγώνια αναζήτηση από αυτό των αναγκαίων κοινωνικών – και όχι μόνο – συμμαχιών, ο ΣΥΡΙΖΑ έπρεπε να κάνει τρία τουλάχιστον πράγματα:
α) να δηλώσει με δύναμη και ευθαρσώς ότι στηρίζει ως κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης την απόφαση της απεργίας ενάντια στην επιστράτευση και όχι γενικώς «ό,τι οι καθηγητές επιλέγουν»,
β) να δηλώσει ότι θα στηρίξει πολιτικά, δικαστικά και διοικητικά τους διωκόμενους καθηγητές, αν η κυβέρνηση προχωρούσε σε ποινικές δίκες ή απολύσεις, και να εγγυηθεί την υπηρεσιακή τους αποκατάσταση όταν θα γίνει κυβέρνηση και
γ) να δημιουργήσει ένα ισχυρό κομματικό, πολιτικό αγωνιστικό κέντρο μπρος στην αναμέτρηση, με πρωτοβουλία και συμμετοχή ιδίως του εργατικού του τμήματος και να ξεχυθεί στην ελληνική κοινωνία με μαζικές πρωτοβουλίες συμπαράστασης και αλληλεγγύης. Η ίδια η Κ.Ε. έπρεπε να συγκληθεί και να είναι το επίκεντρο αυτής της διαδικασίας. Αυτή θα ήταν η έμπρακτη στήριξη των κοινωνικών κινημάτων και της αυτονομίας τους.
Προβάλλεται ακόμη το επιχείρημα (κάπως ως δίκη προθέσεων) ότι οι ίδιοι που συμμετείχαν στις ΕΛΜΕ δεν ήταν έτοιμοι να απεργήσουν και ακόμη περισσότερο δεν είχαν, μετά την υποχώρηση της ΑΔΕΔΥ, τις αναγκαίες κοινωνικές συμμαχίες. Από πολλούς συνέδρους της Κ.Ε. αντιπαρατέθηκε ρητά ή έμπρακτα το αντεπιχείρημα ότι η κατάσταση των κοινωνικών συμμαχιών γύρω από μια μεγάλη απεργία δεν είναι εξωτερική και στεγανή προς τη στάση της πολιτικής Αριστεράς, αντίθετα, η δική της ενεργή παρέμβαση μπορεί να αναδιατάξει τους συνολικούς κοινωνικούς συσχετισμούς και κοινωνικές συμμαχίες, να αλληλεπιδράσει με την κοινωνική μηχανική (όπως έγραφε παλιότερα ο καναδός μαρξιστής Λ. Πάνιτς, η ίδια Αριστερά που με την αδράνειά της οδηγεί στη χειροτέρευση των κοινωνικών συσχετισμών, είναι η ίδια που την επικαλείται στη συνέχεια για να «προσαρμόσει» δεξιότερα τη γραμμή της – φαύλος κύκλος).
Η προηγούμενη επιχειρηματολογία δεν σημαίνει την ανευθυνότητα απέναντι σε χιλιάδες εκπαιδευτικούς που θα αντιμετώπιζαν το ενδεχόμενο δίωξης και απόλυσης. Τόσο γιατί η κεντρική πολιτική στήριξη μιας απεργίας μειώνει αντικειμενικά το ενδεχόμενο των μαζικών διώξεων όσο και επειδή η πολιτική στήριξη του συνδικάτου δεν θα αφαιρούσε από αυτό την ευχέρεια να επιλέξει τον τρόπο και τη μορφή της απεργίας ενάντια στην επιστράτευση: αν δηλαδή θα εκφραζόταν με την ολική ή μερική αποχή από τα καθήκοντα των εξετάσεων, αν θα έπαιρνε τη μορφή μιας «λευκής απεργίας», αν θα εκφραζόταν με μαζικές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις έξω από τα εξεταστικά κέντρα κ.λπ.
Αντίθετα, η απόφαση περί αναστολής, η οποία έκρινε και αυθαίρετα τη λογική των «λευκών» στη Συνέλευση των προέδρων των ΕΛΜΕ, οδήγησε σε μια κατάσταση ηττοπάθειας και υποχώρησης όχι μόνο στην εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και στο σύνολο των εργαζομένων. Όπως έδειξαν πολλές τοποθετήσεις στην Κ.Ε., η κατάσταση αυτή καθόλου δεν βοηθάει στη βελτίωση των συνολικών πολιτικών συσχετισμών υπέρ της Αριστεράς και ειδικότερα του ΣΥΡΙΖΑ αλλά, αντιθέτως, δυσκολεύει αυτό το έργο και συντείνει στην καλλιεργούμενη εικόνα «σταθεροποίησης» της κυβέρνησης Σαμαρά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς, απέτυχε σε αυτήν τη μεγάλη δοκιμασία, ενώ αποδείχθηκε για μια ακόμη φορά ότι οι μόνοι αγώνες που χάνονται στρατηγικά είναι εκείνοι που δεν δόθηκαν. Επιβεβαιώθηκε δε με αρνητικό τρόπο ότι η κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας από την Αριστερά πρέπει να πατάει πάνω σε πραγματικές νίκες του εργατικού κινήματος, διαφορετικά ή δεν θα συντελεσθεί καν είτε, συσσωρεύοντας ήττες και κουφάρια (σαν τον Άγγελο της Ιστορίας του Βάλτερ Μπένγιαμιν), θα υπάρξει μόνο σαν μια διαχειριστική παρένθεση.
* Το κείμενο αυτό αποτελεί μέρος άρθρου του συγγραφέα (ολόκληρο το άρθρο στην iskra.gr). Επιλέξαμε, με δική μας ευθύνη, την αναφορά στα συμπεράσματα σχετικά με την απεργία της ΟΛΜΕ που δεν έγινε ποτέ, λόγω της ευρύτερης πολιτικής σημασίας που αυτή έχει, με επιδίωξη τη συμβολή στο διάλογο που έχει ανοίξει πάνω σε αυτό το θέμα.
ΠΗΓΗ: 24-05-2013, http://www.alfavita.gr/apopsi/…B9#ixzz2UDQLXvpn