"Δια βίου εκπαίδευση" ή στενή ειδίκευση και κατάρτιση;
Του Γιώργου Κ. Καββαδία*
Ένα μήλο λαχταριστό απ' έξω μα σάπιο στην καρδιά:
Ω πόσο όμορφη στην όψη φαντάζει η απάτη!
Σαίξπηρ, Ο έμπορος της Βενετίας.
«Υψηλής ποιότητας γνώση που εξασφαλίζει την ανταπόκριση στον διεθνή ανταγωνισμό και δημιουργεί ευνοϊκές προοπτικές.» ανέφερε η νέα υπουργός Παιδείας Α. Διαμαντοπούλου σε προεκλογική της συνέντευξη, ενώ πιο καθαρά η νέα υφυπουργός Ε. Χριστοφιλοπούλου δήλωνε: «Θέλουμε παιδιά τα οποία θα μπορέσουν να στελεχώσουν ή να κάνουν τα ίδια επιχειρηματικές δραστηριότητες του μέλλοντος».
Αυτές οι τοποθετήσεις εναρμονίζονται πλήρως με νεοφιλελεύθερες πολιτικές όπως αποτυπώνονται στα κείμενα των διεθνών οργανισμών, εκφράζοντας και εξειδικεύοντας τη στρατηγική των αναδιαρθρώσεων της εκπαίδευσης: Tα συστήματα εκπαίδευσης χάνουν τη σχετική αυτονομία τους και συνδέονται όλο και περισσότερο με αυτό που η αγορά επιβάλλει. H ανταγωνιστικότητα, η ευελιξία και η απασχολησιμότητα, λέξεις-κλειδιά για τους γλωσσικούς κώδικες της αγοράς, μεταφέρονται στο επίπεδο των εργασιακών σχέσεων των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων.
Eίναι φανερό ότι επιλέγεται μια νέα μορφή εκπαίδευσης που να συνδέεται όλο και πιο στενά με τις άμεσες ανάγκες της αγοράς. Έτσι η περιβόητη «δια βίου εκπαίδευση» ξεπέφτει σε μια εργαλειακή ειδίκευση και κατάρτιση. Το σχολείο και οι σχολές προορίζονται να τροφοδοτούν την αγορά με εξειδικευμένο προσωπικό το οποίο, κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του ζωής, θα μπορεί να επανακαταρίζεται διαδοχικά σε δεξιότητες που, κατά περίπτωση, θα επιζητούν οι επιχειρήσεις. Οι δεξιότητες που προσφέρει μια κατάρτιση δίχως ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση, απαξιώνονται γρήγορα, από την εξέλιξη και μόνο της τεχνολογίας. Η εύηχη προοπτική της «δια βίου εκπαίδευσης» είναι συμπληρωματική της απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων και της κυρίαρχης τάσης να καταργηθεί κάθε έννοια εργασιακού δικαιώματος.
Oι αναδιαρθρώσεις στην εκπαίδευση σκοπεύουν στη δημιουργία ενός σχολείου ελάχιστου κόστους και υψηλού κέρδους. Tο φτηνό σχολείο είναι αποτέλεσμα της υποχρηματοδότησης της εκπαίδευσης και συνδέεται με την αγοραία λογική της συρρίκνωσης του δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Πρόσφατο δήγμα (δάγκωμα) και όχι δείγμα γραφής, η απόφαση της νέας ηγεσίας του υπουργείου Παιδείας με την οποία «αναστέλλεται προσωρινά, γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουν εξασφαλιστεί οι αναγκαίοι οικονομικοί πόροι» το Πρόγραμμα Διδακτικής Στήριξης (ΠΔΣ).
Οι παρενέργειες είναι σοβαρές, αφού οι μαθητές οδηγούνται στα φροντιστήρια, ενώ οι οικονομικές και εκπαιδευτικές ανισότητες οξύνονται. Κι όμως, τα ποσά που απαιτούνται για τη λειτουργία των προγραμμάτων της ΠΔΣ είναι 45 εκατομμύρια ευρώ περίπου ανά έτος και αποτελούν μόλις το 4,5% του 1 δις. ευρώ που έχει υποσχεθεί η νέα κυβέρνηση ότι θα επιχορηγήσει την εκπαίδευση την πρώτη χρονιά.
Σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε είναι αναγκαία η ορθολογική οργάνωση της εκπαίδευσης με βάση τις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες, μα και τις ανάγκες των νέων. Γι' αυτό και το σχολείο οφείλει να γνωρίσει σε όλους τους μαθητές τα βασικά στοιχεία όλων των εφαρμοσμένων και ανθρωπιστικών επιστημών, αλλά και τα βασικά στοιχεία της βιομηχανικής, αγροτικής παραγωγής και της αναπτυσσόμενης τεχνολογίας. Μόνο αυτή η ενιαία και ολόπλευρη μόρφωση μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες μιας ανάπτυξης σε όφελος των ανθρώπων και όχι των κερδών.
* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι εκπαιδευτικός – ερευνητής.