Ριζοσπαστική Αριστερά: όχι άλλα κόλπα και υπεκφυγές!

Ριζοσπαστική Αριστερά: όχι άλλα κόλπα και υπεκφυγές!

 

Του Παναγιώτη Σωτήρη

 

Σήμερα δεν χρειαζόμαστε άλλο σεχταρισμό και αναδίπλωση σε λογική μικρόκοσμου. Ούτε, όμως, και «επικοινωνιακές τακτικές». Ή παίρνουμε τολμηρά την πρωτοβουλία για να οικοδομήσουμε το αναγκαίο αριστερό ριζοσπαστικό μέτωπο, ή συνεχίζουμε να παλινωδούμε σε έναν κυκεώνα εγκεφαλικών σχημάτων που δύσκολα θα συγκαλύπτουν ότι και εμείς γινόμαστε μέρος του προβλήματος. Ο καλύτερος οδηγός για να δούμε ποια είναι τα κρίσιμα πολιτικά ερωτήματα σήμερα είναι η ίδια η πραγματικότητα.

Οι τελευταίες εξελίξεις γύρω από την Κύπρο, η τρομαχτική συστημική βία της Ευρωζώνης που ξεδιπλώθηκε, αλλά και ο νέος γύρος εκβιασμών απέναντι στην ελληνική κυβέρνηση, δείχνουν πόσο απέχουν από την αλήθεια όλες οι απόψεις που λένε ότι «τα χειρότερα είναι πίσω». Στην πραγματικότητα, μόλις τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε την πλήρη αλαζονεία της επιχείρησης πλήρους νεοφιλελεύθερης αναμόρφωσης των ευρωπαϊκών κοινωνιών στο όνομα της σταθερότητας της ΟΝΕ. Γι' αυτό το λόγο και τα ζητήματα αποκτούν σήμερα μια άτεγκτη και αναπόδραστη σαφήνεια για όποιον αναφέρεται στην Αριστερά.

Ζήτημα πρώτον: Μέσα στο ευρώ δεν υπάρχει καμιά ελπίδα σωτηρίας. Πλέον έχουν καταρρεύσει και οι τελευταίες αυταπάτες περί «ευρωπαϊκής αλληλεγγύης» επειδή θα άλλαζαν οι «πολιτικοί συσχετισμοί» στην ΕΕ, καθώς κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, μεσοπρόθεσμα στο ευρωπαϊκό κέντρο. Επιπλέον, φάνηκε ότι δεν υπάρχει η λογική «too big to fail», καθώς και η ΕΕ και το ΔΝΤ έχουν ήδη προετοιμαστεί ακόμη και για επιλεκτικές χρεοκοπίες χωρών του Νότου, όπως έδειξε και η πρόβα τζενεράλε στην Κύπρο. Τέλος, κανείς δεν μπορεί καν να ψελλίζει τη λέξη «επαναδιαπραγμάτευση» από στιβαρή θέση εντός ευρώ, όταν το μετέωρο ΟΧΙ της Κύπρου το ακολούθησε ακόμη πιο ταπεινωτική επίθεση. Ή μια χώρα και ένα κίνημα είναι αποφασισμένο να κάνει το βήμα της πλήρους ρήξης με το ευρώ και το «ευρωπαϊκό σχέδιο» ή θα υφίσταται τις συνέπειες.

Ζήτημα δεύτερον: Δεν χρειαζόμαστε μόνο νομισματική πολιτική. Όσο σημαντική και απόλυτα αναγκαία αφετηρία και εάν είναι η επιστροφή, εδώ και τώρα, σε εθνικό νόμισμα και η ανάκτηση δημοκρατικού ελέγχου στη νομισματική πολιτική, άλλο τόσο ισχύει ότι δεν αρκεί. Χωρίς πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης σε σοσιαλιστική κατεύθυνση, χωρίς μια άλλη αφήγηση για τις ρήξεις και τις ανατροπές που απαιτούνται, στην παραγωγή και την κατανάλωση, στη διοίκηση και το δημόσιο, στις αξίες και την ηθική της κοινωνίας, η τομή με την ευρωζώνη θα παραμένει ένα μετέωρο βήμα.

Ζήτημα τρίτον. Η εθνική ανεξαρτησία καθίσταται ζήτημα κλειδί. Όπως συμβαίνει με όλες τις εν δυνάμει επαναστατικές συγκυρίες, η διαλεκτική εθνικού και διεθνικού αποκτά ξεχωριστή επικαιρότητα. Σήμερα η Ελλάδα υποβαθμίζεται στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα, βρίσκεται – εάν δούμε και τις εξελίξεις στην Κύπρο – μέσα σε ένα κουβάρι ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, εσωτερικεύει πιέσεις και αντιφάσεις. Η ρήξη με όλα αυτά καθίσταται αναγκαία, συμπεριλαμβανομένης και της ρήξης με όλες τις εκδοχές του ατλαντισμού (ΝΑΤΟ κ.λπ.) σε πείσμα του όψιμου φιλοαμερικανισμού τμήματος της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτόχρονα, και στο βαθμό που σήμερα δεν υπάρχουν εναλλακτικά κέντρα μέσα στο διεθνές σύστημα που να συνιστούν υλικές μορφές συμμαχίας, οι δρόμος δεν μπορεί παρά να είναι δρόμος κατά το δυνατόν αυτάρκειας, «στηρίγματος στις δικές μας δυνάμεις», ανασημασιοδότησης της εθνικής ανεξαρτησίας ως στρατηγικής αντίστασης, επιβίωσης και δημοκρατίας ενός νέου «ιστορικού μπλοκ» των υποτελών τάξεων. Η νικηφόρα ρήξη θα είναι ο δικός μας διεθνισμός.

Ζήτημα τέταρτο. Χωρίς αναμέτρηση με την εξουσία δεν μπορεί να υπάρξει σήμερα ανατροπή της μνημονιακής καταστροφής. Η λογική που λέει ότι η Αριστερά είναι «αντιπολίτευση» και εκβιάζει αστικές κυβερνήσεις, ανήκει στην προηγούμενη φάση της ταξικής πάλης στον τόπο μας. Οι αναλώσιμες και ανακυκλώσιμες «κυβερνήσεις» της μνημονιακής επιτροπείας δεν εκβιάζονται από το κίνημα, παρά μόνο από την Τρόικα. Χρειαζόμαστε κυβερνητική εξουσία που να εκπροσωπεί ένα αριστερό πρόγραμμα και κοινωνικές δυναμικές. Επομένως, αντί να ξορκίζουμε την «αριστερή κυβέρνηση» είναι πολύ προτιμότερο να στρωθούμε και να πούμε τι περιλαμβάνει. Να μιλήσουμε για το πρόγραμμα παραγωγικής ανασυγκρότησης σε σοσιαλιστική κατεύθυνση που πρέπει να έχει, πέραν της αναγκαίας ρήξης με ευρώ και ΕΕ, για τις μορφές λαϊκής αντιεξουσίας, αυτοοργάνωσης, αυτοδιαχείρισης που πρέπει να ξεδιπλωθούν, για τις αναγκαίες τομές με την ισχύουσα «νομιμότητα» της ιερότητας της ιδιοκτησίας και του «διευθυντικού δικαιώματος» και το «ευρωπαϊκό κεκτημένο», για το πώς πρέπει να είναι μια «Συντακτική διαδικασία» που να μη γίνεται σε καμιά περίπτωση διαχείριση του υπάρχοντος με όπλο το «ρεαλισμό» και τον «πραγματισμό».

Ζήτημα πέμπτο. Χρειαζόμαστε μια νέα αντίληψη του πολιτικού και κοινωνικού μετώπου. Δεν αρκεί απλώς η προσπάθεια «εκπροσώπησης» κοινωνικών δυναμικών όπως δοκιμάζουν να κάνουν σήμερα όλες οι δυνάμεις της Αριστεράς, προφανώς με διαφορετικές γραμμές και άνισα αποτελέσματα. Δεν μπορεί να υπάρξει μετασχηματισμός όσο στην πραγματικότητας οι μορφές σκέψεις, η κουλτούρα συζήτησης και πρακτικής, το στελεχιακό δυναμικό – σε όλες τις εκφάνσεις της σημερινής «υπαρκτής Αριστεράς» ανακυκλώνει όλες τις αντιφάσεις της Αριστεράς της ήττας και του στριμώγματος στη γωνία. Χρειαζόμαστε μια νέα διαλεκτική που να συνταιριάζει ισότιμα και αναγκαστικά αντιφατικά την ιστορικότητα, το βάθος και την επικαιρότητα της αντικαπιταλιστικής και σε τελική ανάλυση κομμουνιστικής αναφοράς με όλο τον πλούτο των εμπειριών, των πρακτικών, των μορφών οργάνωσης, των πειραμάτων (αυτοδιαχείρισης, δημοκρατίας, αλληλεγγύης) που έφερε το κίνημα. Που να παράγει γνώση, πρόγραμμα, προτάσεις, συλλογική ευφυΐα. Με νέες οργανωτικές πρακτικές, με αναβαθμισμένη κουλτούρα διαλόγου, με νέα κομματικότητα, μακριά από τη λογική του ψηφοφόρου, του αφισοκολλητή, του οπαδού. Ένα μέτωπο ταυτόχρονα ενωτικό και διάχυτο, συγκροτημένο και «δικτυακό», πειθαρχημένο και ανυπάκουο. Ικανό να διεκδικήσει την κυβερνητική εξουσία, αλλά και να οικοδομήσει τους θεσμούς «αντι-εξουσίας», ξεκινώντας από την οικοδόμηση της «παράλληλης κοινωνίας» του αγώνα, της αλληλεγγύης, της αυτοοργάνωσης.

Ζήτημα έκτο.  Ένα τέτοιο μέτωπο δεν μπορεί να φτιαχτεί με παρθενογένεση, ούτε όμως και με χρησιμοποιημένα υλικά. Ούτε μπορούμε να φαντασιωνόμαστε ότι τα επιτελεία της Αριστεράς θα «δουν το φως το αληθινό» και θα μεταστραφούν.

Χρειάζονται τομές, ρήξεις, μετατοπίσεις, συνολικά η διαλεκτική της ηγεμονίας. Σήμερα αυτός ο άλλος δρόμος για την Αριστερά και ένα νικηφόρο μέτωπο ανατροπής πρέπει να πάρει υλική μορφή και δυναμική. Αναγκαστικά σε ρήξη με τις ηγετικές γραμμές σε ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ, αλλά σε ανοιχτή επικοινωνία με τις αναζητήσεις στο εσωτερικό τους. Η πρόταση του Αριστερού Ριζοσπαστικού Μετώπου, της συνάντησης, ισότιμα, ανοιχτόκαρδα, συντροφικά και μαχητικά, των δυνάμεων, των συλλογικοτήτων, των παρεών, των αγωνιστών που θέλουν πρόγραμμα ανασυγκρότησης και μετασχηματισμού σε ρήξη με το ευρώ και την ΕΕ και διεκδίκηση της κυβερνητικής εξουσίας με όρους μετασχηματισμού και ανατροπής, είναι παραπάνω από ώριμη. Ένας τέτοιος «τρίτος πόλος» μέσα στην Αριστερά μπορεί άμεσα να εκπροσωπήσει αναζητήσεις και αγωνίες πολλών αγωνιστών, να έχει στραμμένα βλέμματα και αυτιά προς το μέρος του πολλών ανθρώπων που σε αυτή τη φάση επιμένουν στο ΣΥΡΙΖΑ ή το ΚΚΕ, να μετατοπίζει τη συζήτηση μέσα στην κοινωνία, ιδίως από τη στιγμή που η ανάγκη ρήξης με το ευρώ και την ΕΕ κερδίσει σε απήχηση. Πάνω από όλα ένας τέτοιος πόλος, που πρέπει από τώρα να κινείται και να φέρεται όχι ως «αριστερή αντιπολίτευση» αλλά ως η Αριστερά που δικαιώνει την ιστορία και τις προσδοκίες της κοινωνίας, έχει τη δυνατότητα, μέσα στην αναπόφευκτη όξυνση των αντιφάσεων της συγκυρίας και την επιδείνωση της κρίσης, να παίξει καταλυτικό ρόλο, να αλλάξει το τοπίο στο κίνημα και την Αριστερά.

Ζήτημα έβδομο. Τίποτα από τα παραπάνω δεν θα προχωρήσει, εάν επιμένουμε να περπατάμε μονοπάτια ήδη περπατημένα. Γιατί το τοπίο είναι καινούργιο και μόνο προς τα πίσω έχει δρόμους ήδη περπατημένους. Και αυτό σήμερα επιβάλλει μια διπλή οριοθέτηση. Ούτε σεχταρισμός, αναδίπλωση, λογική μικρόκοσμου, ατολμία στις πρωτοβουλίες. Ούτε, όμως, και «επικοινωνιακές τακτικές» και υποκατάσταση της προγραμματικής συγκρότησης και της κοινωνικής γείωσης από «χαρισματικές προσωπικότητες» (ιδίως όταν δύσκολα μπορούν να πείσουν ότι εκπροσωπούν το νέο…) και απλή διασπορά συνθημάτων, ακόμη και εάν αυτά είναι σωστά. Χρειάζεται να σταματήσουμε, όλες και όλοι, να σπαταλάμε σκέψη, χρόνο, δυνάμεις, διαύλους επικοινωνίας με την κοινωνία σε γραμμές εγγενώς κοντόθωρες και ατελέσφορες. Αυτό που χρειάζεται είναι τόλμη, συντροφικότητα, σεμνότητα και σκληρή δουλειά, με εμπιστοσύνη στον ίδιο τον κόσμο του αγώνα.

Επομένως, δεν χρειαζόμαστε ούτε άλλα κόλπα ούτε και διαρκείς υπεκφυγές. Ποιο νόημα έχει σήμερα να βλέπουμε την διαμόρφωση της Αριστεράς που οι καιροί απαιτούν με λογική «κινέζικων κουτιών» του τύπου «πρώτα ανασυγκροτούμε το κόμμα-οργάνωση, μετά το «στενό μέτωπο» της δικής μας ηγεμονίας, μετά το «πλατύ μέτωπο» της σωστής γραμμής, μετά το κίνημα»; Ποιο νόημα έχουν οι εξαγγελίες ίδρυσης «φορέων» ή «κομμάτων» όταν μιλάμε απλώς για τάσεις ή ρεύματα; Ποιο νόημα έχουν οι βυζαντινολογίες για το τι είναι «μέτωπο», τι είναι «μετωπική συμπόρευση», τι είναι «κοινή δράση»; Σήμερα τα πράγματα είναι απλά:  Ένας ευρύτερος πολιτικός χώρος που περιλαμβάνει την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το ΜΑΑ, άλλες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς που αποδέχονται μια τέτοια κατεύθυνση, κόσμος μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ που δεν «χωρά» στην κεντρική γραμμή, κόσμος που αποστασιοποιήθηκε από τη ραγδαία μετάλλαξη του ΕΠΑΜ, κόσμος του κινήματος που ουσιωδώς είναι πολιτικά ακάλυπτος, σήμερα κινείται στην ίδια κατεύθυνση, εμπνέεται από ανάλογες προγραμματικές αφετηρίες, δουλεύει μαζί μέσα στο κίνημα, αποτελεί εν δυνάμει την αφετηρία του αναγκαίου Αριστερού Ριζοσπαστικού Μετώπου (όπως και την αφετηρία του αναγκαίου μαζικού πεδίου για να αποκτήσει νόημα και μια σύγχρονη γραμμή επανίδρυσης της κομμουνιστικής αναφοράς). Ή παίρνουμε τολμηρά την πρωτοβουλία να το οικοδομήσουμε, ή συνεχίζουμε να παλινωδούμε σε έναν κυκεώνα εγκεφαλικών σχημάτων που δύσκολα θα συγκαλύπτουν ότι και εμείς γινόμαστε μέρος του προβλήματος.

Για την αυστηρότητα με την οποία η ιστορία κρίνει όσους δεν στέκονται στο ύψος των περιστάσεων, πήραμε μια πρόγευση στο γκρέμισμα της αυταρέσκειας στο διάστημα από τις εκλογές και μετά. Ας σταματήσουμε να γυρνάμε την πλάτη στις ευκαιρίες που ανοίγονται, ας πάψουμε να υπεκφεύγουμε μπροστά στις ευθύνες μας.

ΠΗΓΗ: Ημερομηνία καταχώρησης 06-04-2013, http://www.politikokafeneio.com/neo/modules.php?name=News&file=article&sid=4994

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.