Παμπάλαιο κοσκινάκι μου…

Παμπάλαιο κοσκινάκι μου…*

 

Του Γιάννη Στρούμπα

 

Στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία, που επιτρέπει τη μεταφορά επιχειρήσεων και των εργασιών τους από χώρα σε χώρα, κυρίως όμως τη μεταφορά κεφαλαίων και των φορολογικών υποχρεώσεων, η φοροαποφυγή για τις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις καθίσταται πρακτική του συρμού. Τα έσοδά τους μεταφέρονται σε φορολογικούς παραδείσους, ώστε οι δαπάνες των επιχειρήσεων για τις φορολογικές τους υποχρεώσεις σχεδόν να μηδενίζονται, ενώ τα έξοδα μεταφέρονται σε χώρες των οποίων το φορολογικό σύστημα επιτρέπει την έκπτωσή τους από τη φορολόγηση.



* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 362, 1/3/2013.

Η φορολογική πρακτική των πολυεθνικών, κυρίως, επιχειρήσεων, με την αποποίηση των υποχρεώσεών τους, δημιουργεί αμηχανία ως προς το πώς θα 'ταν δυνατό να αντιμετωπιστεί. Τα κράτη θυμίζουν αιχμαλώτους της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας», η οποία, αν δεν ικανοποιηθεί οικονομικά, απειλεί να αποχωρήσει, καταργώντας με την έξοδό της θέσεις εργασίας.

Διανοίγεται, λοιπόν, κάποιο πεδίο αντίστασης των κρατών απέναντι στις οικονομικές μεθοδεύσεις των πολυεθνικών; Υπάρχει δυνατότητα να σφραγιστούν τα ανοιχτά παράθυρα που επιτρέπουν την αθέτηση των φορολογικών υποχρεώσεων; Η φοροαποφυγή συνιστά οικονομικό έγκλημα, το οποίο και θα έπρεπε να τιμωρείται. Η αποχώρηση ενός οικονομικού εγκληματία από μια χώρα θα έπρεπε να επισύρει την κινητοποίηση της Ιντερπόλ για τον εντοπισμό και τη σύλληψή του. Σε οποιοδήποτε άλλο είδος εγκλήματος η διεθνής αστυνομία ενεργοποιείται για τη σύλληψη του δράστη. Στο οικονομικό έγκλημα τα σύγχρονα κράτη απλώς παρακολουθούν τη δραπέτευση των δραστών! Ο Γάλλος ηθοποιός κ. Ζεράρ Ντεπαρντιέ εγκατέλειψε τη χώρα του για να μην καταβάλει τον φόρο του πλούτου που ισχύει στη Γαλλία. Όχι μόνο δεν τον καταδίωξε κανείς, μα αντιθέτως έγινε δεκτός στη Ρωσία από τις ανοιχτές αγκάλες του προέδρου της κ. Βλαντιμίρ Πούτιν.

Πόσο ανίσχυρα όμως είναι όντως τα κράτη μπροστά σε ανάλογες συμπεριφορές; Ένα κράτος που θα αποφάσιζε μόνο του να αντισταθεί στις συγκεκριμένες πρακτικές ίσως είναι ανίσχυρο. Αν άλλα κράτη υποδέχονται με πανηγυρισμούς τους οικονομικούς εγκληματίες και τους υποθάλπουν, προφανώς και κανένα ένταλμα σύλληψης δεν έχει αντίκρισμα. Η αδυναμία επιβολής, βέβαια, από ένα κράτος των οικονομικών υποχρεώσεών τους σε όσους τις αθετούν, δεν πρέπει αυτομάτως να σημαίνει και υποχώρηση απέναντί τους. Γιατί αν πρόκειται να εξαιρούνται από τις οικονομικές διατάξεις που ισχύουν για το σύνολο και να μην αποδίδουν ό,τι τους αναλογεί, τότε δεν συνεισφέρουν τίποτε και στο κράτος τους. Επομένως είτε δραστηριοποιούνται εντός του είτε όχι, ελάχιστα πρέπει να ενδιαφέρει.

Αντίθετα, όσο κι αν μοιάζει να μη διαθέτουν κανένα όπλο προς αντιμετώπιση των οικονομικών εγκληματιών, τα κράτη, ακόμη και λειτουργώντας μεμονωμένα, θα μπορούσαν να φανούν αποτελεσματικά απέναντι σε όσους αποφεύγουν να φορολογηθούν, στερώντας τους εντός των επικρατειών τους τα δικαιώματα οικονομικής δραστηριοποίησης, εφόσον κι εκείνοι αρνούνται τις οικονομικές τους υποχρεώσεις. Αν δηλαδή η Γαλλία δεν είναι σε θέση να συλλάβει, για παράδειγμα, τον κ. Ντεπαρντιέ για αθέτηση των φορολογικών του υποχρεώσεων, θα μπορούσε να του στερήσει δικαιώματα εντός της επικράτειάς της. Η σχετική αμυντική κίνηση δεν αφορά μόνο την περίπτωση δέσμευσης ακίνητων περιουσιακών στοιχείων που ο κ. Ντεπαρντιέ αφήνει πίσω του αναχωρώντας για άλλη επικράτεια. Αφορά την άρνηση του γαλλικού κράτους να του επιτρέψει την περαιτέρω εμπορική του δραστηριοποίηση εντός του. Δικαιούται στο εξής ο κ. Ντεπαρντιέ να προβάλλει τις ταινίες του στους γαλλικούς κινηματογράφους, στη γαλλική τηλεόραση, και να εισπράττει κέρδη από το γαλλικό κοινό; Αν δεν αποδέχεται υποχρεώσεις, δεν μπορεί να προσβλέπει ούτε σε δικαιώματα. Αν δεν τον ενδιαφέρουν πιθανά έσοδα από μια μεγάλη αγορά, όπως της χώρας του, ας αθετεί τις υποχρεώσεις του.

Τα κράτη, έστω και ενεργώντας μεμονωμένα, δεν είναι τόσο ανυπεράσπιστα όσο προβάλλεται, κυρίως από τους κύκλους που εξυπηρετούν τα αντίστοιχα συμφέροντα. Αποφασίζει μια εταιρεία να μεταφέρει την έδρα της σε φορολογικό παράδεισο; Αποφεύγει δηλαδή τις υποχρεώσεις της, αποβλέποντας μόνο σε εισπρακτικά δικαιώματα; Δικαίωμα του θιγόμενου κράτους είναι να αρνείται στη συγκεκριμένη επιχείρηση την περαιτέρω εμπορική της δραστηριοποίηση εντός της επικράτειάς του. Κι αν εξακολουθεί να κρίνει μια επιχείρηση ότι είναι συμφέρον για την ίδια να πάψει την εμπορεία των προϊόντων της στη Γαλλία ή, έστω, στην Ελλάδα, δεν έχει παρά να τα διαθέτει αποκλειστικά στον φορολογικό παράδεισο, για παράδειγμα, του Λουξεμβούργου, όπου κι επέλεξε εφεξής να εδρεύει. Πόσο βιώσιμη όμως θα ήταν η λειτουργία μιας πολυεθνικής επιχείρησης αποκλειστικά στο κράτος-φορολογικό παράδεισο, στο οποίο επέλεξε να εδρεύει, αν η μεμονωμένη κίνηση άμυνας ενός κράτους απέναντι σ' αυτές τις πρακτικές φοροαποφυγής κατέληγε συντονισμένη κίνηση όσων κρατών λειτουργούν με στοιχειώδη φορολογική δικαιοσύνη;

Μα είναι η εξεύρεση λύσης τόσο απλή υπόθεση; Η πιθανότητα αύξησης στη φορολόγηση των εφοπλιστών συνοδεύτηκε από μια παραφιλολογία που έφερε τους εφοπλιστές να αλλάζουν έδρα και να στεγάζουν τα πλοία τους υπό τη σημαία διαφορετικής χώρας. Όσο ενδιαφέρουσα κι αν ακούγεται η προοπτική της συντονισμένης δράσης, εξακολουθεί να μην εφαρμόζεται. Επιπλέον, η απόσυρση από τους εφοπλιστές του ενδιαφέροντός τους, μπορεί να σηματοδοτήσει από δυσχέρειες στις συγκοινωνίες μέχρι πλήγμα στον τουρισμό, αν γίνει δεκτό πως είναι πιθανό να θέσουν εκτός των δρομολογίων τους συγκεκριμένους προορισμούς, για παράδειγμα στις χώρες που δεν τους διευκολύνουν φορολογικά. Σχετικοί προβληματισμοί τέθηκαν ιδίως για την Ελλάδα, σε σχέση και με τις επιχειρηματικές κινήσεις στον τομέα της κρουαζιέρας.

Ακόμη πιο επώδυνη μπορεί να αποβεί η άρνηση ενός κράτους να υποχωρήσει στις αξιώσεις φοροαποφυγής των μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών, ιδίως αν αυτές δραστηριοποιούνται σε κρίσιμους τομείς, όπως στον τομέα της υγείας. Το διοικητικό συμβούλιο του Πανελλήνιου Συλλόγου Φαρμακαποθηκάριων, συμμετέχοντας σε ρεπορτάζ του «in.gr» (http://reviews.in.gr/diaxifismoi/page/?aid=1231100075) της 17/3/2011, εξηγεί πως οι ελλείψεις φαρμάκων από την αγορά είναι τεχνητές και χειραγωγούμενες από τις πολυεθνικές εταιρείες που τα παράγουν. Παρουσιάζει συγκεκριμένα το παράδειγμα της ασπιρίνης, η οποία διοχετεύτηκε το 2010 στο φαρμακεμπόριο σε μειωμένο ποσοστό κατά περίπου 80% σε σχέση με το 2009, με αποτέλεσμα να μην ικανοποιούνται τα αιτήματα της αγοράς από τα φαρμακεία. Η παραγωγός εταιρεία «Bayer» έστελνε αντιπροσώπους απευθείας στα φαρμακεία για την πώληση του φαρμάκου, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά θα αγόραζαν παράλληλα και μία σειρά από παραφαρμακευτικά προϊόντα της εταιρείας. Η εταιρεία, μέσω της συγκεκριμένης πρακτικής, ωφελούνταν διπλά, αφού ιδιοποιούνταν τόσο το φαρμακεμπορικό κέρδος που εμπεριέχεται στην τιμή του φαρμάκου, όσο και πουλούσε μαζικά άλλα προϊόντα της. Κι ενώ η έλλειψη εισαγωγής επαρκούς ποσότητας ασπιρίνης διαπιστώθηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων και η «Bayer» πλήρωσε πρόστιμο, συνεχίστηκε να καλλιεργείται η εντύπωση, όπως εξηγεί ο Πανελλήνιος Σύλλογος Φαρμακαποθηκάριων, ότι οι φαρμακέμποροι διακινούσαν τις ασπιρίνες στο εξωτερικό, ώστε να αποκομίζουν μεγαλύτερα κέρδη. Δύο χρόνια έπειτα από το ρεπορτάζ του «in.gr», η επίσημη ελληνική πολιτεία, διά στόματος του αρμόδιου αναπληρωτή υπουργού Υγείας κ. Μάριου Σαλμά, εξακολουθεί να επιρρίπτει την ευθύνη στους φαρμακεμπόρους (22/1/2013, «news.gr», http://www.news.gr/ellada/koinonia/article/35996/elleipsh-sta-farmaka-logo-katahrhshs-exagogon-apo.html), τη στιγμή που, παρά το πρόστιμο του Ε.Ο.Φ. στη «Bayer», το πρόβλημα της τεχνητής έλλειψης της ασπιρίνης επιλύθηκε τελικά μόνο με την εκτόξευση της τιμής της στο 1,87€, όταν στο ξεκίνημα της μεθόδευσης το φάρμακο κόστιζε μόλις 0,50€!

Οι εξελίξεις στους τομείς της ναυτιλίας και των φαρμακοβιομηχανιών δίνουν την εντύπωση ότι τα κράτη καταντούν έρμαιο στις ορέξεις της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας». Ιδίως αν συνδέσει κανείς τις φαρμακοβιομηχανίες και με την παραγωγή όχι μόνο απλών παυσίπονων αλλά εξελιγμένων, πανάκριβων φαρμάκων, που καταπολεμούν ασθένειες μέχρι πρότινος ανίατες, συμπεραίνει πως τα κράτη εκβιάζονται από συγκεκριμένα συμφέροντα. Καί αυτή η εικόνα, ωστόσο, είναι ψευδής. Γιατί η λειτουργία κάθε επιχείρησης αδειοδοτείται από τα κράτη. Αν οι επιχειρήσεις δεν συμφωνούν με τον έλεγχο της κερδοφορίας τους, ώστε να διατηρείται σε λογικά επίπεδα, υπάρχει και η ανάκληση της άδειάς τους. Θα δέχονταν άραγε να αναστείλουν τη λειτουργία τους, αντί να περικόψουν την αχαλίνωτη κερδοφορία; Τα δε «κενά» που θα αφήσουν πίσω τους είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν είτε μέσω της άρσης κάθε μονοπωλιακής τους λειτουργίας είτε, όπως επανειλημμένως έχει τονιστεί, μέσω μιας αντίστοιχης υγιούς κρατικής επιχειρηματικής λειτουργίας. Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για τη ναυτιλιακή πραγματικότητα, με την πρόσθετη επισήμανση πως η προσέλκυση τουριστών, σε σχέση ιδίως με τον τομέα της κρουαζιέρας που συζητήθηκε, δεν αποτελεί αποκλειστική συνάρτηση του ελλιμενισμού σε λιμάνια με υποτυπώδεις δασμούς, παρά συνάρτηση της προσφερόμενης ποιότητας των παρεχόμενων τουριστικών υπηρεσιών. Γι' αυτό και προορισμοί πανάκριβοι εντέλει, όπως το Παρίσι ή το Λονδίνο, δεν παύουν να σφύζουν από τουρίστες.

Η προσφιλής πρακτική της επιστράτευσης, λοιπόν, απέναντι στους απεργούς κάθε κλάδου, οι οποίοι αγωνίζονται για στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα, μπορεί κάλλιστα να εφαρμοστεί από την πλευρά των κρατών απέναντι σε πολυεθνικές εταιρείες με ανεξέλεγκτη κερδοσκοπία και ασύστολη φοροδιαφυγή. Η επιστράτευση της νομιμοφροσύνης και η απόλυση της αυθαιρεσίας είναι επιτακτικότερες από ποτέ άλλοτε. Τα κράτη δύνανται, ακόμη και μοναχικώς πορευόμενα, να πλήξουν καίρια την υπεκφυγή απέναντι στις υποχρεώσεις τους όσων φοροδιαφεύγουν ή υπονομεύουν με οποιονδήποτε άλλον τρόπο τη συλλογικότητα. Αντιλαμβάνεται κανείς πόσο αποτελεσματικότερα θα γινόταν να λειτουργήσει η κρατική προσπάθεια περιφρούρησης της κοινωνικής δικαιοσύνης, αν ο αγώνας αυτός δεν συνιστούσε διεκδίκηση μεμονωμένων κρατών αλλά ολόκληρων διακρατικών σχηματισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ποια «ιδιωτική πρωτοβουλία» θα αδιαφορούσε για τη δραστηριοποίησή της σε αγορές τέτοιου μεγέθους, έστω κι αν υποχρεωνόταν σε ελεγχόμενη αντί της ανεξέλεγκτης λειτουργίας;

Η κοινωνική δικαιοσύνη δεν είναι ανέφικτη, κάθε άλλο. Για να εφαρμοστεί ωστόσο προϋποθέτει πολιτικές ηγεσίες που την επιθυμούν ειλικρινά. Η υφιστάμενη πολιτική και οικονομική τάξη πραγμάτων αποδεικνύει με κάθε ευκαιρία ότι δεν επιθυμεί τη διασάλευση των κατεστημένων συμφερόντων. Άλλωστε δεν ανέχεται απλώς την παγκόσμια φορολογική «κινητικότητα», που ακυρώνει τη φορολόγηση των «εχόντων», μα είναι η ίδια που τη δημιούργησε. Γι' αυτό και προσποιούμενη πως «κοσκινίζει» τις λίστες των φοροφυγάδων, τελικά τις συγκαλύπτει, εφόσον, ως γνωστόν, όποιος δεν θέλει να «ζυμώσει», δέκα μέρες «κοσκινίζει». Προβλέψιμο παμπάλαιο κοσκινάκι μου…

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.