Κέντρα Πρόληψης: Κρίση, παρακμή και εξάρτηση

Καπιταλιστική κρίση, εμπέδωση της εξάρτησης και διάλυση των Κέντρων Πρόληψης:

 Η απαλοιφή κάθε φαινομενικής ασυνέχειας, αφετηρία νέων αγώνων

Κρίση, παρακμή και εξάρτηση

Του Νίκου Λάϊου*

Βάζοντας στο κάδρο της εν εξελίξει όξυνσης της καπιταλιστικής κρίσης την ουσιοεξάρτηση, θα μπορούσε να ειπωθεί ότι βιώνουμε τις κατεξοχήν συνθήκες της τελευταίας. Περισσότερο από ό,τι σε κάθε άλλη φάση, σήμερα το εύρος, η σοβαρότητα και η επιμονή των αιτίων και των συμπεριφορών της ουσιοεξάρτησης εντείνονται και καταλαμβάνουν θέσεις κεντρικές στο καθημερινό γίγνεσθαι.

Ορισμένοι μόνο από τους παραγωγούς και πολλαπλασιαστές της εξάρτησης, που αξίζει να αναφέρουμε είναι η ελλιπής ή στρεβλή κοινωνικοποίηση (που περνά και από την ανεργία ή την πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου), η εξατομίκευση, η ιδιωτεία, η αποξένωση, τα βαθιά ψυχικά τραύματα. Οι παράγοντες αυτοί δημιουργούν εκρηκτικές συνθήκες στην καθημερινή «συνομιλία» τους με τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού, τη βίαιη φτωχοποίηση, τη διάλυση των δημόσιων υπηρεσιών Παιδείας, Υγείας και όλων των υλικών και πολιτιστικών υποδομών της κοινωνίας (δηλαδή των μελών της στις μεταξύ τους σχέσεις).

Ετσι, ολοένα πιο αποφασιστικά η εξάρτηση αποκτά μια «σχετική αυτοτέλεια» ως κοινωνικό φαινόμενο, θέτοντας με τη σειρά της σε κίνηση ένα μεγάλο μέρος των επίσημων οικονομικών, νομικών, ιδεολογικών, θρησκευτικών κ.ά. θεσμών, με τρόπους λιγότερο ή περισσότερο εμφανείς, ωστόσο διαρκώς πιο εντατικοποιημένους. Χωρίς να ακυρώνουμε τη συμβολή πολλών παραγόντων στην κίνηση αυτή, δικαιούμαστε μια προσπάθεια συμπύκνωσης, ισχυριζόμενοι ότι στο ένα άκρο της κίνησης βρίσκεται η αλλοτρίωση (με τη μαρξική έννοια), στο άλλο ο κοινωνικός έλεγχος, σε συνθήκες όχι απλά κρίσης, αλλά βαθιάς και πολύπλευρης παρακμής. Συνεπώς, αφορά ολόκληρη την κοινωνία, καθώς – πρωτογενώς, αιτιακά, δυνάμει – εκτυλίσσεται στο πεδίο της καθημερινότητας όλων των πολιτών, ως σύνθετη και κοινωνικά διαβρωτική διαδικασία εν εξελίξει, κορφή της οποίας είναι η εξαρτητική συμπεριφορά – ακόμη και αν στην κορφή αυτή δεν «ανεβαίνουν» τελικά όλοι. Μια κίνηση τραγική, ας το θυμόμαστε, αφού εμπεριέχει ανθρώπινες ζωές, σώματα, αισθήματα, συνειδήσεις και – αυτό συνήθως ξεχνιέται μες στην επική θολούρα της αστικού Τύπου «ατομικότητας» – σχέσεις.

Πρόληψη: Η «αιχμή του δόρατος» που στράβωσε πριν βρει στόχο

Στο πλαίσιο αυτό, πιο επιτακτικά απ’ ό,τι σε άλλες φάσεις, προκειμένου να μιλάμε για προσπάθειες καλύτερης κατανόησης και σοβαρής αντιμετώπισης του φαινομένου χρειάζεται να αναζητηθούν τα αίτιά του μέσα στο κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον, όπου καλείται να ζήσει – και τις αντιξοότητές του να αντιμετωπίσει – καθένας και καθεμιά. Και στη συνέχεια να τροποποιήσουμε τα αίτια αυτά – όχι κάποιοι «ειδικοί», αλλά όλοι οι ζωντανοί άνθρωποι στις μεταξύ μας σχέσεις. Κατ’ εξοχήν εργασία πλαισιωμένη από μια τέτοια φιλοσοφία και στοχεύουσα σε τέτοια κατεύθυνση προσφέρουμε οι εργαζόμενοι στα Κέντρα Πρόληψης. Οι ουσιώδεις παρεμβάσεις μας ενημέρωσης (βραχείας διάρκειας) και εκπαίδευσης (μακράς διάρκειας) στη σχολική κοινότητα (μαθητές, εκπαιδευτικοί, γονείς), σε στρατώνες, σε εργασιακούς χώρους κ.λπ. συνιστούν μια ζωντανή – ακόμα – παρακαταθήκη, που μπορεί και πρέπει να στηρίξει και ολοκληρώσει κάθε άλλη δευτερογενή (θεραπεία) και τριτογενή (ένταξη, πρόληψη υποτροπής) παρέμβαση, εξοικονομώντας, παράλληλα, πόρους.

Γι’ αυτό και δεν αποτελούν έκπληξη η αδιαφορία, ο υποβιβασμός και η διαρκής απειλή διάλυσης των υπηρεσιών Πρωτογενούς Πρόληψης. Οι κυβερνήσεις, βέβαια, και οι συναρμόδιοι Φορείς (υπουργεία Εσωτερικών και Υγείας, ΚΕΔΕ, ΟΚΑΝΑ) διαχρονικά αναφέρονται στα Κέντρα Πρόληψης ως «αιχμή του δόρατος» των πολιτικών αντιμετώπισης της εξάρτησης, σπεύδοντας να αποσπάσουν τη συμβολική υπεραξία της δουλειάς μας. Την ίδια στιγμή, όμως, όλοι φροντίζουν (με πράξεις και παραλείψεις) να είναι οι δομές μας ο «τελευταίος τροχός της αμάξης», ξεχαρβαλωμένος από τις νεοσυντηρητικές, χυδαία οικονομίστικες και βιολογίστικες – σε τελική ανάλυση αντικοινωνικές – προσεγγίσεις του φαινομένου της εξάρτησης.

Με κάθε τρόπο έχει καταστεί ξεκάθαρη η πολιτική βούληση των συναρμόδιων Φορέων να μην προχωρήσουν σε βιώσιμη επίλυση του θεσμικού προβλήματος των Κέντρων Πρόληψης, διατηρώντας μετά πολλών επαίνων το καθεστώς ψυχορραγίας των υπηρεσιών μας. Μέσω της μη εξασφάλισης επαρκούς και σταθερής χρηματοδότησης, αφού διαιωνίζονται οι οφειλές του υπουργείου Εσωτερικών (22,1 εκ. ευρώ) και του ΟΚΑΝΑ (απροσδιόριστο ύψος λόγω της απουσίας ελέγχου εκ μέρους του υπουργείου Υγείας που δίνει χρήματα στον ΟΚΑΝΑ για να κατανεμηθούν στα Κέντρα Πρόληψης). Μέσω της μη εξασφάλισης ενιαίου συστήματος, στο οποίο θα εντάσσονται οι 71 δομές, αφού δεν υπάρχει καν ένας φορέας που εκπροσωπεί το σύνολο των Κέντρων Πρόληψης, αλλά 71 ξεχωριστές, μη συνδεδεμένες μεταξύ τους διοικήσεις, σε μια Βαβέλ «ταχυτήτων», διοικητικών αυθαιρεσιών, προνομιακών οικονομικών σχέσεων και άλλων «ευελιξιών». Μέσω της αποστέρησης πλήρων εργασιακών δικαιωμάτων για τους εργαζομένους, αλλά και της μη εξασφάλισης της αναγκαίας εποπτείας μας, όπως και της εκπαίδευσης και επανακατάρτισής μας σε συνθήκες ραγδαίων αλλαγών στην κοινωνία (λ.χ. «προφίλ του χρήστη» σήμερα κ.λπ.). Μέσω της άρνησης του δημόσιου χαρακτήρα και της ίδιας της ύπαρξης των δομών, με τη ρητή πρόβλεψη στο νέο Σχέδιο Νόμου «Περί Ναρκωτικών» για δυνατότητα λειτουργίας ιδιωτών στην Πρόληψη, σε συνδυασμό με την ένοχη «σιωπή» των συναρμόδιων στο αίτημά μας για ανανέωση της 5ετούς Προγραμματικής Σύμβασης για τη Λειτουργία των Κέντρων Πρόληψης, που λήγει φέτος. Αν η σύμβαση δεν ανανεωθεί για την πενταετία 2014 – 2018, τότε τινάζεται στον αέρα και αυτή η υποτυπώδης ρύθμιση και τήρηση μιας σειράς σημαντικών ζητημάτων σε επίπεδο θεσμικό, επιστημονικό, επιχειρησιακό και οικονομικό, με στόχο την αποσαφήνιση ρόλων των εμπλεκομένων φορέων, τη διευκόλυνση του έργου των δομών και τη συνολική ανάπτυξη του θεσμού.

Επείγουσα κοινωνική ανάγκη ένα πλατύ μέτωπο ενάντια στις εξαρτήσεις

Η σημερινή κρίση, σπέρνοντας αποσύνθεση σε ψυχικό και κοινωνικό πεδίο, οξύνει το πρόβλημα των εξαρτήσεων. Και θέτει με επιτακτικό τρόπο στη «χτυπημένη» κοινωνική πλειοψηφία το ζήτημα της αντιμετώπισής του ως όρο επιβίωσης. Δεν πρόκειται για λεκτική υπερβολή ή σκέτο ιδεολόγημα. Αν συμφωνούμε στη θέση πως οι κάθε λογής εξαρτήσεις συνιστούν σύμπτωμα προσωπικών δυσκολιών, οι οποίες επενεργούν δυναμικά και αμφίδρομα με το ευρύτερο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτιστικό, αξιακό πεδίο: τότε η συλλογική διέξοδος από την εν εξελίξει καταστροφή υλικών και πνευματικών δυνάμεων εμπεριέχει τη συλλογική αντίσταση στην ουσιοεξάρτηση. Γιατί η ουσιοεξάρτηση είναι ταυτόχρονα ένα σκληρό αποτύπωμα της καταστροφής και μια γομολάστιχα που σβήνει – στιγμιαία έστω – το αποτύπωμα αυτό στις συνειδήσεις των πιο ευαίσθητων, των πιο ανήσυχων ανθρώπων.

Κάθε κεντρική διεκδίκηση των υποτελών τάξεων, ακριβώς στις σημερινές συνθήκες συμπίεσής τους σ’ έναν ανθρωπολογικό πολτό συγκολλημένο με τρόμο και απάθεια, περνά αναπόφευκτα και από το αίτημα για αποφασιστική αντιμετώπιση της ουσιοεξάρτησης. Σήμερα, ως μια απ’ τις ελάχιστες προϋποθέσεις περάσματος σε μια κοινωνία πιο δίκαιη και υγιή, προβάλλει η ενιαία, ισόρροπη και καλά σχεδιασμένη (κεντρικά και τοπικά) ανάπτυξη των τριών πυλώνων Αντιμετώπισης των Εξαρτήσεων: της Πρόληψης, της Θεραπείας και της Κοινωνικής Επανένταξης. Η μέχρι σήμερα πορεία των εξελίξεων έχει καταστήσει σαφές ότι η πολυδιάσπαση και ο στραγγαλισμός των υπηρεσιών Αντιμετώπισης των Εξαρτήσεων, επιβαρύνουν τους εξαρτημένους, τις οικογένειές τους, τους εργαζόμενους σε εξειδικευμένες δομές. Εξίσου επιβαρύνουν συνολικά την κοινωνία σε επίπεδο συνοχής και δημόσιας υγείας, αλλά και σε επίπεδο πόρων, που μέσω του κρατικού κορβανά παροχετεύονται σε πολύ πιο δαπανηρές και αναποτελεσματικές παρεμβάσεις καταστολής.

Πιο συγκεκριμένα, με τις κοινωνικές ανάγκες ολοένα εντεινόμενες, η θεσμική ενίσχυση όλων των δομών που προσφέρουν δωρεάν τις σημαντικές υπηρεσίες Πρωτογενούς Πρόληψης της χρήσης ουσιών είναι επιτακτική. Βασικό κορμό των δομών αυτών συναποτελούν τα 71 Κέντρα Πρόληψης της χώρας, που παρά την εσκεμμένη, μεθοδική υποβάθμισή τους, έχουν κατορθώσει να χτίσουν ένα πλουραλιστικό κοινωνικό δίκτυο υγείας «από τα κάτω», τόσο μεταξύ τους όσο και με τα μέλη των τοπικών κοινωνιών. Αντί να ενισχυθεί και διευρυνθεί αυτή η κοινωνική κατάκτηση, «τιμωρούμαστε» οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι που δουλεύουμε γι’ αυτήν, οι άνθρωποι που πιστεύουμε σ’ αυτήν. Τούτη η «τιμωρία» είναι σημείο των καιρών των μνημονίων – οχημάτων της κοινωνικής κατεδάφισης και της ιδεολογικής και βιολογικής διαχείρισής της, που περνά και από την ουσιοεξάρτηση. Το να μας ζητούν, όμως, οι λογής σκυθρωποί «τιμωροί», σαν να ‘ναι το πιο φυσικό πράγμα, να αποδεχτούμε την «τιμωρία» με επίκληση ακόμα χειρότερης, αποδεικνύει το αδιέξοδό τους, δηλαδή την αδυναμία τους μπρος στη δυναμική της χειραφέτησης.

Δε λαθεύουν! Απαντούμε με εντατικοποίηση των αγώνων μας για ποιοτικές δημόσιες δωρεάν υπηρεσίες Υγείας, δημιουργώντας συμμαχίες τόσο με τις τοπικές κοινότητες όσο και με εργαζόμενους άλλων χώρων, ως τμήμα μιας εναλλακτικής κοινωνικής πρότασης. Μιας πρότασης συνειδητοποίησης των όρων κοινωνικής και προσωπικής υποδούλωσης, με ταυτόχρονη ανάδειξη και συν-δημιουργία των όρων συλλογικής απελευθέρωσης των κοινωνικών υποκειμένων. Μιας πρότασης, στην οποία κανείς δεν «περισσεύει», στην οποία όλοι παραστεκόμαστε ο ένας στον άλλον: Τραβώντας την ανηφόρα της ζωής χωρίς τα ιλιγγιώδη μονοθέσια «ασανσέρ» που ‘χουν σαν τελικό σταθμό το «ατομικό», ιδιωτικό κενό.

* Ο Νίκος ΛΑΪΟΣ είναι Κοινωνικός Ανθρωπολόγος, Γενικός Γραμματέας του Σωματείου των Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης

ΠΗΓΗ: Κυριακή 17 Φλεβάρη 2013, http://www.rizospastis.gr/wwwengine/story.do?id=7300543

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.