ΑΝΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

ΑΝΕΡΓΙΑ ΚΑΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

 

Του Βασίλη Μακρή

 

 

Ακούμε πολύ συχνά για την καθημερινή ζωή των απλών ανθρώπων, για την υπέρβαση των αδιεξόδων της, για τη βαθύτερη αιτία από την οποία εκπορεύονται. Καλό είναι να ειπωθούν κάποια πράγμα που μου έρχονται έτσι πρόχειρα στη σκέψη μου. Παραδείγματος χάριν θα ήθελα να μιλήσουμε για το πρόβλημα της ανεργίας. Μάλλον όχι για το πρόβλημα της ανεργίας, αλλά για την ανεργία. Ο κάτοχος των μέσων παραγωγής ορίζει και τους όρους αγοράς εργασίας (δυστυχώς).

 

Κριτήριό του δεν είναι η κοινωνικότητα του εργάζεσθαι, το ότι ο ίδιος ο εργαζόμενος παράγει ένα προϊόν από το οποίο αποστασιοποιείται, και για την πληθύ των οποίων αμοίβεται σαφώς λιγότερο από την πραγματική αξία της εργασίας του. Όχι. κριτήριό του είναι η ένταξη του εργαζομένου στην κερδοφόρο διαδικασία της απόσπασης υπεραξίας. Μέσα στην λογική αυτή ο εργαζόμενος είναι μέρος του λογιστικού μηχανισμού που ονομάζεται κόστος εργασίας. Έτσι πέρα από την ηθική προσέγγιση της εργασίας, ένας τρόπος αύξησης της κερδοφορίας είναι (μεταξύ των άλλων) και η συμπίεση του εργασιακού κόστους. Όπως έλεγαν παλιά οι αντίθετοι στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, "να μην γίνουμε κρέας για τα κανόνια τους", έτσι και τώρα ο εργαζόμενος εκλαμβάνεται ως αναλώσιμος ύλη για τα κέρδη. Με ποιά έννοια όμως αναλώσιμος ; Με την έννοια βέβαια της ανανέωσης της εργατικής του δύναμης , ώστε να προσφέρει απρόσκοπτα διαρκώς τον εαυτό του ως διαμεσολαβούμενο μέγεθος προς κερδοφορία. Εάν τα μεγέθη λογιστικώς δεν εξασφαλίζουν την διαρκώς αύξουσα ανάγκη για μεγιστοποίηση του κέρδους, τότε …καταργεί ο εργοδότης το ζημιογόνο λογιστικό μέγεθος. Άρα εκ των πραγμάτων θέτει τον εργαζόμενο εκτός εργασίας. Και από εκεί αρχίζει η τραγικότητα της ανεργίας που έχει πρωτίστως ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΚΉ ΔΙΑΣΤΑΣΗ.

Ζώντας σε μια ιστορική περίοδο της οποίας τα προτάγματα καθορίζονται από τους κοινωνικώς κρατούντες και εξουσιαστές, η ανεργία είναι παράγωγο αυτών των προταγμάτων. Δηλ. της ωφελιμιστικής χρησιμοθηρίας δια της οποίας η εργασία υπακούει στις επιταγές κερδοφορίας του κεφαλαιούχου-εργοδότη. Έχοντας προσχωρήσει στην λογική των κυρίαρχων προταγμάτων, η ανεργία γίνεται απότοκο της μη-χρησιμότητος. Η ανεργία είναι άμεση συνέπεια του ότι το συγκεκριμένο λογιστικό μέγεθος που αντιπροσωπεύει ο εργαζόμενος είναι ζημιογόνο, άρα μέγεθος α-χρησίας, άρα ο εργαζόμενος είναι άχρηστος. Από εδώ, εκτός από την απώλεια της εργασίας του έχει να αντιμετωπίσει το ότι τίθεται εκτός της εργασιακής σχέσης που πρωτίστως είναι κοινωνική πριν να είναι οικονομική( όσο και ετεροβαρής κι αν είναι).

Ο άνεργος επομένως έχει πρώτα να απολογηθεί στον εαυτό του για την αχρησία αυτή. Εσωτερικεύει θανάσιμα το όνειδος μιας αχρησίας που περιφέρεται και ίπταται στο κοινωνικό σώμα, λόγω της κυρίαρχης επιβολής εξ αντικειμένου των προταγμάτων της σκοπιμοθηρευτικής "λογικής". Έχει να απολογηθεί στους οικείους του, στην οικογένειά του για την α-χρησία του για την καθ΄ημέραν επιτεινόμενη ανεργία του. Έχει να αντιπαλαίσει με το περιφερόμενο όνειδος που εισπράττει αόριστα, κοινοποιώντας την ανεργία του. Έχει να αντικρύσει τη δυσκολία ή μάλλον την ανυπαρξία απάντησης στην θανάσιμη ερώτηση "ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΕΙ;". Έχει να αντιμετωπίσει την χθαμαλή και υποχθόνιια υπενθύμιση ότι έιναι ελλειματικός ως προς τις απαιτήσεις των καιρών. Χωρίς νόημα η ύπαρξή του, ασθμαίνει εναγώνια να νιώσει την κοινωνική σχέση που επιτελεί η εργασία. Περιφέρει το κενό του. Βαρύνεται με την αποτυχία του. Από εργαζόμενος που έχανε σιγά-σιγά τα στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματά του, μεταβαλλόταν σε επισφαλώς εργαζόμενο, μέχρις σημείου μετατροπής της επισφάλειας σε καίρια ανασφάλεια. Γιατί ο άνεργος είναι ουσιαστικά βιο-αιχμάλωτος του κοινωνικού πολέμου. Χωρίς εργασία, χωρίς ασφάλιση, χωρίς προάσπιση της υγείας, είναι καθαρά βιολογικό έρμαιο, ακοινώνητο άθυρμα, ανακλητό προς βιο-εξαφάνιση. Αφού ανά πάσα στιγμή ο θάνατος δυνητικά είναι ζοφερό ενδεχόμενο, είτε από μια αστάθμητη εξέλιξη ή κακή τροπή της υγείας του.

Εάν η κοινωνία συνέκλινεν επί τω αυτώ και θεωρούσε την εργασία ως καθαρό κοινωνικό προϊόν, άρα και συλλογικό αγαθό, τότε κανείς δεν θα ήταν άχρηστος. Κανείς δεν θα έμενε άνεργος. Η εργασία θα όδευε προς θεραπεία του ελλείποντος, προς διακονία του αναγκαίου της συλλογικότητος, χωρίς ουδείς εργαζόμενος να εκλαμβάνεται ως διαμεσολαβούμενο κοστολογικό μέγεθος. Μια κοινωνία είναι κοινωνία όταν συγκλίνει επί τω αυτώ και έχει τη δυνατότητα να απλώσει στα μέλη της τον "χάρτη" των αναγκών της, που δεν αντιτιθέμενες αλλά αλληλοπληρούμενες και προσδίδουσες νόημα ζωής στην κοινότητα.

 

 

 

 

30-9-2012

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.