Διεθνισμός, Παγκοσμιοποίηση, Αριστερά

Διεθνισμός και Παγκοσμιοποίηση – Το ιδεολόγημα της εκσυγχρονιστικής Αριστεράς

Του Δαμιανού Βασιλειάδη *

  

«Ο άνθρωπος είναι ό,τι πράττει»

1. Εισαγωγή

Στην ανάλυσή μου που σχετίζεται με τον ανωτέρω τίτλο, θα επικεντρωθώ σε εκείνες τις δυνάμεις της εκσυγχρονιστικής Αριστεράς που περιλαμβάνονται στους κύκλους του ΣΥΡΙΖΑ και θεωρούν ότι ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία ή αντικειμενικά, με τις πράξεις τους, ότι εντάσσονται σ’ αυτήν.

Η διαχρονική εμπειρία έχει αποδείξει και θεωρείται πια ως αναμφισβήτητη αντικειμενική γνωσιολογική κατάκτηση ότι ο αυτοπροσδιορισμός οποιουδήποτε ανθρώπου δεν σημαίνει αυτομάτως και την αλήθεια. Μπορεί δηλαδή κάποιος να αυτοαποκαλείται αριστερός, κεντρώος, δεξιός, κ.λπ και να μην είναι στην πράξη αυτό που λέει. Κι αυτό, γιατί όπως προανέφερα, η πράξη καθενός είναι το κριτήριο για τον οποιοδήποτε προσδιορισμό. Συνεπώς, και για να γίνουμε πιο σαφείς, ένας που ονομάζει τον εαυτό του αριστερό, μπορεί με αντικειμενικά κριτήρια και με βάση τις πράξεις του να είναι ακόμη και φασίστας. Στην απόλυτη σύγχυση σε όλα τα επίπεδα, που ζούμε, αυτό δεν πρέπει να μας παραξενεύει. Ούτως ή άλλως ο καθένας μας, από την προσωπική του ζωή, έχει βιώσει πολλά τέτοια παραδείγματα, έστω κι αν δεν τα ομολογεί. Μ’ ένα λόγο: Δεν μπορεί να είσαι ό,τι δηλώσεις.

Δυστυχώς στην Ελλάδα που ζούμε, για να περιοριστούμε σ’ αυτήν, υπάρχει πλήρης σύγχυση και κραυγαλέα αυθαιρεσία των εννοιών. Συνεπώς το ξεκαθάρισμα των εννοιών είναι και αποτελεί ένα από τα πρώτιστα καθήκοντα ενός σοβαρού μελετητή, που έχει αξιώσεις για την έρευνα της αντικειμενικής αλήθειας και το ανάλογο θάρρος να την εκφράσει, γιατί – κακά τα ψέματα – χωρίς θάρρος και παρρησία να εκφράσεις την αλήθεια (η υποκρισία έχει περισσέψει σ’ αυτόν τον τόπο), αλήθεια είναι δύσκολο έως αδύνατο να υπάρξει.

Το λέω αυτό για να ισχυριστώ εκ των προτέρων ότι στους κόλπους της εκσυγχρονιστικής Αριστεράς και όχι μόνο υπάρχει πλήρης σύγχυση της έννοιας «διεθνισμός» με την έννοια «παγκοσμιοποίηση». Να το πούμε χωρίς περιστροφές:

Η εκσυγχρονιστική Αριστερά ταυτίζει την παγκοσμιοποίηση με τον διεθνισμό. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις γίνεται και ο κύριος απολογητής της παγκοσμιοποίησης και της νέας τάξης.

Πως συμβαίνει αυτό; Είναι ένα θεμελιώδες και κρίσιμο ερώτημα για τη σημερινή εποχή και συγκυρία, που πρέπει να ερευνήσουμε, επειδή έχει τεράστια σημασία και για την πρακτική πολιτική. Εάν είναι λάθος η θεωρία, τότε δεν μπορεί παρά να είναι λάθος και η πολιτική που απορρέει από αυτή την θεωρία, παραφράζοντας τον Λένιν, που, κατά την άποψή μου, πολύ σωστά τόνισε ότι «χωρίς επαναστατική θεωρία δεν μπορεί να υπάρξει επαναστατικό κίνημα».[1]

2. Διεθνισμός και παγκοσμιοποίηση; Μια αφύσικη συγγένεια 

Προσπαθώντας να ερευνήσω τα βαθύτερα αίτια της πανθολογούμενης παθογένειας της Αριστεράς – αυτής της Αριστεράς, όπως αυτή θέλει να αυτοαποκαλείται – και την αδυναμία της να αρθρώσει έναν πολιτικό λόγο, ο οποίος να συγκινεί και να εμπνέει τον ελληνικό λαό, αντί, πολυδιασπασμένη και κακομοίρικη και με πλήρη εσωστρέφεια, να παραδέρνει στο περιθώριο της ελληνικής κοινωνίας, θέτω στον εαυτό μου το ερώτημα, αν όλα αυτά που σωρηδόν αναφέρονται ως αίτια της βαθύτατης κρίσης της είναι απλώς επιφαινόμενα μιας βαθύτερης κρίσης, η οποία έχει την πρωταρχική της αιτία στη θεωρία. Μια «μαρξιστική» θεωρία που η ερμηνεία και η εφαρμογή της στη σημερινή εποχή δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. εξ ου και η πλήρης σύγχυση και ο φαύλος κύκλος, στις δίνες του οποίου παραδέρνει η Αριστερά.

Την άποψή μου ότι η βαθύτερη αιτία όλων των δεινών εντοπίζεται στην ανυπαρξία ικανής θεωρητικής υποδομής ή λανθασμένης θεωρητικής υποδομής εξέφρασα από την εποχή της δικτατορίας και έκτοτε με απασχολεί εντατικά το θεωρητικό και πρακτικό σε τελευταία ανάλυση θέμα.

Μια πρόσφατη συνέντευξη του βραβευμένου με νομπέλ οικονομίας Γάλλου οικονομολόγου Maurice allais ήρθε να προσθέσει και επιβεβαιώσει κάτι που πίστευα και ισχυριζόμουν από παλιά, ότι δηλαδή η Αριστερά, για την οποία μιλάμε, ταυτίζει την παγκοσμιοποίηση με τον διεθνισμό.

Η κρίση της «Αριστεράς», παρά τα φαινόμενα, είναι βαθιά και διαρκής και κατά πρώτιστο λόγο ιδεολογική, που φυσικά έχει τη βάση της στη θεωρία. Και η Ανανεωτική Αριστερά δεν έχει ανανεώσει ούτε την ιδεολογία της, ούτε τη θεωρία της. Παραμένει, καταμαρτυρούν οι ενδείξεις, στα παλαιά, παραδοσιακά, ορθόδοξα πλαίσια, μπερδεύοντας πολλές φορές, όπως θα προσπαθήσω να αποδείξω στα ακόλουθα, τον μαρξισμό με τον νεοφιλελευθερισμό, την ταξική πάλη με τον ιμπεριαλισμό, τον ανθρωπισμό με τον κοσμοπολιτισμό, κ.λπ. δημιουργώντας ένα πρωτόφαντο κράμα «φιλελεύθερου διεθνισμού».

Πως είναι δυνατό να συμβαίνει μια τέτοια κατά τα φαινόμενα αφύσικη και παράλογη κατάσταση; Οι έρευνές μου[2] με οδήγησαν να ανατρέξω ως πρωταρχική αιτία στη θεωρία του Μαρξ που περιλαμβάνεται στην Κριτική της πολιτικής οικονομίας και αποτελεί την πεμπτουσία της μαρξιστικής φιλοσοφίας. Πρόκειται βασικά για μια αγεφύρωτη αντίθεση στη θεωρία του Μαρξ που η λανθασμένη εφαρμογή της στη σημερινή εποχή οδηγεί την Αριστερά σε τραγικά, για να μην ισχυριστώ, εγκληματικά λάθη και ενδογενείς δομικές ανεπάρκειες.

Ο Σταλινισμός στην Αριστερά έχει γίνει υποσυνείδητα δεύτερη φύση, από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει εύκολα. Για πολλούς οι πράξεις τους, και συνήθως χωρίς να το συνειδητοποιούν οι ίδιοι, καθορίζονται από δόγματα του παρελθόντος και όχι από την έρευνα και την επιστήμη.

Ας επανέλθουμε ωστόσο στο θέμα μας. 

Ποια είναι συγκεκριμένα αυτή η αντίθεση  και κατά συνέπεια η θεωρητική σύγχυση και η κατά συνέπεια της συνέπειας η ιδεολογική διαστρέβλωση;

Ξεκινούμε από την τοποθέτηση του Μαρξ, ο οποίος λέει: «Ένας κοινωνικός σχηματισμός ποτέ δεν  εξαφανίζεται προτού αναπτυχθούν όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που μπορεί να χωρέσει, και νέες, ανώτερες παραγωγικές σχέσεις ποτέ δεν εμφανίζονται, προτού ωριμάσουν οι υλικοί όροι της ύπαρξής τους μέσα στους κόλπους της ίδιας της παλιάς κοινωνίας». Και προσθέτει: «Σε γενικές γραμμές μπορούν ο ασιατικός, ο αρχαίος, ο φεουδαρχικός και ο σύγχρονος αστικός τρόπος παραγωγής να χαρακτηρισθούν ως προοδευτικές εποχές του οικονομικού κοινωνικού σχηματισμού.[3]

Σε ένα άλλο σημείο τονίζει τα εξής: «Σε μια βαθμίδα της εξέλιξής τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε αντίφαση με τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις ή, πράγμα που  αποτελεί μονάχα τη νομική γι’ αυτό έκφραση, με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, μέσα στις οποίες είχαν κινηθεί ως τώρα. Από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων οι σχέσεις αυτές μεταβάλλονται σε δεσμά τους. Τότε έρχεται μια εποχή κοινωνικής επανάστασης.[4]

Για να συμβεί όμως αυτό, προσθέτει ο Μαρξ, πρέπει πρώτα να αναπτυχθούν μέσα στα πλαίσια της αστικής κοινωνίας όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που μπορεί να χωρέσει. Αυτό πάλι σημαίνει ότι ο καπιταλιστικός τύπος παραγωγής πρέπει να έχει φθάσει στο ανώτατο στάδιο εξέλιξής του, δηλαδή στην ύπαρξη δύο τάξεων: της αστικής και του προλεταριάτου.  Με άλλα λόγια όλες οι άλλες μορφές παραγωγής, που μπορούμε να τις χαρακτηρίσουμε προκαπιταλιστικές, όπως αγρότες, μικροβιοτέχνες, μικροεπαγγελματίες κ.λπ., θα έχουν λίγο πολύ αντικατασταθεί ή ενσωματωθεί στον καπιταλιστικό τύπο παραγωγής, που γίνεται και ο αποκλειστικός. Για τον λόγο αυτό, τονίζει ο Μαρξ με έμφαση, ότι «νέες, ανώτερες παραγωγικές σχέσεις ποτέ δεν εμφανίζονται, προτού ωριμάσουν οι υλικοί όροι της ύπαρξής τους μέσα στους κόλπους της ίδιας της παλιάς κοινωνίας», εννοώντας βέβαια την αστική κοινωνία της εποχής του. Αποκλείει ο Μαρξ με την εξήγηση αυτή κατηγορηματικά την περίπτωση να δημιουργηθεί ανώτερος κοινωνικός σχηματισμός, αν δεν προηγηθεί ο «καθαρός» κεφαλαιοκρατικός τύπος παραγωγής με μόνο δύο τάξεις, την αστική τάξη, που μπαίνει τελικά φρένο στην εξέλιξη, και τις παραγωγικές δυνάμεις, στις οποίες συγκαταλέγεται η εργατική τάξη, που αντικαθιστά με επαναστατικό τρόπο την αστική τάξη, για να προχωρήσει η εξελικτική διαδικασία σύμφωνα με τη διαλεκτική μέθοδο. Μιλάμε φυσικά για τις απόψεις του Μαρξ της ώριμης περιόδου. Μπορεί άραγε ο σημερινός φιλελευθερισμός, τον οποίο επέβαλαν στην ανθρωπότητα μέσω της παγκοσμιοποίησης οι πολυεθνικές εταιρείες να θεωρηθεί, σύμφωνα με τα μαρξιστικά πρότυπα, ως προοδευτική μορφή της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που θα οδηγήσει τελικά φτάνοντας στην ανώτατή της μορφή στην αντικατάστασή της με μια σοσιαλιστική κοινωνία;

Αυτή η συλλογιστική του Μαρξ αναδύει και τις αντιφάσεις στην πράξη, αν τελικά -για να εκφράσουμε μια επιφύλαξη – είναι αντιφάσεις. Ενώ η επανάσταση, σύμφωνα με το σκεπτικό αυτό, θα έπρεπε να γίνει στις προχωρημένες καπιταλιστικές κοινωνίες, όπως στην εποχή του Μαρξ ήταν η Αγγλία και αργότερα η Γερμανία, αντιθέτως οι επαναστάσεις έγιναν, όπου έγιναν, στην περιφέρεια των καπιταλιστικών μητροπόλεων, σε προκαπιταλιστικές κοινωνίες, σε κοινωνίες δηλαδή, όπου ο καπιταλιστικός τύπος παραγωγής δεν ήταν ο καθοριστικός. Έγιναν τελικά σε κοινωνίες κατά βάση αγροτικές, όπου το προλεταριάτο ήταν μειοψηφία. Αυτό συνέβη στη Ρωσία, στην Κίνα και σε άλλες χώρες.

Το κρίσιμο ερώτημα που μπαίνει εδώ είναι: Ήταν λάθος η θεωρία του Μαρξ (με τον υπερτονισμό του οικονομικού παράγοντα της ιστορίας) ή εσφαλμένη η εφαρμογή της από τον Λένιν σε μια κοινωνία που δεν ανταποκρινόταν στο πρότυπο ερμηνείας  του Μαρξ για την επανάσταση και τις προϋποθέσεις της;  Μήπως ο καπιταλισμός και με τη σημερινή του μορφή σαν πολυεθνικός μονοπωλιακός καπιταλισμός, δεν έχει παρ’ όλα αυτά ολοκληρώσει τον κύκλο της εξέλιξής του και συνεπώς δεν έφτασε η στιγμή για την αντικατάστασή του; Μήπως ο καπιταλιστικός τύπος παραγωγής πρέπει να επικρατήσει παγκόσμια, για να υπάρξει δυνατότητα για διάδοχη κατάσταση, είτε αυτή λέγεται σοσιαλιστική είτε κάπως αλλιώς; Μήπως δεν ωρίμασαν ακόμη οι συνθήκες; Μήπως οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις, όπου πραγματοποιήθηκαν, αποτελούν ένα ιστορικό λάθος ή σχήμα ανακόλουθο; Μήπως ο υπαρκτός σοσιαλισμός κατέρρευσε, γιατί δεν ανταποκρινόταν στη θεωρία του Μαρξ για τη νομοτελειακή εξελικτική πορεία της κοινωνίας, σύμφωνα με το δικό του αναλυτικό πρότυπο, που προαναφέραμε; Μήπως πρέπει να ενισχύσουμε και επιταχύνουμε αυτή την πορεία, για να προκύψει κάτι καινούργιο, ενισχύοντας την παγκοσμιοποίηση; Μήπως, μήπως, μήπως; Είναι ερωτήματα που ζητούν επιτακτικά την απάντησή τους, γιατί από τη σωστή ή λανθασμένη απάντηση εξαρτάται η πορεία των λαϊκών κινημάτων και ο σωστός ή λανθασμένος προσανατολισμός τους. Και αυτό είναι που μας ενδιαφέρει βασικά στην προκείμενη περίπτωση.

Είναι σαφές ότι οι απαντήσεις δεν μπορούν να δοθούν δογματικά, γιατί πάλι μπορεί να οδηγήσουν σε αδιέξοδα ή μεγαλύτερες καταστροφές, από αυτές που ζήσαμε ιστορικά έως σήμερα. Το θέμα είναι υπαρξιακό για το λαϊκό κίνημα. Για να αναδείξουμε το μέγεθός του θα πρέπει να παραθέσουμε και ορισμένα επιχειρήματα, που βγαίνουν από την έως τώρα αντικειμενική πραγματικότητα, αυτήν την πραγματικότητα που παραδέχονταν όλοι οι ορθόδοξοι μαρξιστές ότι είναι η μόνη που μπορεί να αποδείξει το αληθές της θεωρίας. Αν η θεωρία δεν επαληθεύεται στην πράξη, τότε υπάρχει σαφώς πρόβλημα.

Ποιο είναι αυτό το πρόβλημα μας το προβάλλει σε μια εμπεριστατωμένη ανάλυσή του ο Ανδρέας Παπανδρέου.[5] Λέει ο Α. Παπανδρέου: «Ως σοσιαλιστής είμαι ιδιαιτέρως εξοικειωμένος με την κλασική μαρξιστική άποψη ότι ο καπιταλισμός αναπτύσσει κοινωνικές δομές, όπως η ατομική ιδιοκτησία της παραγωγής, οι οποίες ανακόπτουν την πρόοδο της τεχνολογίας και της παραγωγικότητας και καθιστούν απαραίτητη την σοσιαλιστική επανάσταση. Για τον Μαρξ αυτή ήταν η κύρια αντίφαση του καπιταλισμού και η βάση του επιχειρήματος, ότι ο σοσιαλισμός ήταν ιστορικά αναπόφευκτος. Αλλά φαίνεται ότι ακριβώς το αντίθετο αληθεύει. Το καπιταλιστικό σύστημα δείχνει εντυπωσιακό δυναμισμό και μεταβάλλει τις αντιλήψεις που διακατείχαν επί μακρόν τους μαρξιστές σχετικά με το φθίνον μέλλον του καπιταλισμού» και προσθέτει στην συνέχεια: «Έτσι είμαι υποχρεωμένος να δώσω νέα ερμηνεία στα προβλήματα του καπιταλισμού από αυτήν του Μαρξ. Ο καπιταλισμός βρίσκεται σε βαθιά κρίση, όχι επειδή δεν εξασφαλίζει ανάπτυξη, αλλά λόγω της αυτοκαταστροφής στην οποία τον οδηγεί ο ίδιος ο δυναμισμός του».

Παραθέτουμε δύο τοποθετήσεις του Μαρξ στο θέμα αυτό: «Η διάσπαση της κοινωνίας σε μια εκμεταλλευτική και μια εκμεταλλευόμενη τάξη, σε μια κυρίαρχη και σε μια καταπιεζόμενη τάξη ήταν η απαραίτητη συνέπεια της προηγούμενης χαμηλής ανάπτυξης της παραγωγής».[6]  Και σε ένα άλλο σημείο προσθέτει: « Ότι η κυρίαρχη μεγαλοαστική τάξη εκπλήρωσε την ιστορική της αποστολή, ότι δεν είναι πια σε θέση να καθοδηγεί την κοινωνία και ότι μάλιστα γίνεται εμπόδιο στην ανάπτυξη της παραγωγής…».[7]

Όποιος περιμένει να πεθάνει ο καπιταλισμός, με τον τρόπο που τον ανέλυε η θεωρία, είναι – απ’ ό,τι φαίνεται – εκτός πραγματικότητας. Και ο λόγος είναι απλός. Ο καπιταλισμός τελικά προήγαγε σε απίθανο βαθμό τις κοινωνικές παραγωγικές δυνάμεις με τις νέες τεχνολογίες και εφευρέσεις, ιδίως στον τομέα της πληροφορικής, που βελτιώνουν την παραγωγικότητα,  σε αντίθεση με τον υπαρκτό σοσιαλισμό που έμεινε πίσω. Έτσι φαίνεται πως η θεωρία του Μαρξ ταιριάζει περισσότερο για τον ιστορικά συγκεκριμένο σοσιαλισμό παρά για τον καπιταλισμό. Αυτή είναι η τραγική ειρωνεία της ιστορίας, είτε θέλει να την παραδεχτεί κανείς είτε όχι. Η προοπτική που θέτει ο Μαρξ και ο Ένγκελς για τον καπιταλισμό στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο είναι ακόμη απόμακρη, ίσως και αυθαίρετη: «Πριν απ’ όλα η αστική τάξη παράγει τους νεκροθάφτες της. Η πτώση της και η νίκη του προλεταριάτου είναι το ίδιο αναπόφευκτα».[8] Θα μπορούσε κανείς βλέποντας τις εξελίξεις να ισχυριστεί το αντίθετο. Σήμερα η κυριαρχία του παγκόσμιου μονοπωλιακού καπιταλισμού είναι αναμφισβήτητη. Τι θα προκύψει αύριο είναι ακόμη άγνωστο.

Κατά τον Μαρξ το καπιταλιστικό σύστημα φέρει μέσα του τους σπόρους της αυτοκαταστροφής του, η οποία  θέτει τις βάσεις για μια ανώτερη μορφή κοινωνικής οργάνωσης. Επιπλέον ισχυρίζεται πως το σύστημα αυτό είναι σύμφυτο με αλλεπάλληλες κρίσεις, λόγω της αναρχίας της καπιταλιστικής παραγωγής. Γι’ αυτό και το γνωστό σύνθημα των Μαρξιστών: Ο καπιταλισμός πεθαίνει. Μια αυταπάτη που πληρώθηκε  ακριβά. Αποτελεί ο νεοφιλελευθερισμός μια ανώτερη καπιταλιστική βαθμίδα και μπορούμε να δούμε την προλεταριοποίηση της υφηλίου μέσω των πολυεθνικών εταιρειών, ως προοδευτική φάση του καπιταλισμού, που θα οδηγήσει τελικά στην τελική σύγκρουση ανάμεσα στο κεφάλαιο από τη μια και στο παγκόσμιο προλεταριάτο από την άλλη;

Ο καπιταλισμός φυσικά διέρχεται κρίσεις, αλλά μετά την μεγάλη κρίση του 1929 είχε την ικανότητα να αναπτύξει εκείνες τις ασφαλιστικές δικλίδες, που θα τον έβγαζαν από την κρίση. Απ’ ό,τι απέδειξε η πραγματικότητα, τέτοιες ασφαλιστικές δικλίδες δεν υπήρχαν στον υπαρκτό σοσιαλισμό. Και η σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση που από πολλούς θεωρείται σημαντικότερη αυτής του 1929 είναι απλώς κρίση στον τομέα της εργασίας και όχι του κεφαλαίου, το οποίο διέρχεται μια περίοδο αναδιάταξης και ανασυγκρότησης, βασισμένης στην εκμετάλλευση της εργασίας. Το βάρος δηλαδή αυτής της αναδιάταξης πέφτει στους ώμους των εργαζομένων γενικά. Όποιος δεν το βλέπει αυτό βρίσκεται εκτός πραγματικότητας ή κατέχεται από ιδεοληψίες που στην ουσία είναι ένα και το αυτό πράγμα.

Γιατί κάναμε άραγε όλη αυτήν την ιστορική θεωρητική αναφορά, ξεκινώντας από τον Μαρξ; Ο λόγος είναι απλώς. Από την ερμηνεία του Μαρξ ξεκινάει η σύγχυση στα μυαλά των σύγχρονων αυτοαποκαλούμενων μαρξιστών. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί εφαρμόζουν τη θεωρία του Μαρξ του 19 αιώνα στις συνθήκες του 21 αιώνα που είναι τελείως διαφορετικές από εκείνες της εποχής του Μαρξ. Μια τέτοια εφαρμογή είναι κατά πρώτο λόγο αντιμαρξιστική, για να μιλήσουμε με μαρξικούς όρους. Σήμερα δεν βρισκόμαστε στις συνθήκες ούτε του 19 ούτε στις συνθήκες του 20 αιώνα με την αντίθεση και την πάλη των αστικών κρατών μεταξύ τους. Σήμερα τα αστικά κράτη συνεργάζονται σε γενικά πλαίσια, ωσάν να εφαρμόζουν τα ίδια την μαρξιστική αρχή. Αντί δηλαδή να ενωθούν οι προλετάριοι, ενώνονται οι καπιταλιστές μεταξύ τους. Επιπλέον δεν ισχύει, όπως η ιστορική πράξη αποδεικνύει, ότι η αναγωγή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής σε κεφάλαιο και εργασία θα οδηγήσει αναγκαστικά στη δικτατορία του προλεταριάτου, όπως τόνισε ο Μαρξ και ΄Ενγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο: : «Πριν απ’ όλα η αστική τάξη παράγει τους νεκροθάφτες της. Η πτώση της και η νίκη του προλεταριάτου είναι το ίδιο αναπόφευκτα».[9]

«Η αναφορά του Μαρξ στη ‘δικτατορία του προλεταριάτου’, όπως θα δούμε και όπως έχουμε τονίσει ήδη στηρίζεται στο αναλυτικό του πρότυπο, σύμφωνα με το οποίο ο σοσιαλισμός θα υποκαταστήσει τον καπιταλισμό, αφού ο τελευταίος θα έχει φθάσει το τελικό του στάδιο, αφού δηλαδή ο καπιταλιστικός τύπος παραγωγής θα έχει εξουθενώσει όλες τις άλλες μορφές. Και βέβαια κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες η αντιδιαστολή ανάμεσα στον αγρότη και τον προλετάριο δεν έχει νόημα. Στην ιστορική πράξη η σοσιαλιστική αλλαγή συντελέστηκε όχι στις πιο προχωρημένες καπιταλιστικές χώρες, αλλά στις σχετικά υπανάπτυκτες, στις χώρες που βρίσκονται στο περιθώριο του καπιταλισμού. Σ’ αυτές τις χώρες ο καπιταλιστικός τύπος παραγωγής δεν κατόρθωσε να κυριαρχήσει στον αγροτικό τομέα – όπου η εκμετάλλευση παρέμεινε σε πρωτόγονα πλαίσια (μεσάζοντες, όροι εμπορίου, όροι δανεισμού κ.λπ.). Ήταν λάθος επομένως να δικαιώνει κανείς τη δικτατορία του προλεταριάτου, όπου το προλεταριάτο είναι μειοψηφία του εργαζόμενου λαού, στηριζόμενος στη φράση του Μαρξ»[10]

Ο Μαρξ βασικά πρέπει να είχε δίκιο για την εποχή του και ίσως αυτό να ισχύει και σήμερα, όταν έλεγε ότι, «Ένας κοινωνικός σχηματισμός ποτέ δεν  εξαφανίζεται προτού αναπτυχθούν όλες οι παραγωγικές δυνάμεις που μπορεί να χωρέσει, και νέες, ανώτερες παραγωγικές σχέσεις ποτέ δεν εμφανίζονται, προτού ωριμάσουν οι υλικοί όροι της ύπαρξής τους μέσα στους κόλπους της ίδιας της παλιάς κοινωνίας», εννοώντας βέβαια την αστική κοινωνία της εποχής του. Γι’ αυτό μπορούμε σήμερα με βάση τα ιστορικά και όχι θεωρητικά δεδομένα του παρελθόντος να ισχυριστούμε ότι τόσο η Ρωσία, όσο και η Κίνα πρέπει να περάσουν από το στάδιο της αστικοδημοκρατικής εξέλιξης, πριν μπορέσουν να προχωρήσουν σε επίπεδα μιας μετακαπιταλιστικής κοινωνίας ή επιχειρήσουν, όπως διατυπώνεται στη μαρξιστική φρασεολογία, το άλμα της προλεταριακής επανάστασης. Φαίνεται πως ιστορικά άλματα δεν έχουν αντίκρισμα και δικαίωση στην ιστορική εξέλιξη. Όπως συμβαίνει με τους ανθρώπους που δεν έχουν ζήσει φυσιολογικά την παιδική και εφηβική τους ηλικία και παθαίνουν νευρωτικές διαταραχές στην ενηλικίωση, έτσι και μια κοινωνία που δεν πέρασε το στάδιο της ανάπτυξης, έτσι όπως το περιέγραψε ο Μαρξ, δηλαδή όλες τις καπιταλιστικές βαθμίδες, πρέπει να επανέλθουν στην προηγούμενη τους κατάσταση και να ξαναρχίσουν από την αρχή, όπως συμβαίνει τώρα στη Ρωσία και στις πρώην ανατολικές χώρες και με κάποια ιδιομορφία στην Κίνα του σήμερα.

Είναι προφανές ότι η ιστορία εκδικείται, όταν την παραβιάζεις.

3. Συμπεράσματα για τη σημερινή κρίση της Αριστεράς και τρόποι διεξόδου

Η όλη ανάλυση σκοπό είχε να δείξει τα θεωρητικά αδιέξοδα που βρίσκεται η Αριστερά σήμερα και κυρίως η εκσυγχρονιστική Αριστερά και οι συνέπειές τους στην σημερινή πολιτική πρακτική.

Τα αδιέξοδα αυτά συνίστανται στα εξής:

α) Όσοι ασπάζονται τη θεωρία του Μαρξ και των επιγόνων του πρέπει να θεωρούν ότι ο καπιταλισμός, όπως λέει ο ίδιος, αποτελεί μια προοδευτική μορφή του οικονομικού κοινωνικού σχηματισμού.

β) Η σημερινή εξελιγμένη μορφή του καπιταλισμού έχει τα χαρακτηριστικά του νεοφιλελευθερισμού, ενός πολιτικοοικονομικού συστήματος, που προωθεί την παγκοσμιοποίηση: ΄Ενα διεθνές σύστημα που βασίζεται στη λογική της πλήρους και χωρίς όρους απελευθέρωσης του ανταγωνισμού, σε ότι αφορά αγαθά, υπηρεσίες και κεφάλαιο και που βασίζεται στο ιδεολόγημα ότι αυτό είναι προς το συμφέρον όλων των ανθρώπων της υφηλίου.

γ) Συνέπεια αυτού του ιδεολογήματος είναι ότι κάθε εμπόδιο που αντίκειται στο σύστημα αυτό αποτελεί φραγμό στην πρόοδο και πρέπει να καταπολεμηθεί και εξαλειφθεί με κάθε τρόπο και μέσο. Επιπλέον έρχεται σε αντίθεση με την άποψη του Μαρξ για την ολοκλήρωση της καπιταλιστικής ανάπτυξης, για να επακολουθήσει μετά από αυτήν η μετακαπιταλιστική κοινωνία.

δ) Επειδή κατά την άποψη της σχολής αυτής, που ερμηνεύει τον Μαρξ κατά τον συγκεκριμένο τρόπο, στην ελεύθερη διακίνηση αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων μπαίνει φραγμός το έθνος κράτος με τις ιδιαιτερότητές του, πρέπει το έθνος κράτος, που θεωρείται μάλιστα τεχνητή κατασκευή της αστικής τάξης, να διαλυθεί εις τα εξ ων συνετέθη. Με αυτή την έννοια δεν έχει απολύτως καμιά αξία – και ας θεωρηθεί υπερβολή, ως στοιχείο επίτασης της επιχειρηματολογίας – η υπεράσπιση οποιουδήποτε εθνικού θέματος, όπως είναι η Κύπρος, το Αιγαίο, η Θράκη, η ελληνική Μακεδονία κ.λπ. «Δεν έχει σημασία», σύμφωνα με αυτήν την νοοτροπία, «αν στην ΄Αγκυρα κυματίζει η ελληνική σημαία ή στην Ακρόπολη η τουρκική», όπως είχε πει κάποτε ο πρόεδρος των Οικολόγων Πρασίνων Τρεμόπουλος, αν ευσταθεί, ότι κάποτε το ισχυρίστηκε. Δεν έχει καμία σημασία, αν στατιές εξαθλιωμένων λαθρομεταναστών κατακλύσουν την Ελλάδα και την Ευρώπη. Η ταξική πάλη να ναι καλά. Όλα αυτά, σύμφωνα με την παγκοσμιοποιημένη νοοτροπία αποτελούν εθνικιστικά, αντιδραστικά και οπισθοδρομικά κατάλοιπα του παρελθόντος που πρέπει να εξαλειφθούν. Και όσο το γρηγορότερο, τόσο το καλύτερο. Βέβαια η εφαρμογή από τη νέα τάξη της παγκοσμιοποίησης με την κατάργηση των εθνών -κρατών δεν είναι ενιαία. Αλλού η νέα τάξη είναι υπέρ της δημιουργίας κρατών – εθνών. Τυπικό παράδειγμα τα Σκόπια.[11] Επιπλέον η παρεμπόδιση της ελεύθερης και απρόσκοπτης διακίνησης των οικονομικών μεταναστών αντίκειται στην αρχή της ελεύθερης διακίνησης υπηρεσιών, που συνιστά βασική αρχή της παγκοσμιοποίησης. Αποτελεί τεράστια απάτη να πιστεύει κανείς ότι τα αστικά κόμματα είναι ενάντια στην μετανάστευση, δηλαδή ενάντια στο φτηνό εργατικό δυναμικό και στην εκμετάλλευση του εξαθλιωμένου λούμπεν προλεταριάτου. Την μετανάστευση προωθούν οι καπιταλιστές που εκπροσωπούνται από τα αστικά κόμματα. Αυτή την αλήθεια δεν μπορεί να την παραγνωρίσει κανείς.

Αυτή είναι η άποψη της μαρξιστικής αυτής σχολής, στην πυρηνική της ουσία, την οποία ασπάζονται τόσο οι νεοφιλελεύθεροι όσο και οι μαρξιστές, αυτής της ερμηνευτικής σχολής. Στην τελευταία κατηγορία ανήκουν οι εκσυγχρονιστές και οι Ανανεωτές της Αριστεράς. Η ταύτισή τους με την πολιτική των αστικών κομμάτων είναι απόλυτη. Απλώς οι αφετηρίες είναι διαφορετικές, όμως καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα: τον νεοφιλελευθερισμό και την νέα τάξη.

Τα ανωτέρα δεδομένα αποδεικνύουν την πλήρη ταύτιση του διεθνισμού με την παγκοσμιοποίηση, έτσι όπως δυστυχώς την εννοεί αυτή η συγκεκριμένη μαρξιστική σκέψη.

Αυτό το σύστημα ενός καινοφανούς διεθνισμού, δηλαδή το μόνο που υπάρχει είναι η ταξική πάλη και ουδέν πέραν τούτου, που υπηρετεί τα συμφέροντα  αποκλειστικά των μονοπωλίων, αποτελεί κατάφορη αντίθεση  στην εαμογενή παράδοση του λαού μας και εκφράζεται στην πράξη με την απαξίωση των κομμάτων και οργανώσεων της Αριστεράς από την κοινωνική Αριστερά στην Ελλάδα. Η Αριστερά, για να το πούμε σχηματικά και παραστατικά, όταν μεγαλουργούσε, κρατούσε με το ένα χέρι την ελληνική σημαία και με το άλλο το σφυροδρέπανο. Μήπως τώρα της έχει μείνει μόνο το σφυροδρέπανο και αυτό ένα κατάλοιπο του 19 αιώνα; Και όσο η Αριστερά παραμένει σ’ αυτά τα πλαίσια θα μαραζώνει στο περιθώριο της κοινωνίας, μακριά από τις πολιτικές εξελίξεις που θα καθορίζουν άλλοι ερήμην της. Για να το εκφράσουμε με υπερβολή: Γιατί να την προτιμήσουν, αφού τα αστικά κόμματα την εφαρμόζουν στην πράξη με μεγαλύτερη συνέπεια και αποτελεσματικότητα;

Αυτός πιθανόν είναι και ο λόγος που ο νομπελίστας Γάλλος οικονομολόγος Maurice Allais αποφαίνεται ότι «η τύφλωση των πολιτικών ηγετών μας, Δεξιάς και Αριστεράς, από το 1974, είναι πλήρως υπεύθυνη για τη δραματική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε τώρα». [12]  Η επιβολή, κατά την άποψή του, της παγκοσμιοποίησης στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση από τους Αμερικανούς και τους ΄Αγγλους συνετέλεσαν ώστε η Ευρωπαϊκή ΄Ενωση να μεταβληθεί σε ζώνη ελεύθερου εμπορίου για τις πολυεθνικές εταιρείες όχι μόνο των ΗΠΑ, αλλά και της υφηλίου γενικότερα. Υ υπονόμευση του εθνικού κράτους από την άλλη συντελεί στην «υφαρπαγή από τους λαούς της κυριαρχίας τους, της ελευθερίας τους, της δημοκρατίας τους και της ταυτότητάς τους και την αναγωγή τους από πολίτες σε χειραγωγούμενους καταναλωτές μιας ασύδοτης αγοράς, χωρίς σύνορα, θεσμικό πλαίσιο, εγγυήσεις και ελέγχους»[13] Ο ίδιος διαπιστώνει ότι από το 1974 έως το 2005 παρατηρείται σταθερή μείωση κατά 60% του ρυθμού αναπτύξεως και κατακόρυφη άνοδος της ανεργίας και της υποαπασχόλησης. Μία βασική αιτία αυτής της κρίσης στην Ευρωπαϊκή ΄Ενωση αναγνωρίζει στο άρθρο 110 της Συνθήκης της Ρώμης της 25ης Μαρτίου 1957, το οποίο επανελήφθη και περιελήφθη στις επόμενες συνθήκες και που πρέπει να αλλάξει. Λέει το άρθρο 110: «Τα κράτη -μέλη συνιστώντα μεταξύ τους μια τελωνειακή ένωση, έχουν ως στόχο να συμβάλουν, σύμφωνα με το γενικό συμφέρον, στην αρμονική ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου, στην προοδευτική κατάργηση των περιορισμών στις διεθνείς ανταλλαγές και στη μείωση των δασμολογικών φραγμών».[14] 

Τι σημαίνει αυτό το άρθρο βασικά: Την πλήρη υποταγή της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης στην παγκοσμιοποίηση, δηλαδή στα κελεύσματα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΟΑΣΑ, του Διεθνούς Οργανισμού Εμπορίου, που ελέγχονται και κατευθύνονται από τις πολυεθνικές εταιρείες ανά τον κόσμο, με κυρίαρχες αυτές των ΗΠΑ.

Το τελικό ερώτημα που μπαίνει στην Αριστερά είναι: Η Αριστερά από την Σοσιαλδημοκρατική έως την ΄Ακρα Αριστερά συναινεί και ταυτίζεται με αυτή την πολιτική των πολυεθνικών μονοπωλίων στην πράξη και όχι διακηρυχτικά ή θεωρητικά;

Η απάντηση η δική μου, με βάση την ανάλυση που έκανα, είναι: Ναι, ταυτίζεται στην ουσία με εξαίρεση ορισμένες παραλλαγές.

Θέλω ωστόσο το κρίσιμο δίλημμα να γίνει τελείως καταληπτό. Ο Μαρξ διακήρυξε στην Κριτική της πολιτικής οικονομίας και μάλιστα στον πρόλογό της ότι: «Σε γενικές γραμμές μπορούν ο ασιατικός, ο αρχαίος, ο φεουδαρχικός και ο σύγχρονος αστικός τρόπος παραγωγής να χαρακτηριστούν ως προοδευτικές εποχές του οικονομικού κοινωνικού σχηματισμού»[15]. Το απλό ερώτημα είναι: Ο νεοφιλελευθερισμός με την παγκοσμιοποίηση, αποτελούν ή όχι ανώτερη μορφή του καπιταλισμού, που αργότερα θα οδηγήσει στον αποκλειστικό τύπο παραγωγής, δηλαδή από τη μια το κεφάλαιο και από την άλλη η εργατική τάξη; Αν ναι, τότε πρέπει και είναι καθήκον της Αριστεράς να ενισχύσει αυτή την εξελικτική πορεία. Αν όχι πρέπει να την καταπολεμήσει. Σ’ αυτό το δίλημμα πρέπει να απαντήσει η Αριστερά. Κατά την δική μου άποψη – και θα ήθελα να κάνω λάθος -, η Αριστερά, σ’ όλες της τις εκφάνσεις, απάντησε καταφατικά στο πρώτο σκέλος. Και δεν εννοώ μόνο θεωρητικά, αλλά και στην πράξη. Δηλαδή αποδέχτηκε πλήρως την παγκοσμιοποίηση του νεοφιλελευθερισμού.

Και όσο αυτή η θεώρηση δεν αλλάζει, η Αριστερά δεν πρόκειται να δει «θεού πρόσωπο», έστω κι’ αν τώρα την υποστήριζε ο Μαρξ, αν ζούσε, που δεν το πιστεύω κάτω από τις καινούργιες συνθήκες. Το φαινόμενο των συνθηκών και της σημασίας τους εξηγεί ο ΄Ενγκελς επαρκώς: «΄Εχουμε πάντα συνείδηση ότι οι γνώσεις που αποκτούμε είναι αναγκαστικά περιορισμένες, ότι καθορίζονται από τις συνθήκες, όπου τις αποχτήσαμε»[16]

Εν κατακλείδι: Τόσο η εκσυγχρονιστική Αριστερά όσο και η εκσυγχρονιστική Δεξιά (Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ), από διάφορες αφετηρίες, αλλά σε συγκλίνουσα πορεία, αποτελούν την εμπροσθοφυλακή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.

* Ο Δαμιανός Βασιλειάδης είναι εκπαιδευτικός. Βιογραφικό στο ιστολόγιό του: http://damonpontos.gr/?page_id=2

                                                                                    Αθήνα, 9.9.09

Παραπομπές

[1] Βλ. Β.Ι.Λένιν, Τι να κάνουμε, στο Λένιν ΄Απαντα, τόμ. 5, σ. 372. εκδοτικό της Κ.Ε.του ΚΚΕ, εκδ. «Νέα Ελλάδα»1951, σ. 424.

[2] Βλ. Δαμιανός Βασιλειάδης, Δημοκρατικός Σοσιαλισμός, το όραμα του ΠΑΚ και του ΠΑΣΟΚ και η εφαρμογή του στην πράξη, εκδ. «Εναλλακτικές εκδόσεις», Αθήνα 2006. Με το ίδιο και παρόμοια θέματα ασχολήθηκα και σε άλλες αναλύσεις μου που περιλαμβάνονται στο ιστολόγιό μου: Damonpontos.

[3] Καρλ Μαρξ, Κριτική της πολιτικής οικονομίας, (πρόλογος), στο Κ.Μαρξ – Φ. Ένγκελς, Διαλεχτά έργα, τόμ. Ι, εκδοτικό της Κ.Ε.του ΚΚΕ, εκδ. «Νέα Ελλάδα»1951, σ. 424.

[4] Καρλ Μαρξ, Κριτική της πολιτικής οικονομίας, ό.π., σ. 424.

[5] Αποσπάσματα από μια συνέντευξη του Α. Παπανδρέου στον εκδότη του ΝΠQ Στάνλεϊ Σέινμπαουμ και τον διευθυντή Νάθα Γκάρντελς, εφημ. «Ελευθεροτυπία», 23.6.2003, σ. 14.

[6] Φ. Ένγκελς, Η εξέλιξη του Σοσιαλισμού, στο Κ. Μαρξ – –  Φ. Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα,  τόμ. ΙΙ, όο.π., σ. 167.

[7] Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, Καρξ Μαρξ,  Διαλεκτά Έργα, τόμ. ΙΙ, όο.π.,  σ. 183.

[8] Κ. Μαρξ – Φ. Ένγκελς, Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, στο Κ. Μαρξ –  Φ. Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα, τόμ.  Ι. όο.π.,  σ. 34.

[9] Κ. Μαρξ – Φ. Ένγκελς, Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος, στο Κ. Μαρξ –  Φ. Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα, τόμ.  Ι. όο.π.,  σ. 34.

[10] Α. Γ. Παπανδρέου, ο.π., σ. 42

[11] Η παγκοσμιοποίηση, όπως δείχνει καθαρά το παράδειγμα των Σκοπίων, δεν εφαρμόζεται ενιαία. ΄Οταν πρόκειται οι ΗΠΑ να δημιουργήσουν προτεκτοράτα, απόλυτα ελεγχόμενα και εξαρτημένα από τους ίδιους, τότε δημιουργούν και κράτη και εθνότητες. Είναι τυπικό παράδειγμα κράτους που προσπαθεί να δημιουργήσει εθνότητα με την υφαρπαγή της ιστορίας και της παράδοσης των Μακεδόνων, ως μη Ελλήνων, όπως ισχυρίζονται. Αλλιώς δεν μπορούν να υπάρξουν. Γι’ αυτό προσπαθούν να σφετεριστούν το όνομα της Μακεδονίας. Στην περίπτωση αυτή ισχύει η θεωρία που λέει ότι το έθνος είναι κατασκευή του κράτους.

[12] Maurice Allais, «Η παγκοσμιοποίηση υπονομεύει την Ευρώπη και την οδηγεί στην καταστροφή», συνέντευξη δημοσιευμένη στον Παρόν, 6.9.2009.

[13] Βλ. εφημερίδα το Παρόν, 6.9.2009, σ. 26.

[14] Maurice Allais, ό.π.

[15] Καρλ Μαρξ, Κριτική της πολιτικής οικονομίας  (πρόλογος), στο Κ. Μαρξ – Φ. Ενγκελς, Διαλεχτά έργα, τόμ. Ι, εκδοτικό της Κ.Ε. του ΚΚΕ, εκδ. «Νέα Ελλάδα» 1951, σ. 424.

[16] Φρίντριχ ΄Ενγκελς, Ο Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασσικής γερμανικής φολοσοφίας, στο Κ. Μαρξ – Φ. ΄Ενγκελς, Διαλεχτά ΄Εργα, τόμ. ΙΙ, εκδοτικό της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, 1951, σ. 449.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.