ΣΕ ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕΤΡΗΣΗ:
Χωρίς να σημαίνει πως δεν κάνουμε λάθος έχουμε την εντύπωση ότι, είμαστε αντιμέτωποι με μία ακόμη μεταβατική κυβέρνηση – αφού η μη τήρηση των προεκλογικών δεσμεύσεων, η οποία αποτελεί τον προάγγελο των πολιτικών αλλαγών, είναι μάλλον δεδομένη
Του Βασίλη Βιλιάρδου*
Η κυβέρνηση, δια του διορισμένου, μη εκλεγμένου και συμπαθέστατου υπουργού οικονομικών (καλώς ή κακώς, αιτιολογημένα ή μη, ελάχιστοι είναι αυτοί που πίστευαν ότι, θα μπορούσε ποτέ να αναλάβει τέτοιες ευθύνες το συγκεκριμένο άτομο), έχει θέσει σαν απόλυτη προτεραιότητα της:
(α) τις ιδιωτικοποιήσεις των πάντων (νεοφιλελεύθερο δόγμα), χωρίς απολύτως καμία στρατηγική και στη χειρότερη εποχή διεθνώς, καθώς επίσης
(β) την πιστή εφαρμογή του μνημονίου (δόγμα λιτότητας) – παρά το ότι, ο συνδυασμός των δύο αυτών «δεινών» οδηγεί με ασφάλεια στην εξαθλίωση, στη χρεοκοπία, στην έξοδο από την Ευρωζώνη και στη δραχμή.
Οι νέες δουλοπρεπείς υποκλίσεις δε στη Γερμανία, έτσι όπως μεταδόθηκαν από τα ΜΜΕ, είναι κάτι παραπάνω από «αποκαλυπτικές των προθέσεων».
Όσον αφορά τώρα τις νέες μειώσεις των μισθών που προαναγγέλλονται, είναι ότι χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί στην Ελλάδα σήμερα – μεταξύ άλλων, αφού με βάση τους μισθούς διαμορφώνονται όλες οι υπόλοιπες τιμές των περιουσιακών στοιχείων. Ειδικά αυτές των ακινήτων, με αποτέλεσμα να προκαλείται ένα διπλό, δισεπίλυτο πρόβλημα:
(α) όλοι όσοι έχουν λάβει ενυπόθηκα δάνεια από τις τράπεζες, να οφείλουν συχνά υψηλότερα ποσά από την καινούργια αξία των ακινήτων τους και να μην τα πληρώνουν (όπως συνέβη στις Η.Π.Α.), ενώ
(β) οι εγγυήσεις που έχουν οι τράπεζες στη διάθεση τους να περιορίζονται, με την ανάλογη αύξηση των «κόκκινων δανείων» – με αποτέλεσμα να αυξάνονται διαρκώς οι ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης τους (ποσά που σε τελική ανάλυση επιβαρύνουν τον προϋπολογισμό, το δημόσιο χρέος και τους πολίτες της χώρας).
Παράλληλα βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς τις «τιτλοποιήσεις» των ενυπόθηκων δανείων, τις οποίες χρησιμοποίησαν οι τράπεζες στο παρελθόν για την ενίσχυση της ρευστότητας τους – γεγονός που σημαίνει ότι, συχνά οι ιδιοκτήτες των ενυπόθηκων δανείων δεν είναι οι ελληνικές τράπεζες που επιλέξαμε, αλλά κάποιος άγνωστος επενδυτής στο εξωτερικό.
Αυτές ήταν αλήθεια οι προεκλογικές δεσμεύσεις της συγκυβέρνησης; Με αυτές τις εξαγγελίες ψηφίστηκε από τους Έλληνες; Μήπως ακόμη μία φορά πρόκειται για "υπεξαίρεση" της ψήφου των Ελλήνων, όπως συνέβη δυστυχώς το 2009;
Θα το ανεχθούν ξανά οι Έλληνες, σιωπώντας ως συνήθως και επιτρέποντας τόσο στην ύφεση, όσο και στην ανεργία, να καταστρέψουν εντελώς την πατρίδα τους; Θα συνεχίσουν να μένουν απαθείς απέναντι στη λεηλασία τόσο της δημόσιας, όσο και της ιδιωτικής περιουσίας τους; Θα μείνουν αδιάφοροι στην επανατοποθέτηση της μίας κοινωνικής ομάδας απέναντι στην άλλη;
Θα υπομείνουν καρτερικά το συνεχιζόμενο, διεθνή εξευτελισμό και θα υποστούν ακόμη μεγαλύτερες προσβολές – «μεταλλάσσοντας» τες σε τύψεις συνείδησης και αυτομαστίγωμα, αντί σε υγιείς αντιστάσεις; Δεν θα ήταν ο απόλυτος ορισμός της ανοησίας και της αυτοκαταστροφικότητας;
Δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια το ότι, η συμβίωση (γάμος, ενώσεις όπως η ευρωπαϊκή κλπ.) μπορεί να είναι δημιουργική, λειτουργική, καθώς επίσης να έχει διάρκεια και μέλλον, μόνο όταν τα «υποκείμενα» είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους; Είναι αλήθεια ανεξάρτητοι οι Έλληνες; Ανταποκρίνεται στις επιδιώξεις και στους στόχους τους η κυβερνητική Τρόικα;
Τέλος, όσον αφορά την αξιωματική αντιπολίτευση, θεωρεί κανείς πως οι εκλογείς της σκέφθηκαν ποτέ ότι, θα είχαν σαν πρότυπο τη Βενεζουέλα; Είναι συμβατό με την Ελλάδα ένα τέτοιο πολιτικό σύστημα ή μήπως θα ήταν προτιμότερη η μικτή οικονομία, σε καθεστώς άμεσης δημοκρατίας – ειδικά σε μία χώρα της οποίας τόσο το μέγεθος, όσο και η ποιότητα-βάθος του πολιτισμού της, μπορούν να εγγυηθούν την επιτυχία του;
Άρθρο
Όλοι γνωρίζουμε ότι, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τη λήψη φαρμάκων – κυρίως επειδή ο οργανισμός τα συνηθίζει, οπότε χάνουν τη θεραπευτική ιδιότητα τους και παραμένουμε εκτεθειμένοι στην ασθένεια, χωρίς όπλα.
Ουσιαστικά το ίδιο συμβαίνει και στην οικονομία – όταν οι εκάστοτε κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να γιατρέψουν τις παθογένειες της, με τη βοήθεια της νομισματικής πολιτικής. Δηλαδή, η αγορά συνηθίζει τα μέτρα και παύει πλέον να αντιδράει φυσιολογικά – οπότε είναι σχεδόν αδύνατο να εμποδιστεί το μοιραίο (κατάρρευση).
Στα πλαίσια αυτά, σαν αποτέλεσμα της αύξησης της ποσότητας χρήματος από τη Fed, σε συνδυασμό με τα σχεδόν μηδενικά επιτόκια δανεισμού, η ζήτηση για ακίνητα (οπότε οι τιμές πώλησης τους και η οικοδομική δραστηριότητα) θα έπρεπε να αυξηθεί στις Η.Π.Α. Εν τούτοις, οι τιμές συνεχίζουν να πέφτουν – ενώ είναι σήμερα κατά 10% χαμηλότερες, σε σχέση με δύο χρόνια πριν, παρά το ότι τα επιτόκια για στεγαστικά δάνεια ευρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά.
Περαιτέρω, οι πραγματικές επενδύσεις στις οικοδομές είναι σχεδόν οι μισές, σε σχέση με το παρελθόν – όπως επίσης οι επενδύσεις γενικότερα των αμερικανικών επιχειρήσεων, αν και οι μεγάλοι υπερεθνικοί όμιλοι διαθέτουν άφθονα μετρητά στα ταμεία τους.
Την ίδια στιγμή, πολλές μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση στο δανεισμό – επειδή οι τοπικές τράπεζες αποσβένουν ακόμη τα ενυπόθηκα κόκκινα δάνεια του παρελθόντος (ζημίες), ενώ τα κεφάλαια τους είναι πάρα πολύ χαμηλά (το ίδιο συμβαίνει στην Ισπανία, στην Ιρλανδία και αλλού).
Όπως φαίνεται λοιπόν, η νομισματική πολιτική (φάρμακο) στις Η.Π.Α. έχει εξαντλήσει τα περιθώρια της, χωρίς δυστυχώς να θεραπεύσει τον ασθενή – ο οποίος έχει πλέον ανοσία στα φάρμακα.
Επομένως, η αντίστροφη μέτρηση συνεχίζεται, τόσο στις Η.Π.Α., όσο και στην Ευρωζώνη – γεγονός που είναι πιθανότατα αδύνατον να μην επηρεάσει την Κίνα και τον υπόλοιπο πλανήτη.
Πόσο μάλλον όταν πάψει η Ελλάδα να τοποθετείται γκεμπελικά στην κορυφή των ειδήσεων, με στόχο να αποπροσανατολίζονται όλοι από τα πραγματικά μεγάλα προβλήματα: τις ευρωπαϊκές τράπεζες και την υπερχρεωμένη, ελλειμματική αμερικανική οικονομία.
Ειδικά όσον αφορά τις τράπεζες, εάν κατανοήσει κανείς ότι επενδύουν πάνω από 50 φορές τα ίδια κεφάλαια τους, θα συνειδητοποιήσει την τεράστια απειλή που καλύπτει σαν σκοτεινό σύννεφο τον ουρανό της Δύσης. Για παράδειγμα, το ποσοστό των βασικών κεφαλαίων της Credit Suisse υπολογίζεται στο 15,6% – ένας από τους καλύτερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας παγκοσμίως. Εάν όμως εξετάσει κανείς τα ίδια κεφάλαια της (ο διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες), θα διαπιστώσει έντρομος ότι, αποτελούν μόλις το 2,7% του ισολογισμού της – ένα εξαιρετικά επικίνδυνο μέγεθος.
Συνεχίζοντας, προφανώς η λύση δεν είναι τα βασικά επιτόκια δανεισμού, η αύξηση της ποσότητας χρήματος και γενικότερα τα φάρμακα της νομισματικής πολιτικής – ούτε η μείωση της φορολογίας, ειδικά σε χώρες όπως η Ελλάδα, αφού οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις δεν πληρώνουν (φοροαποφυγή), ενώ οι μικρές δεν έχουν κέρδη για να πληρώσουν.
Η λύση είναι η σωστή κατανομή των εισοδημάτων (αναδιανομή), έτσι ώστε αυτοί που πράγματι μπορούν να καταναλώσουν (μικρομεσαία εισοδηματικά στρώματα), δημιουργώντας ζήτηση και επομένως επενδύσεις, να έχουν τις δυνατότητες να το κάνουν.
Δυστυχώς όμως, αυτό που συμβαίνει είναι ακριβώς το αντίθετο, επειδή εκείνοι οι οποίοι επωμίζονται όλα τα βάρη (δημόσιο χρέος, ελλείμματα κλπ.), είναι οι πολλοί και οι ασθενέστεροι οικονομικά – με αποτέλεσμα να μειώνεται η κατανάλωση και να εκμηδενίζονται οι επενδύσεις.
Η Ελληνική ιδιαιτερότητα
Οφείλουμε να μην ξεχνάμε ότι, η πατρίδα μας ήταν για αιώνες σκλαβωμένη σε έναν υποανάπτυκτο λαό. Δεν βίωσε ούτε αναγέννηση, ούτε διαφωτισμό – ενώ αμέσως μετά τη μερική απελευθέρωση της, ακολούθησε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, η μεγάλη ύφεση, ο δεύτερος παγκόσμιος, ο εμφύλιος, η φτώχεια, η δικτατορία κοκ. Πρόσφατα δε έγινε στόχος των διεθνών τοκογλύφων και ο δούρειος ίππος της εισβολής τους στην Ευρωζώνη.
Παράλληλα, η πατρίδα μας ήταν εύκολο μετά από τις τόσες περιπέτειες και τη φτώχεια του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού της, να βυθιστεί στην παγίδα του χρέους – ενώ δεν ήταν η μοναδική, αφού ολόκληρη η δύση υπερχρεώθηκε, με αφετηρία τη δεκαετία του 80: την απαρχή της βασιλείας των αγορών και του νεοφιλελευθερισμού.
Είναι άδικο λοιπόν να την κατηγορούμε σε τέτοιο βαθμό, όσο μεγάλα και αν είναι τα λάθη της – πόσο μάλλον όταν η προθυμία για αλλαγή υπάρχει. Απλά οι Έλληνες, έχοντας βιώσει τόσα δεινά, είναι κάτι παραπάνω από προσεκτικοί και εξαιρετικά φιλύποπτοι – τουλάχιστον όσον αφορά τις πραγματικές προθέσεις της εκάστοτε ηγεσίας τους.
Επίλογος
Υπάρχουν αρκετοί οι οποίοι ισχυρίζονται ότι, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο – άλλοι σκόπιμα (τοκογλύφοι, εισβολείς, τοπική ελίτ κλπ.) και άλλοι όχι. Σχετικά με αυτό οφείλει να τονίσει κανείς πως δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία το ύψος του χρέους, όσο οι δυνατότητες εξυπηρέτησης του (επιτόκιο, ετήσιες δόσεις αποπληρωμής, μακρο- και μικροοικονομικές συνθήκες της οικονομίας κοκ).
Στα πλαίσια αυτά και χωρίς να επεκταθούμε σε περιττές λεπτομέρειες, αφού έχουμε αναλύσει το θέμα πολλές φορές, το χρέος της Ελλάδας, με κριτήριο τα περιουσιακά της στοιχεία (δημόσιες επιχειρήσεις, υπόγειος πλούτος, ακίνητα, γερμανικές αποζημιώσεις κλπ), είναι απολύτως διαχειρίσιμο – φυσικά όχι, εάν παραμείνει στην εγκληματική αποδοχή του μνημονίου και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι, οι πολίτες θα εμπιστευθούν ξανά την πολιτική.
Κλείνουμε με μία πολύ σημαντική "λεπτομέρεια", η οποία ανακοινώθηκε από τον υπουργό οικονομικών, χωρίς να δοθεί ίσως η απαιτούμενη προσοχή από όλους εμάς. Όπως αναφέρθηκε, η κυβέρνηση θα εισάγει άμεσα μέτρα αποκατάστασης της εμπιστοσύνης και τόνωσης του επενδυτικού ενδιαφέροντος.
Για παράδειγμα, τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας του οργανισμού αποκρατικοποιήσεων, να δέχεται ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, ως τίμημα για τις αποκρατικοποιήσεις.
Δηλαδή, εάν καταλάβαμε σωστά, οι διεθνείς επενδυτές θα μπορούν να αγοράζουν ομόλογα του δημοσίου στη δευτερογενή αγορά, σε εξευτελιστικές τιμές και να τα χρησιμοποιούν στη συνέχεια, στο 100% της αξίας τους, για την εξαγορά (ιδιωτικοποίηση) των επιχειρήσεων του δημοσίου (!) – κάτι που, εκτός των άλλων, δεν θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, αφού απλά θα αλλάζει η ιδιοκτησία των υφισταμένων εταιρειών. Δεν είναι αλήθεια ντροπή να μας κοροϊδεύουν (εάν ισχύουν βέβαια τα παραπάνω) τόσο απροκάλυπτα;
ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2647.aspx#.T_0sxpGHrgl
* Βασίλης Βιλιάρδος (copyright), Αθήνα, 10. Ιουλίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι συγγραφέας, οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου. Έχει εκδώσει πρόσφατα τρία βιβλία της σειράς «Η κρίση των κρίσεων» (διάθεση με παραγγελία στο kb@kbanalysis.com).