Κρίση, επιστημονική – τεχνολογική έκρηξη: Ο καπιταλισμός δεν χωρά στον εαυτό του – Μέρος Ι
Του Αλέκου Αναγνωστάκη
Η ουσιαστικότερη διαφορά ανάμεσα στην τωρινή κρίση και τις προηγούμενες έγκειται ακριβώς στο ότι εξελίσσεται σε ένα περιβάλλον όπου οι δυνάμεις που αμφισβητούν την αστική κυριαρχία, έχουν την αντικειμενική τάση να αναπτύσσονται βαθύτερα, ταχύτερα και σε ανώτερο επίπεδο από τις δυνάμεις της συμφωνίας και της ενίσχυσης του εκμεταλλευτικού συστήματος. Αυτή είναι η υλική βάση της δικιάς μας αισιοδοξίας. Στην ουσία ο καπιταλισμός δεν χωρά στον εαυτό του. Τις παραγωγικές δυνάμεις που ο ίδιος επαναστατικοποιεί, ιδιοποιείται, διαστρέφει και ακρωτηριάζει, δεν μπορεί να τις εσωτερικεύσει χωρίς σοβαρές διαταραχές στη λειτουργία του.
«Η συνεχής ανατροπή της παραγωγής, ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση διακρίνουν την αστική εποχή από όλες τις προηγούμενες», υπογράμμιζε έντονα ο Μαρξ στο Κομμουνιστικό μανιφέστο εκατόν εξήντα δύο χρόνια από σήμερα. «Διαλύονται», συνέχιζε, «όλες οι στέρεες, σκουριασμένες σχέσεις με την ακολουθία τους από παλιές σεβάσμιες παραστάσεις και αντιλήψεις και όλες οι καινούργιες που διαμορφώνονται παλιώνουν πριν προλάβουν να αποστεωθούν. Κάθε τι κλειστό και σταθερό εξατμίζεται, κάθε τι ιερό βεβηλώνεται και στο τέλος οι άνθρωποι αναγκάζονται να αντικρούσουν με νηφάλιο μάτι τη θέση τους στη ζωή και τις αμοιβαίες σχέσεις τους».
Η σχέση αυτών των σκέψεων με την πραγματικότητα δοκιμάζεται στις ραγδαίες, απρόσμενες και απροσδόκητες εξελίξεις εντός της εξελισσόμενης καπιταλιστικής ύφεσης που ακολούθησε την κρίση που εκδηλώθηκε στα τέλη του 2007 – 2008.
Εδώ και πέντε περίπου χρόνια η ανθρωπότητα ζει στη δίνη μιας από τις τέσσερις μεγαλύτερες κρίσεις των αιώνων του καπιταλισμού που κλονίζει καταστάσεις και βεβαιότητες.
Μετά τέτοιου ιστορικού χαρακτήρα κρίσεις ο καπιταλισμός γίνεται άλλος από αυτόν που γνωρίζαμε. Η αστική δημοκρατία αλλάζει, οι διεθνείς σχέσεις μεταβάλλονται, η οργάνωση της εργασίας αλλάζει, το εργατικό κίνημα, κάτω από την ιδιαίτερα βίαιη ταξική αναμέτρηση παίρνει άλλη μορφή και περιεχόμενο, η Αριστερά αλλάζει. Το ερώτημα είναι «προς τα πού;».
Η πρώτη μεγάλη κρίση, η κρίση του 1873 – 1895, συνδέθηκε με το πέρασμα στο μονοπωλιακό καπιταλισμό, την αντιδραστικοποίηση της αστικής τάξης, την ποιοτική και ποσοτική άνοδο του εργατικού κινήματος που συμπυκνώνεται στον επαναστατικό εργατικό αγώνα για το οκτάωρο.
Η κρίση του 1929 – 1945 συνδέθηκε τελικά με την ανελέητη, μέσω πρωτίστως του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και πάνω απ' όλα της εργατικής δύναμης. Συνδέθηκε επίσης με την «ολοκλήρωση» του κρατικού μονοπωλιακού καπιταλισμού, την προώθηση του κεϋνσιανισμού – κράτους πρόνοιας, που αποτέλεσε την πολιτική απάντηση στο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα το οποίο έβγαινε από τον πόλεμο ενισχυμένο και επικίνδυνο, παρά τη συντελούμενη μετάλλαξη προς μια πολιτική συνδιαχείρισης των κομμουνιστικών κομμάτων.
Η κρίση του 1973 – 1985, στην ουσία κρίση της κεϋνσιανικής διαχείρισης του καπιταλισμού, είχε ως αποτέλεσμα όλοι οι κρίσιμοι δείκτες του καπιταλιστικού συστήματος (ποσοστό κέρδους, ρυθμοί συσσώρευσης και μεγέθυνσης του συστήματος κλπ.) να παρουσιάζουν πτωτική τάση και παρά τα διαδοχικά νεοφιλελεύθερα και σοσιαλφιλελεύθερα πολιτικά κύματα των νεοσυντηρητικών αναδιαρθρώσεων των δεκαετιών του '80 και του '90 και τις συγκυριακές ανακάμψεις, οδηγήθηκαν στη σημερινή τέταρτη μεγαλύτερη κρίση στην ιστορία του καπιταλισμού.
Η σημερινή κρίση μεταμορφώνει ποιοτικά και επιταχύνει την υπεραντιδραστικοποίηση του καπιταλισμού που ζήσαμε. Απαιτεί, μέσα στην εξελισσόμενη ταξική πάλη, ραγδαίες και σοβαρές αλλαγές στο περιεχόμενο και στις μορφές άσκησης εργατικής πολιτικής από το εργατικό κίνημα και την Αριστερά που δεν μπορούν πλέον να δρουν όπως πάντα και όπως συνήθως.
Η ουσιαστικότερη διαφορά ανάμεσα στην τωρινή κρίση και τις προηγούμενες έγκειται ακριβώς στο ότι εξελίσσεται σε ένα περιβάλλον όπου οι δυνάμεις που αμφισβητούν την αστική κυριαρχία, έχουν την αντικειμενική τάση να αναπτύσσονται βαθύτερα, ταχύτερα και σε ανώτερο επίπεδο από τις δυνάμεις της συμφωνίας και της ενίσχυσης του εκμεταλλευτικού συστήματος. Αυτή είναι η υλική βάση της δικιάς μας αισιοδοξίας. Στην ουσία ο καπιταλισμός δεν χωρά στον εαυτό του. Τις παραγωγικές δυνάμεις που ο ίδιος επαναστατικοποιεί, ιδιοποιείται, διαστρέφει και ακρωτηριάζει, δεν μπορεί να τις εσωτερικεύσει χωρίς σοβαρές διαταραχές στη λειτουργία του.
Το ορατό μέλλον μπορεί καλύτερα να φωτίσει στο παρόν αυτή την εκτίμηση: Σε λίγο διάστημα θα φυτεύουν μαζικά – ήδη γίνεται στη Γουατεμάλα – καλαμπόκι και με ένα «προγραμματισμένο» βακτήριο, προϊόν της εκρηκτικά αναπτυσσόμενης βιοτεχνολογίας, θα παράγεται καύσιμο μηχανών. Με εκρηκτικές συνέπειες, όχι μόνο για τη γεωργία αλλά και για τη γεωστρατηγική σημασία χωρών. Με μύκητες μπορούν να παραγάγουν εξαιρετικά λεπτές ίνες εκατό φορές πιο ανθεκτικές από το ατσάλι, που θα ανατρέψουν πολλά δεδομένα σε μεταφορές, συγκοινωνίες και οικοδομές. Η τρισδιάστατη προγραμματισμένη εκτύπωση κρύβει μέσα της την ελπίδα για φτηνή, υψηλής ποιότητας κατοικία για όλους, αλλά και τη διατάραξη όλων των όρων οικοδομικής δραστηριότητας.
Η εφαρμογή της σύγχρονης φυσικής στην αποθήκευση και μεταφορά πληροφοριών αναταράσσει και πάλι τον όγκο αποθήκευσής τους, την ταχύτητα μεταφοράς τους, με τεράστιες επιπτώσεις στην ταχύτητα ροής του κεφαλαίου, στην επικοινωνία των ανθρώπων, στην οργάνωση και εκμετάλλευση της εργασίας. Η διείσδυση «στον πιο κοντινό και ταυτόχρονα στον πιο μακρινό ως πρόσφατα κόσμο», στον ανθρώπινο εγκέφαλο και στο εσωτερικό της Γης, δημιουργεί νέους ποιοτικά διαφορετικούς όρους στην ιατρική και στο μετασχηματισμό της φύσης. Η δημιουργία και εφαρμογή μαγνητικών πεδίων επιτρέπει τη μετακίνηση άμεσα «ιπτάμενων» τρένων και μεσοπρόθεσμα αυτοκινήτων με τεράστιες ταχύτητες και μικρότερα ποσά καυσίμων.
Φτάνει επομένως να δει κανείς αυτή τη θυελλώδη ανάπτυξη του ρόλου της επιστήμης και της διανοητικής εργασίας στην παραγωγή, σε σχέση με την αθλιότητα του επιχειρηματικού πανεπιστημίου. Να δει κανείς τη χωρίς προηγούμενο κλοπή του χρόνου εργασίας και ζωής από τους καπιταλιστές σε σχέση με το χρόνο που απελευθερώνει η επιστήμη και η εργασία. Να δει τη δυνητική ποιότητα του ίδιου του χρόνου εργασίας, σε σχέση με την αποξενωτική ηλεκτρονική αλυσίδα διευθέτησής του από τους καπιταλιστές. Τις νέες δυνατότητες μετασχηματισμού της σχέσης της κοινωνίας με τη φύση σε σχέση με τη βάρβαρη καπιταλιστική διαχείριση των βιοτεχνολογικών επαναστάσεων. Να δει τη σημερινή αλλά και την προοπτική της ίδιας της παραγωγικότητας σε σχέση με την πολιτική απόσπασης υπεραξίας, την αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης. Παρατηρώντας όλα αυτά μπορεί να συμπεράνει πως «τα νέα σύγχρονα τεχνολογικά και επιστημονικά άλματα στη δυναμική τους εξέλιξη, σε συνδυασμό με τις ποιοτικές μεταβολές στις παραγωγικές (και πολιτικές) σχέσεις περιέχουν εντός τους την τάση να προκαλούν νέες βαθύτερες αναστατώσεις και κρίσεις της καπιταλιστικής ανάπτυξης, νέους όρους για βαθύτερους κλονισμούς της αστικής κυριαρχίας, να διαμορφώνουν προϋποθέσεις για "νέους γύρους" εργατικής αμφισβήτησης».
Από την άποψη της εκμετάλλευσης της εργασίας, η έκρηξη της επιστήμης και της τεχνικής οδηγεί σε νέου τύπου αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, με «παράδοξες» επιδράσεις. Απ' τη μια αυξάνει την εκμετάλλευση, απ' την άλλη διαμορφώνει προϋποθέσεις βαθύτερης διαταραχής της. Απ' τη μια αυξάνει το ποσοστό της σχετικής υπεραξίας, απ' την άλλη μακροπρόθεσμα προκαλεί κρίση στη δυναμική της: Το τμήμα της υπεραξίας που επενδύεται κάθε φορά σε νέα μέσα παραγωγής (και αναπτύσσει την παραγωγικότητα της εργασίας) τείνει να είναι όλο και μεγαλύτερο από το τμήμα που επενδύεται σε ζωντανή εργασία, η οποία αποτελεί τη μοναδική πηγή υπεραξίας. Επομένως αυξάνεται το επενδυόμενο σταθερό κεφάλαιο ανά εργάτη. Εντείνεται δηλαδή η τάση παραπέρα μείωσης της ποσότητας της ζωντανής εργασίας σε σχέση με την ποσότητα του σταθερού κεφαλαίου που αυτή βάζει σε κίνηση. Άρα, η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνει το ποσοστό της υπεραξίας λιγότερο απ' τους ρυθμούς της δικής της αύξησης. Έτσι, μακροπρόθεσμα, η αύξηση της παραγωγικότητας προκαλεί κρίση στους ρυθμούς αύξησης, στη «δυναμική» της σχετικής υπεραξίας. Κατά προέκταση διαμορφώνει συνθήκες κρίσης στην αύξηση του ποσοστού και τελικά στη μάζα της υπεραξίας και γενικότερα των κερδών.
Εντέλει η σημερινή εκρηκτική ανάπτυξη της επιστήμης, της τεχνικής, των παραγωγικών δυνάμεων γενικότερα, απ' τη μια βρίσκεται σε αντιστοιχία με το καπιταλιστικό σύστημα, απ' την άλλη τείνει να έρχεται σε βαθύτερη αναντιστοιχία, και σε ανώτερο από κάθε άλλη φορά επίπεδο σύγκρουσης μαζί του.
Η επιστήμη ως άμεση παραγωγική δύναμη
Η επιστήμη λοιπόν, αυτό το «προϊόν της καθολικής ιστορικής διαδικασίας της ανάπτυξης, το οποίο εκφράζει αφηρημένα την πεμπτουσία της», που «καθορίζεται εν μέρει από τη συνεργασία των συγχρόνων, εν μέρει από τη χρησιμοποίηση της εργασίας των προγενεστέρων» (Κ. Μαρξ)
Η πνευματική παραγωγή που είναι εγγενώς κοινωνική – εφόσον αποτελεί πόρισμα όλης της προγενέστερης δραστηριότητας της κοινωνίας – δημιουργική συσσώρευση, επεξεργασία, γενίκευση και επανανοηματοδότηση του ανθρώπινου πολιτισμού, μετατρέπεται στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα σε άμεση παραγωγική δύναμη. Ως τέτοια υποτάσσεται καθολικά στο κεφάλαιο το οποίο ιδιοποιείται τελικά τα προϊόντα και δημιουργήματά της. Επιστήμη και δημιουργήματά της ιδιοποιούμενα από το κεφάλαιο επανασταστικοποιούνται και ταυτόχρονα διαστρέφονται και φρενάρονται.
Ως γνωστό για το Μαρξ, στην εποχή της μεγάλης βιομηχανίας, η βασική αρχή της οργάνωσης της εργασίας είναι η συνεχής αντικατάσταση της εργασίας από μηχανικές λειτουργίες (λειτουργίες του συστήματος των μηχανών). Στη μανιφατούρα το μέσο εργασίας και η εργατική δύναμη αποτελούν μία αδιάσπαστη ενότητα: ο εργάτης κατέχει ένα σύνολο δεξιοτήτων και γνώσεων που είναι απαραίτητο στη χρησιμοποίηση του εργαλείου. Η μανιφατούρα, κατά συνέπεια, φέρνει σε σχέση εργάτες και μόνο μέσω αυτών φέρνει σε σχέση μέσα παραγωγής.
Στη βιομηχανική εποχή «η παραγωγική διαδικασία προβάλλει όχι σαν υποταγμένη στην άμεση επιδεξιότητα του εργάτη, αλλά σαν τεχνολογική εφαρμογή της επιστήμης. Άρα η τάση του κεφαλαίου είναι να δίνει επιστημονικό χαρακτήρα στην παραγωγή και η άμεση εργασία υποβαθμίζεται σε απλό συνθετικό στοιχείο αυτής της διαδικασίας» (Καρλ Μαρξ – Gundrisse τόμ. 2, σελ. 533 ).
Η εκμηχάνιση μετατρέπει τη σχέση του εργάτη με τα μέσα εργασίας: η εργαλειομηχανή χωρίζει το μέσο εργασίας από τον άμεσο παραγωγό και εγκαθιδρύει μια νέα ενότητα, που είναι η ενότητα μέσου και αντικειμένου εργασίας. Έτσι, ο εργάτης χάνει την ικανότητα να βάζει σε λειτουργία μόνος του τα εργαλεία της κοινωνικής εργασίας. Χάνει τη δεξιότητα της τέχνης του μια κι αυτή δεν αντιστοιχεί πια στο χαρακτήρα των μέσων παραγωγής.
Μαζί με το εργαλείο περνάει από τον εργάτη στη μηχανή και η δεξιοτεχνία του χειρισμού του. Η νέα ενότητα μέσου και αντικειμένου εργασίας επιτρέπει στην επιστήμη να γίνει άμεσα παραγωγική δύναμη ανεξάρτητη από την εργασία των άμεσων παραγωγών και επιτρέπει την οργάνωση των μέσων εργασίας σε σύστημα μηχανών.
Επί κεφαλαιοκρατίας η μετατροπή της επιστήμης σε άμεση παραγωγική δύναμη και η συνδεόμενη με αυτήν κλιμακούμενη υπαγωγή της επιστήμης στο κεφάλαιο, δεν επέρχεται γραμμικά και ακαριαία, αλλά κλιμακωτά και αντιφατικά. Συντελείται μέσω της θέσης και του ρόλου της στην τεχνική – τεχνολογική διαμεσολάβηση της εργασιακής επενέργειας στη φύση και στην κοινωνία. Μέσω αυτής της διαμεσολάβησης, επιτυγχάνεται η ενίσχυση, διεύρυνση και εμβάθυνση, διακρίβωση και η κοινωνικοποίηση των μέσων και των τρόπων αυτής της επενέργειας.
* Ομιλία σε εκδήλωση του φεστιβάλ νεολαίας «αναιρέσεις 2012» στο Κάστρο της Πάτρας (26/5/2012).
ΠΗΓΗ: http://aristerovima.gr/details.php?id=3446