Αποχώρηση από την Ευρωζώνη – πρωταρχικός κρίκος

Αποχώρηση από την Ευρωζώνη – πρωταρχικός κρίκος στην αλυσίδα των συγκρούσεων και με την ΕΕ

 

Του Κώστα Παπουλή

 

 

Το Μ.Α.Α, στο παρελθόν είχε διατυπώσει την εξής  θέση για την ευρωζώνη: «καμία θυσία για το ευρώ», το «ευρώ δεν είναι ταμπού». Η θέση αυτή κρίθηκε ανεπαρκής, όχι μόνο γιατί η ελληνική κοινωνία έχει υποβληθεί σε τεράστιες θυσίες για την παραμονή στο «κοινό» νόμισμα, ούτε μόνο γιατί η διαπραγματευτική θέση της χώρας, σε σχέση με τους ξένους δανειστές, έχει αδυνατίσει τραγικά –Πως να διαπραγματευτείς, όταν η Ε.Κ.Τ., ελέγχει όλη σου την νομισματική πολιτική, μέχρι και την τελευταία αναπνοή του ελληνικού τραπεζικού συστήματος;

–  Κύρια όμως είναι ανεπαρκής, γιατί ή έξοδος από την κρίση στην Ελλάδα, ο «αγώνας για δουλειές», η επιλογή μιας οικονομικής πολιτικής για πλήρη απασχόληση, θέτει στο τραπέζι το ζήτημα της παραμονής στην ευρωζώνη και την σχέση της χώρας με την Ε.Ε.. Γιατί τα μαγαζιά που κλείνουν, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η ελληνική αγορά που πεθαίνει, χρειάζονται ρευστότητα, που δεν χορηγεί το «ευρωσύστημα».

Γιατί, η νομισματική πολιτική και οι πολιτικές των ελληνικών τραπεζών (που πρέπει να εθνικοποιηθούν), πρέπει να ελέγχονται από μια δημόσια τράπεζα της Ελλάδας,  και όχι από την Ε.Κ.Τ.. Γιατί, η αποκατάσταση της υψηλής πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας της χώρας, δεν μπορεί να γίνει με την βαναυσότητα της εσωτερικής υποτίμησης. Γιατί, η συνθήκη του Μάαστριχτ (άρθρο 101) απαγορεύει την νομισματική χρηματοδότηση του δημόσιου ελλείμματος, και  μια τέτοια πρακτική, για τα επόμενα ένα-δύο χρόνια είναι απαραίτητη για την  έξοδο από την κρίση.

Γιατί, η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική για την μείωση της ανεργίας, απαγορεύεται από το σύμφωνο σταθερότητας, και μάλιστα επιβάλλεται μόνιμη «υφεσιακή» πολιτική, από την νέα αποκρουστική δημοσιονομική  συνθήκη της Ε.Ε.

Γιατί η Ελλάδα, πιο πολύ από όλη την περιφέρεια,  πρέπει να ανατρέψει το παραγωγικό μοντέλο που της επιβλήθηκε,  τα τριάντα τελευταία χρόνια και πολύ περισσότερο την «χρυσή» εποχή της  ΟΝΕ, αν θέλει να μην τριτοκοσμοποιηθεί, και η ανατροπή αυτού του μοντέλου, έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με τους κανόνες και το σύστημα του ευρώ και της Ε.Ε. που το δημιούργησαν. Τέλος, και ίσως το πιο σημαντικό, γιατί μέσα στην ευρωζώνη των δανειστών, στερούμαστε πλέον οριστικά,  οποιαδήποτε έννοια εθνικής κυριαρχίας, δημοκρατίας, συλλογικής και ατομικής αξιοπρέπειας.

Υπάρχουν όμως  κρίσιμες διαφορές ανάμεσα στο αίτημα της αποχώρησης από την ευρωζώνη και στην αποδέσμευση και από την Ε.Ε.:

Πρώτον: Στο επίπεδο οικονομικής πολιτικής: Χωρίς εθνικό νόμισμα δεν μπορείς να κάνεις καμία πολιτική από τις παραπάνω που περιγράψαμε για την έξοδο από την κρίση, ενώ βγαίνοντας από την Ε.Ε. κερδίζεις και την δυνατότητα εμπορικής πολιτικής. Στην πρώτη περίοδο της εξόδου από την ΟΝΕ και την συνθήκη του Μάαστριχτ  και μετά το ξεπέρασμα  του νομισματικού σοκ, αναμένεται να υπάρξει ανάκαμψη, η οποία θα στηριχτεί στην αύξηση της ρευστότητας,  στην αποκατάσταση της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας που θα απελευθερώσει πιέσεις της οικονομίας προς το εξωτερικό  και γενικά στην άσκηση μιας οικονομικής πολιτικής για τις ανάγκες των εργαζομένων και της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας. Αναμένεται ακόμη, αύξηση των εξαγωγών, μείωση των εισαγωγών, υποκατάσταση εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή, αλλαγή του καλαθιού κατανάλωσης,  αύξηση της  ζήτησης για εγχώρια αγαθά, σημαντική αύξηση της απασχόλησης και της ανάπτυξης. Το παράδειγμα του Μπουένος Άιρες, είναι ίσως το καλύτερο, και δεν είναι μια πολιτική για μια άλλη ¨Ήπειρο. 

Θα υπάρξουν πιθανότατα πολιτικές που έρχονται όχι μόνο σε σύγκρουση με την συνθήκη του Μάαστριχτ την οποία θα εγκαταλείψει η χώρα, αλλά και με το συνολικό πλαίσιο της Ε.Ε.. Δεν είναι φυσικά μόνο η αθέτηση πληρωμών προς την Ε.Κ.Τ. και τα επίσημα κράτη. Αλλά,  θα τεθούν φραγμοί στην κυκλοφορία κεφαλαίων, θα υπάρξουν (επαν)εθνικοποιήσεις επιχειρήσεων και υποδομών (που πολλές μπορεί να γίνουν σε βάρος γερμανικής ή άλλης ευρωπαϊκής ιδιοκτησίας), και ίσως χρειαστεί κατά το πρώτο διάστημα μέχρι να ανακάμψει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών,  να υπάρξει απαγόρευση εισαγωγών ειδών πολυτελείας, αυτοκινήτων, κλπ.  

Είναι πιθανόν η Ελλάδα να εκδιωχτεί από την Ε.Ε. για αυτές τις πολιτικές. Μακροπρόθεσμα μάλιστα απαιτείται συγκροτημένη και σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική  (αλλά αυτός είναι ορίζοντας ετών) μια που η ελληνική οικονομία και κοινωνία δεν μπορεί να στηριχθεί μόνο στα οφέλη και στις διορθώσεις που θα επιφέρει το νέο   εθνικό νόμισμα και εκεί  η έξοδος θα είναι μάλλον απαραίτητη. Τότε μπορεί να κριθεί από τον ελληνικό λαό με ένα δημοψήφισμα.

Η έξοδος λοιπόν από το ευρώ και η εγκατάλειψη της συνθήκης του Μάαστριχτ είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την έξοδο από την κρίση. Θα ακολουθήσουν πολιτικές που θα έρθουν σε σύγκρουση με την Ε.Ε., αλλά η βραχυχρόνια παραμονή,  σε αυτήν, δεν μπορεί να τις απαγορεύσει, αντίθετα η παραμονή στο ευρώ και στην συνθήκη του Μάαστριχτ, απαγορεύει οποιαδήποτε εναλλακτική πολιτική απέναντι σε αυτή που υπαγορεύουν οι κυρίαρχοι της ευρωζώνης, που οδηγεί σε ένα ζοφερό παρόν και μέλλον τον ελληνικό λαό.

Δεύτερον: Σε πολιτικό επίπεδο το κύριο ζήτημα που τίθεται είναι το ευρώ. Δεν πρόκειται π.χ.,  τίποτα ιδιαίτερο να συμβεί αν η Ουγγαρία αποχωρήσει από την Ε.Ε.. Όμως μια αθέτηση πληρωμών και μια αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη, θα έχει χαρακτηριστικά παγκόσμιας σεισμικής δόμησης, και άγνωστες συνέπειες για την Ε.Ε.. Είναι γιατί η νομισματική ένωση δεν είναι «βιώσιμη», ενώ η Ε.Ε. μπορεί να αλλάξει μορφή η και περισσότερο να διαλυθεί, συνέπεια όμως των εξελίξεων στη ζώνη του ευρώ. Μια αθέτηση πληρωμών και μια έξοδος από το «κοινό νόμισμα»,  με πρωτοβουλία του ελληνικού ή κάποιου άλλου λαού στα PIIGS, θα οδηγήσει σε ενίσχυση της  δημοκρατίας και σε μια ζωογόνα αναταραχή και κρίση την Ε.Ε.,  θα διαμορφώσει ένα περιβάλλον τελείως διαφορετικό από το σημερινό. Η βαρύτητα και ο χαρακτήρας του αιτήματος της αποδέσμευσης από την ιμπεριαλιστική Ε.Ε., ιμπεριαλιστική τόσο εντός της (σχέσεις κέντρου-περιφέρειας) όσο και  εκτός της,  θα χρωματιστεί από την συγκυρία που θα διαμορφωθεί.

Το σύνολο του αστικού κόσμου προτάσσει το ευρώ και τον μεγάλο κατακλυσμό που θα φέρει η έξοδος. Το να προτάσσεται η αποδέσμευση από την Ε.Ε., όπως κάνει το ΚΚΕ, είναι σαν να δείχνεται ότι δεν  υπάρχει απάντηση στο κύριο, στις πραγματικές δυσκολίες της πρώτης περιόδου, της εξόδου από το «κοινό» νόμισμα. Επιβεβαιώνεται έτσι άτυπα ο αντίπαλος, είναι απόδραση από την πολιτική, χρονικά και πραγματικά. Μεταφέροντας την απάντηση σε γενικότητες περί λαϊκής εξουσίας, ή αντικαπιταλισμού, ή ότι το δίλημμα είναι ψεύτικο (εδώ ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ, αγκαλιά), στην κυριαρχία δηλαδή ενός αφηρημένου λόγου, αφήνεται ουσιαστικά το κόμμα του ευρώ και το σύστημα που εκπροσωπεί  χωρίς αντίλογο. 

Τέλος, δεν μπορούμε να μην αναφέρουμε ότι το μεγαλύτερο τμήμα της αριστεράς δεν δείχνει να  κατανοεί την ιδιαιτερότητα και την ένταση της ελληνικής κρίσης, που σχετίζεται άμεσα με το ζήτημα του ευρώ. Στα πλαίσια μιας παγκόσμιας κρίσης, αποδείχτηκε το έωλον και το μη «βιώσιμο» της νομισματικής ένωσης. Για αυτό το κέντρο της παγκόσμιας κρίσης έχει  μεταφερθεί στην ζώνη του ευρώ, ενώ οι περιφερειακές της οικονομίες έχουν διαλυθεί. Αν η Ελλάδα χθες, είχε μείνει στην δραχμή, δεν θα είχε χρεοκοπήσει και θα αντιμετώπιζε αλλιώς τις συνέπειες του πλανητικού τσουναμιού. Αν η Ελλάδα σήμερα, μείνει στο σύστημα του ευρώ, δεν μπορεί να επιβιώσει ως σχετικά ανεπτυγμένη χώρα, γι' αυτό βιώνει και την χειρότερη μεταπολεμική κρίση καπιταλιστικής οικονομίας. Σε αυτό το περιβάλλον μιας οικονομικής δομής που δεν μπορεί να αναπαραχθεί, και μιας συντριπτικής οικονομικής καθόδου, τα περί αναδιανομής, καθώς και τα περί πλούσιας και ισχυρής Ελλάδας  φληναφήματα μεγάλου τμήματος της αριστεράς, μόνο σύγχυση προκαλούν.

Συμπερασματικά, χωρίς κανείς να αρνείται τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα και τα δεσμά που θέτει στην Ελλάδα η Ε.Ε., και την αναπόφευκτη συνολική ρήξη μαζί της, η προβολή του αιτήματος της εξόδου από το ευρώ δεν μπορεί να γίνεται σε ισότιμη βάση με αυτό της αποδέσμευσης από την Ε.Ε., όσον αφορά τα άμεσα πολιτικά επίδικα, με έναν ανάλογο τρόπο που δεν προβάλλουμε για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση και την έξοδο από το ΝΑΤΟ.  Επίσης,  είναι  λάθος να σύρεται κανείς σε μια πολιτική κάτω από την πίεση του ΚΚΕ, ενός κόμματος που η σχέση τακτικής-στρατηγικής έχει ξεχασθεί και ως απλό ζήτημα οποιασδήποτε συζήτησης για την ηγεσία του, και που η πολιτική του είναι απολύτως εσφαλμένη και απο-γειωμένη. Αντίθετα, είναι υπόθεση  δυνάμεων της αριστεράς, που βρίσκονται σε ρήξη με τον ευρωπαϊσμό, να καταθέσουν ρεαλιστική-αντισυστημική πρόταση ρήξης με το ευρωπαϊκό κέντρο  στην ελληνική κοινωνία  και    να γίνουν έτσι αυτές και κέντρο πίεσης της κεντρικής πολιτικής γραμμής και  της υπόλοιπης αριστεράς. 

Φυσικά,  έχει σημασία το πρόσημο της πολιτικής. Η έξοδος από την κρίση μέσω της αθέτησης του χρέους,  της εξόδου από τον χρυσό κανόνα του ευρώ και της επανεθνικοποίησης της οικονομικής πολιτικής,  δεν σημαίνει αυτόματα «αριστερό» ή σοσιαλιστικό προσανατολισμό, αν και το πιθανότερο είναι ότι οι γενικοί όροι ζωής μακροπρόθεσμα θα βελτιωθούν. Άμεσα, όμως χρειάζονται σημαντικά κοινωνικά μέτρα. Ορθά λοιπόν, στην αποχώρηση  από την ζώνη του ευρώ πρέπει να προστεθεί ο σοσιαλιστικός προσανατολισμός (όπως έκανε το Μ.Α.Α) ή κάτι ανάλογο,  (π.χ. με σκοπό την ενίσχυση των δυνάμεων της εργασίας και της δημοκρατίας) για να τονισθεί  ότι ο πολιτικός στόχος  δεν είναι μόνο η έξοδος από την κρίση απλά, αλλά και η δημιουργία ουσιαστικού  κοινωνικού κράτους που ποτέ στην Ελλάδα δεν γνωρίσαμε, όπως και ότι ο  ορίζοντας των δημοκρατικών και  κοινωνικών αλλαγών από την πλευρά του λαϊκού παράγοντα, είναι πέραν του λιμανιού του εθνικού νομίσματος. 

Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που ο ελληνικός αστισμός και ο πολιτικός του κόσμος, δέχονται την συντριβή της ελληνικής οικονομίας. 

Είναι έτοιμοι χάριν της πάση θυσίας παραμονής στο ευρώ, να υποστούν μείωση της οικονομίας κατά 30% και ίσως πολύ  περισσότερο του ΑΕΠ, να ρισκάρουν ακόμη και συνθήκες άτακτης χρεοκοπίας. Ήδη, φέτος θα ξεπεράσουμε την συνολική ύφεση που γνώρισε η Αργεντινή, την τετραετία  της κατάρρευσης. Είναι πρόθυμοι   να παραχωρήσουν ακόμη και τις τράπεζές τους σε ξένη ιδιοκτησία, ενώ το 64% των επιχειρήσεων στην μεταποίηση (σύμφωνα με στοιχεία της ICAP) βρίσκεται στο κόκκινο της πτώχευσης. Είναι σαφές ότι από την ιστορία τους και από ένστικτο, προτιμούν να χάσουν πολλά, παρά να μείνουν πρόσωπο με πρόσωπο με τον ελληνικό λαό, χωρίς τις «πλάτες» του ευρώ και του ευρωπαϊκού κέντρου. Έτσι,  εξηγείται το έλλειμμα κάθε ρωγμής στο αστικό στρατόπεδο, σε σχέση με την παραμονή στην ευρωζώνη, έστω και σαν ένα  τελευταίο σενάριο. Αυτό καθιστά την σύγκρουση στην Ελλάδα σφοδρή. Η επόμενη μέρα δεν θα ακολουθήσει σενάρια κανονικότητας.

Η Ελλάδα ή θα μετατραπεί σε ένα οικονομικό ερείπιο, γερασμένη, ανήμπορη, παραδομένη στις ορέξεις των κυρίαρχων οικονομικών δυνάμεων της ευρωζώνης, χωρίς να αποκλείονται ολοκληρωτικές πολιτικές εκτροπές, ή θα μετατραπεί σε ένα ηλιόλουστο, αριστερό, κοινωνικό, δημοκρατικό Μπουένος Άιρες, μετασχηματίζοντας την κοινωνία της και ίσως όλη την Ευρώπη, δημιουργώντας,  ένα καινούργιο παράδειγμα δημοκρατίας των εργαζομένων σε όλη την Μεσόγειο, σπέρνοντας την δυνατότητα της σοσιαλιστικής προοπτικής. Το προς τα πού θα κλίνει το εκκρεμές σύντομα θα το μάθουμε.  

 

ΠΗΓΗ: Κυριακή, 22 Απρίλιος 2012. http://www.tometopo.gr/home/news/671-a————-.html

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.