Η πραγματική σύγκρουση στα πανεπιστήμια
Του Παναγιώτη Σωτήρη
Περίσσεψε και πάλι η υποκριτική αγανάκτηση για τις κινητοποιήσεις στα Πανεπιστήμια. “Περιφερόμενοι πανεπιστημιακοί και φοιτητές διαλύουν εκλογές”, “βία στα ΑΕΙ”, “περιορισμός του δημοκρατικού δικαιώματος”, ήταν μερικές από τις φράσεις που επιμελώς ανακυκλώθηκαν τις τελευταίες μέρες, με αφορμή τις μαζικές κινητοποιήσεις διδασκόντων, φοιτητών και εργαζομένων που ματαίωσαν τις εκλογές για το Συμβούλιο Ιδρύματος στα Πανεπιστήμια Θεσσαλίας, Ιωαννίνων, Πελοποννήσου και στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Και τα πράγματα δεν έμειναν μόνο εκεί: ο Τάκης Πολίτης, μέλος της εκτελεστικής γραμματείας της ΠΟΣΔΕΠ και γραμματέας του Συλλόγου ΔΕΠ του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, παρουσιάστηκε σε διάφορα ΜΜΕ ως περίπου… αρχισυνωμότης, γιατί σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αναφέρθηκε σε αυτονόητα πρακτικά βήματα για την υλοποίηση αποφάσεων συνδικαλιστικών οργάνων που είχαν κατ’ επανάληψη διατυπωθεί ανοιχτά και δημόσια. Πανεπιστημιακοί που στο βιογραφικό τους πλάι στις επιστημονικές δημοσιεύσεις αναφέρουν και τα πόσα που πήραν από ερευνητικά προγράμματα, στέλνουν μηνύματα απαιτώντας την απόλυση όσων πανεπιστημιακών διαμαρτύρονται. Εισαγγελείς ήδη μεθοδεύουν την ποινική δίωξη όσων συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις.
Την ίδια στιγμή όλοι αυτοί που υποτίθεται ότι αγανακτούν με τις κινητοποιήσεις (που σημειωτέον υπήρξαν υποδειγματικά ειρηνικές), σιωπούν εκκωφαντικά για τον πρωτοφανή εκβιασμό του Υπουργείου να χορηγεί μισούς προϋπολογισμούς στα Πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα ήδη να υπάρχουν μεγάλες ελλείψεις σε βασικές λειτουργικές δαπάνες, για τις καθυστερήσεις στους διορισμούς εκλεγμένων συναδέλφων, για τη νέα τεράστια περικοπή των πιστώσεων για συμβασιούχους διδάσκοντες που περιλαμβάνει ο εφαρμοστικός νόμος της αποικιακής δανειακής σύμβασης.
Ούτε είναι τυχαίο ότι αυτοί που κραυγάζουν κατά των κινητοποιήσεων, όχι μόνο δεν παίρνουν θέση σε ό,τι συμβαίνει σήμερα στην κοινωνία, όχι μόνο αδιαφορούν για το πώς ευρύτερα κοινωνικά στρώματα αντιμετωπίζουν την προοπτική της φτωχοποίησης και της κοινωνικής καταστροφής, αλλά ενίοτε αρθρογραφούν και υπέρ της ανάγκης “μεταρρυθμίσεων”. Είναι τυχαίο ότι “συνάδελφοι” από ελληνικά πανεπιστήμια, από αυτούς που κατά καιρούς καθύβρισαν τις πανεπιστημιακές κινητοποιήσεις, εξακολουθούν να είναι στελέχη μιας κυβέρνησης που όλο και περισσότερο λειτουργεί ως κατοχικός εντολοδόχος ή ότι ο κ. Παπαδήμος πανεπιστημιακούς και δη εκ των λαλίστατων κατά των κινητοποιήσεων διάλεξε για συμβούλους, όπως π.χ. τον κ. Παγουλάτο;
Έχει έρθει η ώρα να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους. Στο πανεπιστήμιο, όπως και σε ολόκληρη την κοινωνία, δεν είμαστε όλες και όλοι ίδιοι. Αυτοί που ήδη λειτουργούσαν ως μικροεπιχειρηματίες μέσα στα Πανεπιστήμια, διαχειριζόμενοι πανεπιστημιακή εξουσία αλλά και ροές χρηματοδοτήσεων, δεν είναι ίδιοι που όσες και όσους επέμειναν να λειτουργούν ως δάσκαλοι και ερευνητές. Αυτοί που στηρίζουν την επιχειρηματική μετάλλαξη και αποδέχονται την εξοντωτική συρρίκνωση της Ανώτατης Εκπαίδευσης δεν είναι ίδιοι με όσες και όσους αντιστάθηκαν και βρέθηκαν στο πλευρό των φοιτητών. Αυτοί που τώρα δεν εξεγείρονται ενάντια στη μετατροπή της χώρας τους σε “ζώνη καταστροφής” και νομιμοποιούν την εξαθλίωση, δεν μπορούν ποτέ να είναι ίδιοι με αυτούς που θέλουν να είναι κομμάτι μιας αγωνιζόμενης κοινωνίας.
Και ακριβώς επειδή δεν είμαστε ίδιες και ίδιοι στα πανεπιστήμια είναι ενεργή η σύγκρουση. Σύγκρουση αξιών, προτεραιοτήτων, ιδανικών. Από την έκβασή της θα κριθεί η πορεία που θα πάρει η ανώτατη εκπαίδευση, όπως από την έκβαση του ευρύτερου κοινωνικού αναβρασμού θα κριθεί που θα πάει η ελληνική κοινωνία.
Ο καθένας και η καθεμιά μας καλείται να διαλέξει με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει: εάν θα είναι κομμάτι μιας μάχης για τη συλλογική αξιοπρέπεια του πανεπιστημίου και της κοινωνίας ή εάν θα γίνει τμήμα ενός μηχανισμού κοινωνικής ταπείνωσης. Άλλες επιλογές, καλώς ή κακώς, δεν υπάρχουν.