Η ΛΥΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΛΟΓΩΝ I

Η ΛΥΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΛΟΓΩΝ:
Είναι ακατανόητο να αποδεχόμαστε τέτοιες ζημίες, όπως αυτές που έχουμε υποστεί μέχρι σήμερα – πόσο μάλλον όταν με τον εσωτερικό δανεισμό θα κερδίζαμε την εθνική μας κυριαρχία, την ελευθερία, την υπερηφάνεια, τον αυτοσεβασμό μας και την εμπιστοσύνη των αγορών – Μέρος Ι

Του Βασίλη Βιλιάρδου*

 
 
 
 


Θέλουμε το καλό μας σαν λαός, αλλά δεν διακρίνουμε πάντα ποιο είναι αυτό το καλό. Ο λαός δεν μπορεί να διαφθαρεί ποτέ, αλλά συχνά μπορεί να ξεγελαστεί – τότε μόνο μοιάζει να θέλει αυτό που είναι κακό. Υπάρχουν συχνά πολλές διαφορές ανάμεσα στη βούληση όλων και στη γενική βούληση. Η πρώτη έχει κατά νου μόνο το ατομικό συμφέρον και δεν είναι παρά ένα άθροισμα από ιδιοτελείς, ατομικές βουλήσεις. Αντίθετα, η γενική βούληση αποβλέπει πάντοτε στο ανιδιοτελές, κοινό συμφέρον…..

…Όταν αρχίσουν να δημιουργούνται χάσματα και ξεχωριστές ομάδες ανάμεσα στο λαό (κόμματα στη σημερινή εποχή), τότε η βούληση κάθε μίας από αυτές γίνεται γενική, σε σχέση με τα μέλη της και ατομική, σε σχέση με το Κράτος. Μπορούμε τότε να πούμε ότι, δεν υπάρχουν τόσοι ψηφοφόροι, όσοι είναι οι άνθρωποι, αλλά όσες είναι οι ομάδες – με αποτέλεσμα να κυριαρχεί η μεγαλύτερη, εκφράζοντας την ατομική, «ιδιοτελή» βούληση των μελών της και όχι τη γενική βούληση.
 
Δεν πρέπει λοιπόν να υπάρχουν ξεχωριστές ομάδες μέσα στο κράτος, για να μπορεί να εκφραστεί σωστά η γενική βούληση – με στόχο το κοινό καλό. Εάν όμως υπάρχουν, τότε πρέπει να αυξήσουμε τον αριθμό τους (καταδίκη του δικομματισμού;), για να παρεμποδίσουμε την ανισότητα, όπως έκανε ο Σόλωνας” (Ζαν Ζακ Ρουσσώ).   
 
Ανάλυση
 
Περίληψη: Η ανάγκη υιοθέτησης εθνικών ομολόγων, έστω και αργά, η οποία προϋποθέτει την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην Πολιτική και τον έλεγχο της, οι ιδιαιτερότητες τους, οι τρεις διαφορετικές εστίες προβλημάτων της Ελλάδας, οι λύσεις για κάθε μία από αυτές, με ή χωρίς τη βοήθεια της Ευρωζώνης, οι μεγάλες απειλές της συμφωνίας διαγραφής (PSI) με το βρετανικό Δίκαιο, οι ενδογενείς ανισορροπίες της νομισματικής ένωσης, τα τεράστια προβλήματα του τραπεζικού συστήματος της Ευρωζώνης και ορισμένες υποχρεώσεις μας.   

Οι λύσεις στα οικονομικά προβλήματα κάθε είδους είναι σε άμεση σχέση με το χρονικό σημείο (timing), κατά το οποίο επιλέγονται, ενώ η Οικονομία δεν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί σαν επιστήμη, εάν δεν βοηθούσε στην πρόβλεψη
μελλοντικών κρίσεων– έτσι ώστε να λαμβάνονται έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα αντιμετώπισης τους, με τη βοήθεια περισσοτέρων του ενός εναλλακτικών σεναρίων.
 
Στα πλαίσια αυτά, η υιοθέτηση
«Εθνικών Ομολόγων» εκ μέρους της Ελλάδας, όπως είχαμε προτείνει με άρθρο μας τον Οκτώβριο του 2009, θα είχε συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην αντιμετώπιση του προβλήματος του δημοσίου χρέους της, εάν είχε ληφθεί η απόφαση τότε – όταν είχαμε επισημάνει την κλιμάκωση της κρίσης, η οποία επισπεύσθηκε, μεταξύ άλλων, από τους εσφαλμένους χειρισμούς της «νεαρής» τότε κυβέρνησης (άρθρο μας). Η αντίθετη άποψη, σύμφωνα με την οποία η αγορά ομολόγων εκ μέρους των Ελλήνων θα ήταν εις βάρος των καταθέσεων και επομένως των τραπεζών, έχει πλέον αποδειχθεί λανθασμένη – αφού η μείωση των τραπεζικών καταθέσεων σήμερα έχει ξεπεράσει τα 70 δις €, με τις περισσότερες από αυτές να έχουν κατευθυνθεί σε ιδρύματα άλλων κρατών, χωρίς να ωφελούν ούτε την Ελλάδα, ούτε τις τράπεζες της.

Εάν δε συνειδητοποιήσει κανείς ότι, η χρηματοδότηση του Ελληνικού Δημοσίου από την Τρόικα, η οποία μας υποχρέωσε σε καταστροφικά για την οικονομία μας
«υφεσιακά προγράμματα», δεν υπερβαίνει τα 70 δις € μέχρι σήμερα (Πίνακας Ι), όσα δηλαδή έχουν ήδη «μεταναστεύσει» στο εξωτερικό, θα κατανοήσει ότι, η μη υιοθέτηση των εθνικών ομολόγων ήταν τουλάχιστον ανόητη εκ μέρους μας – πόσο μάλλον όταν η εισβολή του ΔΝΤ κόστισε τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρωζώνη, τεράστια ποσά.
 
 ΠΙΝΑΚΑΣ Ι: Ομόλογα δημοσίου σε δις €, με ημερομηνία 13.07.2011, συνολικού ύψους 341 δις €

Ιδιοκτήτες Ομολόγων

Ποσόν

 

 

Διαχειρ. Περιουσιακών στοιχείων, κρατικά κεφάλαια, κεντρ. Τράπεζες

151

ΕΚΤ

47

Τρόικα (ΔΝΤ-ΕΕ)

53

Ελληνικές τράπεζες

50

Γερμανικές τράπεζες (KFW 8,0 – HRE 7,4)

17

Γαλλικές τράπεζες

11

Ιταλικές τράπεζες

2

Λοιπές Ευρωπαϊκές τράπεζες

9

Τράπεζες εκτός Ευρώπης

1

Πηγή: Handelsblatt (Bloomberg, RBC, Barkley Capital),Πίνακας: Β. Βιλιάρδος

 
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, το ΑΕΠ μας μειώθηκε σχεδόν κατά 15%, περιορίζοντας επικίνδυνα τα έσοδα του δημοσίου, οι μισθοί καταβαραθρώθηκαν, οι αξίες των ακινήτων ευρίσκονται σε ελεύθερη πτώση, το χρηματιστήριο επίσης, οι τράπεζες μας έχουν σχεδόν χρεοκοπήσει, η ανεργία αυξάνεται διαρκώς, χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις έχουν κλείσει, τα ασφαλιστικά ταμεία είναι στο χείλος της καταστροφής, τα ενοικιαστήρια πληθαίνουν καθημερινά στους δρόμους, ενώ έχουν συμβεί τόσο πολλά άλλα τα οποία, εάν θελήσει να αποτιμήσει κανείς σε χρήματα (παρούσες αξίες), θα ξεπεράσει εύκολα τα 700 δις € «κόστος» – έναντι του οποίου έχουμε λάβει λιγότερα από 70 δις € δανεικά από το ΔΝΤ και την ΕΕ! 

Εν τούτοις έχουμε την άποψη ότι, ποτέ δεν είναι πολύ αργά για ενέργειες, με βάση τις οποίες θα λύναμε μόνοι μας ορισμένα μέρη των προβλημάτων της χώρας μας – χωρίς να υποχρεωθούμε στη λεηλασία τόσο της δημόσιας, όσο και της ιδιωτικής μας περιουσίας, καθώς επίσης στη μετατροπή μας
σε προτεκτοράτο της Γερμανίας.

Αν και ουσιαστικά λοιπόν προηγείται η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στην
πολιτική ηγεσία και ο έλεγχος της, όπως έχουμε τονίσει αρκετές φορές (γεγονός που δεν θα συμβεί ποτέ, όσο δεν συμμετέχουν ενεργά οι Πολίτες στη διαχείριση των κρατικών θεμάτων, ψηφίζοντας οι ίδιοι τους σημαντικότερους νόμους δημοψηφίσματα), έχουμε την άποψη ότι, δεν υπάρχει πλέον ο απαιτούμενος χρόνος. Επομένως θα πρέπει να επιδιωχθούν παράλληλα, αφενός μεν η σταθεροποίηση των οικονομικών της χώρας, αφετέρου η εγκατάσταση μίας «χρηστής» πολιτικής ηγεσίας – με απώτερο στόχο την ενεργό συμμετοχή όλων των Πολιτών στα κοινά, την οποία θα πρέπει να μας υποσχεθεί το οποιαδήποτε πολιτικό κόμμα, το οποίο θα θελήσει να λάβει την ψήφο μας.

Από οικονομικής τώρα αποκλειστικά πλευράς (υπάρχει παράλληλα η κοινωνική, η πολιτισμική κλπ.), η Ελλάδα έχει τρεις εντελώς διαφορετικές «εστίες προβλημάτων» – οι οποίες, αν και αλληλένδετες μεταξύ τους, απαιτούν την υιοθέτηση διαφορετικών λύσεων:
 
ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ, ΤΟΚΟΙ ΚΑΙ ΔΟΣΕΙΣ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗΣ ΤΟΥ
 
Σε ένα χρέος ύψους περίπου 370 δις €, ο κάθε «βαθμός» του επιτοκίου είναι εξαιρετικά σημαντικός για μία χώρα, το ΑΕΠ της οποίας είναι κάτω των 220 δις € – πόσο μάλλον όταν εμφανίζει πρωτογενή (προ τόκων) ελλείμματα, ενώ είναι βυθισμένη για πέμπτο συνεχή χρόνο στην ύφεση. Κάθε 1% επιτόκιο κοστίζει στη χώρα μας το ποσόν των 3,7 δις € ετήσια (όσο δηλαδή η αμοιβή 370.000 εργαζομένων, με μέσο ετήσιο μισθό 10.000 €) – ενώ με σταθερά τα υπόλοιπα μεγέθη, το επιτόκιο πρέπει να είναι χαμηλότερο από το ρυθμό ανάπτυξης.

Όταν μία χώρα λοιπόν ευρίσκεται σε ύφεση, τα επιτόκια δανεισμού της οφείλουν να είναι τουλάχιστον μηδενικά – αφού δεν μπορούν να είναι άμεσα αρνητικά, αλλά έμμεσα, εάν ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος (όχι βέβαια ο προερχόμενος από την αυξημένη φορολογία, όπως αυτός σήμερα στην Ελλάδα, ο οποίος διατηρεί υψηλές τις τιμές των προϊόντων, παρά τη μειωμένη ζήτηση). Επομένως, η χώρα μας οφείλει να αναζητήσει λύσεις χρηματοδότησης του χρέους της, εάν είναι δυνατόν με μηδενικά επιτόκια.

Από την άλλη πλευρά, επειδή η Ελλάδα έχει ακόμη πρωτογενή ελλείμματα, είναι αδύνατον να εξοφλεί τις υποχρεώσεις της – αφού το σύνολο των δημοσίων εσόδων της δεν φθάνει για την κάλυψη των δαπανών της. Επομένως, πρέπει να επιμηκύνει το χρόνο αποπληρωμής του χρέους της – με την προοπτική της εξυπηρέτησης των δόσεων στο μέλλον, μετά από την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων. Εάν τώρα η διεθνής κοινότητα (ΔΝΤ) ή/και οι ευρωπαίοι «εταίροι» της δεν είναι σε θέση ή δεν θέλουν να της εξασφαλίσουν αυτές τις (απολύτως απαραίτητες) προϋποθέσεις, τότε η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να προβεί

(α)  είτε στη διαγραφή μέρους του χρέους της – ουσιαστικά σε «σκληρή», μη ελεγχόμενη χρεοκοπία,

(β)  είτε στην αναβολή της πληρωμής των δόσεων για το χρέος της – με ή χωρίς τη συμφωνία των πιστωτών της,

(γ) είτε στον εσωτερικό δανεισμό – στην έκδοση δηλαδή εθνικών ομολόγων, τα οποία θα αγόραζαν οι Πολίτες, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις της,

(δ) είτε στο συνδυασμό όλων ή μέρους των παραπάνω – έτσι ώστε να μοιρασθεί το βάρος σε περισσότερους «αποδέκτες».
 
Στα πλαίσια αυτά, παρά το ότι είναι σχετικά αργά, αφού έχει ήδη «μεταναστεύσει» ένα μεγάλο μέρος των καταθέσεων των Ελλήνων στο εξωτερικό, έχουμε την άποψη ότι είναι ακόμη δυνατή η έκδοση εθνικών ομολόγων – με κύριο μειονέκτημα την έλλειψη της εμπιστοσύνης των
Πολιτών στην Πολιτεία, για την οποία θα έπρεπε να γίνουν αμέσως ενέργειες αποκατάστασης της. Μερικά δε από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των ομολόγων θα ήταν τα εξής:

(1) Μέσω της έκδοσής τους θα μπορούσε να αναχρηματοδοτηθεί μακροπρόθεσμα το δημόσιο χρέος μας, το οποίο αποτελεί αναμφίβολα το μεγαλύτερο εμπόδιο στις προσπάθειες ανάκαμψης της Οικονομίας μας. Τα ομόλογα αυτά είναι δυνατόν να αγορασθούν από εκείνους τους Έλληνες, οι οποίοι διαθέτουν καταθέσεις στις τράπεζες του εσωτερικού (υπολογίζονται περί τα 170 δις €), καθώς επίσης από αυτούς που διαθέτουν καταθέσεις στο εξωτερικό, είτε διαμένουν εντός της Ελλάδας, είτε είναι υπήκοοι άλλων χωρών.

Περί τα 10 εκ. Έλληνες διαμένουν στο εξωτερικό οι οποίοι, κατά την άποψη μας, θα ήταν πρόθυμοι να συμβάλλουν στη διάσωση της χώρας τους – πόσο μάλλον όταν και οι ίδιοι επωφελούνται πολλαπλά (αρκεί βέβαια να εμπιστευθούν την κυβέρνηση και το λαό της).

(2) To επιτόκιο τους θα έπρεπε να είναι μηδενικό, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο η Ελλάδα θα ευρίσκεται σε ύφεση – ενώ θα πρέπει να αναπροσαρμόζεται αργότερα αυτόματα, ανάλογα με το ρυθμό ανάπτυξης. Ακόμη όμως και να υποθέσουμε ότι, το επιτόκιο έκδοσης τους θα τοποθετούταν στο 5% (όσο περίπου πληρώνει η χώρα μας), ένα μεγάλο μέρος του ποσού των τόκων θα κατευθυνόταν στα Ελληνικά νοικοκυριά και κατ’ επέκταση στη εσωτερική κατανάλωση.

Το γεγονός αυτό θα συνέβαλλε με τη σειρά του στην αναθέρμανση της Οικονομίας μας (μείωση της ανεργίας κλπ.), περιορίζοντας αισθητά τα μέτρα λιτότητας, τα οποία έχει λάβει η κυβέρνηση («διττή» ωφέλεια). Επίσης στην εκδίωξη των
μπράβων των τοκογλύφων από την πατρίδα μας – κάτι που χρειάζεται πράξεις και χρήματα (όχι κενά λόγια και παθητικές «κραυγές»).   

(3) Τα εθνικά ομόλογα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από τους «ιδιοκτήτες» τους, σαν εγγύηση για τη λήψη μελλοντικών δανείων από τις τράπεζες (στην περίπτωση που θα ήταν βέβαια επιθυμητό – κανείς δεν μπορεί να προϋπολογίσει με ασφάλεια τις μετέπειτα οικονομικές ανάγκες του). Ίσως εδώ θα ήταν απαραίτητη μία ιδιαίτερη συμφωνία της κυβέρνησης με τις τράπεζες έτσι ώστε, τα δάνεια με την παροχή των
«Εθνικών Ομολόγων» σαν εγγύηση έγκρισης τους, να επιβαρύνονται με τόκους χαμηλότερους του 5%.

(4) Οι τράπεζες θα μπορούσαν με τη σειρά τους να χρηματοδοτηθούν περαιτέρω, «εκχωρώντας» τα διάφορα δάνεια τους με την εγγύηση των «Εθνικών Ομολόγων» σε τρίτους επενδυτές – έτσι όπως ανέκαθεν «συνηθίζουν» με τα στεγαστικά ή άλλης «ποιότητας» δάνεια τους.

* Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 22. Ιανουαρίου 2012, viliardos@kbanalysis.com. Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου
            
ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2515.aspx

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ:http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2608

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.