Ρήξη με την κοινωνία, λήξη μιας εποχής

Ρήξη με την κοινωνία, λήξη μιας εποχής*

Του Γιάννη Στρούμπα

 
 
 
Κάθε κρίση συνδέεται μ’ ένα «τέλος», με την εξάντληση μιας τάξης πραγμάτων που λήγει. Η σύγχρονη διεθνής οικονομική τάξη πραγμάτων σημαδεύτηκε από την αφάνταστη δυσαναλογία μεταξύ εικονικού χρήματος και πραγματικής οικονομίας, η οποία δημιούργησε φούσκες πλασματικής ευημερίας. Η νομοθετική και ιδεολογική κατοχύρωση του επισφαλούς χρήματος, αντί για την απόσυρσή του, προκάλεσε την απομύζηση της οικονομίας. Οι θιασώτες του επισφαλούς χρήματος, διογκώνοντας το ατομικό τους συμφέρον σε βάρος του συλλογικού, προκάλεσαν ρήξη με την κοινωνία. Η ρήξη αυτή ορίζει τη λήξη μιας εποχής, όπως τη διαβλέπει ο Κώστας Βεργόπουλος στο βιβλίο του «Μετά το τέλος».
——————————————————————————————–
 α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 335, 16/1/2012

 

Ο παρασιτικός χαρακτήρας του σύγχρονου καπιταλισμού παρέδωσε τις κοινωνίες στο χρηματοπιστωτικό φαινόμενο, σκυλεύοντας κάθε συνθήκη αναπαραγωγής, δυσφημίζοντας τις έννοιες της εθνικής και της λαϊκής κυριαρχίας, αχρηστεύοντας για τις χώρες της ευρωζώνης το εκδοτικό προνόμιο της δημιουργίας νέου χρήματος, και οδηγώντας τις εθνικές οικονομίες στον δανεισμό και τη γενικότερη υποταγή τους στις χρηματαγορές και τους ιδιωτικούς αξιολογικούς οίκους. Η εθνική υπερχρέωση οδήγησε με τη σειρά της στην υπερχρέωση των ιδιωτικών τομέων της κάθε οικονομίας. Όμως την κρίση δεν την προκάλεσαν οι δημόσιες δαπάνες· η κρίση ήταν, αντιθέτως, συνέπεια αυτών: τα κράτη δανείστηκαν ώστε να διασώσουν τον χρηματοπιστωτικό τομέα από τη δική του απληστία. Η αυτιστική και κοντόθωρη αρπακτικότητα των θυτών, οι οποίοι ακόμη και τώρα επιχειρούν να επωφεληθούν ακόμη περισσότερο από την κρίση που οι ίδιοι προκάλεσαν, επιμένει να δυναμιτίζει κάθε απόπειρα επίλυσης του προβλήματος. Κάθε επιχειρούμενη διάσωση καταλήγει σε μεγαλύτερη αποσταθεροποίηση, και κάθε άρνηση διάσωσης έχει επίσης το ίδιο αποτέλεσμα: όταν τα θύματα υποχρεώνονται να διασώσουν τους θύτες, το μακελειό βαθαίνει· όταν οι θύτες αφήνονται να καταρρεύσουν, μεταθέτουν το κόστος της κατάρρευσης στα θύματά τους.

Η καταφυγή στη χρηματιστική σφαίρα επέφερε παρασιτισμό κι αποσύνθεση, που υπονόμευσαν την πραγματική οικονομία απειλώντας κάθε μορφή παραγωγής, ενώ και η παράλληλη τάση αποταμίευσης περιέστειλε τις διεθνείς συναλλαγές. Η επιδιωκόμενη αύξηση των αποθεματικών συνιστά μια μορφή συγκαλυμμένου προστατευτισμού, ωστόσο αρρωστημένου, επειδή οδηγεί στον αποπληθωρισμό, δημιουργεί χρηματιστικές εξουσίες και καταδικαστική για την ανάκαμψη άνοδο των επιτοκίων. Οι αναδυόμενες ανατολικές οικονομίες, κάτι που ισχύει σε μικρότερη κλίμακα και για τις αναδυόμενες λατινοαμερικάνικες, ακολουθούν τη συγκεκριμένη πολιτική, καθώς δεν ανακυκλώνουν τα συναλλαγματικά τους αποθεματικά αλλά τα αποταμιεύουν, γεγονός που επισπεύδει την παγκόσμια ύφεση, εφόσον συρρικνώνεται η διεθνής ρευστότητα. Όσο οι πλεονασματικές και πιστώτριες τής Δύσης χώρες δεν προσανατολίζονται προς την εσωτερική αύξηση των εισοδημάτων, με στόχο την εσωτερική ζήτηση και κατανάλωση, ώστε η τελευταία να περικοπεί χωρίς διεθνείς απώλειες στις ελλειμματικές και υπερχρεωμένες χώρες, η κρίση θα οξύνεται. Συνάγεται λοιπόν πως η κρίση επισπεύδεται όχι από την υπερκατανάλωση, μα από την υπεραποταμίευση, άρα από τη χρηματοπιστωτική λογική των πλεονασματικών χωρών, παρά από την ευθύνη των ελλειμματικών! Παρ’ όλ’ αυτά η Δύση δεν δικαιούται να κατηγορεί την Ανατολή, γιατί η ίδια προκάλεσε τη μετεγκατάσταση μητροπολιτικών κεφαλαίων ανατολικά, αποσκοπώντας στο «ανταγωνιστικότερο» κόστος εργασίας, με τους μισθούς πείνας και τη σύμπραξη τοπικών ολιγαρχιών.

Η παραπάνω πραγματικότητα αναδεικνύεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στη χρηματοπιστωτική πολιτική της φερόμενης ως πλεονασματικής Γερμανίας, η οποία ουσιαστικά είναι υπόλογη για την κρίση της ευρωζώνης, μέσα από τη βαθιά αντινομική της λειτουργία: ενώ επιβάλλει στους εταίρους-πελάτες της τις εισαγωγές γερμανικών προϊόντων, αρνείται τις γερμανικές πιστώσεις προς τη χρηματοδότηση των εισαγωγών. Έτσι οι ευρωπαϊκοί εταίροι της Γερμανίας χρεώνονται μονομερώς το κόστος προσαρμογής, με αποτέλεσμα την αύξουσα απόκλιση μεταξύ αυτών και της Γερμανίας, κι όχι την –υποτίθεται– επιδιωκόμενη σύγκλιση. Την απόκλιση την αποκαλύπτουν τα διαφορετικά επιτόκια δανεισμού (spreads), τα οποία ακυρώνουν πρακτικά την ενιαία αξία του ευρώ στις χώρες της ευρωζώνης. Η «χρηματοπιστωτική καταστολή» της Γερμανίας στο όνομα του «ανταγωνισμού», ώστε να σβήσουν οι μη βιώσιμες επιχειρήσεις και να επιβιώσουν οι «υγιείς», οδηγεί στην κατάρρευση της οικονομίας.

Ο σύγχρονος κόσμος όχι μόνο δεν συγκλίνει, μα κατατέμνεται κι αποδομείται. Η προστασία του πλούτου καταστρέφει κάθε κοινωνική κι ανθρώπινη συνοχή. Το μοντέλο της παγκοσμιοποίησης, της αρπακτικής συγκέντρωσης του πλούτου, επέβαλε σήμερα τον χείριστο δυνατό κόσμο, με τον αστικό πληθυσμό να ’χει υπερβεί πλέον τον αγροτικό, μ’ ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους να ζουν σε παραγκουπόλεις, με την έλλειψη εργασίας και στέγης να μην αποζημιώνεται πια, μα να επισύρει κυρώσεις σαν να συνιστά ποινικό αδίκημα, και με την ανώτερη τάξη να διακατέχεται από άγχος, ανασφάλεια και υστερία περισσότερο από κάθε άλλον, προκειμένου να μην απολέσει τα κεκτημένα της. Το ισχύον σύστημα ισχυρών προνομίων για ελάχιστους θυμίζει την κοινωνική πόλωση στη Γαλλία πριν από την επανάσταση του 1789. Κι ενώ το κοινωνικό πρόβλημα οξύνεται, αντιμετωπίζεται σαν πρόβλημα τήρησης της «τάξης», εγκυμονώντας τον κίνδυνο ανεξέλεγκτων καταστάσεων.

Το δημοκρατικό έλλειμμα είναι εμφανές. Διαβάλλονται οι έννοιες του κράτους-έθνους, του κοινωνικού κράτους, της συλλογικής δράσης, των εργατικών ενώσεων, των εθνικών διαπραγματεύσεων, της δικαιοσύνης. Όσες ευρωπαϊκές πολιτικές τέθηκαν σε δημοψήφισμα και καταψηφίστηκαν (για παράδειγμα στη Γαλλία, την Ολλανδία, την Ιρλανδία, τη Σουηδία), επανήλθαν κι επικυρώθηκαν διά πλαγίων οδών (όπως με τη Συνθήκη της Λισσαβόνας). Έτσι νομιμοποιήθηκαν συνταγματικά νεοφιλελεύθερες επιλογές, που όμως ευθύνονται για τη σημερινή καταβύθιση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Μπροστά στην κρίση, η Ευρωπαϊκή Ένωση αδρανεί επιδεικτικά, με βασικό υπαίτιο της καθήλωσης τη Γερμανία. Την ίδια ώρα ο αμερικανικός προστατευτισμός έχει προ πολλού ξεκινήσει, ενώ κι όλες οι χώρες στον κόσμο καταφεύγουν σε πολιτικές που μέχρι πρότινος αποδοκίμαζαν.

Η επάνοδος του κόσμου στην «ευθεία οδό» προϋποθέτει την απεμπλοκή από τον ασφυκτικό χρηματοπιστωτικό εναγκαλισμό και οικονομίες ικανές να παράγουν μόνες τους αυξανόμενα καθαρά εισοδήματα. Το νέο «Νιου Ντιλ», υποστηρίζει ο Βεργόπουλος, πρέπει να αποκολληθεί από τις χρηματοπιστωτικές μεταρρυθμίσεις και να ενισχύει τη μεσαία τάξη, ώστε να αποκατασταθεί η κοινωνική συνοχή. Κρίνεται αναγκαία η αύξηση της απασχόλησης, ώστε και η οικονομία να ανακάμψει. Η ουσιαστική ομοσπονδιοποίηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος και του ενιαίου του νομίσματος θα μπορούσε επίσης να αποβεί λυτρωτική. Η απεμπλοκή της Ευρώπης από τον νεοφιλελευθερισμό αποτελεί ζήτημα ζωτικής σημασίας γι’ αυτήν. Είναι αδιανόητο να καθορίζεται η κοινωνία και η πολιτική από την οικονομία, ενώ ο αντίστροφος καθορισμός της οικονομίας από την κοινωνία και την πολιτική θα διευκόλυνε τον έλεγχο όλων των νεοφιλελεύθερων ιδεολογημάτων, που προώθησαν μια «κοινωνία πολιτών» χωρίς την πολιτεία, τη συκοφαντημένη σαν περιττό και παρασιτικό μόρφωμα. Η παραπλάνηση του «λιγότερου κράτους» αποσκοπούσε αποκλειστικά στην άνευ όρων παράδοση των αδύναμων τάξεων στην αρπακτική άρχουσα. Όμως από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Μακιαβέλι και τον Χομπς η κοινωνία συγκροτείται πάντα μέσω της πολιτείας, η οποία εξασφαλίζει την κοινωνική συνοχή.

Προς το παρόν ωστόσο, το σκοτεινό μέλλον, το ανύπαρκτο παρόν, η περιθωριοποίηση προκαλούν ρήγμα μεταξύ των γενεών. Η νέα εποχή, σύμφωνα με τον Βεργόπουλο, επισπεύδεται λόγω του αυτοκαταστροφισμού της παλιάς. Οι «απόκληροι» νέοι εύλογα αντιστέκονται, σε μια εξέγερση αυθόρμητη, πέρα από προκατασκευασμένα σχήματα. Η επέκταση της πείνας, σε συνδυασμό με το υψηλό μορφωτικό επίπεδο και το δραματικό έλλειμμα ελευθερίας, αποτελεί ξανά το εκρηκτικό μείγμα που πυροδοτεί τις εξελίξεις, ρίχνοντας την αυλαία στην ιστορία της τελευταίας τριακονταετίας. Αν το σύστημα κλείσει τις πόρτες στους νέους, μοιραία θα αποξενωθεί από το ίδιο το μέλλον του. Η επιμονή των νέων είναι ίσως το πιο ισχυρό στοιχείο αισιοδοξίας για τη «μετά το τέλος» εποχή, στην οποία εκείνοι μοιραία θα πρωταγωνιστήσουν.

Ο Βεργόπουλος, με το «Μετά το τέλος», συμπυκνώνει τη γνώση του σχετικά με τη διεθνή οικονομική κρίση, την οποία τοποθετεί στο σωστό της πλαίσιο: υποδεικνύει τις ένοχες πρακτικές, κατανέμει ευθύνες στους φορείς που οδήγησαν στο αδιέξοδο χωρίς να συγκαλύπτει κανέναν, και υποβάλλει προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Με λόγο πυκνό κι αποκαλυπτικό, που αφυπνίζει και συγκλονίζει, συγκρούεται απροσχημάτιστα με τις αντικοινωνικές πρακτικές των αρχουσών τάξεων των ευθυνόμενων για την κρίση, κι αποδεικνύει εμπράκτως με τη στάση του πως ο δρόμος της κοινωνικής ευαισθησίας, του σεβασμού των ανθρώπων και της ανιδιοτέλειας είναι ο μόνος ικανός να αποκαταστήσει την κοινωνική ισορροπία, αίροντας και καταδικάζοντας τον εγωισμό και τη συμφεροντολογία, που εκτρέφουν ανισότητες.

Κώστας Βεργόπουλος, «Μετά το τέλος. Η οικονομία της καταστροφής και η επόμενη μέρα», εκδ. Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα 2011, σελ. 304.

«[…] Η βραβευμένη στο Φεστιβάλ της Βενετίας ταινία Ιδιωτική Ζώνη του Ουρουγουανού σκηνοθέτη Ροντρίγκο Πλα, που εργάζεται μεταξύ Βαρκελώνης και Μεξικού, καταγράφει ανηλεώς τα δρώμενα στα πολυτελή γκέτο των πλουσίων. Το φαινόμενο των περίκλειστων και υπερπροστατευμένων οικισμών των ανθρώπων του πλούτου ξεκίνησε από την Καλιφόρνια και τη Νότιο Αμερική, αλλ’ επεκτείνεται ταχύτατα και στις άλλες ηπείρους. Θωρακισμένα τείχη με συρματοπλέγματα, βιντεοκάμερες, ασύδοτοι σεκιουριτάδες με μαντρόσκυλα, εξοβελισμός του κράτους, του νόμου, της αστυνομίας, της δικαιοσύνης. Αποσχιστικά κρατίδια μέσα στο κράτος, σε κλίμα υστερίας, με πρόσχημα την άμυνα έναντι όσων στερούνται ακόμη και των στοιχειωδών προϋποθέσεων διαβίωσης. Από τη Μανίλα, το Γιοχάνεσμπουργκ, το Σαν Πάολο, το Μαλιμπού, οι πλούσιοι γκετοποιούνται ταχύτερα και ριζοσπαστικότερα από τους φτωχούς. Οπλοφορία και αυτοδικία συμπληρώνουν την προστασία τους, ενώ το αντίστοιχο για τους φτωχούς ποινικοποιείται. Εδώ τελειώνει ο κόσμος και αρχίζει η παράνοια του μεγάλου χρήματος. […]»

«[…] Όσο η φερεγγυότητα των κρατών-μελών δεν διασφαλίζεται με κοινοτικό μηχανισμό, τα spreads θα αποκλίνουν και η κερδοσκοπία μοιραία θα θριαμβεύει, αποσταθεροποιώντας το ευρωπαϊκό σύνολο, ακόμη και τους ισχυρούς εταίρους. Η παρούσα κρίση ήταν ευκαιρία συγκρότησης μηχανισμού ευρωπαϊκής συνοχής και αλληλεγγύης, με την ίδρυση: α) Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου που να προμηθεύει ρευστότητα όχι μόνον σε τράπεζες αλλά και σε κράτη, και β) Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που να αναλαμβάνει ως τελικός πιστωτής τα δημόσια χρέη στην αντίστοιχη νομισματική περιοχή. Αντ’ αυτού, η Ευρώπη θεσμοποιεί, ως “χρυσό κανόνα”, τη συμμόρφωσή της στην ανευθυνότητα των χρηματαγορών και των κερδοσκόπων. Αυτό δεν αποδίδεται τόσο στη “δημοσιονομική ελαφρότητα” και “ασυνειδησία” των ελλειμματικών εταίρων όσο κυρίως σε συνειδητή αλλ’ άφρονα επιλογή των πλεονασματικών […]»

** Ο Κώστας Βεργόπουλος (1942) είναι καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Επισκέπτης καθηγητής σε Πανεπιστήμια της Βόρειας και Νότιας Αμερικής. Οικονομικός εμπειρογνώμων σε διεθνείς οργανισμούς (Ηνωμένα Έθνη και Ευρωπαϊκή Ένωση).

 
 Σημείωση:Ο «Α», επιχειρώντας να φωτίσει το ζήτημα της οικονομικής κρίσης, προβαίνει σε μια σειρά βιβλιοπαρουσιάσεων, που έχουν ως στόχο τους την πολύπλευρη προσέγγιση του θέματος από ποικίλες οπτικές. Τα τελικά συμπεράσματα ας διαμορφωθούν στο τέλος αυτής της πορείας από τους αναγνώστες.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.