Οι σχέσεις φυσικών και κοινωνικών επιστημών στα πλαίσια της οικολογικής προβληματικής – Μέρος ΙII
Του Θεόδωρου Βότση
Συνέχεια από το Μέρος ΙΙ: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2600
Α) Το ολιστικό πρότυπο
Η συστημική οικολογία περιγράφει την φύση σαν ένα τεράστιο μηχανισμό που υπακούει στις αρχές της κυβερνητικής και ρυθμίζεται από μηχανισμούς ανάδρασης. Πρόκειται για μηχανιστική οπτική με τη διαφορά ότι η αναλυτική νευτώνεια εικόνα του μηχανικού ρολογιού έχει αντικατασταθεί από μια πιο σύνθετη. Τα φυσικά οικοσυστήματα θεωρούνται ισόμορφα με τα θερμοδυναμικά ή ηλεκτρομαγνητικά συστήματα και περιγράφονται από τα ίδια διαγράμματα. Η ροή ενέργειας είναι το βασικό στοιχείο που ρυθμίζει την κατάσταση ενός συστήματος.
Τα διάφορα μέρη που απαρτίζουν αυτό το σύστημα εκτιμούνται μόνο ως προς αυτή την ιδιότητα, δηλαδή ως μετασχηματιστές ενέργειας. Τα διάφορα στοιχεία, αυτά καθαυτά, δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη λειτουργία του συστήματος. Αυτό που μετράει περισσότερο είναι οι σχέσεις μεταξύ των διαφόρων τμημάτων και ο ενεργειακός τους ρόλος. Τα βασικά κριτήρια την εκτίμηση της κατάστασης του οικοσυστήματος είναι η ισορροπία και η σταθερότητα.
Η συστημική θεωρεία που αναπτύχθηκε στην διάρκεια του μεσοπολέμου επηρέασε βαθύτατα και εξακολουθεί να επηρεάζει την εξέλιξη της επιστήμης της οικολογίας. Την εποχή αυτή έχει ολοκληρωθεί η καταστροφή του ελεύθερου ατόμου, η κοινωνία είναι πλήρως διαμορφωμένη σε τάξεις, αποτέλεσμα του καταμερισμού της εργασίας. Η κοινωνική δομή έχει γίνει τόσο περίπλοκη, που το σύστημα χάνει την ικανότητα αυτορύθμισης, που του διασφαλίζει, υποτίθεται, η λειτουργία της αγοράς. Στις καπιταλιστικές μητροπόλεις τα φαινόμενα αποκτούν εκρηκτικές διαστάσεις. Μια εκδοχή για την έξοδο από την κρίση είναι ο τεχνοκρατισμός με βάση την κυβερνητική. Το ηγεμονικό μπλοκ εξουσίας παραχωρεί διευθυντικές ευθύνες σε τεχνοκράτες και η ρυθμιστική λειτουργία του συστήματος ασκείται με βάση τον επιστημονικό ορθολογισμό.
Η συστημική θεωρία έγινε η θεωρητική βάση πολλών επιστημών όπως οι οικονομικές επιστήμες, οι κοινωνικές επιστήμες, διάφοροι κλάδοι των μαθηματικών και της φυσικής και φυσικά της οικολογίας. Η θεωρία των συστημάτων, η κυβερνητική, η θεωρία των παιγνίων υπόσχονταν επιτυχή διαχείριση των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων και αποδείχθηκαν, ως ένα βαθμό, κατάλληλες για την οικονομική ανασυγκρότηση των ΗΠΑ από την κρίση του 1930 και των ευρωπαϊκών κρατών μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Κατ' αντιστοιχία η συστημική θεωρία θεωρήθηκε κατάλληλη για την ανάλυση ενός τόσο πολύπλοκου και πολυπαραγοντικού συστήματος όπως ο φυσικός κόσμος. Πρόκειται, όπως γίνεται αντιληπτό, για μια τεχνοκρατική θεωρία διαχείρισης και ελέγχου, γιαυτό και διαδόθηκε σε αυτούς τους τομείς της οικολογίας που είχαν σχέση με την ανάπτυξη πρακτικών διαχείρισης φυσικών πόρων.
Σύμφωνα με τον Τερζάκη αν η δαρβινική-αναγωγική εικόνα του κόσμου, της 'πάλης για επιβίωση', της 'επιβίωσης του ισχυρότερου' κ.λ.π., μπορεί να θεωρηθεί το βιολογικό αντίστοιχο του καπιταλισμού, της ελεύθερης οικονομίας και των ανεξάρτητων παραγόντων που ανταγωνίζονται μεταξύ τους, τότε σίγουρα η συστημική οικολογία ανταποκρίνεται στην εποχή του 'μεγάλου πλανητικού χωριού', των μεγάλων οικονομικών, πολιτικών και διακρατικών ενώσεων του παγκόσμιου εμπορίου και της ανάγκης κεντρικού σχεδιασμού και ταυτόχρονα βέβαια, του κατακερματισμού της κοινωνικής ζωής. Ο ισομορφισμός του κοινωνικού και βιολογικού κόσμου, όπως αυτοί περιγράφονται μέσα από τις συστημικές θεωρίες, είναι χαρακτηριστικότατος: η κοινωνική διαίρεση και διαστρωμάτωση της ανθρώπινης κοινωνίας αντιστοιχεί στα επίπεδα οργάνωσης του οικοσυστήματος σε καταναλωτές, παραγωγούς, αποικοδομητές, οι έννοιες της παραγωγικότητας, της ισορροπίας και της σταθερότητας είναι κοινού περιεχομένου και κοινής σπουδαιότητας και για τα δύο συστήματα. Επομένως, ο ρόλος του ανθρώπου είναι αυτός του μηχανικού-διαχειριστή των οικοσυστημάτων.
Ενώ η οικολογία συστημάτων δανείστηκε πολλά στοιχεία της θεωρίας της από άλλους κλάδους, προσέφερε στις επιστήμες το πιο πλήρες πρότυπο για το 'πώς είναι ο κόσμος', ένα πραγματικά σύγχρονο 'φυσικό' μοντέλο κοινωνικής τάξης, ξεπερνώντας το παλιό πρότυπο του καρτεσιανού ωρολογιακού μηχανισμού.
Ρεύμα της ολιστικής οικολογίας είναι και η βαθιά οικολογία. Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται ένα ετερόκλητο σύνολο θεωρήσεων για τη φύση, των οποίων κοινό χαρακτηριστικό είναι οι μεταφυσικές – φυσιοκρατικές αντιλήψεις για τον κόσμο και η αναφορά στο συστημικό επιστημονικό πρότυπο για τις αντίστοιχες φιλοσοφικές αντιλήψεις. Για τη βαθιά οικολογία τα είδη της βιόσφαιρας αποτελούν μέρη ενός ενιαίου και απόλυτα συνεκτικού όλου. Το κοσμοείδωλο που προβάλλεται είναι αυτό της οικολογίας συστημάτων, στο οποίο η βαθιά οικολογία δίνει έμφαση στις σχέσεις αλληλεπίδρασης και αλληλεξάρτησης μεταξύ των μερών, στην ισορροπία, την πολυπλοκότητα και την συνοχή που χαρακτηρίζει όλη την δομή. Η διατήρηση κάθε είδους στη θέση του και στη λειτουργία που επιτελεί είναι αποφασιστικής σημασίας για την ύπαρξη της ολότητας. Ταυτόχρονα, όμως, κάθε είδος αποκτά οντότητα μόνο ως μέρος του συνολικότερου συστήματος. Κάτω από αυτό το πρίσμα το ανθρώπινο είδος δεν είναι ανώτερο ή καλύτερο από τα άλλα είδη, στο βαθμό που όλα τα είδη είναι απαραίτητα για το καλό του όλου, και στο βαθμό που ως είδος μπορεί να υπάρξει μόνο σαν μέρος του όλου. Το περιβάλλον είναι ένας τεράστιος, σύνθετος μηχανισμός και ο άνθρωπος εξαρτάται από την συνοχή και την καλή λειτουργία αυτού του μηχανισμού. Αυτό ταυτόχρονα παραπέμπει , εφόσον όλοι είμαστε ίσοι σαν υποτελείς όμως μιας ανώτερης οντότητας, στην 'υπόθεση της Γαίας'.
Η "υπόθεση της Γαίας" εμφανίστηκε την δεκαετία του '70 από τον Lovelock και έτυχε θερμής υποδοχής στους κόλπους του οικολογικού κινήματος και αλλού. Η σύνθεση του κοσμοειδώλου της Γαίας στηρίζεται σε δύο άξονες : τη σύγχρονη συστημική οικολογία και τις βιταλιστικές αντιλήψεις της ρομαντικής φιλοσοφίας του 19ου αιώνα. Η 'υπόθεση της Γαίας' συνδέει όλες τις κατά καιρούς διατυπωμένες επιστημονικές υποθέσεις σχετικά με την βιόσφαιρα και την εξέλιξή της σε μια, εκ κατασκευής, ολιστική θεώρηση του ενιαίου γήινου οικοσυστήματος. Σύμφωνα με την 'υπόθεση της Γαίας', ολόκληρος ο πλανήτης, με τα βιοτικά και αβιοτικά στοιχεία που τον αποτελούν, συνιστά ένα γιγάντιο ζωντανό οργανισμό. Όλα τα είδη από τους ιούς έως τις φάλαινες και από τα φύκια έως τα έλατα, μπορούν να θεωρηθούν μέλη αυτού του ζωντανού οργανισμού. Η Γαία λειτουργώντας σαν μια κυβερνητική μηχανή που οργανώνεται από μόνη της, είναι εφοδιασμένη με ιδιότητες που υπερβαίνουν αυτές των συστατικών της μερών και είναι ικανή να μεταβάλλει π.χ. το κλίμα ή την ατμόσφαιρα να ικανοποιεί τις ανάγκες της. Παρουσιάζει δηλαδή συμπεριφορά ανάλογη με αυτή ενός οργανισμού που, με τους μηχανισμούς ομοιόστασης που διαθέτει, είναι ικανός να διατηρεί σταθερές εσωτερικές συνθήκες, καθώς και να προσαρμόζεται στις αλλαγές του εξωτερικού περιβάλλοντος. Ο Lovelock χρησιμοποιώντας σχετικά με τις μεταβολές της θερμοκρασίας , της σύστασης της ατμόσφαιρας κ.λ.π. προσπάθησε να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό του ότι η Γη συμπεριφέρεται κατά κάποιο τρόπο σαν νοήμων σύστημα. Έτσι, μέσα από μια επιστημονική επιχειρηματολογία, η εικόνα για τον κόσμο αποκτά μυστικιστικές διαστάσεις. Σύμφωνα με τη θεωρία του Lovelock, παρ' όλη την περιβαλλοντική κρίση, η Γαία θα καταφέρει να βρει νέα σημεία ισορροπίας, αδιαφορώντας για ποια είδη θα επιβιώσουν στις νέες συνθήκες, αφού, όπως αναφέρει, 'σε πλανητική κλίμακα η ζωή είναι αθάνατη'.
Σύμφωνα με την βαθιά οικολογία η φύση είναι ο παραγωγός και ο φορέας των ηθικών αξιών που πρέπει να ενστερνιστεί ο άνθρωπος. Η φύση είναι ο οδηγός και ο κριτής των ανθρώπινων πράξεων. Οι άνθρωποι είναι υποταγμένοι στη Γαία το ηθικό κριτήριο των πράξεών τους είναι η διατήρηση της ολότητας της Γαίας.
Ποιος όμως ορίζει ποιοι είναι οι κανόνες της φύσης που πρέπει να σέβονται οι άνθρωποι; Προφανώς αυτή την θέση την διεκδικούν για τον εαυτό τους οι θεωρητικοί της βαθιάς οικολογίας και οι τεχνοκράτες. Οι φυσιοκρατικές θεωρίες είναι θεωρίες που απαιτούν 'ειδικούς', οι οποίοι αναλαμβάνουν την ερμηνεία της αλήθειας της φύσης. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που στον πυρήνα τέτοιων θεωριών βρίσκονται τεχνοκρατικές αντιλήψεις.
Ο ντετερμινιστικός χαρακτήρας των θεωριών της βαθιάς οικολογίας δεν αφήνει χώρο ούτε για ανθρώπινη ελευθερία ούτε για ανθρώπινη υποκειμενικότητα, το μέλλον της βιόσφαιρας κρίνεται σε πλανητικό επίπεδο. Έτσι ο 'βιοκεντρισμός' και ο 'αντι-ανθρωποκεντρισμός' φτάνουν πολλές φορές σε ακραία σημεία. Όπως η άποψη που έχει εκφρασθεί ότι η εξαφάνιση του ανθρώπινου είδους θα οδηγήσει σε αύξηση της βιοποικιλότητας, γιατί θα διασωθούν είδη που τώρα κινδυνεύουν με αφανισμό από τον άνθρωπο, άρα, μακροπρόθεσμα η Γαία θα ωφεληθεί, ή ότι στον αναπτυγμένο κόσμο θα πρέπει να εφαρμοσθεί το μέτρο της υποχρεωτικής στείρωσης, γιατί η ανατροφή των παιδιών είναι μια ιδιαίτερα δαπανηρή υπόθεση από οικολογική άποψη. Φυσικά τέτοιες θέσεις γίνονται αντικείμενο έντονης κριτικής και μέσα στους κόλπους της βαθιάς οικολογίας.
Η θεωρία της κοινωνικής οικολογίας
Μια δημοφιλής θεωρία του οικολογικού κινήματος είναι αυτή της κοινωνικής οικολογίας με πατριάρχη της τον M. Bookchin. Η κοινωνική οικολογία προσπαθεί να επιβάλλει μια διαλεκτική αντίληψη για τον κόσμο. Θεωρεί τον εαυτό της σαν συνεχιστή της διαλεκτικής παράδοσης, με τη σημαντική διαφορά ότι στέκεται κριτικά τόσο στην ιδεαλιστική διαλεκτική του Hegel, όσο και στην υλιστική διαλεκτική των Marx και Engels. Πρεσβεύει μια ολιστική διαλεκτική, αντιλαμβάνεται δηλαδή το φυσικό κόσμο σαν ένα διαλεκτικό όλο, σαν μια αυτοοργανούμενη και αυτοσχηματιζόμενη οντότητα, χωρίς όμως η ανάπτυξή της να καθορίζεται από κάποιο κοσμικό υποκείμενο ή κάποιες μηχανικές δυνάμεις. Οι έννοιες του 'όλου', της 'κοινότητας' και της 'αλληλοσύνδεσης' δε θα πρέπει να μας κάνουν να βλέπουμε τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν σαν αποτέλεσμα εξελικτικών διαδικασιών και του διαλεκτικού γίγνεσθαι της φύσης. Η εξέλιξη αυτή καθαυτή είναι μια ολιστική διαδικασία και όχι μια διαδικασία μεμονωμένης προσαρμογής.
Η φιλοσοφία της κοινωνικής οικολογίας αυτοορίζεται και σαν νατουραλιστική. Ο διαλεκτικός λόγος είναι οντολογικός, αντικειμενικός και άρα νατουραλιστικός. Η φύση είναι οντολογική και γνωσιολογική αφετηρία της κοινωνικής οικολογίας. Η κοινωνική οικολογία, αν και κοινωνική, αναζητά τελικά τη θεμελίωσή της στη φύση. Η φύση αποτελεί το παράδειγμα, το πρότυπο για τη διατύπωση των ηθικών αξιών που πρέπει να διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Ο Bookchin αποδίδει στη φύση τις ιδιότητες που θα ήθελε να έχει, προκειμένου να αποδεχθεί σωστό το θεωρητικό του οικοδόμημα. Με αυτό τον τρόπο προβάλλει την ιδεολογία της στο φυσικό κόσμο και κατόπιν την επαναφέρει στην κοινωνία σα φυσικό πρότυπο, που αναγκαστικά στηρίζει την όλη διαδικασία στην αυθεντία του επιστημονικού λόγου. Έτσι, σύμφωνα με τον Bookchin, οι σύγχρονες επιστήμες της οικολογίας και της εξέλιξης δείχνουν ότι στη φύση τα φαινόμενα χαρακτηρίζονται από αλληλοβοήθεια, αυτοοργάνωση, ελευθερία, υποκειμενικότητα, ενότητα στη διαφορά, αυθορμητισμό και μη ιεραρχικές σχέσεις. Αυτές οι ιδιότητες της φύσης αποκτούν χαρακτήρα αυτοσκοπού και για την ανθρώπινη κοινωνία. Όπως παρατηρούμε και εδώ η εξέλιξη και η οικολογία γίνονται επιστήμες αντικειμενικές και συγχρόνως κανονιστικές, επειδή όχι μόνο μας λένε πως είναι η πραγματικότητα, αλλά και μας προσφέρουν γνώση για τις αξίες που πρέπει να έχουμε.
* Εργασία που εκπονήθηκε στα πλαίσια των μαθημάτων της Θ. Ανθογαλίδου. Επιμέλεια, διορθώσεις Θ. Ανθογαλίδου
ΠΗΓΗ: Τόμος 2, τεύχος 4, Δεκέμβριος 2001, http://virtualschool.web.auth.gr/2.4/TheoryResearch/Votsis.html
Συνέχεια στο Μέρος ΙV: http://tomtb.com/modules/smartsection/item.php?itemid=2609