Πολιτική, το εκτροφείο της ατιμωρησίας

Πολιτική, το εκτροφείο της ατιμωρησίας*

 

Του Γιάννη Στρούμπα


 

Ο Δεκέμβριος του 2011 επιφύλαξε καταιγισμό ειδήσεων σχετικών με την παραβατική δράση εκπαιδευτικών. Οι χαρακτηριστικότερες αφορούν δύο εκπαιδευτικούς, στο Ρέθυμνο και στο Χαλάνδρι αντίστοιχα, εμπλεκόμενους σε υποθέσεις παιδεραστίας, κι έναν εκπαιδευτικό κατηγορούμενο για σωρεία εμπρηστικών επιθέσεων σε οχήματα, κάδους απορριμμάτων κι αλσύλλια σε περιοχές της Αθήνας.


* α΄ δημοσίευση: εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 333, 16/12/2011.

Η σχετική επικαιρότητα ίσως να επιτάχυνε τη δημοσιοποίηση εγγράφου του υπουργείου Παιδείας (5/12/2011, Φ277/421/139568/Δ2), με το οποίο η ίδια η υπουργός κ. Άννα Διαμαντοπούλου, επισημαίνοντας τις «ανάρμοστες και αναξιοπρεπείς συμπεριφορές από την πλευρά επίορκων εκπαιδευτικών», εκφράζει την αποφασιστικότητα του υπουργείου «να μην επιτρέψει ούτε στο ελάχιστο την προσβολή της παιδικής και εφηβικής προσωπικότητας». Γι’ αυτό και καλεί τα όργανα των υπηρεσιακών συμβουλίων εκπαίδευσης να αντιμετωπίζουν τις αντίστοιχες υποθέσεις άμεσα κι αποφασιστικά, χωρίς να επιτρέπουν την αδικαιολόγητη τελμάτωσή τους, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα.

Το έγγραφο του υπουργείου δεν προβαίνει σε περαιτέρω διευκρινίσεις αναφορικά με τις τελματωμένες υποθέσεις, όμως οι συνήθεις διαρροές προς τα μέσα ενημέρωσης φέρνουν στο προσκήνιο περιπτώσεις εκπαιδευτικών που εμπλέκονται σε υποθέσεις παιδικής πορνογραφίας, σεξουαλικής παρενόχλησης, διακίνησης ναρκωτικών, οπλοκατοχής, υπεξαίρεσης δημόσιου χρήματος, απάτης με την εξασφάλιση εκπαιδευτικής άδειας ώστε να καταστεί δυνατή η εκπόνηση διδακτορικής διατριβής, η οποία ωστόσο ποτέ δεν κατατέθηκε στις αρμόδιες υπηρεσίες προκειμένου να δικαιολογηθεί η άδεια που χορηγήθηκε (6/12/2011, http://www.esos.gr/δημοσια-εκπαιδευση/δευτεροβάθμια/item/26382-oι-γονείς-αγνοούν-ότι-σήμερα-κάνουν-μάθημα-στα-παιδιά-τους-εκπαιδευτικοί-πλαστογράφοι,-διακινητές-παιδικής-πορνογραφίας-κλπ.html).

Τα παραπτώματα είναι οπωσδήποτε βαρύτατα. Φαντάζουν μάλιστα και πολλά σε αριθμό, δίνοντας την εντύπωση πως οι παραβατικές συμπεριφορές αφορούν πλήθος εκπαιδευτικών. Φαίνεται ωστόσο πως ο σχετικός αναλυτικός κατάλογος που δημοσιεύεται στον διαδικτυακό ιστότοπο «esos.gr» εξαντλεί τις ακραίες περιπτώσεις. Τόσο το υπουργείο λοιπόν, όσο και οι «ενημερωτικοί» τού κοινού ακόλουθοί του, έχοντας δεχτεί κατ’ επανάληψη δίκαιες αιτιάσεις ως προς την ισοπεδωτική τους πρακτική που υπονοεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία του εκπαιδευτικού κόσμου είναι διεφθαρμένη, φροντίζουν στην προκείμενη περίπτωση να είναι προσεκτικοί: και η υπουργός στο έγγραφό της σημειώνει πως τα περιστατικά είναι «μεμονωμένα», ενώ καί το «esos.gr» ακολουθώντας διευκρινίζει πως «αυτές οι λίγες περιπτώσεις δεν αφορούν το σύνολο του εκπαιδευτικού κόσμου που με μεράκι και παρά τις αντίξοες συνθήκες κάνουν τη δουλειά τους και μοχθούν για τα παιδιά, αλλά πρόκειται για μεμονωμένες υποθέσεις στην εκπαίδευση».

Αποκαθίσταται επομένως η «τιμή» του εκπαιδευτικού κόσμου; Το υπουργείο «απαλλάσσει» μεν τη συντριπτική πλειοψηφία του εκπαιδευτικού κόσμου από τις βαρύτατες κατηγορίες, ωστόσο την επιφορτίζει με την ευθύνη τής ατιμωρησίας όσων εκπαιδευτικών «παραστρατούν». Η κ. Διαμαντοπούλου σαφέστατα μιλά για υποθέσεις που «λιμνάζουν» στα αρμόδια όργανα της εκπαίδευσης. Ποιοι συνθέτουν επομένως τα σχετικά όργανα; Είναι εμφανής η στόχευση της μεθόδευσης: τους παραβάτες τους συγκαλύπτουν οι συνάδελφοί τους, γι’ αυτό και οι ποινές που τους επιβάλλονται είναι ποινές-«χάδι». Η σχετική προέκταση κατατίθεται εύγλωττα από τον ειδησεογραφικό ιστότοπο «news247», όπου παρουσιάζεται η πρόθεση του υπουργείου να αντικαταστήσει τα σημερινά πειθαρχικά συμβούλια, στα οποία οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί δικάζουν συναδέλφους τους, από νέα, όπου θα συμμετέχουν «δύο δικαστικοί ή υπάλληλοι του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δύο ανώτατοι δημόσιοι υπάλληλοι που δεν εντάσσονται στο υπουργείο Παιδείας, και μόνο ένας εκπαιδευτικός» (6/12/2011, http://news247.gr/ellada/eidiseis/orgio_atimwrhsias_kai_poines_xadi_gia_paraptwmata_ekpaideytikwn.1525363.html). Ιδού και πάλι συνεπώς ο «κήπος του κακού»: ο γνωστός από το πρόσφατο κοινό άρθρο της κ. Διαμαντοπούλου, του κ. Λοβέρδου και του κ. Ραγκούση «συντεχνιασμός» συγκαλύπτει τα ειδεχθέστερα εγκλήματα!

Φυσικά, η βαρύτητα των συγκεκριμένων αδικημάτων δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση. Ποιος άνθρωπος, πόσο μάλλον γονιός, δεν θα τρομοκρατούνταν στην ιδέα πως ένας εκπαιδευτικός με ροπή στις περιγραφείσες τάσεις θα ’ταν δυνατό να βρεθεί στο ίδιο σχολικό περιβάλλον με το παιδί του; Το υπουργείο ωστόσο, ακόμη και για περιπτώσεις τόσο σοβαρές, αποποιείται τις πολιτικές ευθύνες του μεταφέροντάς τες στον εκπαιδευτικό κλάδο κι επιφορτίζοντάς τον με την αποκλειστική ευθύνη για την ατιμωρησία των παραβατών εκπαιδευτικών.

Η «αθώωση» από τα πειθαρχικά συμβούλια των εκπαιδευτικών που εμπλέκονται σε ακραία παραπτώματα μπορεί πολύ απλοϊκά και βολικά να αποδοθεί στην «αλληλεγγύη» μεταξύ συναδέλφων που ανήκουν στον ίδιο κλάδο. Ποιοι όμως απαρτίζουν τα συγκεκριμένα συμβούλια; Πρόκειται κατά κανόνα για συμβούλια πενταμελή, μία συνηθισμένη σύνθεση των οποίων περιλαμβάνει τον προϊστάμενο της πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δύο διευθυντές σχολικών μονάδων και δύο συνδικαλιστές. Σύμφωνα με τη λογική που επιδιώκει το υπουργείο να επιβάλει, όλα τα μέλη των συμβουλίων είναι εκπαιδευτικοί, επομένως θετικά διακείμενοι απέναντι στους κατηγορούμενους συναδέλφους τους. Μία προσεκτικότερη ανάγνωση της σύνθεσης ωστόσο αποκαλύπτει πως η ιδιότητα που βαραίνει στα μέλη των συμβουλίων δεν είναι η εκπαιδευτική, παρά η πολιτική!

Οι προϊστάμενοι της εκπαίδευσης είναι πρόσωπα αναμφίβολα πολιτικά. Φέρουν μεν την ιδιότητα του εκπαιδευτικού, έχουν όμως επιλεγεί στο συγκεκριμένο πόστο ευθύνης από την πολιτική ηγεσία. Οι διευθυντές τοποθετούνται πλέον στις θέσεις τους με στοιχειωδώς αξιοκρατικά κριτήρια, μα φέρουν πάντα μαζί τους την υποκειμενική «συνέντευξη» και την προϋπηρεσία τους από παρελθόντα έτη, οπότε κι επιλέγονταν στο διευθυντικό αξίωμα με τα γνωστά κομματικά κριτήρια, στα οποία περιλαμβάνεται κι η σχετική «μοιρασιά» οφικίων μεταξύ των «χρωματισμένων» εκπαιδευτικών στις παρατάξεις των κομμάτων εξουσίας. Στο παιχνίδι της «αξιοκρατικής» προσποίησης, βέβαια, δεν αποκλείεται να βρεθεί κάποτε στους αντίστοιχους θώκους και κάποιος «ανένταχτος» εκπαιδευτικός. Την επιλογή όμως των διευθυντών που θα συμμετάσχουν στα συμβούλια τη χειρίζεται ο προϊστάμενος της εκπαίδευσης. Οι δε συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι της σύνθεσης; Αν όχι καί οι δύο, σίγουρα ο ένας προέρχεται από τις προσκείμενες στα κόμματα εξουσίας παρατάξεις.

Πέντε ή, έστω, τέσσερις εκπαιδευτικοί προσκείμενοι στα κόμματα εξουσίας και καθοδηγούμενοι από αυτά καλούνται να «εκδικάσουν» τις υποθέσεις των παραβατών συναδέλφων τους. Πράγματι συχνά τους αθωώνουν. Τους αθωώνουν όμως όχι επειδή ο «διαλυτικός συντεχνιασμός» αποσιωπά τα πάντα, όπως θα βολευόταν να ερμηνεύει το υπουργείο, μα επειδή η ψηφοθηρική πολιτική τα «κουκουλώνει»! Η επικρατούσα κάθε φορά λογική στις αντίστοιχες συνεδριάσεις διέπεται από τη σκοπιμότητα της εξυπηρέτησης του «ψηφοφόρου» και της διασφάλισης της ψήφου του. Πλάι στην ψηφοθηρική στόχευση θρονιάζεται η «ενοχή» ενός συστήματος που αδυνατεί να ελέγξει τις αρρωστημένες περιπτώσεις εκπαιδευτικών και τους διορίζει. Επιβάλλεται συνεπώς να συγκαλύψει το σκάνδαλο, αποδίδοντάς τους «υγιείς» στην κοινωνία μέσω της «αθώωσής» τους.

Ποιος υγιής εκπαιδευτικός συμφωνεί μ’ όλες τούτες τις μεθοδεύσεις; Συνήθως οι παραβάτες εκπαιδευτικοί εκδηλώνουν προβληματική συμπεριφορά καί εντός των σχολικών τους μονάδων, παρεμποδίζοντας την ομαλή τους λειτουργία κι ορθώνοντας εμπόδια στους συναδέλφους τους με τη διαλυτική τους συμπεριφορά. Η στάση των υπόλοιπων εκπαιδευτικών απέναντί τους δεν είναι στάση αποδοχής ή ανοχής. Κανείς ωστόσο δεν μπορεί να τους ελέγξει, επειδή δεν υπάρχει η πολιτική βούληση ώστε να ελεγχθούν. Είναι μάλιστα χαρακτηριστική η περίπτωση καθηγήτριας κατηγορούμενης για σεξουαλική παρενόχληση δεκαπεντάχρονου μαθητή, που περιγράφεται στο ίδιο ρεπορτάζ του «esos.gr», η οποία, στις απόπειρες ελέγχου της από την εκπαιδευτική κοινότητα, αντεπιτέθηκε κι απειλούσε επικαλούμενη σαν «όπλα» της «διδακτορικό, σύζυγο Πανεπιστημιακό και πολιτικά μέσα»! Για την απουσία επομένως της πολιτικής βούλησης, η ευθύνη μετακυλίεται αναιδώς στη συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών που λειτουργούν με τρόπο υγιή!

Η έλλειψη πολιτικής βούλησης, φυσικά, δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί μέσω καμίας αλλαγής στη σύνθεση των πειθαρχικών οργάνων. Η αντικατάσταση των εκπαιδευτικών στα πειθαρχικά συμβούλια από δικαστικούς ή άλλους ανώτατους δημόσιους υπαλλήλους, σύμφωνα με τα σχέδια του υπουργείου, δεν θα επιφέρει καμία αποτελεσματικότητα, εφόσον οι πολιτικές παρεμβάσεις με στόχο τη συγκάλυψη και την εξυπηρέτηση μικροκομματικών σκοπιμοτήτων θα συνεχίζονται. Άλλωστε είναι ακόμη πολύ νωπές δύο χαρακτηριστικότατες σκανδαλώδεις περιπτώσεις κατά τις οποίες το υπουργείο Παιδείας προέβη στην ακύρωση ή την υπονόμευση αποφάσεων που εκδόθηκαν από την ίδια τη Δικαιοσύνη: η μία περίπτωση αφορά την παράκαμψη από τον πρώην υπουργό Παιδείας κ. Άρη Σπηλιωτόπουλο απόφασης που εξέδωσε το Εφετείο Ιωαννίνων, σύμφωνα με την οποία μαθητής του λυκείου Λευκίμμης στην Κέρκυρα θα έπρεπε να επαναλάβει την τάξη λόγω υπέρβασης του ορίου απουσιών (βλ. το σχετικό μας άρθρο «Ολίγον παραβάτες, ολίγον παιδαγωγοί, ολίγον… έγκυοι!», εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 269, 16/4/2009)· η δεύτερη περίπτωση χρεώνεται στη σημερινή ηγεσία του υπουργείου Παιδείας (κ. Άννα Διαμαντοπούλου και κ. Εύη Χριστοφιλοπούλου) και στην επίσημη στήριξη του συλλόγου διδασκόντων του 2ου ΓΕ.Λ. Γιαννιτσών από τα έδρανα της Βουλής, κόντρα στη δικαστική απόφαση που προέκυψε από τη διαμάχη του συλλόγου με τον πρώην διευθυντή του λυκείου (βλ. το άρθρο μας «Εκπαιδευτική πολιτική παχύδερμης και ψοφοδεούς “ευαισθησίας”…», εφημ. «Αντιφωνητής», αρ. φύλλου 312, 1/2/2011).

Ας μην καλλιεργείται λοιπόν καμία ψευδαίσθηση: στόχος του υπουργείου Παιδείας και γενικότερα της πολιτικής ηγεσίας δεν είναι η πάταξη της ατιμωρησίας, την οποία άλλωστε εκτρέφει και συντηρεί η ίδια· πάγιος στόχος είναι η σπίλωση των εκπαιδευτικών, στο γενικότερο πλαίσιο του ανελέητου κυνηγητού κάθε εργασιακού κλάδου και μέσα από τις αιτιάσεις εις βάρος του «συντεχνιασμού». Αν πάντως επιθυμεί όντως η κ. Διαμαντοπούλου την άρση της ατιμωρησίας, δεν έχει παρά να αγωνιστεί δυναμικά για την άρση της αναχρονιστικής βουλευτικής ασυλίας, για την αναθεώρηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, κι ίσως για την ανάληψη εκ μέρους της του υπουργείου Δικαιοσύνης στον επόμενο κυβερνητικό ανασχηματισμό.

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.