Στην τάξη
Του Γιάννη Ποταμιάνου
Η Αθανασία κοίταζε εκστατική
και στα μάτια της έλαμπαν
οι μάχες των προγόνων της
Μίλαγε σαν καρδερίνα
με φωνές χιλιάδων σοφών
Κελαηδούσε ο Πλάτωνας
κι ο Αριστοτέλης
κι η κιμωλία έγραφε
έγραφε σε γραμμική γραφή
Η Αθανασία μίλαγε
και τα παιδιά κοιτούσαν
Κοιτούσαν την Αθανασία
ν’ ανεβαίνει σ’ ένα αερόστατο
και να φεύγει στην Ιστορία
Να χτίζει ναούς, να δίνει μάχες,
να ρητορεύει στις αγορές
Τα παιδιά ακολούθησαν
Κι’ έγιναν όλοι
ένα σμήνος πουλιών
στον Αττικό ουρανό
Όμως ο Γιαννάκης
του τελευταίου θρανίου μαθητής
τρεις μέρες νηστικός
δεν άντεξε την πτήση
Έλιωσαν στον Ήλιο τα φτερά του
κι έπεσε με γδούπο
στην Αττική γη
Από τότε η Αθανασία κοιτάζει
εκστατική
και τα μάτια της σκοτεινιάζει
μια βουβή ικεσία:
Σώστε επιτέλους τα παιδιά
που πεινάνε
οι πρόγονοι σας κοιτάνε
απ’ τα βάθη της Ιστορίας
11 Δεκεμβρίου 2011, Γιάννης Ποταμιάνος