Αποκάλυψη ΣΟΚ! ΧΟΛΗΣΤΕΡΙΝΗ: Μια σύγχρονη ιατρική απάτη– Μέρος ΙΙΙ
Του Μάριου Δημόπουλου*
Συνέχεια από το Μέρος ΙΙ Εκπλήξεις από την Ινδία
Πριν πάμε στην Ινδία, ας παραμείνουμε λίγο στην Κένυα. Σε αυτή τη χώρα μένουν πολλοί ινδοί μετανάστες. Αν και όλοι έρχονται από την Ινδία, οι δίαιτές τους δεν είναι όμοιες. Οι μη μουσουλμάνοι ινδοί από το Gujarat ζουν σε μια γαλακτοχορτοφαγική δίαιτα, ενώ οι μουσουλμάνοι ινδοί από το Punjab τρώνε αυγά και κρέας, πίνουν δυο φορές την ποσότητα γάλακτος από τους συμπατριώτες τους από το Gujarat και ποτέ δεν χρησιμοποιούν φυτικό λάδι. Παρʼ όλα αυτά το επίπεδο θνησιμότητας από καρδιοπάθεια είναι ίσο στους δύο πληθυσμούς (βιβλιογραφία, σημ. 14). Αυτό αποτελεί άλλη μια απόδειξη, ότι η κατανάλωση ζωικού λίπους δεν σχετίζεται με την καρδιοπάθεια.
Ο dr. S. L. Malhotra μελέτησε στη Bombay την καρδιοπάθεια μεταξύ περισσότερων από ένα εκατομμύριο ανδρών υπαλλήλων στους ινδικούς σιδηρόδρομους. Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου πέντε χρόνων κατέγραψε 679 θανάτους από καρδιοπάθεια. Παρατήρησε, ότι το υψηλότερο ποσοστό καρδιοπάθειας, 135 ανά 100.000 υπαλλήλους, συνέβη στη Madras στη νότια Ινδία. Το χαμηλότερο ποσοστό, 20 ανά 100.000 υπαλλήλους, συνέβη στο Punjab στη βόρεια Ινδία. Έτσι, οι θάνατοι από καρδιοπάθεια ήταν περίπου επτά φορές πιο συχνοί στη Madras και αυτοί που πέθαναν ήταν κατά μέσο όρο 12 χρόνια νεότεροι από αυτούς στο Punjab. Αλλά στο Punjab, οι άνθρωποι τρώνε δέκα με είκοσι φορές περισσότερο λίπος και καπνίζουν οκτώ φορές περισσότερα τσιγάρα. Και ενώ το μικρό ποσοστό λίπους, που οι άνθρωποι στη Madras έτρωγαν ήταν κυρίως φυτικής προέλευσης, το λίπος που κατανάλωναν στο Punjab ήταν κυρίως ζωικής προέλευσης (βιβλιογραφία, σημ. 15). Και αυτή λοιπόν η περίπτωση τής Ινδίας ανατρέπει την υπόθεση λιπιδίων και απενεχοποιεί το ζωικό λίπος.
Οι υψηλές σε λίπη τροφέςδεν αυξάνουν τη χοληστερίνη τού αίματος
Οι samburu πίνουν ένα γαλόνι γάλα την ημέρα. Το γάλα από τα αφρικανικά Zebu βοοειδή είναι πολύ υψηλότερο σε λίπος από το γάλα από τις σύγχρονες αγελάδες Holstein, κάτι που σημαίνει, ότι οι samburu καταναλώνουν περισσότερο από το διπλάσιο τού ποσού του ζωικού λίπους από τον μέσο αμερικανό, που πίνει γάλα και η χοληστερίνη τους είναι πολύ χαμηλότερη, περίπου 170 mg/dl (βιβλιογραφία, σημ. 16). Οι βοσκοί στη Σομαλία δεν καταναλώνουν σχεδόν τίποτε άλλο από γάλα από τις καμήλες τους. Σχεδόν ενάμιση γαλόνι την ημέρα είναι φυσιολογικό. Το γάλα τής καμήλας είναι πολύ πλουσιότερο σε λίπος από το γάλα τής αγελάδας. Αλλά αν και περισσότερο από το 60% τής κατανάλωσης τής ενέργειάς τους προέρχεται από ζωικό λίπος, ο μέσος όρος χοληστερίνης τους είναι μόνο περίπου 150 mg/dl, πολύ χαμηλότερο από αυτό των Δυτικών ανθρώπων (βιβλιογραφία, σημ. 17). Ο dr. Ian Prior και η ομάδα του από το Wellington στη Νέα Ζηλανδία μελέτησαν τον πληθυσμό των νησιών Tokelau και των Pakapuka ατόλων (κοραλλιογενή νησιά των τροπικών θαλασσών), όπου το κύριο φαγητό είναι οι καρύδες, που παρασκευάζονται με διάφορους τρόπους (βιβλιογραφία, σημ. 18). Θαλασσινά φαγητά και κοτόπουλο είναι επίσης στο μενού. Οι καρύδες περιέχουν μεγάλα ποσά λαδιού καρύδας, το οποίο είναι υψηλό σε κορεσμένα λιπαρά οξέα. Στα νησιά Tokelau, το ποσό τού κορεσμένου λίπους ήταν σχεδόν διπλάσιο από αυτό των Palapuka και ακόμα υψηλότερο από αυτό στις ΗΠΑ, ενώ η κατανάλωση πολυακόρεστων ελαίων ήταν χαμηλή σε όλα τα νησιά. Το 1966 ένας ανεμοστρόβιλος ξερίζωσε έναν μεγάλο αριθμό δέντρων καρύδας στα νησιά. Οι ατόλες δεν μπορούσαν να θρέψουν τους κατοίκους τους και χίλιοι tokelauans μετανάστευσαν στη Νέα Ζηλανδία. Στη Νέα Ζηλανδία η δίαιτά τους άλλαξε σημαντικά. Ο αριθμός των θερμίδων από κορεσμένο λίπος μειώθηκε στο μισό, ενώ η πρόσληψη πολυακόρεστου λίπους αυξήθηκε σε ένα μικρό ποσό (βιβλιογραφία, σημ. 19).
– Βρήκαμε πολλά από αυτά, να σάς έχουν φράξει μια αρτηρία. Είναι χαπάκια για τη χοληστερίνη…
Η χοληστερίνη των tokelauans αντί να μειωθεί, αυξήθηκε περίπου 10%. Στους άνδρες ηλικίας 45-54 ετών η χοληστερίνη τους αυξήθηκε από 195 mg/dl στα 219 mg/dl και στις γυναίκες της ίδιας ηλικίας από 213 mg/dl στα 225 mg/dl. Έτσι, κάτι στο περιβάλλον ή στον τρόπο ζωής στη Νέα Ζηλανδία είχε τόσο μεγάλη επίδραση στους tokelauans, που τα επίπεδα χοληστερίνης τους αυξήθηκαν, αν και η κατανάλωσή τους κορεσμένου λίπους μειώθηκε στο μισό. Η χοληστερίνη στη διατροφή έχει μηδαμινή επίδραση στη χοληστερίνη τού αίματος. Η εξήγηση είναι, ότι ρυθμίζουμε τη δική μας παραγωγή χοληστερίνης σύμφωνα με τις ανάγκες μας. Όταν τρώμε μεγάλες ποσότητες χοληστερίνης, η παραγωγή χοληστερίνης τού σώματός μας μειώνεται. Όταν τρώμε μικρές ποσότητες αυξάνεται. Σε μια μικρή αμερικανική πόλη, που ονομάζεται Tecumseh, στην πολιτεία Michigan, μια μελέτη πραγματοποιήθηκε από μια ομάδα ερευνητών από το πανεπιστήμιο τού Michigan με επικεφαλής τον dr. Allen Nichols. Διαιτολόγοι ρώτησαν περισσότερα από 2000 άτομα με μεγάλη λεπτομέρεια τι είχαν φάει κατά τη διάρκεια μιας 24ωρης περιόδου. Οι διαιτολόγοι ρώτησαν επίσης για τα συστατικά στα φαγητά, ανέλυσαν τις συνταγές των πιάτων που μαγειρεύτηκαν σπίτι και έκαναν σημαντική προσπάθεια να βρουν τι είδους λίπος χρησιμοποιήθηκε στην κουζίνα. Τελικά, οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε τρεις ομάδες – μια υψηλού, μια μεσαίου και μια χαμηλού επιπέδου ομάδα, σύμφωνα με τη χοληστερίνη τού αίματός τους. Καμμιά διαφορά δεν βρέθηκε μεταξύ των ποσών κάθε φαγητού στις τρεις ομάδες. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός, ότι η ομάδα χαμηλής χοληστερίνης έφαγε τόση ποσότητα κορεσμένου λίπους όση και η ομάδα υψηλής χοληστερίνης (βιβλιογραφία, σημ. 20). Στη Mayo Clinic στο Rochester στη Μινεσότα, ο dr. William Weidman και η ομάδα του ανέλυσαν τη δίαιτα παιδιών, που πήγαιναν σχολείο και βρήκαν, ότι τα παιδιά που έτρωγαν πολλά ζωικά λίπη είχαν τόσο πολύ ή τόσο λίγο χοληστερίνη στο αίμα τους όσο τα παιδιά που έτρωγαν πολύ λίγο ζωικό λίπος (βιβλιογραφία, σημ. 21). Στο Λονδίνο, ο καθηγητής Jeremy Morris και η ομάδα του ζήτησαν από 99 μεσήλικες άνδρες υπάλληλους τράπεζας να ζυγίσουν και να καταγράψουν τι έτρωγαν για δυο εβδομάδες (βιβλιογραφία, σημ. 22). Σε αυτούς τους άνδρες ζητήθηκε να κάτσουν σπίτι και να ζυγίζουν κάθε μπουκιά που έτρωγαν για μια ολόκληρη εβδομάδα. Καμμιά σύνδεση δεν βρέθηκε μεταξύ των φαγητών που έτρωγαν και των επιπέδων τής χοληστερίνης τού αίματός τους. Για σιγουριά, 76 από τους άνδρες τής τράπεζας επανέλαβαν τη διαδικασία για άλλη μια εβδομάδα σε άλλη περίοδο τού χρόνου. Ακόμα μια φορά καμμιά σύνδεση δεν βρέθηκε μεταξύ τής δίαιτας και των επιπέδων χοληστερίνης τού αίματος. Ο dr. Rolf Kroneld και η ομάδα του στο πανεπιστήμιο τού Turku στη Φινλανδία μελέτησαν όλους τους κατοίκους τού χωριού Inio κοντά στο Turku και διπλάσια τυχαία επιλεγμένα άτομα τής ίδιας ηλικίας και φύλου στη βόρεια Καρελία και στη νοτιοδυτική Φινλανδία. Στο Inio, η κατανάλωση μαργαρίνης ήταν διπλάσια και η κατανάλωση βουτύρου μόνο μισή απ΄ ότι ήταν σε άλλες φινλανδικές περιοχές. Επιπλέον, οι άνθρωποι στο Inio προτιμούσαν άπαχο γάλα αντί πλήρους γάλακτος, ενώ οι κάτοικοι στις άλλες περιοχές προτιμούσαν το πλήρες γάλα. Αλλά οι υψηλότερες τιμές χοληστερίνης βρέθηκαν στο Inio. Η κατά μέσο όρο τιμή για τους άνδρες κατοίκους τού Inio ήταν 283 mg/dl σε σύγκριση με 239 και 243 στις άλλες δύο περιοχές. Για τις γυναίκες η διαφορά ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Στην Ιερουσαλήμ, μια ομάδα ερευνητών με επικεφαλής τον dr. Harold Kahn μελέτησε τη δίαιτα και τη χοληστερίνη αίματος 10.000 Ισραηλινών κοινωνικών βοηθών. Η πρόσληψη ζωικού λίπους ποίκιλλε από 10 γραμμάρια στα 200 γραμμάρια την ημέρα και υπήρχαν επίσης σημαντικές διαφορές μεταξύ των τιμών χοληστερίνης τους (βιβλιογραφία, σημ. 23). Ιδιαίτερα χαμηλές τιμές χοληστερίνης βρέθηκαν και σε αυτούς, που έτρωγαν μικρές ποσότητες λίπους και σε αυτούς, που έτρωγαν το περισσότερο ζωικό λίπος και υψηλές τιμές χοληστερίνης βρέθηκαν σε όλα τα επίπεδα κατανάλωσης ζωικού λίπους.
Προηγούμενα ασχοληθήκαμε με τη σχέση τής κατανάλωσης λίπους και των επιπέδων χοληστερίνης στο αίμα. Αλλά αυτό που μας ενδιαφέρει δεν είναι το λίπος, αλλά η χοληστερίνη στη διατροφή μας. Αν τρώμε πολύ χοληστερίνη, αυξάνεται η χοληστερίνη του αίματός μας; Στις μελέτες που έχουμε αναφέρει, όπως η μελέτη Tecumseh, η μελέτη από την Mayo Clinic και η μελέτη τού καθηγητή Morris στους υπαλλήλους τής τράπεζας περιέλαβαν επίσης μια ανάλυση για το πόσο χοληστερίνη έτρωγαν οι συμμετέχοντες κάθε μέρα. Καμμιά από αυτές δεν βρήκε κάποια σύνδεση μεταξύ τού ποσού τής χοληστερίνης στη διατροφή και τού ποσού τής χοληστερίνης στο αίμα. Στην πραγματικότητα, στη μελέτη Tecumseh και στη μελέτη τής Mayo Clinic, αυτοί που έτρωγαν το μικρότερο ποσό χοληστερίνης είχαν τα υψηλότερα επίπεδα χοληστερίνης αίματος. Οι διαφορές ωστόσο ήταν μικρές και δεν είχαν φτάσει σε αυτό, που ονομάζουμε στατιστική σημασία. Μια μελέτη, που διεξήχθη από τους Hitchcock και Bracey στο Busselton στην Αυστραλία μελέτησε τρεις ομάδες μητέρων και παιδιών. Μια ομάδα με υψηλά επίπεδα χοληστερίνης, μια ομάδα με μεσαία επίπεδα και μια ομάδα με χαμηλά επίπεδα. Μελέτησαν τα διατροφικά πρότυπα κάθε ομάδας και βρήκαν, ότι δεν υπήρχε σημαντική διαφορά στις καθημερινές διατροφικές τους προσλήψεις. Με άλλα λόγια η δίαιτά τους δεν είχε σχέση με τα επίπεδα χοληστερίνης τους. Σε μια ομάδα ιθαγενών στη Νέα Γουινέα, των οποίων οι δίαιτες ήταν πολύ χαμηλές σε χοληστερίνη, δόθηκαν αυγά σε ένα πείραμα σχεδιασμένο να μετρήσει πώς τα αυγά θα επιδρούσαν στα επίπεδα χοληστερίνης. Τα επίπεδα χοληστερίνης τους παρέμειναν τα ίδια. Τα αυγά δεν είχαν καμιά επίδραση στα επίπεδα τής χοληστερίνης τους (βιβλιογραφία, σημ. 24). Μελέτες άλλων ερευνητών δεν βρήκαν σημαντική διαφορά στα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα σε ανθρώπους, που έτρωγαν αυγά και σε ανθρώπους, που δεν έτρωγαν (βιβλιογραφία, σημ. 25). Το συκώτι παρασκευάζει την περισσότερη από τη χοληστερίνη που χρειάζεται για μια ποικιλία βιοχημικών διαδικασιών, περίπου 2 γραμμάρια την ημέρα. Μόνο 100 mg απορροφώνται από τα φαγητά στο λεπτό έντερο, μια μικρή ποσότητα, αλλά αυτή η ποσότητα χρειάζεται από το σώμα, για να τού δώσει το απαραίτητο υπόστρωμα, για να παρασκευάσει αρκετή. Επομένως, το να μειώσουμε την πρόσληψη χοληστερίνης στη δίαιτά μας, είναι λάθος. Η dr. Enig αναφέρει: «Υπάρχουν αποδείξεις, ότι για μερικούς ανθρώπους η χοληστερίνη είναι απολύτως διατροφικά απαραίτητη, διότι η δική τους σύνθεση δεν είναι επαρκής» και συνεχίζει: «Η επίδραση των φυσικών λιπαρών οξέων στα επίπεδα χοληστερίνης τού αίματος εξαρτάται από τα αρχικά επίπεδα χοληστερίνης τού αίματος. Η υψηλή χοληστερίνη τού αίματος μειώνεται με την κατανάλωση όλων των λιπαρών οξέων, συμπεριλαμβανομένων των κορεσμένων. Τα χαμηλά επίπεδα χοληστερίνης αυξάνονται με πολλά από τα λιπαρά οξέα, όπως τα κορεσμένα, τα μονοακόρεστα και μερικές φορές τα πολυακόρεστα» (βιβλιογραφία, σημ. 26). Με άλλα λόγια, αν τα επίπεδα χοληστερίνης τού αίματός μας είναι πολύ υψηλά για τις ανάγκες μας, η κατανάλωση κορεσμένων λιπών θα τα μειώσει και θα τα κάνει φυσιολογικά. Αν τα επίπεδα τής χοληστερίνης τού αίματός μας είναι πολύ χαμηλά για τις ανάγκες μας, η κατανάλωση λιπαρών οξέων όλων των τύπων θα τα ανεβάσει και θα τα κάνει φυσιολογικά.
Η υψηλή χοληστερίνη δεν προκαλεί καρδιοπάθεια
Τι θα λέγατε, αν μαθαίνατε, ότι η υψηλή χοληστερίνη τού αίματος όχι μόνο δεν προκαλεί καρδιοπάθεια, αλλά μας προστατεύει από αυτήν; Στους ηλικιωμένους η υψηλή χοληστερίνη φαίνεται να είναι προστατευτική. Ο dr. Harlan Krumholz και οι συνεργατες του στο Τμήμα Καρδιαγγειακής Ιατρικής στο πανεπιστήμιο τού Yale παρακολούθησαν 997 ηλικιωμένους άνδρες και γυναίκες, που ζούσαν στο Bronx, στη Νέα Υόρκη. Κατά τη διάρκεια μιας περιόδου τεσσάρων χρόνων, περίπου τα διπλάσια άτομα με χαμηλή χοληστερίνη είχαν καρδιακή προσβολή ή πέθαναν από καρδιακή προσβολή σε σύγκριση με αυτούς με τα υψηλότερα επίπεδα χοληστερίνης (βιβλιογραφία, σημ. 27). Έχετε ακούσει ποτέ για αυτή τη μελέτη; Ασφαλώς και όχι. Διότι οι φαρμακευτικές εταιρείες στατινών δεν θέλουν να μάθετε, ότι η υψηλή χοληστερίνη μάς προστατεύει από την καρδιοπάθεια. Αλλά αυτή δεν είναι η μόνη μελέτη, που αποδεικνύει κάτι τέτοιο και αποκρύπτεται. Στη μελέτη Framingham αναφέρεται: «Για κάθε πτώση 1 mg/dl τής χοληστερίνης υπήρξε 11% αύξηση στην καρδιοπάθεια και στην ολική θνησιμότητα». Έτσι, όχι μόνο η ολική θνησιμότητα, αλλά και η θνησιμότητα από καρδιοπάθεια είχε αυξηθεί. Για πολλά χρόνια μάς λένε πόσο σημαντικό είναι να χαμηλώσουμε τη χοληστερίνη μας, για να προλάβουμε την καρδιοπάθεια. Αλλά η μελέτη Framingham έδειξε ότι, αν η χοληστερίνη τού αίματος μειώνεται, αυξάνεται ο κίνδυνος να πεθάνουμε. Οι περισσότερες μελέτες έχουν βρει, ότι η υψηλή χοληστερίνη δεν είναι παράγοντας κινδύνου για τις γυναίκες. Αυτό το δικαιολογούν λέγοντας, ότι οι γυναικείες σεξουαλικές ορμόνες τις προστατεύουν από τις καρδιακές προσβολές. Αλλά αυτό δεν ευσταθεί. Οι γυναικείες σεξουαλικές ορμόνες αυξάνουν τον κίνδυνο για καρδιοπάθεια στις γυναίκες, δεν τις προστατεύουν από την καρδιοπάθεια. Στην πραγματικότητα φαίνεται πιο επικίνδυνο για τις γυναίκες να έχουν χαμηλή χοληστερίνη απ΄ ότι υψηλή. Ο dr. Bernard Forette και μια ομάδα γάλλων ερευνητών από το Παρίσι βρήκαν, ότι οι ηλικιωμένες γυναίκες με πολύ υψηλή χοληστερίνη ζουν περισσότερο. Το ποσοστό θανάτων ήταν περισσότερο από πέντε φορές υψηλότερο για τις γυναίκες, που είχαν πολύ χαμηλή χοληστερίνη. Στην αναφορά τους οι γάλλοι γιατροί προειδοποίησαν κατά τής μείωσης τής χοληστερίνης στις ηλικιωμένες γυναίκες (βιβλιογραφία, σημ. 28). Άρα, πλην των ηλικιωμένων ανδρών και οι ηλικιωμένες γυναίκες ευεργετούνται από την υψηλή χοληστερίνη και δεν χρειάζεται να τη μειώσουν. Φυσικά και αυτή η μελέτη δεν συμφέρει τις φαρμακευτικές εταιρείες στατινών, για αυτό και έχει αποσιωπηθεί.
Τα τελευταία χρόνια κυκλοφορούν στο εμπόριο προϊόντα επάλειψης (μαργαρίνες) και άλλα γαλακτοκομικά προϊόντα (τυρί τύπου φέτα, γάλα και γιαούρτι), που ρίχνουν τη χοληστερίνη. Τα προϊόντα αυτά περιέχουν φυτικές στερόλες ή στανόλες, που μελέτες έχουν δείξει, ότι μειώνουν τη χοληστερίνη. Τα προϊόντα επάλειψης χρησιμοποιούνται αντί τού βούτυρου και περιέχουν εκτός από φυτικές στερόλες ή στανόλες πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Τα πολυακόρεστα λιπαρά οξέα υποτίθεται, ότι μας προστατεύουν από την καρδιοπάθεια. Αλλά η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Τα πολυακόρεστα έλαια οξειδώνονται εύκολα και περιέχουν μεγάλες ποσότητες ωμέγα-6 λιπαρών οξέων. Η υπερκατανάλωση ωμέγα-6 λιπαρών οξέων από τα φυτικά έλαια οδηγεί σε πλήθος εκφυλιστικών ασθενειών, συμπεριλαμβανομένης τής καρδιοπάθειας. Η εργασία τού Bernard Hennig, που δημοσιεύθηκε στο Journal of the American College of Nutrition το 2001, δείχνει, ότι η υπερβολική ποσότητα των ωμέγα-6 λιπαρών οξέων από τα φυτικά λάδια τού εμπορίου συμβάλλει σε παθολογικές αλλαγές στα κύτταρα των αρτηριών και ως εκ τούτου στην καρδιοπάθεια. Αυτό σημαίνει, ότι αυτά τα προϊόντα κάνουν περισσότερο κακό παρά καλό στην υγεία μας. Μας έχουν κάνει να πιστεύουμε, ότι το βούτυρο και τα γαλακτοκομικά προϊόντα με πλήρη λιπαρά ανεβάζουν τη χοληστερίνη και προκαλούν αθηροσκλήρωση, κάτι, που δεν είναι αλήθεια. Το βούτυρο, το τυρί και το γιαούρτι με πλήρη λιπαρά αποτελούν παραδοσιακές τροφές, με τις οποίες ανατράφηκαν γενιές ανθρώπων επί χιλιετίες. Σήμερα, για λόγους μάρκετινγκ πουλάνε τέτοιου είδους γαλακτοκομικά προϊόντα, που ρίχνουν τη χοληστερίνη, παρά το γεγονός, ότι η χοληστερίνη είναι ευεργετική για την υγεία μας. Σε ένα εργαστήριο στο National Heart, Lung and Blood Institute, οι ερευνητές κοίταξαν κάθε μελέτη, που είχε δημοσιευθεί σχετικά με τον κίνδυνο τού να έχει κάποιος υψηλή ή χαμηλή χοληστερίνη και έφτασαν στο ίδιο συμπέρασμα: Η θνησιμότητα ήταν υψηλότερη για τις γυναίκες με χαμηλή χοληστερίνη απ’ ότι για τις γυναίκες με υψηλή χοληστερίνη (βιβλιογραφία, σημ. 29). Ο dr. Gilles Dagenais και η ομάδα του στο Κεμπέκ μετά από παρακολούθηση 5000 υγιών μεσηλίκων ανδρών για 12 χρόνια κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι, ενώ η υψηλή χοληστερίνη έχει μια ελαφρά σύνδεση με αυξημένο κίνδυνο για άνδρες στις ΗΠΑ, δεν έχει τέτοια σύνδεση για άνδρες στον Καναδά (βιβλιογραφία, σημ. 30). Και αυτό το εύρημα δεν ενισχύει τη θεωρία τής χοληστερίνης. Ούτε η χοληστερίνη τού αίματος είναι σημαντική για αυτούς πού έχουν ήδη μια καρδιακή προσβολή. Για παράδειγμα, ο dr. Henry Shanoff και η ομάδα του στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο τού Toronto μελέτησαν 120 άνδρες δέκα χρόνια μετά την ανάρρωσή τους από καρδιακή προσβολή και βρήκαν, ότι αυτοί με την χαμηλή χοληστερίνη είχαν δεύτερη καρδιακή προσβολή τόσο συχνά όσο αυτοί με την υψηλή χοληστερίνη (βιβλιογραφία, σημ. 31). Οι μάορι, πολυνήσιοι που μετανάστευσαν στη Νέα Ζηλανδία μερικές εκατοντάδες χρόνια πριν, σε αντίθεση με τους ιθαγενείς πολυνήσιους πεθαίνουν πιο συχνά από καρδιακές προσβολές , αλλά αυτό συμβαίνει είτε η χοληστερίνη τους είναι χαμηλή είτε είναι υψηλή (βιβλιογραφία, σημ. 32). Ο dr. Dmitri Shestov από τη Ρωσική Ακαδημία Ιατρικών Επιστημών στο St. Petesburg βρήκε, ότι στη Ρωσία η χαμηλή χοληστερίνη συνδέθηκε με αυξημένο κίνδυνο για καρδιοπάθεια. Ο dr. Shestov και οι συνεργάτες του ανέλυσαν επίσης την HDL και την LDL και βρήκαν, ότι τα χαμηλά επίπεδα τής LDL συνδέθηκαν με αυξημένο κίνδυνο. Και αυτός ο αυξημένος κίνδυνος δεν ήταν λόγω των χαμηλών επιπέδων της HDL. Στην πραγματικότητα, αυτοί με τα χαμηλά επίπεδα τής LDL είχαν τα υψηλότερα επίπεδα τής HDL (βιβλιογραφία, σημ. 33). Αυτό είναι μια απόδειξη, ότι ακόμα και η θεωρία, ότι η HDL είναι προστατευτική δεν ευσταθεί.
Μύθος, ότι η χοληστερίνη μπλοκάρει τις αρτηρίες
Κατά την επίσημη άποψη, όταν τα επίπεδα της χοληστερίνης είναι υψηλά, η χοληστερίνη περνάει από το αίμα μέσω των τοιχωμάτων των αγγείων σκληραίνοντας τις αρτηρίες. Όπως όμως θα δούμε, αυτή η άποψη δεν ευσταθεί. Το 1936, ο παθολόγος Kurt Lande και ο βιοχημικός Warren Sperry τού Τμήματος Εγκληματολογικής Ιατρικής στο πανεπιστήμιο τής Ν. Υόρκης (βιβλιογραφία, σημ. 34), μελέτησαν μεγάλες ομάδες ατόμων, που είχαν πεθάνει από βίαιους θανάτους. Προς έκπληξή τους δεν βρήκαν απολύτως καμμιά σχέση μεταξύ τού ποσού τής χοληστερίνης στο αίμα και στο βαθμό τής αθηροσκλήρωσης. Ο dr. J. C. Paterson και η ομάδα του στον Καναδά, για πολλά χρόνια παρακολούθησαν περίπου 800 βετεράνους πολέμου (βιβλιογραφία, σημ. 35). Αυτοί οι άνδρες ήταν κλεισμένοι σε ένα νοσοκομείο. Κατά τη διάρκεια των χρόνων, ο dr. Paterson και οι συνεργάτες του, ανέλυαν τακτικά δείγματα αίματος από τους βετεράνους. Τα επίπεδα χοληστερίνης ποίκιλλαν σημαντικά από τον έναν βετεράνο στον άλλο, αλλά για κάθε άτομο ήταν σταθερά, έτσι ώστε για παράδειγμα, αυτοί που είχαν χαμηλή χοληστερίνη στην αρχή τής μελέτης συνήθως είχαν χαμηλή χοληστερίνη πριν πεθάνουν. Μια νεκροψία πραγματοποιήθηκε σε όλους τους βετεράνους που πέθαναν και ένας αθηρωματικός δείκτης αποδόθηκε σε κάθε άτομο, βασισμένος σε οπτική, μικροσκοπική και χημική ανάλυση τής καρδιακής αρτηρίας και των κεντρικών αρτηριών. Ο dr. Paterson και οι συνεργάτες του δεν βρήκαν καμμιά σύνδεση μεταξύ του αθηρωματικού δείκτη και των επιπέδων χοληστερίνης τού αίματος. Οι ασθενείς με χαμηλή χοληστερίνη είχαν τόση αρτηριοσκλήρωση όση και οι ασθενείς με υψηλή χοληστερίνη.
Στην πόλη Agra στην Ινδία ο dr. K. S. Mathur και οι συνεργάτες του (βιβλιογραφία, σημ. 36), μελέτησαν 200 ανθρώπους, που είχαν πεθάνει σε ατυχήματα χωρίς κάποια προηγούμενη ασθένεια και δεν βρήκαν καμμιά σύνδεση μεταξύ των τιμών χοληστερίνης και τού βαθμού αθηροσκλήρωσης. Αυτοί με τη χαμηλή χοληστερίνη είχαν τόση αθηροσκλήρωση όση αυτοί, των οποίων η χοληστερίνη ήταν υψηλή. Ας δούμε τι έχουν δείξει ορισμένες μελέτες αγγειογραφίας. Το 1973 ο Dr. Charles Bemis μαζί με την ομάδα του στο νοσοκομείο Peter Bent Brigham στη Βοστόνη μελέτησαν περίπου 70 ασθενείς (βιβλιογραφία, σημ. 37). Σε 24 ασθενείς η χοληστερίνη είχε μειωθεί περισσότερο από 25% μεταξύ των δύο αγγειογραφιών. Ανάμεσα σε αυτούς τους 24 ασθενείς η αθηροσκλήρωση είχε αυξηθεί σε 16, ενώ ήταν αμετάβλητη σε οκτώ. Σε 12 ασθενείς η χοληστερίνη είχε αυξηθεί, αλλά μόνο σε τέσσερεις από αυτούς είχε αυξηθεί η αθηροσκλήρωση. Ο dr. Demetrios Kimbiris και η ομάδα του στη Φιλαδέλφεια βρήκαν, ότι η χοληστερίνη ήταν ασήμαντη. Οι καρδιακές αρτηρίες των 17 από τους 25 ασθενών με υψηλή χοληστερίνη είχαν χειροτερέψει, αλλά είχαν επίσης χειροτερέψει σε επτά από τους δέκα ασθενείς με χαμηλή χοληστερίνη (βιβλιογραφία, σημ. 38). Ο dr. Clarence Shub και οι συνεργάτες του στη Mayo Clinic (βιβλιογραφία, σημ. 39) βρήκαν, ότι η αθηροσκλήρωση είχε αυξηθεί σε όλους τους ασθενείς, των οποίων η χοληστερίνη είχε μειωθεί περισσότερο από 60 mg/dl.
Η υψηλή χοληστερίνη οδηγεί στη μακροζωία
Η χοληστερίνη είναι ένα ζωτικό συστατικό τού σώματος. Χωρίς αυτήν μπορούμε να αρρωστήσουμε χάνοντας τη μνήμη μας, αδυνατίζοντας το ανοσοποιητικό μας σύστημα, διακυβεύοντας τα επίπεδα των ορμονών μας και αυξάνοντας την πιθανότητα να υποφέρουμε από καρκίνο. Με άλλα λόγια, όσο υψηλότερη είναι η χοληστερίνη μας τόσο περισσότερο θα ζήσουμε. Αν μειώσουμε τη χοληστερίνη, αυξάνουμε τις πιθανότητες να υποφέρουμε από αρρυθμία. Ερευνητές στην Ιατρική Σχολή τού San Diego επισημαίνουν, ότι η υψηλή χοληστερίνη σε άτομα άνω των 75 ετών είναι προστατευτική και όχι βλαβερή κι ότι η χαμηλή χοληστερίνη είναι ένας παράγοντας κινδύνου για καρδιακή αρρυθμία, την κύρια αιτία θανάτου, αν συμβεί έμφραγμα. Η αύξηση τής ολικής χοληστερίνης μπορεί να αυξήσει τη διάρκεια τής λειτουργικής ζωής και να αποτρέψει τον καρκίνο. Το European Heart Journal δημοσίευσε τα αποτελέσματα μιας τρίχρονης μελέτης, που συμπεριλάμβανε 11.500 ασθενείς. Ο ερευνητής Behar και οι συνεργάτες του βρήκαν, ότι στην ομάδα με τη χαμηλή χοληστερίνη (ολική χοληστερίνη κάτω από 160 mg/dl) ο σχετικός κίνδυνος ήταν 2,27 φορές περισσότερο σε σύγκριση με αυτούς με την υψηλή χοληστερίνη. Η πιο κοινή αιτία θανάτου στην ομάδα με τη χαμηλή χοληστερίνη ήταν ο καρκίνος, ενώ ο κίνδυνος θανάτου από καρδιοπάθεια ήταν ο ίδιος στις δυο ομάδες. Παλιότερη έρευνα έχει δείξει υψηλότερη αύξηση στον καρκίνο τού πνεύμονα, όταν τα επίπεδα τής ολικής χοληστερίνης διατηρήθηκαν κάτω από 170 mg/dl. Οι ηλικιωμένοι έχουν πολλά να κερδίσουν από την υψηλή χοληστερίνη. Το Journal of the American Medical Association δημοσίευσε μια μελέτη με τίτλο Cholesterol and Mortality. 30 years of follow-up from the Framingham study (Χοληστερίνη και θνησιμότητα. 30 χρόνια συνεχούς παρακολούθησης τής μελέτης Framingham). Αυτή η μελέτη έδειξε, ότι μετά την ηλικία των 50 δεν υπάρχουν αυξημένα ολικά ποσοστά θανάτου σχετιζόμενα με υψηλή χοληστερίνη. Υπήρχε ωστόσο άμεση σύνδεση μεταξύ χαμηλών επιπέδων (ή μειωμένων επιπέδων) χοληστερίνης και αυξημένου θανάτου. Συγκεκριμένα, οι ιατρικοί ερευνητές ανέφεραν, ότι τα ποσοστά θανάτου από καρδιαγγειακή ασθένεια αυξήθηκαν 14% για κάθε πτώση 1 mg/dl των επιπέδων ολικής χοληστερίνης τον χρόνο. Οι καρδιοπαθείς μπορούν να ωφεληθούν σημαντικά από την αύξηση των επιπέδων χοληστερίνης. Το Journal of Cardiac Failure δημοσίευσε τα ευρήματα τού Tamara και των συνεργατών του σε ένα άρθρο με τίτλο Low serum total cholesterol is associated with marked increase in mortality in advanced heart failure (Η χαμηλή ολική χοληστερίνη σχετίζεται με έντονη αύξηση τής θνησιμότητας σε προχωρημένη καρδιακή ανεπάρκεια). Στην ανάλυσή τους 1134 ασθενών με καρδιοπάθεια βρήκαν, ότι η χαμηλή χοληστερίνη συνδέθηκε με χειρότερα αποτελέσματα σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια, ενώ η υψηλή χοληστερίνη βελτίωσε τα ποσοστά επιβίωσης. Επιπρόσθετα, τα ευρήματά τους έδειξαν, ότι η ανεβασμένη χοληστερίνη ανάμεσα στους ασθενείς δεν συνδέθηκε με υπέρταση, διαβήτη ή καρδιαγγειακή ασθένεια. Επίπεδα ολικής χοληστερίνης 400 mg/dl είναι πιο ασφαλή από επίπεδα ολικής χοληστερίνης 188 mg/dl ή χαμηλότερα. Το 2003, στο Journal of the American Geriatrics Society, δημοσιεύτηκαν τα ευρήματα τού ερευνητή Brescianini και των συνεργατών του. Μελετώντας τα επίπεδα ολικής χοληστερίνης 3.295 συμμετεχόντων ηλικίας 65 ώς 84 ετών για μια τετράχρονη περίοδο, συμπέραναν, ότι αυτοί με χαμηλά επίπεδα ολικής χοληστερίνης (<189 mg/dl) ήταν σε μεγαλύτερο κίνδυνο να πεθάνουν, ακόμα και όταν πολλοί σχετικοί παράγοντες είχαν ληφθεί υπ΄όψη. Το να έχετε επίπεδα ολικής χοληστερίνης από 276 ώς 417 mg/dl ήταν καλύτερα ταιριαστό για μακροζωία σε σχέση με το να έχετε επίπεδα ολικής χοληστερίνης λιγότερα από 189 mg/dl.
* Ο Μάριος Δημόπουλος είναι διατροφολόγος. Clinical Nutritionist Fellow of the American Council of Applied Clinical Nutrition mrsdmpls@yahoo.com. Το παραπάνω άρθρο αποτελείται από αποσπάσματα από το βιβλίο τού Μάριου Δημόπουλου (Χοληστερίνη: Ένας σύγχρονος μύθοςέκδ. «Etra Publishing», Αθήνα, 2011). ΠΗΓΗ: 21.11.2011, http://freeinquiry.gr/pro.php?id=2485&PHPSESSID=bbd145c74677c01c58dd2cf9bf299bb8 και http://www.freeinquiry.gr/pro.php?id=575