Σκέψεις για μια Αριστερά στο ύψος των περιστάσεων
Του Γιώργου Ρούση*
Μέρος πρώτο
Ορισμένα πράγματα είναι τόσο αυτονόητα, που όταν δεν συμβαίνουν είναι πολύ δύσκολο να ερμηνεύσει κανείς για ποιο λόγο. Ένα από αυτά είναι η κοινή δράση των δυνάμεων της Αριστεράς για επί μέρους ζητήματα στην αντιμετώπιση των οποίων είναι σύμφωνες, και ακόμα σ’ ένα ανώτερο επίπεδο, η δημιουργία ενός Πολιτικού Αντικαπιταλιστικού Αντιιμπεριαλιστικού Αριστερού Μετώπου. Και συνειδητά δεν κάνω λόγο για ενότητα των δυνάμεων της Αριστεράς και αρκούμαι στις επί μέρους συνεργασίες και στο Μέτωπο, έχοντας επίγνωση των πραγματικών διαφορών τους, των ιστορικών διαφορών, των αγκυλώσεων που χαρακτηρίζουν πολλές από αυτές.
Εκείνο που υποστηρίζω είναι ότι η κρισιμότητα των στιγμών απαιτεί μια Αριστερά στο ύψος των περιστάσεων, μια Αριστερά που δεν μπορεί να συνεχίσει να ομφαλοσκοπεί ενώ ο κόσμος χάνεται.
Την απαιτεί διότι οι εξελίξεις είναι ραγδαίες και το τσουνάμι της κρίσης και της συνεπαγόμενης επίθεσης του κεφαλαίου δεν θα περιμένει να τα βρουν οι διάφοροι μικρόκοσμοι της αριστεράς.
Την απαιτεί, διότι όπως σοφά λέει ένας αγαπημένος σύντροφος «πιστέψαμε ότι είχαμε χρόνο», ενώ στην πραγματικότητα δεν είχαμε, και πόσω μάλλον δεν έχουμε ούτε λεπτό για χάσιμο κάτω από τις παρούσες συνθήκες.
Και για να είμαι ευθύς εξαρχής ξεκάθαρος, όταν κάνω λόγο για Αριστερά, επειδή στο οδόφραγμα των επικείμενων μαχών, όπως άλλωστε σε όλα τα οδοφράγματα, δεν μπορεί να υπάρχουν παρά μόνον δυο πλευρές, καλό είναι να διευκρινιστεί ποιοι δεν ανήκουν στην αριστερή.
Και αυτοί είναι πρώτα απ’ όλους εκείνοι οι σοσιαλδημοκράτες που απροκάλυπτα μετατράπηκαν σε νεοφιλελεύθερους, και μας καλούν να δεχτούμε ως «σωτήριες πιέσεις» όλα τα κελεύσματα του λησταρχείου της Τρόικα, δηλαδή εκείνων που ο Μπρεχτ, στο «Ρομάντζο της Πεντάρας», θεωρούσε ότι οι απλοί φονιάδες και κακοποιοί δε φτάνουν ούτε στο νύχι τους.
Είναι επίσης εκείνοι που έχουν το θράσος να καλούν σε αντιμνημονιακό μέτωπο, ενώ είτε ψήφισαν το μνημόνιο-κάτι σαν να καλούσαν σε αντιπολεμικό μέτωπο οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες ενώ είχαν ψηφίσει τα πολεμικά κονδύλια- όσο και εκείνοι που από ανώτερες πολιτικές θέσεις συνέβαλαν να φθάσουμε σε αυτό.
Είναι τέλος εκείνοι οι οποίοι πιο έντεχνα, και συνεπώς πιο επικίνδυνα, εμφανίζονται ως κεντροαριστεροί .
Πρόκειται για εκείνους οι οποίοι στην απέλπιδα προσπάθεια τους να διασώσουν το καπιταλιστικό σύστημα, προβάλλουν και πάλι ως διέξοδο από την κρίση την επιστροφή στον Κεϋνσιανισμό.
Όμως ο γνωστός κεντρισμός του Κέυνς , ανάμεσα στο πιο δεξιό Χάγιεκ και τον πιο αριστερό Λάσκι, ο οποίος εκφράστηκε πρόσφατα και από τον Ομπάμα, στην «αριστερή» κριτική του προς τους Ευρωπαίους, σήμερα δεν μπορεί παρά να λειτουργήσει υπέρ της διατήρησης ενός τελειωμένου συστήματος. Και θα πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι όσοι υποστηρίζουν αυτές τις απόψεις, ανήκουν και εκείνοι στο μπλοκ της αστικής εξουσίας, που έχει ανάγκη τόσο τους ανοιχτούς υποστηριχτές τύπου Καρατζαφερο-Λοβέρδου όσο και τους μεταμφιεσμένους.
Η Αριστερά, αν θέλει να διατηρήσει τα θεμελιακά της αντικαπιταλιστικά-αντιιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά , αλλά και να διασφαλίσει την παραδοσιακή ηθική στάση που ιστορικά την χαρακτηρίζει, θα πρέπει αντί να φλερτάρει μαζί τους, και να επιδιώκει τη δημιουργία «κεντροαριστερών» σχηματισμών, να ξεκαθαρίσει ότι αυτοί ανήκουν στο αντίπαλο στρατόπεδο .
Σ’ ένα πρώτο λοιπόν από τα κάτω επίπεδο, η Αριστερά καλείται να ανοίξει ένα διάλογο για όλα τα ζητήματα που απασχολούν το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας μας , ένα διάλογο που θα αντικαταστήσει τους παράλληλους μονόλογους των συνιστωσών της, τους συχνά διανθισμένους από ύβρεις αντί επιχειρημάτων.
Επίσης θα πρέπει να σμιλεύει για επί μέρους ζητήματα κοινές δράσεις των συνιστωσών της και ευρύτερες λαϊκές από τα κάτω αντιδράσεις, απαραιτήτως αναγκαίες για την επίτευξη του οποιουδήποτε στόχου της. Τέτοια επί μέρους ζητήματα μπορεί να είναι για παράδειγμα, η μη μετατροπή της ΔΕΗ σε φοροεισπρακτικό μηχανισμό και ο συντονισμός της μη πληρωμής του τελευταίου χαρατσιού στην ακίνητη περιουσία1, κάτι για με το οποίο από τις ξεχωριστές τους ανακοινώσεις φαίνεται να συμφωνούν όλες οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς. Επίσης θα μπορούσε να είναι η κοινή στάση για τη μη εφαρμογή του πανεπιστημιοκτόνου νόμου, ή ακόμη κοινές αντιδράσεις απέναντι σε επί μέρους μνημονιακά μέτρα, και μια σειρά άλλα ζητήματα.
Σε τέτοιες δράσεις είναι βέβαιο ότι όχι μόνον δεν αποκλείεται, αλλά θα πρέπει να επιδιώκεται η συνεργασία με δυνάμεις πέρα από την Αριστερά, με ανένταχτες δυνάμεις, με δυνάμεις που απεγκλωβίζονται από τα αστικά κόμματα, με μέχρι σήμερα απολίτικες δυνάμεις, που αυθόρμητα για πρώτη φορά συμμετέχουν στους λαϊκούς αγώνες, με επί μέρους θεματικά κινήματα . Όμως ο διάλογος και οι κοινές επί μέρους δράσεις δεν αρκούν. Χρειάζεται πέρα από αυτά η άμεση συγκρότηση κι’ ενός πολιτικού αριστερού αντικαπιταλιστικού, αντιιμπεριαλιστικού ριζοσπαστικού Μέτωπου . Σε αυτό το Μέτωπο θα είναι αφιερωμένο το σχόλιο της επομένης Κυριακής.
1.Κάτι που σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει, όπως δήλωσε ο Σαμαράς (από άγνοια περί την αριστερή θεωρία, αλλά και των θέσεων του ΚΚΕ, χειρότερη από μαθητή δημοτικού, ή ανάγοντας τη διαστρέβλωση σε επιχείρημα) ότι έρχεται σε αντίθεση με τη δήθεν θέση του ΚΚΕ ενάντια στο να ΄χει κάποιος το δικό του σπίτι.
ΠΗΓΗ Ι: Μέρος Ι, Έντυπη Έκδοση, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011, http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=312608
Μέρος Δεύτερο
Πέρα από το διάλογο και τις επιμέρους κοινές δράσεις των δυνάμεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, και σε συνδυασμό με αυτά, αυτή καλείται να συγκροτήσει ένα πολιτικό αντικαπιταλιστικό-αντιιμπεριαλιστικό ριζοσπαστικό μέτωπο. Αυτό σημαίνει κάτι παντελώς διαφορετικό από τη συμπαράταξη γύρω από μία εκ των συνιστωσών της αριστεράς, ή από την ταύτιση του αυθόρμητου κινήματος σε παράγοντα ικανό από μόνο του να επιφέρει την κοινωνική αλλαγή, ή από μέτωπα με μόνο οικονομικό ή συνδικαλιστικό περιεχόμενο.
Ενα τέτοιο μέτωπο είναι αναγκαίο για την οργάνωση μιας αποτελεσματικής αντίστασης, αποτελεί τη μοναδική εναλλακτική λύση απέναντι στο κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας και προωθεί την υπόθεση της ριζοσπαστικής σοσιαλιστικής αλλαγής στο πλαίσιο του πολέμου θέσεων, μέσα από τον οποίο θα οδηγηθούμε σε αυτήν.
Η λογική ή όλα ή τίποτα, η ταύτιση της στρατηγικής με την τακτική, η απαξίωση ακόμη και θετικών για το λαϊκό κίνημα μεταρρυθμίσεων και η άρνηση συμμετοχής σε μια αντικαπιταλιστική-αντιιμπεριαλιστική κυβέρνηση στην πραγματικότητα αποτελούν εμπόδιο παρά προωθούν τον σοσιαλιστικό ριζοσπαστικό μετασχηματισμό. Βεβαίως εξυπακούεται η υπαγωγή των μέσων σε αυτόν τον τελικό σκοπό και η αξιολόγησή τους με βάση τη συμβολή τους σε αυτόν.
Το μέτωπο αυτό μπορεί να προέλθει από το συνδυασμό πρωτοβουλιών «από τα κάτω», ανένταχτων αριστερών και συντρόφων που συμμετέχουν στις διάφορες συνιστώσες της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, με πρωτοβουλίες των ίδιων των συνιστωσών της δηλαδή του ΝΑΡ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, των εκτός αυτής σχηματισμών της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, του Αριστερού Ρεύματος του Συνασπισμού, των αντικαπιταλιστικών δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ, του Μετώπου Αλληλεγγύης και Ανατροπής και βεβαίως του ΚΚΕ.
Αυτό προϋποθέτει: Το Αριστερό Ρεύμα του ΣΥΝ να αποφασίσει άμεσα τουλάχιστον να έχει μια σχετικά αυτοτελή παρουσία και να διαφοροποιείται δημόσια ως τέτοιο από τις «κεντροαριστερές» -μη αντικαπιταλιστικές-τοποθετήσεις της ηγεσίας του ΣΥΝ. Το ΝΑΡ, σεβόμενο την κατάκτηση της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, να συμβάλει με όλες του τις δυνάμεις, δίχως κομπασμούς, σε μια παραπέρα ολοκληρωμένη πολιτική μετωπική πρωτοβουλία. Οι ανένταχτοι αριστεροί να συμμετέχουν ενεργά και όχι ως παρατηρητές στο όλο εγχείρημα. Και -ίσως το πιο δύσκολο- το ΚΚΕ να αναλογιστεί τις ευθύνες του και να εγκαταλείψει την τακτική του απομονωτισμού που ακολουθεί.
Προϋποθέτει τελικά όλοι να κατανοήσουμε την κρισιμότητα των στιγμών και να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων, αντί να ομφαλοσκοπούμε.
Το προγραμματικό περιεχόμενο ενός τέτοιου μετώπου πρέπει να οριοθετείται από τον σαφή αντικαπιταλιστικό-αντιιμπεριαλιστικό του χαρακτήρα και θα μπορούσε να συμπυκνώνεται σε ορισμένους βασικούς άξονες αντίστασης, αλλά και άμεσων θετικών μέτρων που θα μπορούσε να πάρει μια αριστερή ριζοσπαστική εξουσία στηριγμένη στο λαϊκό κίνημα, μια εξουσία υπόθεση αυτού του κινήματος.
Τέτοια άμεσα μέτρα και προγραμματικοί άξονες, ξεκινώντας από την αποτίναξη της θηλιάς που μας έχουν κρεμάσει, μπορεί να είναι:
– Παύση πληρωμών από τον λαό του χιλιοπληρωμένου ιμπεριαλιστικού χρέους.
– Άμεση αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ, ρήξη με την Ε.Ε. με βραχυπρόθεσμη στόχευση την αποδέσμευση από αυτήν, αλλά και από το ΝΑΤΟ.
– Άμεση αντίσταση ενάντια σε αντιλαϊκά μέτρα και όπου είναι εφικτό (όπως με το νόμο για τα ΑΕΙ ή τα διάφορα χαράτσια) οργανωμένη άρνηση εφαρμογής ή πληρωμής τους με προοπτική την κατάργησή τους.
– Αντίσταση στο ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και υπεράσπιση και διεύρυνση του δημόσιου τομέα, με πρώτες και καλύτερες τις τράπεζες και τις επιχειρήσεις στρατηγικής σημασίας. Ενταξή τους σε μια σχεδιοποιημένη οικονομία, μόνη ικανή να λύσει και το θεμελιώδες πρόβλημα της ανεργίας, και υποβολή τους σε λαϊκό έλεγχο.
– Δήμευση της περιουσίας όλων όσοι βαρύνονται με κλοπή δημόσιου πλούτου.
– Επιστροφή όλων όσων μας πήραν σε συνδυασμό με τη λήψη άμεσων μέτρων βελτίωσης των συνθηκών ζωής όλων όσοι επλήγησαν από τα πρόσφατα αντιλαϊκά μέτρα.
– Υπεράσπιση, διεύρυνση, ουσιαστικοποίηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων τόσο σε πολιτικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο.
– Λιγότερη δουλειά και δουλειά για όλους, δίχως μείωση των αποδοχών τους.
– Λήψη μέτρων για την προστασία των φτωχών ανέργων όπως η διαγραφή των χρεών τους απέναντι σε τράπεζες, ΔΕΚΟ, εφορίες…
– Δραστική αύξηση της φορολόγησης του μεγάλου κεφαλαίου και παράλληλη δραστική μείωση της φορολόγησης των εργαζομένων.
– Άμεση καθιέρωση της απλής αναλογικής, της υποχρεωτικής εναλλαγής των βουλευτών και του ανώτερου πολιτικού προσωπικού, αμοιβή τους με έναν μέσο εργατικό μισθό, θεσμοθέτηση μορφών άμεσης δημοκρατίας.
– Δραστική μείωση των στρατιωτικών δαπανών.
– Διαχωρισμός κράτους – εκκλησίας και δήμευση της τεράστιας εκκλησιαστικής περιουσίας.
– Κατάργηση κάθε αντιπεριβαλλοντικής νομοθεσίας.
– Πάλη ενάντια στον «Καλλικράτη» και την ερήμωση της υπαίθρου, με προοπτική την αναδιάρθρωση της δομής της τοπικής αυτοδιοίκησης.
– Βελτίωση της δημόσιας διοίκησης μέσω της συμμετοχής σε αυτήν τόσο των απασχολουμένων σε αυτήν όσο και εκείνων στους οποίους απευθύνεται.
– Διάλυση όλων των ειδικών δυνάμεων που στόχο έχουν την καταστολή του λαϊκού κινήματος.
– Συνεργασία σε παγκόσμιο, και δη πανευρωπαϊκό επίπεδο, με όλες ανεξαιρέτως τις αντίστοιχες αντικαπιταλιστικές δυνάμεις…
Σε ένα τέτοιο μέτωπο, ηγεμονικό ρόλο καλείται να κατακτήσει ένας σύγχρονος κομμουνιστικός πόλος-κόμμα, με τα χαρακτηριστικά του οποίου θα ασχοληθούμε την επόμενη Κυριακή.
* Ο Γιώργος Ρούσης είναι Καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, grousis@ath.forthnet.gr
ΠΗΓΗ ΙΙ: Μέρος ΙΙ, Έντυπη Έκδοση, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011, http://www.enet.gr/?i=arthra-sthles.el.home&id=314638