ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ I

ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΗΣ:

Η κλιμάκωση της πυρκαγιάς, η ουτοπία της κεντρικά κατευθυνόμενης οικονομίας, τα αδιέξοδα της ελεύθερης αγοράς, η απειλή του απολυταρχισμού… – Μέρος Ι

 

Του Βασίλη Βιλιάρδου*


 

Έχουμε μάθει ότι, παρά τις καλές προθέσεις, καθώς επίσης παρά μία σωστή λειτουργικά Οργάνωση, η ηθική εντιμότητα δεν μπορεί να διατηρηθεί εντός ενός συστήματος, το οποίο καταστρέφει την προσωπική ελευθερία και την ατομική υπευθυνότητα. Οι σοσιαλιστές πιστεύουν σε δύο πράγματα, τα οποία είναι εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους, πιθανότατα δε αντικρουόμενα: στην ελευθερία και στην οργάνωση ” (F. A. Hayek E. Halevy).

Ανάλυση

Η χώρα μας είναι αντιμέτωπη με το χειρότερο εφιάλτη στην Ιστορία της, με την εισβολή του ΔΝΤ, του εντολοδόχου της χρηματοπιστωτικής μαφίας και του Καρτέλ δηλαδή, καθώς επίσης με τις απίστευτες επιθέσεις της Γερμανίας – κυρίως μέσω ενός άμετρου «γκεμπελικού» διασυρμού, με τη συμμετοχή κάποιων διατεταγμένων γερμανικών ΜΜΕ. Η Ελλάδα έχει ταυτόχρονα τεράστια προβλήματα ρευστότητας, δανεισμού και πολιτικής ανεπάρκειας, οπότε θεωρούμε ότι μόνο εμείς «υποφέρουμε» – ενώ ολόκληρος ο υπόλοιπος κόσμος υποφέρει ελάχιστα ή και καθόλου. Μοναδική ίσως εξαίρεση υποθέτουμε ότι αποτελεί η αντίστοιχα υπερχρεωμένη Ιταλία (πολύ λιγότερο η Πορτογαλία, το Βέλγιο, η Ισπανία και η Ιρλανδία), η οποία ευρίσκεται επίσης στο στόχαστρο τόσο των αγορών, όσο και της Γερμανίας – γεγονός που μας υποχρεώνει να αναρωτηθούμε, μήπως η αλαζονική συμπεριφορά της μεγαλύτερης οικονομίας της Ευρωζώνης οφείλεται στη δικαστική διαμάχη, σε σχέση με τις πολεμικές επανορθώσεις στη Χάγη – όπου «κατήγοροι» είναι από κοινού η Ιταλία και η Ελλάδα, κατηγορούμενος δε η Γερμανία.  

Εν τούτοις, μάλλον δεν είναι η χώρα μας αυτή που αντιμετωπίζει τα μεγαλύτερα προβλήματα, αφού η κρίση χρέους φαίνεται να οδηγεί όχι μόνο στη διάλυση της Ευρωζώνης, μετά την άκρως επιτυχημένη απόβαση του ΔΝΤ, αλλά και σε μία αντίστοιχη των Η.Π.Α. – μέσα από εξεγέρσεις, «αποσκιρτήσεις» και επικίνδυνες επαναστάσεις, μεταξύ άλλων λόγω της πολυπολιτισμικής δομής της υπερδύναμης. Δηλαδή, αφενός μεν απομακρύνεται συνεχώς η ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, μέσα από τη δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, αφετέρου φαίνεται όλο και πιο πιθανή μία «απόσχιση» ορισμένων υπερχρεωμένων Πολιτειών των Η.Π.Α. – με αποτελέσματα που είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθούν, όπως θα αναλύσουμε στο τέλος του άρθρου μας. Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η Γερμανία γίνεται όλο και πιο «εθνικιστική» (αν και η ομοσπονδιακή δομή της μάλλον εμποδίζει την επάνοδο του εθνικοσοσιαλισμού), η Γαλλία παραπαίει, η Μ. Βρετανία επίσης, η Ευρωζώνη κινδυνεύει σοβαρά να «αποσυντεθεί» και οι Σκανδιναβικές δημοκρατίες αντιμετωπίζουν με τη σειρά τους τις εταιρείες αξιολόγησηςFitch, αδυνατώντας να προσβάλλει το δημόσιο χρέος τους, επειδή είναι σχετικά χαμηλό, προειδοποιεί για υπερχρέωση των νοικοκυριών) – ενώ η Ελβετία, η μοναδική φιλελεύθερη, άμεση δημοκρατία του πλανήτη, στην οποία το κράτος είναι πραγματικά στην υπηρεσία του πολίτη, κινδυνεύει από πάρα πολλές πλευρές (άρθρο). 

Στην Ανατολική Ευρώπη, η οποία «βάλλεται» επίσης από το ΔΝΤ (στην πρώην Γιουγκοσλαβία είχε επιλεχθεί το «δόγμα του σοκ» – ή εισβολή του ΝΑΤΟ δηλαδή, όπως και στο Ιράκ), έχουν δημιουργηθεί νέες εστίες πυρκαγιάς, οι οποίες απειλούν τα μέγιστα τόσο το Αυστριακό όσο και το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα – ενώ τα μέταλλα, όπως ο χρυσός και το ασήμι, έχουν εισέλθει σε «πορεία χειραγώγησης». Παράλληλα, ορισμένες μεγάλες Πολιτείες των Η.Π.Α. αυτονομούνται, στη Ρωσία αναπτύσσεται μία ιδιάζουσα μορφή εθνικοσοσιαλισμού, ενώ η καταχρεωμένη Ιαπωνία αλλάζει συνεχώς κυβερνήτες, χωρίς να μπορεί να διαφύγει από την κρίση – στην οποία οδηγήθηκε τη δεκαετία του ’80 από τις Η.Π.Α.  Η Βραζιλία προσπαθεί να αντιδράσει, η Νότια Αφρική επίσης, στη λεηλατημένη Τουρκία κυριαρχεί ένας «εθνικοθρησκευτικός απολυταρχισμός», ενώ στη Β. Αφρική, καθώς επίσης στη Μέση Ανατολή, έχουν ξεσπάσει ή/και κυοφορούνται αιματηρές επαναστάσεις, εμφύλιοι και λοιποί πόλεμοι. Τέλος, η απολυταρχική Κίνα επεμβαίνει κυριαρχικά σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη, ενώ ο συναλλαγματικός πόλεμος μαίνεται – γεγονότα και καταστάσεις που δεν μας προϊδεάζουν για ένα ειρηνικό μέλλον, αλλά μάλλον για συνθήκες αποκάλυψης. Επομένως, απαιτούνται επειγόντως λύσεις, για την καταπολέμηση των συνεχώς κλιμακούμενων «δυσλειτουργιών» διεθνώς. Οι λύσεις αυτές δε ίσως προϋποθέτουν  ένα διαφορετικό πολιτικοοικονομικό σύστημα – αφού τα παλαιότερα έχουν μάλλον ολοκληρώσει τον «κύκλο» τους. Φυσικά είναι πολύ πιθανόν η αποτυχία των συστημάτων να οφείλεται στη μη συνειδητή αντίδραση των ανθρώπων απέναντι στους φραγμούς, στους περιορισμούς της ελευθερίας καλύτερα, τους οποίους προϋποθέτει ή απαιτεί η κοινωνική συμβίωση. Επίσης, στην έμφυτη τάση κάποιων ανθρώπων για δύναμη και εξουσία – χαρακτηριστικά τα οποία στερούν από τους υπόλοιπους τα βασικά μέσα διαβίωσης και την ελευθερία τους.           

Στα πλαίσια αυτά θεωρούμε σκόπιμο να αναλύσουμε τα υφιστάμενα συστήματα, έχοντας τη γνώμη ότι, οι διαφορετικές πολιτικές απόψεις των ανθρώπων, δεν οφείλονται στον τελικό στόχο. Ο στόχος αυτός είναι για τη συντριπτική πλειοψηφία ο ίδιος: η κοινωνική δικαιοσύνη, η μεγαλύτερη δυνατή ισότητα και η ασφάλεια. Οι «πολιτικές» διαφορές επικεντρώνονται κυρίως στο δρόμο που επιλέγεται, έτσι ώστε να φτάσουν κάποτε οι άνθρωποι στον ίδιο, εκ των προτέρων γνωστό τελικό στόχο, καθώς επίσης στην «ποσότητα/ποιότητα» της απαιτούμενης ελευθερίας. Με απλούστερα λόγια, δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των ανθρώπων, όσον αφορά τους τελικούς στόχους της κοινωνικής οργάνωσης, του πολιτεύματος δηλαδή που επιδιώκουν – αφού σχεδόν για όλους το ζητούμενο είναι η εξασφάλιση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας και της ασφάλειας, σε συνθήκες ελευθερίας. Κάποιοι όμως θεωρούν ότι, για να επικρατήσουν τα κοινά για όλους «ιδανικά», θα πρέπει να ακολουθηθεί το σύστημα του σοσιαλισμού – ενώ κάποιοι άλλοι επιλέγουν τον καπιταλισμό, τον ολοκληρωτισμό ή ένα άλλο πολίτευμα. Ειδικότερα λοιπόν τα εξής:   

Η ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ένας πολιτικός, ο οποίος θα είχε την ιδέα να επιβάλλει στους ιδιώτες τον τρόπο, με τον οποίο θα χρησιμοποιούσαν τα κεφάλαια τους, δεν θα αναλάμβανε μόνο μία άσκοπη φροντίδα, αλλά θα επιζητούσε μία εξουσία, την οποία δεν μπορεί κανείς να εμπιστευθεί σε κανένα κοινοβούλιο και σε καμία κυβέρνηση – πόσο μάλλον σε ένα και μοναδικό άτομο. Μία τέτοια εξουσία δεν θα μπορούσε πουθενά άλλού να είναι τόσο επικίνδυνη, όσο στα χέρια ενός ανθρώπου, ο οποίος θα ήταν τόσο ανόητος και τόσο εγωιστής, ώστε να θεωρήσει τον εαυτό του ικανό να την ασκήσει” (Adam Smith). Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι (δεν επικεντρωνόμαστε στις πολιτικές παρατάξεις ή στους κομματικούς μηχανισμούς εξουσίας), οι οποίοι αυτοαποκαλούνται σοσιαλιστές – εννοώντας συνήθως ότι, πιστεύουν μέσα από την καρδιά τους στα ιδανικά του σοσιαλισμού. Οι άνθρωποι αυτοί δεν απασχολούν τις σκέψεις τους ή δεν θεωρούν ότι πρέπει να τις απασχολήσουν, σχετικά με ποιόν τρόπο είναι εφικτό να επιτύχουν πρακτικά την εφαρμογή ενός συστήματος, το οποίο θα τους εξασφαλίζει τα ιδανικά τους – δηλαδή, την κοινωνική δικαιοσύνη, τη μεγαλύτερη δυνατή ισότητα και την ασφάλεια. Αυτό που επιθυμούν, καθώς επίσης αυτό που γνωρίζουν είναι ότι, πρέπει με κάθε τρόπο να τα καταφέρουν.

Ένας περιορισμένος αριθμός τώρα αυτών των σοσιαλιστών δεν συνειδητοποιεί ότι, το βασικό «εργαλείο» για την επίτευξη της σοσιαλιστικής αλλαγής είναι η κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία – η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για άλλους σκοπούς, συχνά «μη συμβατούς» με τις επιθυμίες των ανθρώπων, όπως (παράδειγμα) για την καταπίεση ορισμένων ομάδων πολιτών, αντίθετων με το πολίτευμα. Η συγκεκριμένη μορφή οικονομικής οργάνωσης είναι λοιπόν ο στόχος όλων αυτών, οι οποίοι ουσιαστικά (συνήθως εν αγνοία τους) απαιτούν την αντικατάσταση της οικονομίας του κέρδους (ελεύθερη αγορά), από αυτήν της κάλυψης των ανθρωπίνων αναγκών (κεντρικός σχεδιασμός) – επομένως, των αγορών από το κράτος. Αναλυτικότερα, στη σοσιαλιστική οικονομία το κράτος προσπαθεί να προβλέψει τις ανάγκες των πολιτών, προγραμματίζοντας την κάλυψη τους στα πλαίσια του εφικτού (χωρίς δάνεια) από πολίτες, οι οποίοι ουσιαστικά εργάζονται όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι. Για παράδειγμα, εάν προβλέπει το κράτος ότι, οι πολίτες του θα χρειαστούν τον επόμενο χρόνο 1.000 τόνους πορτοκάλια και 500 τόνους μήλα, οργανώνει την παραγωγή και κατευθύνει τους αγρότες ανάλογα. Εάν όμως, όπως συνήθως συμβαίνει, οι πολίτες αλλάξουν ξαφνικά συνήθειες, τότε ο κεντρικός σχεδιασμός της παραγωγής αποδεικνύεται εντελώς λανθασμένος – κάτι που δεν συμβαίνει σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς, ή, εάν συμβεί, τότε το ρίσκο αναλαμβάνεται εξ ολοκλήρου από τους ιδιώτες-επιχειρηματίες, οι οποίοι δεν προέβλεψαν σωστά και δεν προβληματίζει το κράτος.    

Συνεχίζοντας οι Γάλλοι συγγραφείς, οι οποίοι μετά την γαλλική επανάσταση τοποθέτησαν τις βάσεις, επάνω στις οποίες στηρίχθηκε ο μοντέρνος σοσιαλισμός, γνώριζαν με απόλυτη βεβαιότητα ότι, οι ιδέες τους θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν πρακτικά μόνο από ένα αυστηρό, δικτατορικό καθεστώς. Πολύ αργότερα, μετά την επανάσταση του 1848 δηλαδή, οι σοσιαλιστικές ιδέες υποχρεώθηκαν να ενωθούν με τις πανίσχυρες δυνάμεις της ελευθερίας – με στόχο την επίτευξη ενός «δημοκρατικού σοσιαλισμού», τον οποίο επιθυμούσαν οι περισσότεροι άνθρωποι. Εν τούτοις, οι σημαντικότεροι θεωρητικοί ηγέτες, παρά το ότι δήλωναν οπαδοί του δημοκρατικού σοσιαλισμού, γνώριζαν ανέκαθεν πολύ καλά πως η Δημοκρατία και ο Σοσιαλισμός έχουν έναν και μοναδικό κοινό παρανομαστή: την ισότητα. Ενώ όμως η Δημοκρατία αναζητάει την ισότητα μέσα από το δρόμο της ελευθερίας, ο Σοσιαλισμός προκρίνει την καταναγκαστική επιβολή της – με τη βοήθεια της δικτατορίας του προλεταριάτου, η οποία φυσικά δεν επιβάλλεται μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες (εκλογές), αλλά με λαϊκές εξεγέρσεις και με αιματηρές επαναστάσεις.  Το ξεκίνημα της εφαρμογής του σοσιαλισμού στην πράξη, οδήγησε ουσιαστικά στη ρωσική επανάσταση, στον εθνικοσοσιαλισμό της Γερμανίας, στο σταλινισμό, στη μετέπειτα σοβιετική ένωση, στον κινεζικό κομμουνισμό, καθώς επίσης στις σημερινές εξελικτικές τους καταστάσεις: στον κατά κάποιον τρόπο «εθνικοσοσιαλιστικό» καπιταλισμό της Ρωσίας και στον απολυταρχικό καπιταλισμό της Κίνας. Παρά το ότι λοιπόν ο K.Marx θεωρούσε πως, η εξέλιξη της δικτατορίας του προλεταριάτου θα ήταν ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, ο οποίος θα εξασφάλιζε σε όλους τους ανθρώπους κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα και πλήρη ασφάλεια, η σημερινή «κατάληξη» είναι εντελώς διαφορετική.  Ίσως οφείλουμε να υπενθυμίσουμε εδώ ότι, ο K. Marx δεν ήταν ο «αρχιτέκτονας» του υπαρκτού σοσιαλισμού – αφού το φοβερό αυτό έργο το ανέλαβε ο Lenin. Το σημαντικότερο βιβλίο του άλλωστε, το «Κεφάλαιο», είναι ουσιαστικά το βιβλίο της κρίσης του καπιταλισμού, ενώ σε ολόκληρο το έργο του δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που να αναφέρεται στην επόμενη ημέρα – στο πως δηλαδή θα έπρεπε να οργανωθεί και να λειτουργήσει το κράτος, μετά την κατάκτηση της εξουσίας από το λαό. Είχε γράψει απλά ότι, κατά τη «μεταβατική» περίοδο του σοσιαλισμού θα υπήρχε η δικτατορία του προλεταριάτου – μετά από αυτήν, ο γνήσιος κομμουνισμός.

Ουσιαστικά είχε αναφερθεί σε ένα αταξικό σύστημα, το οποίο θα καταργούσε την ατομική ιδιοκτησία – οπότε η κοινωνία θα ήταν ο ιδιοκτήτης όλων των μέσων παραγωγής. Δεν είχε όμως αναλύσει καθόλου τις «λεπτομέρειες», όπως για παράδειγμα το πώς ακριβώς η «κοινωνία» θα ήταν ο ιδιοκτήτης των εργοστασίων, κατά πόσο θα υπήρχε ή μη έντονη διαμάχη μεταξύ διαχειριστών και υφισταμένων, εάν θα μπορούσαν να προβλεφθούν οι ανθρώπινες ανάγκες, έτσι ώστε να σχεδιάζεται κεντρικά η κάλυψη τους, εάν πράγματι θα δραστηριοποιούνταν δημιουργικά οι άνθρωποι, χωρίς ιδιοτελή και ανταγωνιστικά κίνητρα, πως θα συμπεριφέρονταν οι πολιτικοί προϊστάμενοι (κόμμα) απέναντι στα απλά μέλη της κοινωνίας κοκ. Ανεξάρτητα πάντως από όλα αυτά, σήμερα, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», καθώς επίσης μετά την άνοδο του απολυταρχικού καπιταλισμού, φαίνεται πως έχουμε λάβει όλες τις απαντήσεις, ενώ έχουν τεκμηριωθεί επαρκώς όλες οι δυσλειτουργίες αυτού του πολιτικού συστήματος – ειδικά η «ιδιάζουσα» σχέση του με την ελευθερία, καθώς επίσης η αδυναμία του να προετοιμάσει τον «γνήσιο κομμουνισμό» (ότι και αν εννοούσε ο χαρισματικός εμπνευστής του με αυτήν την έκφραση).

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Με εξαίρεση τα απόρθητα μονοπώλια, τα κέρδη είναι ταυτόχρονα η «κορωνίδα» και η «αχίλλειος πτέρνα» του καπιταλισμού – επειδή καμία επιχείρηση δεν μπορεί να κρατήσει μόνιμα τις τιμές της, πολύ επάνω από το κόστος. Με έναν μόνο τρόπο μπορούν να διαιωνίζονται τα κέρδη: η επιχείρηση, ή ολόκληρη η οικονομία, πρέπει συνεχώς να επεκτείνονται” (K. Marx). Αναμφίβολα, ένα από τα παρακλάδια της γαλλικής επανάστασης οδήγησε στην ιδιαίτερη οικονομία της ελεύθερης αγοράς, την οποία βίωσε με επιτυχία η δύση μέχρι σήμερα – μέσα από έναν «δημοκρατικό σοσιαλισμό», «κοινωνικό καπιταλισμό» κατά άλλους, ο οποίος, στηριζόμενος κυρίως στο νεωτεριστή επιχειρηματία, στον ανταγωνισμό, στην ανάπτυξη, στην ιδιοτέλεια, στη φορολογία και στο δανεισμό (παραγωγή χρημάτων από το πουθενά), σηματοδότησε μία εποχή τεράστιας υλικής προόδου, καθώς επίσης μεγάλης ευμάρειας για το μεγαλύτερο μέρος του δυτικού πληθυσμού.

Εν τούτοις, η κατωτέρω περιγραφή της εξέλιξης και του τέλους της ελεύθερης αγοράς (καπιταλισμού), με βάση την επιγραμματική παρουσίαση των αναλύσεων του K.Marx, φαίνεται να είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρη από ποτέ: Με βάση το νομικό καθεστώς της ατομικής ιδιοκτησίας, οι επιχειρηματίες είναι οι ιδιοκτήτες των θέσεων εργασίας, στο βαθμό που είναι οι κάτοχοι των μηχανών και του εξοπλισμού – χωρίς τα οποία οι άνθρωποι δεν μπορούν να εργασθούν. Εάν κάποιος δεν είναι διατεθειμένος να εργασθεί τις ώρες που απαιτεί ο επιχειρηματίας, ή με το μισθό που προσφέρει, δεν βρίσκει δουλειά. Όπως και κάθε άλλος μέσα στο «σύστημα», ο εργαζόμενος δεν έχει το δικαίωμα ή την ισχύ να ζητήσει περισσότερα, από όσο αξίζει ο χρόνος εργασίας του, σε συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού – ο οποίος έχει σήμερα δυστυχώς παγκοσμιοποιηθεί, με αποτέλεσμα ο Αμερικανός (για παράδειγμα) εργαζόμενος, να υποχρεωθεί κάποια στιγμή να ανταγωνισθεί τον Κινέζο «ομόλογο» του.  Το «σύστημα» είναι «δίκαιο», χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι, οι εργαζόμενοι δεν είναι θύματα εκμετάλλευσης – επειδή υποχρεώνονται να εργάζονται περισσότερες ώρες και με χαμηλότερους μισθούς, εάν θέλουν να διατηρηθεί η επιχείρηση, η οποία τους προσφέρει εργασία.

Από την άλλη πλευρά τώρα, όλοι οι επιχειρηματίες έχουν κέρδη – αλλά και όλοι ευρίσκονται σε μεταξύ τους διαρκή ανταγωνισμό. Προσπαθούν λοιπόν να «συσσωρεύσουν», να επεκτείνουν δηλαδή την κλίμακα παραγωγής τους, εις βάρος των ανταγωνιστών τους. Η επέκταση όμως δεν είναι καθόλου εύκολη – μεταξύ άλλων επειδή απαιτεί περισσότερους εργαζομένους, η απόκτηση των οποίων σημαίνει ότι, πρέπει να αυξηθούν οι προσφερόμενοι μισθοί (οι επιχειρηματίες δηλαδή αναγκάζονται να «πλειοδοτήσουν» μεταξύ τους, για τις υπηρεσίες του εργατικού δυναμικού). Οι μισθοί λοιπόν τείνουν να αυξηθούν, η υπεραξία (κέρδος) ακολουθεί πτωτική πορεία (τα κέρδη διαβρώνονται από τους αυξανόμενους μισθούς), ο επιχειρηματίας εγκαθιστά στο εργοστάσιο του μηχανές, οι οποίες εξοικονομούν εργατικά χέρια και μειώνουν το κόστος, οι ανταγωνιστές του τον ακολουθούν και το ποσοστό κέρδους του συνεχίζει να μειώνεται – μέχρι το σημείο που η παραγωγή δεν είναι πλέον κερδοφόρα. Παράλληλα, η κατανάλωση περιορίζεται, αφού οι μηχανές αντικαθιστούν τους εργαζομένους και αυξάνεται η ανεργία ή μειώνονται οι μισθοί – οπότε η οικονομία εισέρχεται σε ύφεση (κρίση του καπιταλισμού), η οποία συνοδεύεται από χρεοκοπίες, με αποτέλεσμα να κλείνουν οι μικρότερες επιχειρήσεις.  

Μία καπιταλιστική κρίση όμως δεν σημαίνει ότι το «παιχνίδι τελείωσε» – το αντίθετο μάλιστα. Καθώς οι εργαζόμενοι χάνουν τις δουλειές τους, αναγκάζονται να αποδεχθούν χαμηλότερους μισθούς. Επειδή οι μηχανές ή οι μικρές επιχειρήσεις πωλούνται σε χαμηλές τιμές, οι μεγαλύτερες εταιρείες μπορούν να τις αποκτήσουν, πληρώνοντας πολύ λιγότερα από την αξία τους. Επομένως, η κρίση εξυπηρετεί ουσιαστικά την ικανότητα του «συστήματος» να επεκτείνεται – οπότε, είναι ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί και όχι ο τρόπος, με τον οποίο αποτυγχάνει. Εν τούτοις, κάποια στιγμή ολόκληρη η διαδικασία φτάνει στο τέλος της, το οποίο περιγράφεται πάρα πολύ καλά από τον K. Marx ως εξής: “Μαζί με την αδιάκοπη μείωση του αριθμού των μεγιστάνων του κεφαλαίου, οι οποίοι σφετερίζονται και μονοπωλούν όλα σχεδόν τα πλεονεκτήματα αυτής της διαδικασίας «μετασχηματισμού», μεγαλώνει και το πλήθος εκείνων που βιώνουν τη φτώχεια, την καταπίεση, τη δουλεία, την εξαχρείωση και την εκμετάλλευση. Η συγκέντρωση των μέσων παραγωγής και η κοινωνικοποίηση της εργασίας φθάνουν τελικά σε ένα σημείο, όπου είναι ασύμβατα με το καπιταλιστικό τους περίβλημα – με αποτέλεσμα να διαρρηγνύεται. Έτσι λοιπόν φθάνει το τέλος της καπιταλιστικής ατομικής ιδιοκτησίας, όπου οι απαλλοτριωτές απαλλοτριώνονται”. Σε κάθε κρίση λοιπόν, οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις απορροφούν τις μικρότερες (ενδεχομένως αυτό να συμβεί και με τα κράτη, όπως παρατηρείται σήμερα), έως εκείνο το χρονικό σημείο, κατά το οποίο θα χρεοκοπήσουν τελικά ακόμη και οι βιομηχανικοί κολοσσοί – οπότε το σύστημα καταρρέει, αφού έχει εξαντλήσει την ίδια την πηγή της ενέργειας του: την υπεραξία (κέρδος). Αν και επιδρούν δε δυνάμεις, οι οποίες βοηθούν και παρατείνουν το τέλος του (όπως ίσως η διάσωση των τραπεζών σήμερα, από τους φορολογουμένους πολίτες των κρατών), ο «επιθανάτιος ρόγχος» είναι αναπόδραστος, ισχυρίζεται ο πνευματικός ηγέτης του σοσιαλισμού. 

 

Βασίλης Βιλιάρδος  (copyright), Αθήνα, 02. Οκτωβρίου 2011, viliardos@kbanalysis.com    * Ο κ. Β. Βιλιάρδος είναι οικονομολόγος, πτυχιούχος της ΑΣΟΕΕ Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Αμβούργου – ενώ έχει εκδώσει πρόσφατα το δεύτερο βιβλίο της σειράς «Η κρίση των κρίσεων».

 ΠΗΓΗ: http://www.casss.gr/PressCenter/Articles/2442.aspx

 

Συνέχεια στο Μέρος ΙΙ

Απάντηση

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.